Διαχρονικός ο Χάρρυ Κλυνν, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, σατίριζε με εκπληκτική ευστοχία την κουλτούρα της εξουσιαστικής καπιταλιστικής αριστεράς

Ο Χάρρυ Κλυνν, σε μια από τις καλύτερες στιγμές του, συγχωνεύει την σάτιρα για το ύφος σκηνοθετών όπως ο Αγγελόπουλος και ο Νικολαϊδης με τον σαρκασμό στους πλουτοκράτες της ευρωπαϊκής και υπαρξιστικής αριστεράς. Τριάντα περίπου χρόνια μετά, αυτό το ξεκαρδιστικό απόσπασμα διατηρεί επίκαιρη την φρεσκάδα του. 

Εντυπωσιακή, δε, είναι η αντιστοίχιση του "Αρτέμη" που υποδύεται ο ευφυής κωμικός, με πρωταγωνιστές της ελλαδικής πολιτικής ζωής, όπως οι κύριοι Τσακαλώτος, Φλαμπουράρης, Δραγασάκης και πολλοί ακόμη.

H Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. απέκτησε εκδοτικό σκέλος, Κυκλοφορεί το πρώτο βιβλίο των εκδόσεών μας



Οι εκδόσεις Κλέος αποτελούν την υλοποίηση μιας παλαιότερης ιδέας ορισμένων μελών της Φοιτητικής Λέσχης Φανταστικής Λογοτεχνίας προκειμένου η λέσχη μας, πέρα από το περιοδικό «Φανταστική Λογοτεχνία», την ραδιοφωνική εκπομπή και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης που διαθέτει, να προχωρήσει στην δημιουργία και ενός εκδοτικού σκέλους. Ο Σταμάτης Μαμούτος αποφάσισε να αναλάβει προσωπικά αυτό το εγχείρημα... και κάπως έτσι, οι εκδόσεις Κλέος έλαβαν υπόσταση τον Δεκέμβριο του 2016.


Στόχος των εκδόσεών μας είναι η κυκλοφορία στην ελληνική γλώσσα λογοτεχνικών, θεωρητικών αλλά και επιστημονικών έργων με θεματικές που αφορούν το πεδίο του Ρομαντισμού. Ρομαντικοί και νεορομαντικοί συγγραφείς βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της εκδοτικής μας προσπάθειας και είναι αναμφίβολο ότι σε αυτή την προσπάθεια η παλιά, αληθινή λογοτεχνία του φανταστικού έχει περίοπτη θέση.

Ελπίζουμε πως οι κυκλοφορίες των εκδόσεών μας θα τέρψουν τους αναγνώστες και θα συμβάλουν στην προβολή της ρομαντικής βιβλιογραφίας. Μιας ρομαντικής βιβλιογραφίας η οποία μέχρι σήμερα δεν έχει βρει την θέση που της αντιστοιχεί στο ελληνικό εκδοτικό στερέωμα.

Ο Ιρλανδός νομπελίστας Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς είναι ο πρώτος συγγραφέας τον οποίο επιλέξαμε να παρουσιάσουμε στους αναγνώστες μας. Ο Γέητς συγκαταλέγεται ανάμεσα στους κορυφαίους λογοτέχνες του 20ου αιώνα, έχοντας γράψει ποιητικές συλλογές, διηγήματα, θεατρικά έργα αλλά και δοκίμια. Το βιβλίο του Ιρλανδού συγγραφέα που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κλέος είναι «Το Μυστικό Ρόδο».


Πρόκειται για μια συλλογή διηγημάτων ρομαντικής φανταστικής λογοτεχνίας, που ξεκινά με ένα ποίημα. Πρωτοκυκλοφόρησε το 1897 όταν ο Γέητς βρισκόταν στην ωρίμανση της πρώτης λογοτεχνικής του εποχής.  Ήταν τότε που οι ρομαντικές του καταβολές είχαν αρχίσει να μπολιάζονται με επιρροές του Συμβολισμού ενώ και τα υπόλοιπα κεντρικά γνωρίσματα της πνευματικής του συγκρότησης, όπως το ενδιαφέρον για τον αποκρυφισμό και για την ιδεολογία του ιρλανδικού εθνικισμού, αναδύονταν στο επίκεντρο των ενδιαφερόντων του. Αναμφίβολα «Το Μυστικό Ρόδο» αποτελεί ένα δείγμα της παλιάς, καλής λογοτεχνίας του φανταστικού. Μιας λογοτεχνίας του φανταστικού που τείνει να ξεχαστεί κάτω από τους ογκώδεις τόμους των «νεοfantasy» γραφιάδων, με τους οποίους γεμίζουν ράφια και τηλεοπτικούς χρόνους οι διαχειριστές της αντιρομαντικής αγοραίας ελίτ των καιρών μας. 

Όπως μαρτυρά κι ο ίδιος ο Γέητς, στον φιλοσοφικό πυρήνα του «Μυστικού Ρόδου» υφίσταται η ιδέα της σύγκρουσης μιας ιδεαλιστικής πνευματικής τάξης με τις βάρβαρες δυνάμεις του κόσμου της υλικής εμπειρίας. Μια αντιπαράθεση, δηλαδή, του ιδεαλισμού με τον υλισμό. Οι εκδηλώσεις του ιδεαλισμού μπορούν να ανιχνευτούν εντός αυτών των διηγημάτων σε ποικίλες και διαφορετικές περιπτώσεις της ιρλανδικής παράδοσης. Ο ιππότης που θυσιάζεται για το κοινό καλό, ο απαγορευμένος έρωτας ενός γενναίου παλαιστή με μια λογοδοσμένη αρχοντοπούλα, ο αγιασμένος αλαφροΐσκιωτος που κάνει θαύματα, ο πάμφτωχος και απόκληρος βάρδος. Σ’ αυτές και σ’ άλλες ακόμη περιπτώσεις η πέννα του Γέητς αναδεικνύει την αύρα των δυνάμεων του ουρανού και των αρχετύπων.

Το μυστικό Ρόδο συμβολίζει την ουσία του Θείου. Το εξομολογείται εξάλλου και ο ηλικιωμένος ιππότης του δεύτερου διηγήματος αυτής της συλλογής, που φέρει τον τίτλο «Αφήνοντας το Ρόδο». Πολλοί, βέβαια, είναι εκείνοι που θεωρούν ότι ο συμβολισμός είναι τριπλός και πέρα από τον Θεό συμπεριλαμβάνει την αγαπημένη του Μαντ Γκον και την πατρίδα του την Ιρλανδία. Και μάλλον έχουν δίκιο καθώς ο Γέητς σε όλη την διάρκεια της ζωής του περιέβαλε με θεία αφοσίωση τόσο την αγαπημένη του όσο και την πατρίδα του.

Ευελπιστούμε ότι οι αναγνώστες μας, ακροβατώντας ανάμεσα στα βελούδινα πέταλα και στον αγκαθωτό κορμό του «Μυστικού Ρόδου», θα απολαύσουν ένα λογοτεχνικό ταξίδι στα μυθικά πεδία της ιρλανδικής παράδοσης και θα γνωρίσουν την «σκηνή» των Ιρλανδών νεορομαντικών των τελών του 19ου αιώνα. 


Ενημερωθείτε για τις εκδόσεις Κλέος στο ιστολόγιο kleospublications.blogspot.gr

Μπορείτε να αγοράσετε «Το Μυστικό Ρόδο» ζητώντας το στα mail flefalo@gmail.com και kleospublications@gmail.com ,
καθώς επίσης και στα βιβλιοπωλεία του κέντρου των Αθηνών

Solaris, Μπόταση 6

Comicon-shop, Σόλωνος 128

Tilt, Ασκληπιού 37

Η Γωνιά του Βιβλίου, Χαριλάου Τρικούπη 18

Ελεύθερη Σκέψις, Ιπποκράτους 112

Αλληλεγγύη των Φίλων, Χαριλάου Τρικούπη 14 (εντός στοάς)

Λόγχη, Πινδάρου 12 (Κολωνάκι) 2ος όροφος 

της Θεσσαλονίκης

Η Άγνωστη Καντάθ, Αιμιλιανού Γρεβενών 6 (Πλατεία Ναυαρίνου)

Αριστοτέλειο, Ερμού 61

του Ναυπλίου

Αποσπερίτης, Αμαλίας 50

της Αμαλιάδας

Βιβλιόχωρος, Φιλικής Εταιρίας 2

Συνέντευξη του Γιάννη Παπαδημητρόπουλου, με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου του βιβλίου, στον Σταμάτη Μαμούτο


Ο Γιάννης Παπαδημητρόπουλος ήταν εκείνος που πριν από έντεκα περίπου χρόνια, σε μια συζήτηση φίλων η οποία λάμβανε χώρα στο αμφιθέατρο της Νομικής όπου γίνονταν οι παραδόσεις των μαθημάτων του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, έριξε την ιδέα να οργανώσουμε μια δράση με θέμα τη λογοτεχνία του φανταστικού. Η αρχική εκείνη ιδέα εκκολάφθηκε με αποτέλεσμα την ίδρυση του συλλόγου μας, δηλαδή της Φοιτητικής Λέσχης Φανταστικής Λογοτεχνίας. Μολονότι κάποιοι είχαν προβλέψει ότι η λέσχη μας δεν θα παρέμενε ενεργή παραπάνω από λίγους μήνες, η εξέλιξη των πραγμάτων νομίζω ότι τους έδωσε μια αποστομωτική απάντηση. Σήμερα η Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ έχει στο ενεργητικό της ένα περιοδικό, ένα κεντρικό ιστολόγιο, ραδιοφωνικές εκπομπές κι έναν εκδοτικό οίκο. Ωστόσο, πέρα από τα μέσα έκφρασης, το έμψυχο δυναμικό της λέσχης παραμένει ενεργό στα πολιτιστικά δρώμενα της χώρας. Έτσι, έχω πλέον τη χαρά να δημοσιεύσω στο ιστολόγιο της λέσχης μας την συνέντευξη που μου παραχώρησε ο Γιάννης Παπαδημητρόπουλος, με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου του βιβλίου που φέρει τον τίτλο Εκεί Που Προσγειώθηκε Το Κοράκι.


