Joe Haldeman: The Forever War

                                                               του Flammentrupp

To «The Forever War» είναι ένα μυθιστόρημα στρατιωτικής επιστημονικής φαντασίας (military science fiction) γραμμένο από τον Joe Haldeman, που εκδόθηκε το 1974.

Ο συγγραφέας γεννήθηκε το 1943 στην Οκλαχόμα των Η.Π.Α και πήρε πτυχίο Φυσικής και Αστρονομίας από το Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ το 1967. Στη συνέχεια υπηρέτησε για δύο χρόνια στον αμερικανικό στρατό ως μηχανικός στον πόλεμο του Βιετνάμ, όπου τραυματίστηκε εν ώρα μάχης κι έλαβε για τις υπηρεσίες του το μετάλλιο της Πορφυρής Καρδιάς. Οι εμπειρίες του εκεί μεταφέρθηκαν στο χαρτί, τόσο στο παρόν μυθιστόρημα όσο και σε άλλα.  Το 1975, έλαβε πτυχίο Δημιουργικής Γραφής από το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα.



To «The Forever War», εξιστορεί τις περιπέτειες του William Mandella, νεαρού πτυχιούχου φυσικού που, όπως και οι υπόλοιποι συμπολεμιστές του άνδρες και γυναίκες, έχει επιλεγεί από τα Ηνωμένα Έθνη λόγω του υψηλού του δείκτη νοημοσύνης, της εκπαίδευσης, της υγείας και της φυσικής κατάστασης που τον χαρακτηρίζουν, προκειμένου να επανδρώσει το Εξερευνητικό Σώμα, μια ελίτ μαχητών οι οποίοι καλούνται να πολεμήσουν τους Taurans, εξωγήινους εχθρούς της Γης. Το σημείο-κλειδί του έργου είναι η χρήση της τεχνολογίας ταχύτητας-μεγαλύτερης-του-φωτός, σε συνδυασμό με το πεδίο γύρω από τα collapsars (καταρρέοντες αστέρες). Το πεδίο δίνει τη δυνατότητα στο διαστημόπλοιο που πλησιάζει με τούτη την ταχύτητα τον αστέρα, να εκσφενδονιστεί προς ένα άλλο σημείο του γαλαξία (ή έναν άλλο ίδιο αστέρα, για να φτάσει ακόμα μακρύτερα) σε μηδενικό χρόνο. Έτσι, η Ανθρωπότητα είναι έτοιμη να απλωθεί στο Σύμπαν. Όμως, βάσει της θεωρίας της σχετικότητας, ο χρόνος για εκείνον που ταξιδεύει κοντά στην ταχύτητα του φωτός, περνάει πολύ πιο αργά από τον άλλο που παραμένει στη Γη. Για τους πολεμιστές του διαστήματος, ένα χρονικό διάστημα ημερών ή μηνών ισοδυναμεί με δεκαετίες για τους πολίτες του μητρικού πλανήτη. Για τον πρωταγωνιστή μας, από την ώρα της στρατολόγησης ως την ώρα της λήξης του πολέμου και της απόλυσης από τα στρατιωτικά του καθήκοντα, έχουν περάσει περίπου 2.000 χρόνια (εξ ου και Αιώνιος Πόλεμος). 

Ο Joe Haldeman πέρα από τη βάση που δίνει στην εκπαίδευση και την εμπλοκή με τον εχθρό (κοινός τόπος για το είδος της military SF), κάνει ιδιαίτερη μνεία στις αλλαγές που συμβαίνουν στην ανθρώπινη κοινωνία με την πάροδο των αιώνων. Αλλαγές τρομακτικές, που δίνουν στην αφήγηση διαστάσεις δυστοπικού μυθιστορήματος. Στην πρώτη κιόλας επιστροφή του στη Γη, όπου συνοδεύεται από το απολυτήριο του στρατού (έχει κάνει την υποχρεωτική του θητεία και μόνο αν θέλει ο ίδιος επιστρέφει), ο πρωταγωνιστής βρίσκει έναν κόσμο ολότελα διαφορετικό. Ο υπερπληθυσμός έχει φέρει την κατάρρευση των περισσότερων κοινωνιών, οι οποίες έχουν οδηγηθεί ακόμη και μέσω εμφυλίων, σε επιβολή στρατιωτικού νόμου, απόκτηση τροφίμων με δελτίο, έκρηξη εγκληματικότητας, ενώ η λύση που προκρίνουν οι κυβερνήσεις των κρατών για την εξάλειψη του υπερπληθυσμού είναι η …ομοφυλοφιλία! 

Αυτό το σημείο το βρίσκω μάλλον προφητικό, καθώς, ο πρωταγωνιστής αντιμετωπίζει αυτήν την κατάσταση το έτος 2024. Πολύ κοντά σε εμάς και με πολλές ενδείξεις για το που μας οδηγεί σήμερα η φιλελεύθερη νεωτερικότητα. Δυστυχώς, δεν στάθηκε προφητικός ο λόγος του συγγραφέα στην κατάκτηση του διαστήματος. Παρουσιάζει την ανακάλυψη των κινητήρων γύρω στα μέσα της δεκαετίας του ‘80, ενώ το ταξίδι του πρωταγωνιστή για την πρώτη του εμπλοκή με τους Taurans ξεκινά το 1997. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, βέβαια, πως το έργο γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘70, όταν το πεπρωμένο της Ανθρωπότητας ήταν ακόμη τα αστέρια και όχι η ικανοποίηση του Εγώ.


O Mandella στην πρώτη του, κιόλας, επιστροφή στη Γη (1997-2024) ανακαλύπτει σοκαρισμένος το πόσο μεγάλες είναι μεταβολές στο πεδίο της επικρατούσας κουλτούρας. Ο κόσμος τον οποίο κλήθηκε να υπερασπιστεί, έχει πάψει να υπάρχει. Οι συμπολεμιστές του, αλλά και γενικότερα η Υπηρεσία, είναι το μόνο σταθερό σημείο αναφοράς γι αυτόν. Ακόμα χειρότερα, οι ίδιοι άνθρωποι που πολέμησαν πλάι-πλάι κι επιβίωσαν, σε επόμενη αποστολή μπορεί να βρίσκονται σε άλλον τόπο και, κυρίως, σε άλλον χρόνο κάνοντας την μοναξιά ακόμα πιο δυσβάσταχτη. Οι αντικαταστάτες τους είναι περσόνες ενός άλλου πολιτισμού. Υπάρχουν αξιωματικοί που πριν τη μάχη προσέχουν το …κραγιόν τους ή δεν είναι καν άνθρωποι αλλά κλώνοι, ενώ με την πάροδο των αιώνων υπάρχει δυσκολία στην επικοινωνία αφού η γλώσσα έχει διαφοροποιηθεί. 