1) Είσαι ένα από τα παιδιά που ακολουθεί την παράδοση της πρώτης γενιάς μελών της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ, όσον αφορά το σπουδαστικό υπόβαθρο. Δηλαδή, τον εμπλουτισμό των γνώσεων με ακαδημαϊκές και επιμέρους μεταπτυχιακές σπουδές.  Θες να μας περιγράψεις συνοπτικά τις σπουδές που έχεις κάνει μέχρι στιγμής;

Να σου πω την αλήθεια, έχω μεγάλη αγάπη στην ακαδημαϊκή ζωή, αλλά και στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ως θεσμό. Οι προπτυχιακές μου σπουδές ήταν στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης, το περίφημο «Πολιτικό» της Νομικής, όπου σε γνώρισα και βέβαια γνώρισα κι όλα τα παιδιά που αποτέλεσαν την πρώτη γενιά της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. Αποκόμισα τη γνώση των Κοινωνικών Επιστημών και μια πνευματική συγκρότηση από το «Πολιτικό» που δεν ξέρω αν θα μου την έδινε ποτέ μια πιο «τεχνική» ή πιο «εξειδικευμένη» σχολή και ποτέ δε μετάνιωσα την επιλογή μου στο Μηχανογραφικό. Το «Πολιτικό» ήταν για μένα πραγματικά αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν με το λατινικό όρο alma mater, «η μητέρα της ψυχής και του πνεύματός μου».

Έκανα μετά το πολύ καλό Μεταπτυχιακό Διοίκησης Τουρισμού (MBA Tourism) στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς και πήρα πολλές θεωρητικές και πρακτικές γνώσεις για τον Τουρισμό, την κατασκευή τουριστικών πακέτων, τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού, το τι «τραβάει» έναν τουρίστα σε έναν προορισμό και τον ωθεί να «ξοδέψει» και να ξαναγυρίσει, γνώσεις που χρησιμοποίησα στα πρώτα μου κείμενα συνδυασμένες με παραδείγματα που αντλούσα από τη διεθνή εμπειρία και προσπαθούσα να προσαρμόσω σε ελληνικά δεδομένα.

Τα τελευταία χρόνια φοίτησα στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, στο Μεταπτυχιακό Διοίκησης Πολιτιστικών Μονάδων ενώ παράλληλα εργαζόμουν. Αποφοίτησα πρόσφατα, έχοντας εκπονήσει διπλωματική εργασία σχετικά με το Οικοσύστημα Δημοφιλούς Κουλτούρας (PopCulture) στην Ελλάδα, όπως διαρθρώνεται πρωτίστως μέσα από τα διάφορα Conventions που γίνονται τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας (και καλώς γίνονται!). Νομίζω ότι αποτέλεσε μια φυσική συνέχεια των σπουδών μου στον Τουρισμό, καθώς Πολιτισμός και Τουρισμός συνδέονται άμεσα σε έναν τόπο ή τουλάχιστον πρέπει να συνδέονται. Η Πολιτιστική Διαχείριση, που αποτελεί μια κατεξοχήν Κοινωνική Επιστήμη, είναι για μένα ένα ολόκληρο καινούργιο πεδίο, απέραντο, που με χαρά έχω μόλις αρχίσει να εξερευνώ. Στόχος μου είναι μέσα από τη χρήση των ήδη υπαρχόντων εργαλείων της επιστήμης αυτής και συνδυάζοντας γνώσεις τόσο των άλλων Κοινωνικών Επιστημών (Κοινωνιολογία, Ψυχολογία, Επικοινωνία κ.α.), όσο και του τουριστικού τομέα (προσέλκυση τουριστών, «κατασκευή» τουριστικού προϊόντος κ.α.), να μελετήσω στο μέλλον περαιτέρω τη Δημοφιλή Κουλτούρα (Pop Culture) στην Ελλάδα, συνεισφέροντας στην ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία για το θέμα. Γιατί όχι, αν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, να ασχοληθώ με αυτή τη θεματολογία και σε επίπεδο διδακτορικής διατριβής σε Ελληνικό Πανεπιστήμιο. Υπάρχουν πια σημαντικοί καθηγητές και ερευνητικά εργαστήρια που έχουν στρέψει το ενδιαφέρον τους σε αυτή την κατεύθυνση και εκπονούνται επί του παρόντος διδακτορικά με ανάλογη θεματολογία, όπως γνωρίζω.

2) Να σε ρωτήσω τι θυμάσαι από την εποχή που οργανώσαμε μαζί με λίγους ακόμη φίλους την Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ στο «Πολιτικό τμήμα» της Νομικής Αθηνών;

Αυτές τις αναμνήσεις τις είχαμε μοιραστεί και πριν από δυο χρόνια, όταν με είχες πρώτη φορά καλέσει στη ραδιοφωνική σου εκπομπή, το «Ατσάλινο Ρόδο»! Ήταν όμορφη εποχή παρ’ όλα όσα γίνονταν, είχαμε λιγότερα προβλήματα να ασχοληθούμε και μπορούσαμε να σκεφτούμε και να προβληματιστούμε περισσότερο σε «κοινωνικό» και «φιλοσοφικό» επίπεδο, χωρίς τόσο πολύ να ανησυχούμε για την επιβίωση, όπως τώρα. Θυμάμαι την παρέα που υπήρχε τότε, το Στέλιο, τον Χάρη τον Παπαϊωάννου, τον Χρήστο, τον Πάνο τον «Voodoo», τον άλλο Πάνο, των Γιώργο τον «Ίωνα», τον Δημήτρη Αργασταρά που δεν ήταν στο τμήμα αλλά ήταν και παραμένει φίλος καλός! Και βέβαια, να μην ξεχάσω το Νίκο, την Μαρία και τον Ραφαήλ Βλαντή. Ο Νίκος ήταν ο πρώτος αναγνωρισμένος συγγραφέας που μας πίστεψε.


Το πώς γνωριστήκαμε στο θρυλικό αμφιθέατρο Παπαρρηγοπούλου, το πως βρεθήκαμε να συζητάμε για την φανταστική λογοτεχνία και το πως συλλάβαμε την ιδέα για τη διοργάνωση μιας εκδήλωσης για τη Φανταστική Λογοτεχνία μέσα σε πανεπιστημιακό χώρο, με ελεύθερη είσοδο, ένα «φιλολογικό απόγευμα» αν θες. Θυμάμαι λέγαμε να το κάνουμε στην Πανεπιστημιακή Λέσχη στην Ιπποκράτους και μάλιστα το θεωρήσαμε και εύκολο να δοθεί χώρος για κάτι τέτοιο από τους αρμόδιους, μιας και γίνονταν τότε συνεχώς άσχετες εκδηλώσεις σε ώρες και αίθουσες μαθημάτων από φοιτητικές παρατάξεις, ενώ εμείς ως ομάδα φοιτητών θα ζητούσαμε ένα χώρο εκτός διδασκαλίας για μια εκπαιδευτική εκδήλωση, μέσα στα πλαίσια της λειτουργίας του Πανεπιστημίου ως χώρου «θεραπείας» των Επιστημών και των Τεχνών. Τελικά αυτή η εκδήλωση μπορεί να μην έγινε, αλλά ήταν η αρχή της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ κι από εκεί και πέρα η πορεία ήταν ανοδική και δεν έχει σταματήσει.


 Νιώθω μεγάλη χαρά και ικανοποίηση για όσα έχει καταφέρει αυτή η ομάδα με τα παλιά και τα νέα μέλη της τόσα χρόνια, τις συνεργασίες της, τα κείμενα που φιλοξενήθηκαν στο περιοδικό και στο blog της, τη ραδιοφωνική της εκπομπή και τους καλεσμένους αυτής, τις Εκδόσεις Κλέος που αποτελούν πια το εκδοτικό της σκέλος κ.α. Αξίζουν συγχαρητήρια σε όλα τα παιδιά που εργάστηκαν και αγωνίστηκαν για αυτά τα αποτελέσματα.


3) Η κυκλοφορία του πρώτου σου βιβλίου βασίζεται στον συνδυασμό της κατάρτισής σου στον τομέα των κοινωνικών επιστημών με την αγάπη σου για την λογοτεχνία του φανταστικού ή κάνω λάθος;

Τα δοκιμιακής μορφής κείμενα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο γράφτηκαν προσπαθώντας να εφαρμόσω πρακτικά τις γνώσεις που απέκτησα όχι τόσο από το βασικό μου πτυχίο στην Πολιτική Επιστήμη, όσο στο Μεταπτυχιακό Διοίκησης Τουρισμού και αργότερα στο Μεταπτυχιακό Διοίκησης Πολιτιστικών Μονάδων. Με την έννοια λοιπόν ότι η Πολιτιστική Διαχείριση είναι μια εκ των Κοινωνικών Επιστημών, έχεις απόλυτο δίκιο, αν και πρέπει να δώσουμε τα εύσημα και στην επιστήμη της Διοίκησης Επιχειρήσεων! Διαβάζοντας άρθρα της επικαιρότητας από site του εξωτερικού για τη γενικότερη κουλτούρα και τις λειτουργίες του παγκοσμίου Οικοσυστήματος Δημοφιλούς Κουλτούρας (Pop Culture), για τα conventions όπως το ComicCon στο Σαν Ντιέγκο των Η.Π.Α. ή για τις τουριστικές ροές που έφερναν αναγνωρίσιμα τοπία ή η εκμετάλλευση ενός brand name όπως π.χ. του Ε.Α. Πόε στη Βαλτιμόρη και του «Άρχοντα των Δακτυλιδιών» στη Νέα Ζηλανδία, με «έπνιγε» το γεγονός ότι στην Ελλάδα όλα αυτά τα θεωρούσαμε μέχρι πολύ πρόσφατα «παιδικά», ίσως και να τα θεωρούμε ακόμα. Ειδικά το 2011-12 που άρχισα να γράφω και να δημοσιεύω ηλεκτρονικά τα κείμενα, υπήρχε ακόμα μια αντιμετώπιση απαξίωσης, σε αντίθεση με την τωρινή βελτιωμένη κατάσταση, που έχει αναγνωριστεί σε μεγάλο βαθμό η παρουσία και η αξία της Φαντασίας και των Πολιτιστικών Προϊόντων της, γίνονται μεγάλα φεστιβάλ και conventions, υπάρχουν πολλά εξειδικευμένα καταστήματα και εκδοτικοί οίκοι κ.α. Όμως τότε, όπως γράφω και στην εισαγωγή του βιβλίου, ένιωσα μια Ανάγκη να εκφραστώ για αυτά τα θέματα. Βλέποντας ότι υπήρχε δυνατότητα τουριστικής εκμετάλλευσης στοιχείων, άρχισα δειλά να παρουσιάζω κάποια επιτυχημένα κατά τη γνώμη μου παραδείγματα και στη συνέχεια να προτείνω τρόπους με τους οποίους μπορούσαν να εφαρμοστούν στην Ελλάδα για την τουριστική της ανάπτυξη, αντλώντας από τις γνώσεις και τα θεωρητικά εργαλεία που οι μεταπτυχιακές μου σπουδές μου πρόσφεραν. Σταδιακά γράφτηκε μια σειρά κειμένων για τον Τουρισμό Δημοφιλούς Κουλτούρας, τα σημαντικότερα από τα οποία συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο.

4) Θες να μας περιγράψεις εν συντομία τι περιλαμβάνει το βιβλίο σου;

Στο βιβλίο είναι συγκεντρωμένα 32 κείμενα γύρω από θέματα του Τουρισμού Δημοφιλούς Κουλτούρας (Pop Culture Tourism), αλλά και γενικότερα θέματα Τουρισμού, Πολιτιστικής Διαχείρισης και Φαντασίας, που έχουν γραφτεί από το 2012 έως και το 2015 και λίγο μετά και έχουν στην συντριπτική τους πλειοψηφία δημοσιευτεί σε ηλεκτρονικά Μέσα. Η συγκέντρωσή τους, πέρα από τον προφανή στόχο της κατάθεσης απόψεων και ιδεών, φιλοδοξεί να προβάλλει την αναπτυξιακή προοπτική αυτών των θεμάτων και να δώσει το ερέθισμα για μια ακόμα πιο σοβαρή αντιμετώπισή τους από την ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα και από το κοινό, σχετικό ή μη σχετικό.
Πέρα από τα καθαρά τουριστικά κείμενα στον τόμο ανθολογούνται και μερικά κείμενα γνώμης για άλλα θέματα, ενώ το αγαπημένο μου ίσως κείμενο κι αυτό που αναμένω ότι θα συζητηθεί περισσότερο είναι το τελευταίο, που είναι και το πιο πρόσφατο και δεν έχει δημοσιευτεί στο παρελθόν. Είναι η προσωπική μου συμβολή στο «διάλογο» γύρω από ένα φλέγον θέμα της Ποπ Κουλτούρας, το θέμα των spoilers! Επίσης, έχω την τιμή, να υπογράφει τον πρόλογο του βιβλίου η αγαπημένη μου καθηγήτρια στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και ιδρύτρια της Αθηναϊκής Βιβλιοθήκης Κόμικς, Δρ. Λήδα Τσενέ, την οποία ευχαριστώ θερμά. Το βιβλίο έχει ένα υπέροχο εξώφυλλο και οπισθόφυλλο, φιλοτεχνημένα από τον Πατρινό καλλιτέχνη κόμικς Διονύση Φάκο, που έχει κάνει σημαντικά βήματα στο χώρο της 9ης τέχνης τα προηγούμενα χρόνια, τον οποίο επίσης ευχαριστώ πολύ και νιώθω ότι αυτή θα είναι ίσως μόνο η αρχή της συνεργασίας μας.

5) Νομίζω ότι στην Ελλάδα υπάρχει υστέρηση στον τρόπο που συνδέεται η λογοτεχνία του φανταστικού (αλλά και ευρύτερα η λογοτεχνία) με πολιτικές και οικονομικές πρακτικές, όπως είναι ο τουρισμός; Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό;

 Όπως σου είπα, θεωρώ ότι στην Ελλάδα είχαμε και έχουμε ακόμα ίσως σε μεγάλο βαθμό μια απαξίωση για αυτά τα είδη της λογοτεχνίας και γενικότερα της Τέχνης. Όπως γράφω και σε ένα κείμενο του βιβλίου, ακόμα και η απλή ενασχόληση της Φανταστικής Λογοτεχνίας και της εν γένει Φανταστικής Κουλτούρας π.χ. με την Ελληνική Μυθολογία και τη θεματολογία της, θεωρείται αυτομάτως από κάποιους «απαξίωση» και «βεβήλωση», χωρίς καν να διερευνάται το επίπεδο του παραγομένου Πολιτιστικού Προϊόντος, η καλλιτεχνική του αξία ή το νοηματικό του υπόβαθρο. Και όλο αυτό το βλέπω παράλογο, γιατί η ελληνική Γραμματεία, αρχαία, νεώτερη και σύγχρονη έχει μεγάλη παράδοση στη Φαντασία.

 Η Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες βρίσκεται στην ασφυκτική μέγγενη μιας «υψηλής» διανόησης, που απορρίπτει συλλήβδην και γελοιοποιεί κάθε τι που βρίσκεται εκτός της, μέσα από ένα δίκτυο «διανοουμένων», «κριτικών», «ανθρώπων του πνεύματος» που έχουν πολύ συγκεκριμένες αντιλήψεις για το τι είναι «πνευματικό έργο», είτε είναι λογοτεχνία, είτε μουσική, είτε κινηματογράφος και οτιδήποτε άλλο. 


Δεν μπορώ να ξεχάσω το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα που έχω συναντήσει σε αυτό το θέμα: Ακόμα και μετά την βράβευση της «Επιστροφής του Βασιλιά», της τρίτης ταινίας του «Άρχοντα των Δακτυλιδιών» με 13 Όσκαρ και την απίστευτη εμπορική της επιτυχία, ο κριτικός κινηματογράφου Δ. Δανίκας συνέχιζε στην κινηματογραφική σελίδα που διατηρούσε σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα να την κατατάσσει στις «Παιδικές Ταινίες». Ήταν το κόμπλεξ ενός ανθρώπου (του συγκεκριμένου εμφανίζεται συνεχώς και για πολλές μορφές τέχνης), ένα κόμπλεξ που αντιπροσωπεύει ολόκληρη την προσέγγιση ενός κλειστού κύκλου «διανοουμένων» που ήλεγχαν σε μεγάλο βαθμό τα πνευματικά «πράγματα» της χώρας.