Σημαντικό ρόλο παίζει η ίδια η τεχνολογία, η οποία με την πάροδο των αιώνων κι αυτή αλλάζει. Με κάθε επιστροφή από αποστολή, οι στρατιώτες πρέπει να εκπαιδευτούν σε νέα, αποτελεσματικότερα όπλα, αλλά ταυτόχρονα, κι εδώ είναι το θετικό της σημείο, υπάρχουν εξαιρετικές βελτιώσεις στο θέμα της ιατρικής, όπου οι ακρωτηριασμένοι και γενικώς οι βαριά τραυματισμένοι επιστρέφουν στην σωματική τους κατάσταση προ τραυματισμού. Επίσης ο συγγραφέας, αποτυπώνοντας με σαφήνεια τις αντιφιλελεύθερες και παραδοσιοκρατικές του απόψεις για την κοινωνική οργάνωση και την πολιτική κουλτούρα, παρουσιάζει την επιστήμη αυτή ως άλλη Νέμεσις, που έρχεται να επαναφέρει την Ισορροπία θεραπεύοντας την ομοφυλοφιλία.



Το βασικό θέμα του παρόντος διηγήματος, σε αντίθεση με τα περισσότερα πονήματα αυτού του λογοτεχνικού είδους, είναι η αποξένωση από τους οικείους αλλά και από τον ίδιο τον εαυτό και η μάχη που καλείται να δώσει, πλέον, ο «ξένος» για να ενταχθεί σε ένα σύνολο που πόρρω απέχει από ό,τι γνώριζε ως τώρα. Είναι το ίδιο συναίσθημα που ένιωθαν οι βετεράνοι του πολέμου του Βιετνάμ, οι οποίοι επέστρεψαν σε μία χώρα εντελώς διαφορετική. Νεωτερισμοί στις τέχνες, κίνημα των χίπις, σεξουαλική απελευθέρωση και διάφορες άλλες κοινωνικές αλλαγές, δημιούργησαν ένα κοινωνικό σύνολο εντελώς διαφορετικό από αυτό που είχαν κληθεί να υπερασπιστούν.   

Πάντως το μήνυμα του συγγραφέα είναι σαφώς αντιπολεμικό και έρχονται να το ολοκληρώσουν κάποιες φράσεις λίγο πριν το τέλος : «ο 1143χρονος πόλεμος είχε ξεκινήσει για λάθος λόγους και μόνο διότι οι δύο φυλές δεν μπόρεσαν να επικοινωνήσουν. Μόλις μπόρεσαν να μιλήσουν, η πρώτη ερώτηση ήταν “Γιατί το ξεκίνησες;”, και η απάντηση ήταν “Εγώ;”». 

Από την άλλη μεριά, το θετικό στοιχείο που παρουσιάζεται είναι η ικανότητα της Ανθρωπότητας να μεγαλουργήσει όταν εργάζεται ενωμένη κάτω από έναν υψηλό σκοπό. Ο κοινός εχθρός που μπορεί να φέρει αφανισμό, κάνει τις κοινωνίες σιγά-σιγά να σταματήσουν τις διαμάχες και να αναπτυχθούν κυρίως σε επίπεδο επιστήμης, έχοντας τη δυνατότητα να φτιάξουν κάτι νέο και καλύτερο σε άλλους πλανήτες, αλλά και να δημιουργήσουν έναν σχεδόν παράδεισο στη μητέρα Γη. Σαφές και αυτό το μήνυμα του συγγραφέα, αφού όμως κρατήσουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας την έννοια του «κοινού εχθρού».



Το τέλος, είναι συναισθηματικό χωρίς να γίνει μελό, αφήνοντας στον αναγνώστη ένα χαμόγελο αλλά, κυρίως, την ελπίδα ότι στο τέλος θα θριαμβεύσει το θεϊκό στοιχείο του Ανθρώπου έναντι του ζωώδους υλισμού.

To «The Forever War» κέρδισε το Βραβείο Nebula το 1975 και τα Βραβεία Hugo και Locus το 1976. Έγινε comic το 1988 με εικονογράφηση του Βέλγου καλλιτέχνη Mark van Oppen (γνωστού ως Marvano), ενώ από το 2015 η εταιρεία Warner Bros κατέχει τα δικαιώματα για τη δημιουργία κινηματογραφικής ταινίας, χωρίς ωστόσο να έχει γίνει κάτι γνωστό για την πορεία αυτής της προσπάθειας.

Κατά τη γνώμη μου, το εν λόγω βιβλίο αποτελεί τη μία από τις τρεις κορυφές του λογοτεχνικού είδους military science fiction, με τα άλλα δύο έργα να είναι το «Starship Troopers» του Robert Heinlein και το «Old Man’s War» του John Scalzi, και σαφώς θα πρέπει να κοσμεί τη βιβλιοθήκη κάθε αναγνώστη της Λογοτεχνίας του Φανταστικού.

Υ.Γ. Το βιβλίο το απέκτησα και το διάβασα στην αγγλική γλώσσα, κάποια χρόνια πριν κυκλοφορήσει στην ελληνική από τις εκδόσεις Anubis. Πιθανόν η απόδοση κάποιων όρων να διαφέρει

ATHENS DARK

                                                               του Flammentrupp

Η σχέση μου με το κομμάτι του Φανταστικού που έχει να κάνει με την μυθολογία των βρικολάκων, θα έλεγα πως είναι μικρή. Όπως θα γνωρίζουν οι φίλοι αναγνώστες των εντύπων της φ.λε.φα.λο, οι λογοτεχνικές μου προτεραιότητες τείνουν περισσότερο προς την επιστημονική φαντασία. Όταν πληροφορήθηκα, λοιπόν, πως θα ανέβει στο ελληνικό διαδικτυακό κανάλι Netwix μια ελληνική παραγωγή με θέμα την βαμπιρική μυθολογία, δεν έδειξα ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί θεώρησα ότι το θέμα άπτεται των ενδιαφερόντων των υπολοίπων παιδιών της Λέσχης μας. Μέχρι που διάβασα πως σεναριογράφος της σειράς είναι ο Ζήσης Ρούμπος.