6) Αγαπημένο είδος. Επική φανταστική λογοτεχνία, επιστημονική φαντασία ή λογοτεχνία τρόμου;

 Αν είχα να διαλέξω μόνο ένα μεταξύ αυτών των τριών ειδών θα έλεγα την Επιστημονική Φαντασία, ίσως γιατί θεωρώ πως έχει περισσότερες δυνατότητες έκφρασης, περισσότερες «προβληματικές» να εξερευνήσει και περισσότερα υποείδη και γιατί ήταν ίσως το πρώτο είδος με το οποίο ήρθα σε επαφή ως παιδάκι και το έχω αγαπήσει πραγματικά. Πρακτικά όμως νομίζω ότι κάθε ένα από τα ρεύματα της Φανταστικής Λογοτεχνίας (στα οποία, εκτός από τα τρία που προανέφερες, εγώ εντάσσω και άλλα δύο, το μυστήριο-αστυνομικό-κατασκοπευτικό και τα κόμικς/graphic novels που είναι μορφή τέχνης με ιστορία κοντά στον έναν αιώνα πια) δανείζεται θεματολογία και εικονογραφία από τα άλλα κι όλα μαζί βρίσκονται σε ένα δημιουργικό «διάλογο» αν θες μεταξύ τους, καθώς ξεκινούν από κοινές καταβολές και επίσης γνωρίζουν (οι δημιουργοί και νομίζω ακόμα περισσότερο οι εκδότες) ότι απευθύνονται σε μια κοινή σχεδόν δεξαμενή αναγνωστικού-καταναλωτικού κοινού, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο ότι μερικοί από τους πανθομολογούμενους και αδιαμφισβήτητους Μεγάλους της Φανταστικής Λογοτεχνίας έγραψαν και γράφουν ταυτόχρονα περισσότερα από ένα είδη με την ίδια σχεδόν επιτυχία, πρωτοτυπία και δημιουργικότητα, όπως ο Robert Howard, ο Edgar Rice Burrowso Michael Moorcock και πιο πρόσφατα ο NeilGaiman και ο Stephen King.


7) Πως και από πού μπορεί να προμηθευτεί το βιβλίο σου κάποιος αναγνώστης;

Το βιβλίο «Εκεί που Προσγειώθηκε το Κοράκι: Κείμενα για τον Τουρισμό, την Πολιτιστική Διαχείριση και τη Φαντασία» θα είναι διαθέσιμο από το τέλος Νοεμβρίου στις Εκδόσεις «Το Δόντι», τον σημαντικότερο εκδοτικό οίκο της Πάτρας, που έχει εκδώσει τα τελευταία χρόνια ποιοτικά βιβλία σε όλα τα είδη, μεταξύ αυτών δοκίμια, λευκώματα και κόμικς. Ο αναγνώστης που ενδιαφέρεται να το αποκτήσει και να το διαβάσει μπορεί να το παραγγείλει στο τοπικό του βιβλιοπωλείο όπου και αν βρίσκεται στην Ελλάδα ή απευθείας από τον εκδοτικό οίκο στο τηλ. 2614 005077, στο email todonti@gmail.com και στο site του εκδοτικού http://todonti.wordpress.com/, όπου μπορεί να βρει όλα τα πολύ ενδιαφέροντα βιβλία του.

Σχόλια:
 Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Μπράβο Γιάννη!

The Trooper
Κυριακή, 19 Νοεμβρίου, 2017
 
Ανώνυμος Ο Sol Invictus είπε...
Μας έχετε κάνει ζημιά. Avanti Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ!
Τρίτη, 21 Νοεμβρίου, 2017
 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Από εκδόσεις Κλέος θα βγει τιποτα Σταμάτη?

The Trooper
Τετάρτη, 22 Νοεμβρίου, 2017
 
 Ο/Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...
O καιρός γαρ εγγύς.....

Ελάχιστη υπομονή ακόμη.
Πέμπτη, 23 Νοεμβρίου, 2017
 

Ανακοίνωση της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ για την τιμωρία του μαθητή που ύψωσε την ελληνική σημαία

Πριν λίγες ημέρες, στη νότια Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Λύκειο του Γαζίου στο Ηράκλειο, ένας μαθητής τιμωρήθηκε από τη διεύθυνση του σχολείου του με αποβολή, επειδή ύψωσε την ελληνική σημαία σε έναν στύλο!  


Ο μαθητής προέβη σε αυτή την πράξη γιατί εδώ και τέσσερα χρόνια δεν υπήρχε ελληνική σημαία στον ιστό της αυλής, μολονότι το δεκαπενταμελές συμβούλιο των εκπροσώπων της μαθητικής κοινότητας είχε προβάλει το συγκεκριμένο αίτημα σε συζητήσεις με τους καθηγητές. Έτσι, το πρωί της παραμονής της 28ης Οκτωβρίου, πριν την προσευχή, ο εικονιζόμενος μαθητής του δεκαπενταμελούς, ανέβηκε σε στύλο φωτισμού που βρίσκεται εντός του σχολικού χώρου κι έδεσε εκεί τη σημαία. 

Η πράξη αυτού του παιδιού είχε έναν σαφή συμβολισμό. Στην σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, κατά την οποία οι δυνάμεις του εξουσιαστικού διεθνισμού έχουν εξαπολύσει μια εκτεταμένη επίθεση εναντίον των εθνικών ταυτοτήτων, πράξεις όπως αυτή του Κρητικού μαθητή αποτελούν συμβολικά σημεία αναφοράς μια αυθόρμητης αντίδρασης που αρθρώνεται στην λαϊκή βάση της ελληνικής κοινωνίας.

Αυτός ακριβώς ο συμβολισμός ήταν που έκανε τους εκπροσώπους του συστήματος της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να τον τιμωρήσουν. Η επίσημη δικαιολογία ήταν ότι η διεύθυνση του σχολείου τιμώρησε τον μαθητή με αποβολή επειδή η πράξη του ήταν επικίνδυνη. Προφανώς οι καθηγητές θέλουν να πιστέψουμε ότι αναφέρθηκαν σε κίνδυνο της σωματικής του ακεραιότητας. Εμείς, όμως, αντιλαμβανόμαστε ότι ο πραγματικός κίνδυνος τον οποίο ένιωσαν ήταν μάλλον εκείνος της ενδεχόμενης ανατροπής του διεθνιστικού και φορμαλιστικού τρόπου αντίληψης και συμπεριφοράς που αναπαράγουν.    

Για αυτό και συγχαίρουμε τόσο τον ίδιο όσο και τους υπόλοιπους μαθητές, που σε ένδειξη διαμαρτυρίας, όταν ξανάρχισαν τα μαθήματα, γέμισαν με ελληνικές σημαίες το σχολείο κι έψαλλαν πριν το μάθημα τον εθνικό μας ύμνο. Ευχόμαστε σε αυτά αλλά και στα υπόλοιπα ελληνόπουλα να συνεχίσουν να αντιδρούν στην αναπαραγωγή της συστημικής κουλτούρας και να αποκρούουν τον αφελληνισμό αλλά και την φορμαλιστική νοοτροπία των καθηγητών τους.

Αρκετά χρόνια πριν, όταν οι παλαιότερες γενιές των μαθητών δίναμε τις μάχες μας ενάντια στον κόσμο του αστικού καθωσπρεπισμού που αναπαρήγαγε το εκπαιδευτικό σύστημα, φωνάζαμε το σύνθημα «Θέλουμε Σχολεία Παραγωγικά και Όχι Θερμοκήπια που Βγάζουνε Φυτά». Σήμερα τα θερμοκήπια της δευτεροβάθμιας ελλαδικής εκπαίδευσης συνεχίζουν να λειτουργούν. Ωστόσο, δεν βγάζουν μόνο φυτά. Βγάζουν και φρούτα «εξωτικών» προελεύσεων.

Ελπίζουμε ότι κάποια στιγμή οι μαθητές θα αποτινάξουν τον αντεθνικό, αντιπνευματικό, τουριστικά επιδερμικό και αγοραία ανταγωνιστικό τρόπο ζωής στον οποίο τους εγκιβωτίζει το περιβάλλον που ζουν και θα βρουν τον δρόμο προς μια εφηβική εξέγερση. Τότε μόνο θα μπορέσουν να ξηλώσουν και τα «εκπαιδευτικά θερμοκήπια» με τους καθηγητές τους.
Κι εμείς, θα είμαστε εκεί για να τους στηρίζουμε.    