Για όσους δεν το θυμάστε, η Λέσχη μας είχε παρουσιάσει σε άρθρο της, τον Φεβρουάριο του 2017, την θεατρική παράσταση επιστημονικής φαντασίας Jeronimo Space: το κυνήγι των Σούσι, στην οποία σεναριογράφος και πρωταγωνιστής ήταν ο Ζήσης (μαζί με τον Γιώργο Αγγελόπουλο). Μετά το πέρας της παράστασης, στην οποία είχαμε παραβρεθεί εγώ και ο Σταμάτης, είχαμε γνωρίσει το Ζήση και τους υπόλοιπους συντελεστές, και στην συνομιλία μαζί του, είχε εκφράσει την αγάπη του για το χώρο του Φανταστικού καθώς και άλλων πραγμάτων αγαπητών σε εμάς, όπως η heavy metal μουσική και τα παιχνίδια με τα οποία μεγαλώσαμε κατά τη δεκαετία του ’80. Αργότερα, φιλοξενήθηκε και στη ραδιοφωνική μας εκπομπή, το Ατσάλινο Ρόδο του rockmachine.gr. Με δεδομένο, λοιπόν, πως η δουλειά του Ζήση Ρούμπου στη θεατρική παράσταση μου άρεσε, αποφάσισα να δω τη νέα του τηλεοπτική σειρά.


Την Πέμπτη 22 Φεβρουαρίου, στο Netwix, ανέβηκαν τα οκτώ επεισόδια της σειράς που φέρει τον τίτλο Athens Dark. Ένας νεαρός δημοσιογράφος σε μια άσημη αθηναϊκή εφημερίδα, ο Ορφέας, διάγει μια ζωή άχαρη, τόσο στον επαγγελματικό όσο και στον προσωπικό τομέα, μέχρι τη στιγμή που ο αρχισυντάκτης του αναθέτει την κάλυψη μιας συναυλίας και την συνέντευξη ενός ανερχόμενου gothic συγκροτήματος. Εκεί, άθελα του, θα γίνει μάρτυρας μιας φονικής μάχης ανάμεσα στα vampire, (που είναι τόσο τα μέλη του συγκροτήματος όσο και οι θεατές), και στους κυνηγούς τους. Στη μάχη αυτή θα χάσει τη ζωή του ο καλός του φίλος, που τον συνόδευε. Αυτή θα είναι και η αρχή της κατάδυσής του σε έναν κόσμο υπαρκτό, αλλά άγνωστο στους κοινούς θνητούς, καθώς και η αρχή της εκδίκησης του για το θάνατο του φίλου του.



Τα επεισόδια είναι πολύ μικρά σε διάρκεια, διαρκούν 6 ως 12 λεπτά, και αποτελούν τον πρώτο κύκλο της σειράς (δεν γνωρίζω περισσότερες λεπτομέρειες για τη συνέχεια). Ουσιαστικά, θα έλεγα πως μιλάμε για μια τηλεταινία χρονικής διάρκειας περίπου εβδομήντα λεπτών. Ο Ζήσης, όπως και στη θεατρική παράσταση, έχει περάσει στο σενάριο στοιχεία από γνωστές τηλεοπτικές σειρές ανάλογου περιεχομένου (Blade: the seriesTrue BloodVan Helsing, κλπ), πράγμα διόλου κατακριτέο, μιας και η ελληνική λογοτεχνία έως σήμερα δεν έχει ανάλογο «βαμπιρικό μύθο», τουλάχιστον στο βαθμό που τον έχει η υπόλοιπη δυτική κουλτούρα από την εποχή του Ρομαντισμού.  Ωστόσο, εμπλέκει πολύ σωστά και την ελληνική μυθολογία με την χθόνια Θεά Εκάτη, αν και δεν καταλαβαίνω γιατί σε μια σκηνή η επίκληση της Εκάτης γίνεται στη Λατινική ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει στην αρχαία Ελληνική γλώσσα.

Η συνολική παραγωγή, από την ενδυματολογία ως τα, πρωτόγνωρα για τα ελληνικά τηλεοπτικά δεδομένα, οπτικά εφέ, θέτει πολύ ψηλά τον πήχη της σύγκρισης, τόσο γι αυτήν, σε ενδεχόμενο δεύτερο κύκλο, όσο και για μελλοντικές παραγωγές στο χώρο του Φανταστικού. Η εξαιρετική φωτογραφία σε φυσικά σκηνικά (Δρομοκαΐτειο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο, υπόγειο τούνελ στην περιοχή της Καισαριανής, περιοχή «Λιπάσματα» της Δραπετσώνας, gothic μουσικό club «Second Skin», Νεκροταφείο Κερατσινίου κ.α.), αλλά και η κινηματογραφική σκηνοθετική προσέγγιση από τον Βασίλη Αντωνιάδη, οδηγεί σε σκοτεινές υποβλητικές σκηνές, με επαρκείς δόσεις τρόμου και κλειστοφοβίας, ενώ οι σκηνές των μαχών έχουν μια «γρήγορη» και «βιντεοκλιπάδικη» αισθητική, την οποία κρίνω ως θετική στη συνολική εμπειρία. Γενικά, η σειρά λαμβάνει υπόχη τα μοτίβα των -αμερικανικών κυρίως-  action/horror/vampire σειρών και τα καταφέρνει με αξιοζήλευτο τρόπο, τηρουμένων των αναλογιών που αφορούν τη χρεοκοπημένη μνημονιακή Ελλάδα.


Πρωταγωνιστές της σειράς είναι ο Σπύρος Χατζηαγγελάκης (Ορφέας) και ο Αντώνης Τανισκίδης (Μάξιμος, τραγουδιστής του γκρουπ,vampire). Το καστ συμπληρώνεται από νέους ηθοποιούς, όπως οι Μαριλίζα Αντωνιάδου, Ειρήνη Δενδή, Εύη Δόβελου, Δημήτρης Καμπόλης, Δημήτρης Κίτσος, Μαρία Μπαλούτσου, Έρρικα Μπίγιου, Ελισάβετ Σπανού, και Γιώργος Τζωρτζάκης, ενώ συμμετέχουν σε μικρούς ρόλους και πιο έμπειροι ηθοποιοί όπως ο Δημήτρης Πιατάς, η Άννα-Μαρία Παπαχαραλάμπους, ο Δημήτρης Λιόλιος, και ο Νίκος Παντελίδης.



Απ’ ότι διάβασα σε ρεπορτάζ, είναι η πρώτη φορά που μια ελληνική διαδικτυακή σειρά δίνει τη δυνατότητα στο θεατή να δει ταυτόχρονα όλα τα επεισόδια, πράγμα ιδιαίτερα σημαντικό αφού, δεδομένης της μικρής διάρκειας, μπορούμε να απολαύσουμε άμεσα ολόκληρη την προσπάθεια. Από την άλλη, σε μια ξένη παραγωγή, αυτά τα οκτώ επεισόδια ενωμένα θα αποτελούσαν τη βάση μιας σειράς, που θα μπορούσε να ξεδιπλωθεί σε ένα εύρος 10-12 40λεπτων επεισοδίων και να πάρει έγκριση για άλλον ένα ή περισσότερους κύκλους.