«Σελεφαϊς»-Διήγημα τοῦ Χάουαρντ Φίλιπς Λάβκραφτ

                                                  Ἀπόδοσις: Εὐστράτιος Εὐ. Σαρρῆς

                                                     Εἰς μνήμην Ἰωάννου Συκουτρῆ


Σ’ ἕνα ὄνειρο ὁ Κυράνης εἶδε τὴν πόλι στὴν κοιλάδα, καὶ τὴν ἀκρογιαλιὰ παραπέρα, καὶ τὴν χιονισμένη βουνοκορφὴ ποὺ βιγλίζει ψηλάθε τὴν θάλασσα, καὶ τὶς φανταχτερὰ χρωματισμένες γαλέρες ν’ ἀρμενίζουν ἔξω ἀπ’ τὸ λιμάνι πρὸς τὶς μακρυνὲς ἐπικράτειες ὅπου ἡ θάλασσα φιλεῖ τὸν οὐρανό. Σ’ ἕνα ὄνειρο ἦταν ἐπίσης ποὺ ἀπέκτησε τ’ ὄνομά του «Κυράνης», γιατὶ στὸν ἐγρήγορο βίο του ἀπεκαλεῖτο μὲ διαφορετικὸν ὄνομα. Ἴσως ἦταν φυσικὸ γι’ αὐτὸν νὰ ὀνειρευθῇ ἕνα νέο ὄνομα, ὡς ὁ στερνὸς τῆς οἰκογενείας του, καὶ ὡς μόνος μεταξὺ τῶν ἀπαθῶν ἑκατομμυρίων τοῦ Λονδίνου, ἔτσι ποὺ  ἐλάχιστοι βρίσκονταν ὥστε νὰ τοῦ μιλοῦν καὶ νὰ τοῦ θυμίζουν ποιὸς ὑπῆρξε.  Ἀπώλεσε τὰ χρήματα καὶ τὶς γαῖες του, καὶ δὲν τὸν ἔμελε γιὰ τὶς συνήθειες τῶν ἀνθρώπων γύρω του, ἀλλὰ προτιμοῦσε νὰ ὀνειρεύεται καὶ νὰ γράφῃ γιὰ τὰ ὄνειρά του. Ὅ,τι ἔγραφε τὸ κορόϊδευαν ἐκεῖνοι ποὺ τοὺς τὸ παρουσίαζε, ὥστε μετὰ ἀπὸ κάποιο διάστημα φύλαγε τὰ γραπτά του γιὰ τὸν ἑαυτό του, καὶ ἐν τέλει ἔπαψε νὰ γράφῃ. Ὅσο περισσότερο ἀπεσύρετο ἀπὸ τὸν κόσμο γύρω του, τόσο πειὸ θαυμαστὰ ἔγιναν τὰ ὄνειρά του, καὶ θὰ ἦταν τελείως ἀνώφελο νὰ ἐπιχειρήσῃ νὰ τὰ περιγράψῃ στὸ χαρτί. Ὁ Κυράνης δὲν ἦταν μοντέρνος, καὶ δὲν εἶχε παρόμοιο τρόπο σκέψεως μὲ ἄλλους ποὺ ἔγραφαν. Ἐνῷ ἐκεῖνοι ὑπερέβαλλαν ἑαυτὸν νὰ ξεγυμνώσουν τὴν ζωὴ ἀπὸ τὶς πλουμιστὲς τηβέννους τοῦ μύθου, καὶ νὰ παρουσιάσουν μὲ γυμνὴ ἀσχήμια τὸ ἀπαίσιο πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἡ πραγματικότητα, ὁ Κυράνης γύρευε τὴν ὀμορφιὰ καὶ μόνο. Ὅταν ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ πεῖρα ἀπετύγχαναν νὰ τὴν φανερώσουν, τὴν γύρευε στὴν φαντασία καὶ στὶς ψευδαισθήσεις, καὶ τὴν ἀνεκάλυψε στὸ ἴδιο του τὸ κατώφλι, ἀνάμεσα στὶς νεφελώδεις θύμησες τῶν παραμυθιῶν καὶ τῶν ὀνείρων τῆς παιδικῆς ἡλικίας. 

Δὲν βρίσκονται πολλοὶ ἄνθρωποι ποὺ ἀναγνωρίζουν ποιὰ θαύματα τοὺς φανερώνονται ἐντὸς τῶν ἱστοριῶν καὶ τῶν ὁραμάτων τῆς νηότης τους. Γιατὶ τὸν καιρὸ ποὺ σὰν παιδιὰ ἀκοῦμε καὶ ὀνειρευόμαστε, δὲν συλλογιζόμαστε παρὰ μὲ σκέψεις ἀμέστωτες, καὶ ὅταν ὥριμοι πλέον παλεύουμε νὰ θυμηθοῦμε, ἔχουμε γίνη νωθροὶ καὶ κοινότοποι ἀπὸ τὸ δηλητήριο τῆς ζωῆς. Ὅμως κάποιοι ἀπὸ ἐμᾶς ξυπνοῦμε κατὰ τὴν νύχτα μὲ παράξενα φαντάσματα γητεμμένων λόφων καὶ κήπων, κρηνῶν ποὺ τραγουδοῦν στὸν ἥλιο, χρυσαφένιων γκρεμῶν ποὺ γέρνουν πάνωθε τῶν  θαλασσῶν ποὺ φλοισβίζουν, πεδιάδων ποὺ ἐκτείνονται ὣς τὶς κοιμωμένες πολιτεῖες ἀπὸ ὀρείχαλκο καὶ πέτρα, καὶ ἡσκιερῶν λόχων ἀπὸ ἥρωες ποὺ ἱππεύουν λευκοὺς στολισμένους ἵππους στὶς παρυφὲς πυκνῶν δασῶν. Καὶ τότε καταλαβαίνουμε πὼς ἔχουμε κοιτάξει πίσω, διὰ μέσου τῶν φιλντισένιων πυλῶν, ἐντὸς τοῦ κόσμου τῶν θαυμάτων ὁ ὁποῖος ἦταν δικός μας πρὶν καταλήξουμε σοφοὶ καὶ δυστυχεῖς.


 Ὁ Κυράνης τελείως ἀπροσδόκητα ἀνεκάλυψε τυχαῖα τὸν παληὸ κόσμο τῶν παιδικῶν του χρόνων. Ὠνειρευόταν τὸ σπίτι ποὺ γεννήθηκε, τὸ μεγάλο λίθινο σπίτι, τὸ ζωσμένο μὲ κισσό, ἐκεῖ ὅπου δεκατρεῖς γενεὲς τῶν προγόνων του εἶχαν ζήσει, καὶ ὅπου εἶχε ἐλπίσει νὰ πεθάνῃ. Ἦταν φεγγαρόλουστη νυχτιά, καὶ εἶχε ξεγλιστρήσει κρυφὰ ἔξω στὸ εὐωδιαστὸ καλοκαιρινὸ βράδυ, μέσ’ ἀπὸ τοὺς κήπους, πρὸς τὰ κάτω ἀπ’ τὶς πεζοῦλες, πέρ’ ἀπ’ τὶς ψηλὲς βελανιδιὲς τοῦ πάρκου, καὶ κατὰ μῆκος τοῦ μακροῦ λευκοῦ δρόμου πρὸς τὸ χωριό. Τὸ χωριὸ φαινόταν πολὺ παληό, φαγωμένο στὴν ἄκρη σὰν τὸ φεγγάρι ποὺ ξεκινοῦσε νὰ φθίνῃ, καὶ ὁ Κυράνης ἀναρωτιόταν ἂν οἱ μυτερὲς στέγες τῶν μικρῶν σπιτιῶν ἔκρυβαν ὕπνο ἢ θάνατο. Στὸν δρόμο ὑπῆρχαν λόγχες ἀπὸ ψηλὸ γρασσίδι, καὶ τὰ τζάμια τῶν παραθυριῶν σὲ κάθε πλευρὰ ἦσαν εἴτε σπασμένα εἴτε θολὰ ποὺ κοιτοῦσαν ἐπίμονα. Ὁ Κυράνης δὲν εἶχε χρονοτριβήσει, ἀλλὰ εἶχε βαδίσει βαριὰ λὲς καὶ εἶχε κληθῆ γιὰ κάποιον σκοπό. Δὲν τόλμησε νὰ μὴν ὑπακούσῃ στὰ κελεύσματα ἀπὸ φόβο μήπως ἀποδειχθῇ μιὰ ψευδαίσθησι σὰν τὶς παρορμήσεις καὶ τὶς προσδοκίες τοῦ ἐγρηγόρου βίου, ποὺ δὲν ὁδηγοῦν σὲ κανένα σκοπό. Ἔπειτα εἶχε κατεβῆ ἕνα μονοπάτι ποὺ ὡδηγοῦσε ἔξω ἀπ’ τὸν δρόμο τοῦ χωριοῦ πρὸς τ’ ἀκρόβραχα τοῦ καναλιοῦ, καὶ εἶχε φθάσει στὸ τέρμα τῶν πραγμάτων – στὸν γκρεμὸ καὶ στὴν ἄβυσσο ὅπου ὅλο τὸ χωριὸ καὶ ὁ κόσμος ὅλος ἔπεφτε ἀπότομα μέσα στὴν δίχως ἠχὼ κενότητα τοῦ ἀπείρου, καὶ ὅπου ἀκόμη κι’ ὁ οὐρανὸς μπροστὰ ἦταν κενὸς καὶ ἀφώτιστος ἀπὸ τὸ κατακερματισμένο φεγγάρι καὶ τ’ ἀτενίζοντα ἄστρα. Ἡ πίστι τὸν εἶχε προτρέψει νὰ προχωρήσῃ, ἐπάνω ἀπὸ τὸν γκρεμὸ καὶ ἐντὸς τοῦ χάσματος, ὅπου εἶχε αἰωρηθῆ χαμηλά, χαμηλά, χαμηλά, πέρ’ ἀπὸ  σκοτεινά, ἀσχημάτιστα, ἀνονείρευτα ὄνειρα, σφαῖρες ποὺ ἀχνόφεγγαν καὶ ἐνδέχεται νὰ ἦσαν ὄνειρα ἐν μέρει φανερωμένα, καὶ φτερωτὰ πλάσματα ποὺ γελῶντας ἔμοιαζαν νὰ περιπαίζουν τοὺς ὀνειροπόλους ὅλων τῶν κόσμων. Τότε μία σχισμὴ φάνηκε ν’ ἀνοίγεται στὸ σκότος μπροστά του, καὶ διέκρινε τὴν πόλι τῆς κοιλάδος, νὰ λαμπυρίζῃ ἐκθαμβωτικὰ πέραθε, κάτω μακριά, μὲ βάθος τὴν θάλασσα καὶ τὸν οὐρανό, καὶ ἕνα χιονοστεφὲς ὄρος πλησίον τῆς ἀκτῆς.

 Κυράνης εἶχε ξυπνήσει ἀκριβῶς κατὰ τὴν στιγμὴ ποὺ ἀντίκρυσε τὴν πόλιὡστόσο γνώριζε ἀπὸ τὴν στιγμιαία ματιὰ ὅτι δὲν ἦταν καμμιὰἄλλη παρὰ  Σελεφαΐςστὴν κοιλάδα τῆς Οὔθ – Ναργκάι πέρ’ ἀπὸ τοὺς Ταναρίους λόφουςἐκεῖ ὅπου τὸ πνεῦμα του εἶχε ζήσει ὁλάκερη τὴναἰωνιότητα μιᾶς ὥρας κάποιο ἀπομεσήμερο τοῦ θέρους ἐδῶ καὶ πολὺ καιρόὅταν εἶχε ξεγλιστρήσει ἀπὸ τὴν παραμάννα του ἀφήνοντας τὴνζεστὴ θαλασσινὴ αὔρα νὰ τὸν νανουρίσῃ ἐνόσῳ κοιτοῦσε τὰ σύννεφα ἀπὸ τὸν κοντινὸ στὸ χωριὸ γκρεμόΕἶχε διαμαρτυρηθῆ τότε, ὅταν τὸν εἶχαν βρεῖ, ξυπνήσει, καὶ μεταφέρει στὸ σπίτι, γιατὶ ἀκιβῶς μόλις τὸν ξύπνησαν κόντευε νὰ μπαρκάρῃ μὲ μιὰ χρυσαφένια γαλέρα γιὰ ἐκεῖνες τὶς ποθεινὲς ἐπικράτειες ὅπου ἡ θάλασσα φιλεῖ τὸν οὐρανό. Καὶ τώρα ἦταν ὁμοίως ἀγανακτισμένος γιὰ τὸ ξύπνημα, γιατὶ εἶχε βρεῖ τὴν μυθώδη πολιτεία του μετὰ ἀπὸ σαράντα βαρετὰ χρόνια.

 Ὅμως ὕστερ’ ἀπὸ τρεῖς νύχτες  Κυράνης ἐπέστρεψε στὴν ΣελεφαΐδαὉμοίως μὲ πρίν, ὠνειρεύθηκε πρῶτα τὸ χωριὸ ὡς κοιμώμενο ἢ νεκρό, καὶ τὴν ἄβυσσο ἐντὸς τῆς ὁποίας ἔπρεπε κάποιος νὰ αἰωρηθῇ ἐν σιωπῇ. Κατόπιν ἡ σχισμὴ ἐμφανίσθηκε πάλι καὶ ἀντίκρυσε τοὺς φεγγοβόλους μιναρέδες τῆς πόλεως, καὶ εἶδε τὶς χαρίεσσες γαλέρες ἀγκυροβολημένες στὸν κυανὸ λιμένα, καὶ παρατήρησε τὰ δέντρα γκίνγκο ἀπὸ τὸ ὄρος Ἄραν νὰ λικνίζωνται στὴν θαλασσινὴ αὔρα.  Ὅμως τούτη τὴν φορὰ δὲν τὸν ἅρπαξαν ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ ὄντας πλάσμα φτερωτὸ κατέβαινε βαθμιαῖα ἐπάνω ἀπὸ μιὰ χλοερὴ πλαγιὰ ὥσπου τελικὰ τὰ πόδια του ἀκούμπησαν ἁπαλὰ στὸ χόρτο. Εἶχε ὄντως ἐπανέλθει στὴν κοιλάδα τῆς Οὔθ – Ναργκάι καὶ στὴν μεγαλοπρεπῆ πολιτεία τῆς Σελεφαΐδος. 


Κατηφορικὰ στὸν λόφο ἀνάμεσα στὴν εὐωδιαστὴ πρασινάδα καὶ στὰ ζωηρόχρωμα λουλούδια πορεύθη  Κυράνηςἐπάνω ἀπὸ τὸνἀφρισμένο Ναράξα ἀπὸ τὸ μικρὸ ξύλινο γεφύρι ὅπου εἶχε λαξεύσει τ’ ὄνομά του πολλὰ χρόνια πίσωκαὶ διὰ μέσου τοῦ ψιθυρίζοντος ἄλσουςπρὸς τὴν πολὺ μεγάλη λίθινη γέφυρα τὴν πλησίον τῶν πυλῶν τῆς πόλεωςὍλα ἦσαν ὅπως παληά, μήτε τὰ μαρμάρινα τείχη εἶχαν ξεθωριάσει, μήτε τὰ ἐπὶ τῶν τειχῶν γυαλισμένα ὀρειχάλκινα ἀγάλματα εἶχαν θαμπώσει. Καὶ ὁ Κυράνης ἐννόησε πὼς δὲν ἦταν ἀπαραίτητο νὰ τρέμῃ μὴ τυχὸν τὰ ὅσα γνώριζε ἔχουν χαθῆ, ὅτι ἀκόμη καὶ οἱ καστροφύλακες στοὺς προμαχῶνες ἦσαν οἱ ἴδιοι κι’ ὡστόσο τὸ ἴδιο νέοι ὅπως τοὺς θυμόταν. Ὅταν εἰσῆλθε ἐντὸς τῆς πόλεως, πέρ’ ἀπὸ τὶς ὀρειχάλκινες πύλες καὶ ἐπὶ τῶν ὀνυχόστρωτων ὁδῶν, οἱ πραμματευτὲς καὶ οἱ καμηλιέρηδες τὸν χαιρέτησαν σὰν νὰ μὴν εἶχε λείψει ποτέ· καὶ ἦταν τὸ ἴδιο στὸν γαλαζοπράσινο ναὸ τοῦ Νάθ – Χόρθαθ, ὅπου οἱ στεφανωμένοι μὲ ὀρχιδέες ἱερεῖς τοῦ εἶπαν πὼς δὲν ὑφίσταται ὁ χρόνος στὴν Οὔθ – Ναργκάι, παρὰ μόνον ἀέναη νεότητα. Ἔπειτα ὁ Κυράνης διένυσε τὴν ὁδὸ τῶν κιόνων πρὸς τὸ τεῖχος τῆς θάλασσας, ἐκεῖ ποὺ σύχναζαν οἱ ἔμποροι καὶ οἱ ναυτικοί, καὶ παράξενοι ἄνθρωποι ἀπὸ τὶς ἐπικράτειες ὅπου ἡ θάλασσα φιλεῖ τὸν οὐρανό. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὴν ὥρα, χαζεύοντας ἔξω πέρ’ ἀπὸ τὸ ἡλιόλουστο λιμάνι ὅπου τὰ κυματάκια λαμπύριζαν κάτω ἀπὸ ἕναν ἥλιον ἀνεγνώριμο, καὶ ὅπου κινοῦντο ἁπαλὰ οἱ γαλέρες ἀπὸ μακρυνοὺς ὑπερπόντιους τόπους. Κοίταξεν ἐπίσης τὸ ὄρος Ἄραν νὰ ὀρθώνεται βασιλικὰ ἀπὸ τὴν ἀκτή, μὲ τὶς χαμηλότερες πλαγιές του δασωμένες ἀπὸ λικνιζόμενα δέντρα καὶ μὲ τὴν λευκὴ κορυφή του νὰ ἀγγίζῃ τὸν οὐρανό.