Ας ελπίσουμε να δοθεί η ευκαιρία στους Έλληνες δημιουργούς να υλοποιήσουν τη φαντασία τους, στον κατ’ εξοχήν χώρο της, και να ξεφύγει επιτέλους η ελληνική τηλεόραση -κανονική και διαδικτυακή- από τη μιζέρια του lifestyle, της εισαγόμενης σαπουνόπερας και των δήθεν κωμωδιών. 

Είναι τελικά υπαρκτός ο κόσμος των βρικολάκων και των κυνηγών τους; Ποιος ξέρει; Πολλές φορές η πραγματική ζωή ξεπερνάει τη φαντασία. Ίσως, μια εισβολή του Φανταστικού στην ανεπαρκή και καταστροφική πραγματικότητά μας, με τη μορφή πολέμου ανάμεσα σε ζωντανούς κυνηγούς και απέθαντους βρικόλακες, να έδινε νέα πνοή στην κοιμισμένη ανθρωπότητα και να έβγαζε από τη χειμερία νάρκη το δυναμικό της, που την κάνει να αποζητά το Ιδεατό και τη Θέωση.

«Εμείς, οι απλοί άνθρωποι κινδυνεύουμε από αυτόν τον πόλεμο;»
«Όλοι κινδυνεύουμε αγόρι μου, όλοι», λένε δύο ατάκες στο τελευταίο επεισόδιο.

Ε, και; Θα πολεμήσουμε και θα νικήσουμε.

Σχόλια

Ανώνυμος Ο Epic fantasy είπε...
Θα αρχισω να το βλεπω σημερα το βραδυ λατρευω τα βαμπιρ και την φονισσα
Κυριακή, 25 Φεβρουαρίου, 2018
 
Ανώνυμος Ο Epic fantasy είπε...

Ξεχασες να αναφερεις την buffy the vampireslayer
Κυριακή, 25 Φεβρουαρίου, 2018
 

Απάντηση στον Μιχάλη Ιγνατίου σε άρθρo που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο ethnikathemata.com

                                                           του Σταμάτη Μαμούτου

Με την Επιτροπή Ενημέρωσης επί των Εθνικών Θεμάτων διατηρώ άριστες σχέσεις. Εκτιμώ βαθύτατα τα μέλη της, γι’ αυτό εξάλλου δέχτηκα την πρότασή τους να στελεχώσω ως συντάκτης την  αρθρογραφική ομάδα του ιστότοπού της.  Η εν λόγω Επιτροπή πιστώνεται την οργάνωση σημαντικών και επιτυχημένων εκδηλώσεων, όπως για παράδειγμα εκείνη που αφορούσε τη ζωή και το έργο του Ίωνος Δραγούμη, η οποία πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο.  Κυρίως, αυτή την εποχή, η Επιτροπή αξίζει την υποστήριξή μας γιατί συμβάλει τα μέγιστα στην οργάνωση ενός λαϊκού μετώπου υπεράσπισης της εθνικά ορθής και ανυποχώρητης στάσης στο ζήτημα των διαπραγματεύσεων με τα Σκόπια. 

Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό, έχω διαβάσει κάποια άρθρα που έχουν αναρτηθεί στον διαδικτυακό τόπο της Επιτροπής, προς τα συμπεράσματα των οποίων διατηρώ επιφυλάξεις. Χωρίς να αμφισβητώ την σοβαρότητα των συντακτών, θέλω απλά να παραθέσω την δική μου εκτίμηση, υπό την μορφή ενός εποικοδομητικού αντίλογου.

Το άρθρο στο οποίο θα σταθώ σήμερα είναι γραμμένο από τον γνωστό δημοσιογράφο Μιχάλη Ιγνατίου και φέρει τον τίτλο «Και Καλά Οι Αμερικάνοι Είναι Φίλοι Των Τούρκων… Ο Ηγέτης Του «Ξανθού Έθνους» Που Εξαφανίστηκε;» Το εν λόγω άρθρο δημοσιεύθηκε από τον δημοσιογράφο στον δικό του διαδικτυακό χώρο (http://mignatiou.com/2018/02/ke-kala-i-amerikani-ine-fili-ton-tourkon-o-igetis-tou-xanthou-ethnous-pou-exafanistike/) και στην συνέχεια αναδημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική σελίδα της Επιτροπής επί των Εθνικών Θεμάτων (http://ethnikathemata.com/και-καλά-οι-αμερικάνοι-είναι-φίλοι-των/) .

Η κεντρική ιδέα του άρθρου είναι σωστή. Ο Ιγνατίου διερωτάται, γιατί όταν προκύπτουν κρίσεις στις σχέσεις μας με την Τουρκία όλοι όσοι υποστηρίζουν την πρόσδεση της χώρας στο γεωπολιτικό άρμα των «εταίρων» της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξαφανίζονται και άπαντες στρέφονται για βοήθεια προς τις Η.Π.Α. Πρόκειται ασφαλώς για μια διαπίστωση που οι «φεντεραλιστές», οι διαπρύσιοι αυτοί τιμητές των «θεσμών», δεν μπορούν να αμφισβητήσουν και συνήθως επιλέγουν να προσπερνούν.