Περισσότερο ἀπὸ ποτὲ ἄλλοτε  Κυράνης ποθοῦσε νὰ ταξειδέψῃ μὲ μιὰ γαλέρα γιὰ ἐκείνους τοὺς μακρυνοὺς τόπους περὶ τῶν ὁποίων εἶχεἀκούσει πλῆθος παράξενων ἱστοριῶνκαὶ γύρεψε πάλι τὸν καπετάνιο ποὺ εἶχε συμφωνήσει νὰ τὸν μεταφέρῃπολλὰ χρόνια πίσωΒρῆκε τὸν ἄνδρα, τὸν Ἄθιμπ, νὰ κάθεται στὸ ἴδιο κασσόνι μπαχαρικῶν ὅπως παληά, ὁ δὲ Ἄθιμπ ἔδειχνε νὰ μὴν ἀντιλαμβάνεται πὼς εἶχε κυλήσει κάποιος χρόνος. Κατόπιν οἱ δυό τους λαμνοκώπησαν πρὸς μία γαλέρα στὸ λιμάνι, καὶ δίνοντας παραγγέλματα στοὺς λαμνοκόπους, ἔβαλαν πλώρη γιὰ τὴν κυματώδη Σερενάρια θάλασσα τὴν ἄγουσα στὸν οὐρανό. Γιὰ ἀρκετὲς ἡμέρες γλιστροῦσαν λικνιζόμενοι μὲ χάρι ἐπάνω στὸ νερό, μέχρι ποὺ ἐπὶ τέλους ἔφθασαν στὸν ὁρίζοντα, ὅπου ἡ θάλασσα φιλεῖ τὸν οὐρανό. Ἐδῶ ἡ γαλέρα δὲν διέκοψε δι’ ὅλου τὴν πορεία της, ἀλλὰ αἰωρήθη ἀκόπως στὸ κυανὸ τοῦ οὐρανοῦ διὰ μέσου λευκῶν ἀφράτων νεφῶν μὲ ῥοδαλὲς ἀποχρώσεις. Καὶ πέρα κάτω ἀπὸ τὴν καρῖνα ὁ Κυράνης μποροῦσε νὰ δῇ παράξενες χῶρες καὶ ποταμοὺς καὶ πολιτεῖες ἀσύφταστης καλλονῆς, νὰ ἐκτείνωνται νωχελικὰ ὑπὸ τὸ ἡλιόφως ποὺ ἔμοιαζε νὰ μὴν ἐξασθενῇ μήτε νὰ χάνεται ποτέ. Τελικὰ ὁ Ἄθιμπ τοῦ ἀνακοίνωσε ὅτι τὸ ταξείδι τους κόντευε νὰ τελειώσῃ, καὶ ὅτι σύντομα θὰ ἔδεναν στὸ λιμάνι τῆς Σεράννιαν, τῆς ῥόδινης μαρμάρινης πολιτείας τῶν νεφελῶν, ποὺ εἶναι θεμελιωμένη ἐπὶ τῆς αἰθέριας ἀκτῆς ἀπ’ ὅπου ὁ δυτικὸς ἄνεμος ῥέει ἐντὸς τοῦ οὐρανοῦ. Ἀλλὰ καθὼς ξάνοιγε τὸν ὑψηλότερον ἀπὸ τοὺς σκαλιστοὺς πύργους τῆς πόλεως, ἀκούσθηκεν ἕνας ἦχος κάπου στὸν χῶρο, καὶ ὁ Κυράνης ξύπνησε στὴν Λονδρέζικη σοφίτα του.

Γιὰ πολλοὺς μῆνες μετὰ ποὺ  Κυράνης γύρευε ματαίως τὴν θεσπέσια πολιτεία τῆς Σελεφαΐδος καὶ τὶς γαλέρες της ποὺ πηδοῦσαν στὸνοὐρανόκαὶ παρ’ ὅλο ποὺ τὰ ὄνειρά του τὸν ταξείδεψαν σὲ πολλοὺς πεντάμορφους καὶ ἀθρύλητους τόπουςοὐδεὶς ἐξ ὅσων γνώρισεμποροῦσε νὰ τοῦ ἀποκαλύψῃ πῶς νὰ βρῇ τὴν Οὔθ – Ναργκάι πέρ’ ἀπὸ τοὺς Ταναρίους λόφους.  Κάποια νύχτα διέτρεξε πετῶντας σκοτεινὰ ὄρη ὅπου ἔκαιγαν ἀμυδρές, μοναχικὲς φωτιὲς μὲ μεγάλες ἀποστάσεις νὰ τὶς χωρίζουν, καὶ παράξενα δασύμαλλα κοπάδια μὲ κωδωνοφόρους ὁδηγούς. Καὶ στὸ πλέον ἐρημικὸ μέρος τούτης τῆς λοφόσχημης περιοχῆς, τὸ τόσο δυσπρόσιτο ποὺ λιγοστοὶ ἄνθρωποι θὰ μποροῦσαν νὰ τὸ ἔχουν δεῖ, ἐντόπισε ἕνα τρομακτικὰ ἀρχαῖο τεῖχος ἢ ὑπερυψωμένο δρόμο λίθινο νὰ ἑλίσσεται κατὰ μῆκος κορυφογραμμῶν καὶ κοιλάδων, ὑπερβολικὰ γιγαντιαῖο γιὰ νὰ τὸ ἔχῃ ὑψώσει ἀνθρώπινο χέρι, καὶ τόσο μακρὺ ποὺ καμμιά του ἄκρη δὲν ἦταν ὁρατή.  Πέραν τοῦ τείχους μέσα στὴν γρίζαν αὐγὴ ἔφθασε σὲ μιὰ γῆ μὲ γραφικοὺς κήπους καὶ κερασιές, καὶ μόλις ὁ ἥλιος σκόρπισε ψηλάθε φῶς ξάνοιξε τέτοια καλλονὴ ἀπὸ κόκκινους καὶ λευκοὺς ἀνθούς, πράσινα φυλλώματα καὶ γρασσιδότοπους, λευκὰ μονοπάτια, κρυστάλλινα ῥυάκια, κυανὲς λιμνοῦλες, σκαλιστὲς γέφυρες καὶ παγόδες μὲ κοκκινόχρωμες σκεπές, ποὺ πλήρης ἀπολαύσεως ἀπολησμόνησε στιγμιαῖα τὴν Σελεφαΐδα. Ἀλλὰ ἐπανῆλθε στὴν μνήμη του μόλις περπάτησε κάποιο λευκὸ μονοπάτι πρὸς μία παγόδα μὲ κόκκινη σκεπή, καὶ θὰ εἶχε ῥωτήσει τοὺς ἐντόπιους σχετικὰ μὲ αὐτήν, ἂν δὲν διεπίστωνε τὴν μὴ ὕπαρξι ἀνθρώπων ἐκεῖ, παρὰ μόνο πουλιῶν, μελισσῶν καὶ πεταλουδῶν. Κάποιαν ἄλλη νύχτα ὁ Κυράνης ἀνέβαινε ἀτελείωτα μιὰν ὑγρὴ λίθινη στριφογυριστὴ σκάλα, ὥσπου ἔφθασε σ’ ἕνα πυργοπαράθυρο ποὺ εἶχε θέα πρὸς μιὰν ἀπέραντη πεδιάδα κι’ ἕναν ποταμὸ φωτισμένα ἀπὸ τὸ γεμᾶτο φεγγάρι. Καὶ στὴν βουβὴ πόλι ποὺ ἐκτεινόταν πέρ’ ἀπὸ τὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ εἶχε τὴν ἐντύπωσι ὅτι διέκρινε κάποιο χαρακτηριστικὸ ἢ διάταξι ποὺ τοῦ ἦταν ἤδη γνώριμη. Θὰ εἶχε κατεβῆ νὰ ῥωτήσῃ τὸν δρόμο γιὰ τὴν Οὔθ – Ναργκάι ἂν δὲν εἶχε ἐκλυθῆ μιὰ τρομερὴ αὐγὴ ἀπὸ κάποιον ἀπόμακρο τόπο πέραν τοῦ ὁρίζοντος, φανερώνοντας τὴν καταστροφὴ καὶ τὴν ἀρχαιότητα τῆς πόλεως, καὶ τὸν καλαμόσπαρτο βουρκότοπο, καὶ τὸν θάνατο ποὺ σκεπάζει τὴν χώρα, ὅπως τὴν εἶχε σκεπάσει ἀπὸ τότε ποὺ ὁ βασιλέας Κυναράθολις μὲ τὴν ἐπάνοδο στὴν πατρίδα ἀπὸ τὶς κατακτήσεις του βρῆκε τὴν ἐκδίκησι τῶν θεῶν.

Ἔτσι  Κυράνης γύρευε ματαίως τὴν θεσπέσια πολιτεία τῆς Σελεφαΐδος καὶ τὶς γαλέρες ποὺ ἀρμενίζουν γιὰ τὴν Σεράννιαν στὸν οὐρανόἐνῷἔβλεπε ἐν τῷ μεταξὺ πλῆθος θαυμάτων καὶ κάποια φορὰ μόλις ποὺ διέφυγε ἀπὸ τὸν ὕπατον ἱερέα τὸν ἀπερίγραπτον,   ὁποῖος καλύπτεταιμὲ μιὰ κίτρινη μεταξωτὴ προσωπίδα καὶ κατοικεῖ ὁλομόναχος σ’ ἕνα προϊστορικὸ λίθινο μοναστήρι στὸ ψυχρὸ ἐρημῶδες ὀροπέδιο τοῦ Λέγκ.Ἐν καιρῷ ἔγινε τόσο ἀνυπόμονος μὲ τὰ θλιβερὰ μεσοδιαστήματα τῆς ἡμέρας ποὺ ξεκίνησε ν’ ἀγοράζῃ ναρκωτικὰ ὥστε ν’ αὐξήσῃ τὶς περιόδους ὕπνου. Τὸ χασὶς τὸν βοήθησε σημαντικά, καὶ κάποτε τὸν ὡδήγησε σ’ ἕνα τμῆμα τοῦ διαστήματος ὅπου δὲν ὑφίσταται ἡ μορφή, παρὰ μόνον φωτεινὰ ἀέρια ποὺ μελετοῦν τὰ μυστικὰ τῆς ὑπάρξεως.  Καὶ ἕνα ἰόχρουν ἀέριο τοῦ ἐξήγησε ὅτι ἐτοῦτο τὸ τμῆμα τοῦ διαστήματος κεῖται πέραν ἐκείνου ποὺ ὠνόμαζε ἄπειρο.  Τὸ ἀέριο δὲν εἶχε ἀκουστὰ γιὰ πλανῆτες καὶ ὀργανισμοὺς πρωτύτερα, ἀλλὰ κατενόησε τὸν Κυράνη ἁπλῶς ὡς κάποιον ἀπὸ τὸ ἄπειρο ὅπου ὑφίσταται ὕλη, ἐνέργεια καὶ βαρύτητα. Ὁ Κυράνης ἦταν πλέον πολὺ ἀνυπόμονος νὰ ἐπιστρέψῃ στὴν κατάσπαρτη μὲ μιναρέδες Σελεφαΐδα, ὥστε αὔξησε τὶς δόσεις τῶν ναρκωτικῶν, ὅμως στὸ τέλος ξέμεινε ἀπὸ χρήματα, καὶ δὲν μποροῦσε ν’ ἀγοράζῃ ναρκωτικά. Ἀργότερα μιὰ καλοκαιρινὴν ἡμέρα τοῦ ἔκαναν ἔξωσι ἀπὸ τὴν σοφίτα του, καὶ περιεφέρετο ἀσκόπως μέσα στοὺς δρόμους,  διανύοντας δὲ μιὰ γέφυρα κατέληξε σ’ ἕνα σημεῖο ὅπου τὰ σπίτια ὁλοένα καὶ ἀραίωναν. Ἐκεῖ ἦταν ὁ τόπος ποὺ ἦρθε ἡ ἐκπλήρωσι, καὶ ἀπάντησε τὴν πομπὴ τῶν ἐκ Σελεφαΐδος ἱπποτῶν, τῶν ἀφιχθέντων ἵνα φέρουν αὐτὸν ἐκεῖσε εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.