Επίσης, ο Έλληνας δημοσιογράφος επισημαίνει ότι οι Η.Π.Α αντιμετωπίζουν με έναν σχεδόν ανεξήγητο τρόπο τις διαχρονικές προκλήσεις της Τουρκίας, όχι μόνο προς την Ελλάδα αλλά και προς την ίδια την χώρα τους. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, «οι Αμερικανοί έχουν, βεβαίως, ένα απέραντο κόμπλεξ με την Τουρκία. Ιδιαίτερα οι γραφειοκράτες. Με άλλους όρους θα μιλούσαμε για ένα έρωτα μέχρι παρεξήγησης. Διότι όλα αυτά που συμβαίνουν και αφορούν την Τουρκία και την Αμερική, είναι εντελώς αδικαιολόγητα. Ο Ταγίπ Ερντογάν τους βρίζει καθημερινά και οι Αμερικανοί του λένε «βρίσε μας και άλλο». Ο πρόεδρος της Τουρκίας προκαλεί παντού. Στη Συρία, στην Κύπρο, στο Αιγαίο, στο Ιράκ, εναντίον του Ισραήλ. Και οι Αμερικανοί τι κάνουν; Μα τίποτα απολύτως. Απειλεί με πόλεμο την Ελλάδα και την Κύπρο. Πάλι δεν τρέχει τίποτα». Αλλά και όσα αποκαλύπτει ο Ιγνατίου για την μειοδοτική στάση της κυβέρνησης του Σημίτη στην κρίση των Ιμίων είναι εξίσου σημαντικά, «όταν ερευνούσαμε την υπόθεση των Ιμίων, δεν περιμέναμε ποτέ ότι θα διαβάζαμε με τα ίδια μας τα μάτια ότι ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας χάρισε τη σημαία χωρίς καν να προλάβει να το ζητήσει η Τουρκία. Δέχθηκε τη μετακίνησή της από τα Ίμια πριν ακόμα κατατεθεί το τουρκικό αίτημα στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Και το έκανε με τρόπο καθόλου «ανδρικό»: Είπε στον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, Γουόρεν Κρίστοφερ, ότι τη σημαία θα την πάρουν οι άνεμοι, και η επίσημη Ελλάδα δεν θα την αντικαταστήσει. Πολλοί ξεχνούν την πραγματική συμφωνία για τα Ίμια, αν και το σχετικό απόρρητο έγγραφο περιλαμβάνεται στο βιβλίο που γράψαμε με τον Αθανάσιο Έλλις. Οι δύο χώρες συμφώνησαν να φύγουν οι στρατιώτες, οι σημαίες και τα πλοία, και να μην επιστρέψουν ξανά. Αυτή ήταν η συμφωνία. Για χρόνια έμεινε κρυφή. Τα Ίμια επίσημα χαρακτηρίστηκαν γκρίζα περιοχή, που σημαίνει πως δεν ανήκουν σε …κανένα. Έστω και αν είναι ελληνικές βραχονησίδες, έστω και αν όλα τα έγγραφα και οι συμφωνίες αποδεικνύουν την ελληνικότητά τους». Το άρθρο κλείνει με ένα σοβαρό ερωτηματικό, που αφορά την μελλοντική διαχείριση μιας κρίσης στο Αιγαίο, η οποία πιθανόν να περιλαμβάνει κίνδυνο για απώλειες, εκ μέρους μας.

Εκείνο που προσωπικά θεωρώ ασύμβατο με το ύφος του υπόλοιπου άρθρου είναι ο τίτλος του. Σε όλο το άρθρο ο Ιγνατίου αφιερώνει μόλις μια φράση προκειμένου να αναφερθεί σκωπτικά σε όσους αφελώς πιστεύουν ότι με θεοκρατικές ερμηνείες περί «ξανθού γένους» θα κερδίσουν την γεωπολιτική υποστήριξη της Ρωσίας. Ωστόσο, προτιμά να τιτλοφορήσει το άρθρο του, στο οποίο αναφέρονται όλα τα ενδιαφέροντα που παράθεσα παραπάνω, με μια αιχμηρή φράση προς τον ρωσικό παράγοντα και τους εν Ελλάδι υποστηρικτές του.

Για να γίνω ξεκάθαρος, θα δηλώσω ότι στην σκέψη μου επί των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής –και όχι μόνο- είμαι «δραγουμικός». Μπορεί στους υποστηρικτές του δυτικού ορθολογισμού αυτό να φαντάζει «ονειροπόλο και ουτοπικό», ωστόσο θεωρώ ότι η βασική αρχή της πολιτικής σκέψης ενός ανθρώπου δεν μπορεί να είναι ο αφηρημένος ορθός λόγος αλλά το καλό του έθνους του. Σκεπτόμενος κατ’ αυτό τον τρόπο θεωρώ ότι κανένας δεν μπορεί να αποτελεί αδιαπραγμάτευτο σύμμαχο στο πεδίο των διεθνών σχέσεων. Σαφώς και μπορεί να προσδοκεί κανείς μια εγγύτερη σχέση με χώρες που οι κυβερνήσεις τους έχουν ιδεολογική συγγένεια με την δική του. Από εκεί και πέρα, τα πάντα μετρούν και όλα είναι ρευστά. Τίποτε δεν είναι δεδομένο. Συνεπώς, βλέπω τους Αμερικανούς, τους Ρώσους και τους δυτικοευρωπαίους να στέκονται στην ίδια ακριβώς απόσταση απέναντι από την χώρα μου. Αυτή είναι η απαρχή της γεωπολιτικής μου αντίληψης.

Έχοντας αυτό κατά νου εκτιμώ ότι στην επιλογή του Ιγνατίου να δώσει αυτό τον τίτλο στο άρθρο του, μπορούμε να ανιχνεύσουμε κάποιες από τις παθογένειες που ο ίδιος αναζητά. Όποιος διαθέτει μια ικανοποιητική γνώση επί της νεότερης ελληνικής ιστορίας, αντιλαμβάνεται ότι ένα από τα προβλήματα που στιγμάτισαν διαχρονικά τον ελληνικό δημόσιο βίο είναι η ολική πρόσδεση των ελλαδικών ελίτ (πολιτικών, δημοσιογραφικών, οικονομικών κλπ) στα συμφέροντα των ξένων μεγάλων δυνάμεων. Δεν έχει περάσει πολύς ιστορικός χρόνος από την εποχή που μιλούσαμε για «αγγλικά» «ρωσικά» και άλλα κόμματα στην Ελλάδα. Αν υπάρχει, λοιπόν, κάτι που πρέπει να καταπολεμηθεί είναι η τάση να σκέπτονται οι Έλληνες τα συμφέροντα του ελλαδικού κράτους με τον τρόπο που η οπτική ξένων παραγόντων τα έχει αναλύσει.

Στην προκειμένη περίπτωση, ο Ιγνατίου παραθέτει στο άρθρο του, ως επί το πλείστον, πολύ ενδιαφέρουσες πληροφορίες για παθογένειες της ελληνικής πολιτικής που έχουν να κάνουν με την υποταγή του εθνικού μας συμφέροντος σε εκείνο της Ε.Ε αλλά και με την άθλια συμπεριφορά παλαιότερων Ελλήνων πολιτικών. Παρόλα αυτά, (εικάζω ότι) επειδή ο αμερικανικός παράγοντας θεωρεί ως μεγάλο του ανταγωνιστή τον ρωσικό, στον τίτλο του άρθρου του ο γνωστός δημοσιογράφος επέλεξε να τοποθετήσει μια φράση με μήνυμα που αφήνει αιχμές προς την ρωσική εξωτερική πολιτκή.

Προεκτείνοντας την γραμμή του σκεπτικού μου θα απαντήσω στο αιωρούμενο ερώτημα «γιατί δεν κάνουμε ως χώρα αυτά που πρέπει, προκειμένου να εκμεταλλευτούμε τις γεωπολιτικές μας δυνατότητες;», ότι για να το κάνουμε, πρέπει οι ελίτ του τόπου να ανήκουν πρωτίστως στην χώρα. Είμαστε σίγουροι ότι αυτό συμβαίνει με τις δικές μας; Δεν νομίζω. Επιπλέον, εκτιμώ πως δεν υπάρχει κανείς που να αγνοεί το γεγονός ότι η γεωπολιτική πρόσδεση με κάποιες χώρες, σηματοδοτεί και την υπαγωγή της ευρύτερης κουλτούρας μας στην επιρροή τους. Καθώς, και ότι η υπαγωγή στην κουλτούρα του αχαλίνωτου δυτικού φιλελευθερισμού έχει απλώσει στην ελληνική κοινωνία αντιλήψεις του τύπου «είμαστε στη δύση, είμαστε στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε, είμαστε στο μπλοκ των πολιτισμένων χωρών, άρα η πολεμική επιφυλακή, η κοινωνική εγρήγορση και η υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας είναι παρωχημένες αντιλήψεις, που έχουν περάσει στο παρελθόν». Εφόσον μιλάμε για ένα έθνος ανίσχυρο, βουλιαγμένο στον καταναλωτισμό και στον αδιαπραγμάτευτο κοσμοπολιτισμό, που καθημερινά βάλλονται -μέσω των σχημάτων της κυρίαρχης κουλτούρας- τα βασικά στοιχεία της ταυτότητάς του, δεν νομίζω ότι είναι δύσκολο να απαντηθεί γιατί το χαρακτηρίζει η ανικανότητα να υπερασπιστεί τα δίκαιά του.  Όπως, επίσης, νομίζω ότι είναι προφανές πως για όλα τα παραπάνω δεν ευθύνεται ο ρωσικός παράγοντας.


Ασφαλώς και δεν το γράφω αυτό για να υπερασπιστώ τους Ρώσους και τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Το γράφω για να υπερασπιστώ την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι η Ελλάδα πληρώνει για το ΝΑΤΟ μεγάλα οικονομικά ποσά, που στερεί από την κάλυψη σημαντικών αναγκών της. Για το ΝΑΤΟ που εμφανώς δεν λειτουργεί ως συμμαχία αλλά ως μηχανισμός οργάνωσης των παγκόσμιων στρατιωτικών αποστολών των Η.Π.Α. Για το ΝΑΤΟ, που ο ίδιος ο πρόεδρος Τραμπ, όταν προεκλογικά ζητούσε την στήριξη –όχι της mediακής ή της οικονομικής ελίτ αλλά- των αμερικανικών νοικοκυριών, ομολογούσε ότι πρόκειται για θεσμό που υπηρετεί συμφέροντα διαφορετικά από εκείνα του αμερικανικού λαού. Όταν, λοιπόν, μια χώρα προσφέρει χρήματα και στρατιωτικές ευκολίες σε έναν (υποτιθέμενο) σύμμαχο είναι μάλλον εύλογο να περιμένει μια ανταπόδοση απ' αυτόν κι όχι απ' τον αντίπαλό του.

Όσον αφορά τις διευκολύνσεις στο ζήτημα του χρέους, που αναφέρει ο κύριος Ιγνατίου, μάλλον θα χαμογελάσω αχνά. Γιατί, σαφώς, αν η μεγαλύτερη χώρα του κόσμου ήθελε να προσφέρει αληθινά χείρα βοηθείας, οι μηχανισμοί του κυρίου Σόιμπλε θα είχαν αφήσει εδώ και καιρό ήσυχη την Ελλάδα. Ας δούμε την αλήθεια, λοιπόν. Πίσω από την επιφάνεια της αμερικανικής και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, υπάρχουν πυρήνες πολιτικής ισχύος με σημαντικούς σχεδιασμούς.

Για όλα αυτά, και κόντρα σε όλα αυτά, εκτιμώ ότι προκειμένου να μιλήσουμε επί της ουσίας για τέτοια ζητήματα, θα πρέπει πρώτα να υπάρξει μια ελληνική "ελίτ αξιών", η οποία θα επικρατήσει στο πολιτικό και το πολιτιστικό πεδίο του τόπου. Μια ελίτ, που στην εξωτερική πολιτική θα έχει τις κεραίες της στραμμένες προς πάσα κατεύθυνση. Και προς τον δυτική και προς τον ρωσική, ενδεχομένως και προς αναδυόμενους άξονες της μέσης ανατολής. Όταν αυτό επιτευχθεί, τότε θα μπορέσουμε να δούμε ποια θα είναι κατάλληλη ισορροπία ανά εποχή. 

Προς το παρόν, «όσοι ζωντανοί» ενδιαφέρονται για το καλό του ελληνισμού, πρέπει να εργαστούν στο εσωτερικό προκειμένου να συγκροτηθεί αυτή η ζητούμενη "ελίτ αξιών". Μέχρι να το πετύχουμε, δυστυχώς, η χώρα θα βρίσκεται έρμαιο στις ορέξεις  των πολιτικών της και των δυτικών «εταίρων» της. Τα αποτελέσματα αυτής της μονομέρειας τα βλέπουμε καθημερινά. Αποχαυνωμένη κοινωνία, πολυπολιτισμική παρακμή, γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, μνημόνια, τηλεοπτικό lifestyle, «ευελιξία» στη χρήση της λέξης Μακεδονία από τα Σκόπια…και έπονται άλλα. 

Εικόνες 1 και 2 του Κώστα Νικέλλη

Η Αθηναϊκή Αποκριά

                                                             του Γιάννη Καιροφύλλα

Ο ιστορικός Δημ. Γατόπουλος στο βιβλίο του «Η ιστορία της Αθηναϊκής κοινωνίας» γράφει, ότι τα τοπικά εορταστικά έθιμα της Αθήνας, από την εποχή της Τουρκοκρατίας, διατηρήθηκαν και τροποποιήθηκαν κατά τα χρόνια της Οθωνικής βασιλείας, οπότε και άρχισε, σιγά-σιγά η εισαγωγή και συνανάμιξη των διαφόρων ευρωπαϊκών εθίμων με τα τοπικά έθιμα. […] στα πρώτα χρόνια του Όθωνα, διασκέδαζαν με τις πατροπαράδοτες συνήθειές τους, δηλαδή τις πρόχειρες μεταμφιέσεις αντρών και γυναικών, τις εύθυμες επισκέψεις στα φιλικά σπίτια και τις οικογενειακές χορευτικές συγκεντρώσεις.