Καὶ ἦσαν ἱππότες πανώρηοικαβάλλα σὲ ἵππους μὲ σκουρόχρωμα μέλη καὶ ἀχνόχρωμους κορμοὺς καὶ ντυμένοι μὲ στραφταλιστὲςἀρματωσιὲς καὶ χρυσόνημες χλαμύδες μὲ λεπτοτεχνουργημένα ἐμβλήματαἮσαν τόσοι στὸ πλῆθος, ποὺ ὁ Κυράνης τοὺς πῆρε γιὰ φουσσᾶτον ὁλάκερο, ἀλλὰ ὁ ἵππαρχος τοῦ ἔκαμε γνωστὸ πὼς εἶχαν σταλῆ πρὸς τιμήν του, ἕνεκα ποὺ αὐτὸς εἶχε δημιουργήσει τὴν Οὔθ – Ναργκάι στὰ ὄνειρά του, καὶ γιὰ τοῦτο τὸν λόγο θὰ ὡρίζετο πλέον ὁ ὕπατος θεός της ἐς ἀεί. Ἀκολούθως παρέδωσαν στὸν Κυράνη ἕναν ἵππο, τὸν τοποθέτησαν ἐπὶ κεφαλῆς τῆς ἔφιππης πομπῆς καὶ κάλπασαν ὁμάδι μεγαλοπρεπῶς διὰ μέσου τῶν λοφωδῶν γρασσιδοτόπων τοῦ Σάρρεϋ καὶ παραπέρα πρὸς τὴν περιοχὴ ὅπου ὁ Κυράνης καὶ οἱ πρόγονοί του εἶχαν γεννηθῆ.  Ἦταν πολὺ παράξενο, ὅμως καθὼς οἱ ἱππεῖς συνέχιζαν ἐμπρὸς ἔμοιαζαν νὰ καλπάζουν πρὸς τὰ πίσω στὴν ὁδὸ τοῦ χρόνου· γιατὶ ὅποτε διάβαιναν κάποιο χωριὸ μέσα στὴν ἀμφιλύκη ἔβλεπαν μονάχα τέτοια σπίτια καὶ βιλάνους ὅπως ἴσως νὰ εἶχαν δεῖ ὁ Τσῶσερ καὶ οἱ πρὶν ἀπὸ ἐκεῖνον, καὶ ἐνίοτε ἱππότες καβαλλάριους μὲ μικρὲς συντροφίες ἀκολούθων. Ὅταν σκοτείνιασε ταξείδευαν γοργότερα, καὶ ἐντὸς ὀλίγου πετοῦσαν ἀνεξήγητα σὰν νὰ ἦσαν στὸν ἀέρα. Μὲ τὸ πρῶτο αὐγινὸ φῶς ἔπεσαν ἐπάνω στὸ χωριὸ τὸ ὁποῖο ὁ Κυράνης εἶχε δεῖ ζωντανὸ στὰ μικρᾶτα του καὶ κοιμώμενο ἢ νεκρὸ στὰ ὄνειρά του. Ἦταν ζωντανὸ τώρα, καὶ οἱ πρωινοὶ νοικοκυραῖοι ἔκλιναν εὐγενικὰ τὴν κεφαλὴ καθὼς οἱ ἱππεῖς διάβαιναν μὲ ποδοβολητὸ καὶ κλαγγὴ τὸν δρόμο καὶ ἔβγαιναν στὸ μονοπάτι ποὺ τελείωνε στὴν ἄβυσσο τοῦ ὀνείρου. Ὁ Κυράνης εἶχε βυθισθῆ στὸ παρελθὸν σὲ τούτη τὴν ἄβυσσο μόνο τὴν νύχτα, καὶ ἦταν περίεργος γιὰ τὸ πῶς θὰ ἔμοιαζε ὑπὸ τὸ φῶς τῆς ἡμέρας, γι’ αὐτὸ παρατηροῦσε ἀγωνιωδῶς καθὼς ἡ φάλαγγα ζύγωνε στὸ χεῖλος της. Τὴν στιγμὴ ποὺ κάλπασαν στὸν ἀνηφορικὸ τόπο πρὸς τὸν γκρεμό, ἕνα χρυσαφένιο ἐκτυφλωτικὸ φῶς ἀνέβλυσε κάπου ἀπ’ τὴν ἀνατολὴ καὶ κάλυψε τὸ τοπίο μὲ τ’ ἀστραφτερά του παραπετάσματα. Τελικὰ ἡ ἄβυσσος ἦταν ἕνα κοχλάζον χάος ἀπὸ ῥοδόχροο καὶ κυανὸ μεγαλεῖο, καὶ ἀόρατες φωνὲς τραγουδοῦσαν θριαμβευτικὰ καθὼς ἡ κουστωδία τῶν ἱπποτῶν βούτηξεν ἀπὸ τὸ χεῖλος καὶ αἰωρήθη μὲ χάρι καθοδικά, περνῶντας νέφη ἀχτιδοβόλα καὶ ἀσημένια φεγγοβολήματα. Οἱ ἱππεῖς αἰωροῦντο συνεχῶς πρὸς τὰ κάτω, οἱ δὲ πολεμικοί τους ἵπποι ν’ ἀλαφροδρέμουν στὸν αἰθέρα σὰν νὰ κάλπαζαν ἐπάνω σὲ χρυσὲς ἀμμουδιές, καὶ κατόπιν οἱ ὁλόφωτοι ἀτμοὶ κατελύθησαν γιὰ ν’ ἀποκαλύψουν μιὰν ὑπέρτερη λαμπρότητα, τὴν λαμπρότητα τῆς πόλεως τῆς Σελεφαΐδος, καὶ τὴν ἀκρογιαλιὰ παραπέρα, καὶ τὴν χιονισμένη βουνοκορφὴ ποὺ βιγλίζει ψηλάθε τὴν θάλασσα, καὶ τὶς φανταχτερὰ χρωματισμένες γαλέρες ποὺ ἀρμενίζουν ἔξω ἀπ’ τὸ λιμάνι πρὸς τὶς μακρυνὲς ἐπικράτειες ὅπου ἡ θάλασσα φιλεῖ τὸν οὐρανό.

Καὶ ὁ Κυράνης ἐβασίλευεν ἔκτοτε ἐπὶ τῆς Οὔθ – Ναργκάι καὶ ἐπὶ πασῶν τῶν γειτονικῶν ἐπικρατειῶν τοῦ ὀνείρου, καὶ διατηροῦσε τὴν αὐλή του ἐκ περιτροπῆς στὴν Σελεφαΐδα καὶ στὴν νεφοποίητη Σεράννιαν. Βασιλεύει ἀκόμη ἐκεῖ καὶ θὰ βασιλεύῃ εὐτυχισμένα ἐς ἀεί, παρ’ ὅλο ποὺ κάτω ἀπ’ τὶς ἀπόκρημνες ἀκτὲς στὸ Ἴννσμουθ οἱ παλίῤῥοιες τοῦ καναλιοῦ ἔπαιζαν χλευαστικὰ μὲ τὸ κορμὶ κάποιου ἀλήτη  ποὺ εἶχε διαβῆ παραπατῶντας τὸ ἡμιεγκαταλελειμμένο χωριὸ μὲ τὴν αὐγή· ἔπαιζαν χλευαστικά,  καὶ τὸ ἔῤῥιχναν ἐπάνω στὰ βράχια κοντὰ στοὺς ζωσμένους μὲ κισσὸ πύργους τοῦ Τρέβορ, ἐκεῖ ὅπου ἕνας ἀξιοσημείωτα παχὺς καὶ ἐξαιρετικὰ  δυσάρεστος ἑκατομμυριοῦχος ζυθοποιὸς ἀπολαμβάνει τὴν ἀγορασμένη ἀτμόσφαιρα τῆς ἐκλιπούσης ἀριστοκρατίας.  

19 Μαρτίου 2017