Το πανηγύρι της Αποκριάς το ζούσε όλο και πιο έντονα, όσο περνούσαν τα χρόνια, η συνοικία της λάκας που ήταν και η πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή, αφού η πόλη ανοικοδομήθηκε γύρω και κάτω απ την Ακρόπολη. Εκεί οι Αθηναίοι, άλλοι μασκαρεμένοι και άλλοι όχι, γύριζαν στους δρόμους και πετούσαν στα παράθυρα και στους εξώστες που ήταν γεμάτοι θηλυκόκοσμο, φασόλια, ρύζι, καλαμπόκι, κουκιά κι άλλα όσπρια, όπως όριζε το έθιμο.


Εκείνα τα χρόνια δεν είχαν καθιερωθεί ακόμη ο χαρτοπόλεμος και οι πολύχρωμες κορδέλες, οι «σερπαντίνες». Τα έθιμα της Αποκριάς ήταν διαφορετικά και οι μασκαράδες συνήθιζαν να πετάνε στα παιδιά, που παρακολουθούσαν την παρέλαση των μεταμφιεσμένων τις Κυριακές, ζαχαρωτά γεμάτα πιπέρι για να τα τρώνε, να καίγονται και με τους μορφασμούς τους να προκαλούν περισσότερη ευθυμία και περισσότερα γέλια. Ο Μπάμπης Άννινος στο βιβλίο του «Αι Αθήναι του 1850» […] σημειώνει ότι η αριστοκρατία στην Αθήνα είχε τις «εσπερίδες» της ιδίως στους ακμάζοντας ακόμη Φαναριώτικους οίκους, όπου επικρατούσε η πατροπαράδοτη ευγένεια […]

Έτσι κύλησαν πολλές δεκαετίες και η Αποκριά γιορταζόταν στην Αθήνα χωρίς καμιά ιδιαίτερη οργάνωση, αλλά με χορούς και παρελάσεις που στην περίοδο της Μπελ Επόκ έγιναν πιο συστηματικές. Αναφέρεται, μάλιστα, από πολλούς ιστορικούς, ότι οι Απόκριες της Παλιάς Αθήνας, αν εξαιρέσουμε τις Απόκριες του 1887, οι οποίες εγκαινιάζουν μια νέα αποκριάτικη περίοδο, μοιάζουν μεταξύ τους σαν δυο σταγόνες νερό.

Σε περιγραφή του ιστορικού Α. Φούφα για την Αποκριά του 1886 δίδεται μια ζωντανή εικόνα των δρόμων στους οποίους οι Αθηναίοι γλέντησαν με τις ομπρέλες στο χέρι, γιατί τις δυο τελευταίες Κυριακές «ο καιρός συνώμοσεν ο άθλιος εναντίον της αποκριάτικης  ευθυμίας». […]

Η οδός Σταδίου, από την Ομόνοια μέχρι το Σύνταγμα, κατακλύζεται από μασκαράδες εκείνη την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς του 1886. Οι πεζοί προσωπιδοφόροι παρελαύνουν κρατούντες στα  χέρια τους τις μισοξεσκισμένες ομπρέλες τους και πάνω σε άμαξες θεάθηκαν πάλι τα στερεότυπα ντόμινα, οι τεράστιες κεφαλές από χαρτόνι και οι άλλες αποκριάτικες μεταμφιέσεις. Στην πλατεία Συντάγματος –κατά την περιγραφή πάντα του Φούφα- κόσμος πολύς συγκεντρωμένος περί την εξέδρα της μουσικής ακούει με πολλή προσοχή έναν ρήτορα. Δεν πρόκειται για υπαίθριο ρήτορα αλλά για αποκριάτικο ποιητή, που τσιμπολογάει πενταροδεκάρες απαγγέλλοντας έξυπνους στίχους και σκαρώνοντας εύστοχες ομοιοκαταληξίες. […]

Μέσα στο πλήθος των προσωπιδοφόρων εμφανιζόταν και η πατριωτική αλληγορία. Ένα δίτροχο στολισμένο με εικόνες, που παρίσταναν τον Μάρκο Μπότσαρη και τομ Αρκάδιο. Αρειμάνιος φουστανελλοφόρος, υποδυόμενος το πρόσωπο του Γέρο Δήμου, απήγγειλε πατριωτικό ποίημα, υπενθυμίζοντας στα πλήθη το προς την πατρίδα καθήκον τους. […]

Η έφιππη χωροφυλακή για να τηρήσει την τάξη παρήλαυνε κι αυτή δια της οδού Σταδίου συναγελαζόμενη, όπως λέει ο Α. Φούφας, μετά μασκαράδων, γεγονός που προκάλεσε την επομένη άγρια επίθεση του αντιπολιτευόμενου τύπου.[…]


Άλλες αποκριάτικες συνήθειες είχαν αρχίσει να επικρατούν από τότε και τα ρόπαλα ή το γαϊτανάκι διασκέδαζαν τους Αθηναίους και τις Αθηναίες, ενώ η γκαμήλα, που χαρακτηριζόταν ως το «αίσχος του πολιτισμού», συγκέντρωνε πλήθη θεατών, έχουσα ως τιμητική συνοδεία τα σμήνη των ενθουσιώντων γαβριάδων, που ανιδιοτελώς ανελάμβαναν να προαναγγείλουν την εμφάνισή της στις συνοικίες της Αθήνας […]

Ο καμηλιέρης ήταν ο πιο δημοφιλής τύπος της Αποκριάς στους κύκλους των γαβριάδων, διότι τους έδινε την ευκαιρία να ασκήσουν το φωνητικό τους ταλέντο και να εκδηλώσουν όλες τις αρετές τους. Άλλωστε και η γκαμήλα ενέπνεε κάποιον μυστηριώδη και αόριστο φόβο και στο ανοιγόκλεισμα του τερατώδους στόματός της ανατρίχιαζαν κι αυτοί ακόμη οι ψυχραιμότεροι των ρακένδυτων θαυμαστών της.

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο για την γκαμήλα αναφέρει ο συγγραφέας Κώστας Δημητριάδης στο βιβλίο του «Σαν Αθήνα την Παλιά», όπου γράφει για κάποιον διάσημο Πετραλωνίτη, τον Βαγγελάρα, που υπήρξε θεατρώνης παντομίμας και ηθοποιός και του οποίοι η πιο μεγάλη δημιουργία ήταν η αποκριάτικη γκαμήλα της Αθήνας. Την έφτιαξε σε μια μάντρα της γειτονιάς, με λίγα σανίδια, λίγα κουρέλια, μια προβιά και μια μασέλα αλόγου. Δεν ήταν εύκολο πράγμα να σκαρώσεις –λέει ο Δημητριάδης- ένα πελώριο τετράποδο και να το κάνεις να περπατά σα ζωντανό, να χορεύει, να κάθεται, να δαγκάνει, ν’ αρπάει πορτοκάλι, κουλούρι..καπέλο!

Ένα μήνα ολόκληρο ο δαιμόνιος Βαγγελάρας παιδευόταν να δασκαλεύει τα τσιράκια του –που θάμπαιναν κάτω απ’ την γκαμήλα και θα τη ζωντάνευαν- πώς να κάνουν τα τσαλίμια της. Και η επιτυχία του εκείνη πέρασε στην ιστορία της Παλιάς Αθήνας. Κάποτε ο φουκαράς ο Βαγγελάρας πέθανε πάνω στα καρναβάλια. Τον είχε φάει το «ποτήρι» και όλη η γειτονιά τον έκλαψε. […]


Το 1887 ιδρύεται το πρώτοι Αποκριάτικο Κομιτάτο στην Αθήνα. Σκοπός του να δώσει ένα ευρωπαϊκό χρώμα στην αποκριά […] Στα μέσα Ιανουαρίου του 1887 στο Δημαρχείο της Αθήνας συγκεντρώθηκαν λόγιοι και δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και διανοούμενοι, αντιπρόσωποι σωματείων, βιομήχανοι και άλλοι Αθηναίοι για να θέσουν τις βάσεις του πρώτου Αποκριάτικου Κομιτάτου, κατά μίμηση των Κομιτάτων της Ευρώπης. […]

Καθορίστηκαν αμοιβές και βραβεία για τις πιο επιτυχημένες μεταμφιέσεις και αλληγορικές παραστάσεις, τις οποίες θα εμφάνιζαν τις δυο τελευταίες Κυριακές της Αποκριάς και εξέλεξαν επιτροπή Ελλανοδικών, σύμφωνα προς την κρίση της οποίας θα γινόταν η απονομή των βραβείων. […]

Φαίνεται ότι η άμιλλα είχε θαυματουργήσει και οι Αθηναίοι με τις Αθηναίες είδαν ό,τι δεν είχαν δει μέχρι εκείνη την ημέρα. Στους δρόμους, τις πλατείες, τα παράθυρα, τους εξώστες των ξενοδοχείων στριμώχτηκαν χιλιάδες άτομα για να δουν τα «καινοφανή θεάματα». Γι’ αυτό και χρειάστηκε το «Κομιτάτο» να εργαστεί με ζήλο και να ρυθμίσει όσο γίνεται καλύτερα την κάθε λεπτομέρεια.[…]

Λίγο μετά το μεσημέρι άρχισε η παρέλαση στους αθηναϊκούς δρόμους πεζών εποχούμενων, έφιππων μεταμφιεσμένων και μη. Ο συνωστισμός και η κίνηση μεγάλωνε όσο προχωρούσε κανείς στο επί της οδού Ερμού ξενοδοχείο της «Γενεύης», όπου είχε στήσει το Κομιτάτο την έδρα του […]


Στην αποκριάτικη παρέλαση έδωσαν το χέρι η κλασική αρχαιότητα και οι νεότεροι χρόνοι, η σάτιρα και το ειδύλλιο, η ελαφρά ποίηση και η τραγωδία, ο πατριωτισμός και η διακωμώδηση ιερών και οσίων, το προπατορικό αμάρτημα και η νίκη των Ιταλών στο Ρας-Αλούλα, ο κήπος του Παραδείσου και ο  θρίαμβος των Αβησσυνών, ο Αλκιβιάδης και ο Σωκράτης, ο Προμηθεύς και ο Αισχύλος, οι νεκροί και οι ζώντες, οι αρχάγγελοι και οι δαίμονες, οι σκελετοί και τα πτώματα. […]

Το πρώτο βραβείο απονεμήθηκε στο άρμα του Ιταλού Ρόσι που παρίστανε την πρόοδο του πολιτισμού επί της γης. Το δεύτερο βραβείο πήρε η συμβολική παράσταση του «Αποκλεισμού» με πλοία που ήταν..φορτωμένα πάνω σε γαϊδούρια. Το τρίτο βραβείο κέρδισε η αλληγορική απεικόνιση της Ελλάδας με σκελετούς. Μεγάλη επιτυχία είχε και η πομπή των μεταμφιεσμένων που απεικόνιζαν τον χωριάτικο γάμο. […]

Εκείνο επίσης που έκανε εντύπωση ήταν τα μακάβρια θέματα που οφείλονταν στη ζοφερή φαντασία εκείνων που παρίσταναν κηδείες, πτώματα, ψυχορραγούντες, αγγέλους και δαίμονες μουντζουρωμένους και με κέρατα βοδιού, διαφιλονικούντας την ψυχήν του μακαρίτη!

Το γλέντι εκείνης της τελευταίας Κυριακής της Αποκριάς του 1887 συνεχίστηκε μέχρι τις πρωϊνές ώρες. Στις συνοικίες καίγονταν σωροί ρητίνης και η αντανάκλαση των λάμψεων έδινε φαντασμαγορική όψη στην πόλη. Ομάδες μασκαράδων άλλοι με τούμπανα, άλλοι με έγχορδα όργανα και άλλοι με κλαρίνα διέσχιζαν τους δρόμους της Αθήνας «εν αδιαπτώτω ευθυμία μέχρι της ώρας που η ροδοδάκτυλη Ηώς εχρύσωσε το κλεινόν Άστυ με το πρωϊνόν της φέγγος..»


Γιάννης Καιροφύλλας, Η Αθηναϊκή Αποκριά, Φιλιππότης, Αθήνα,1990, σελίδες 16 έως 29.

                                      
                                                   Σχόλιο Συντακτικής Ομάδας

Διδακτικό, ψυχαγωγικό, νοσταλγικά όμορφο όπως οι καλές αναπολήσεις, το παραπάνω απόσπασμα από το βιβλίο του αθηναιογράφου Γιάννη Καιροφύλλα, προσφέρεται για πλούσιο σχολιασμό. Δεν θα προβούμε, όμως, σε αυτόν, για να μην χάσουμε την συναισθηματική μαγεία της ατμόσφαιράς του. Θα αρκεστούμε μόνο να σημειώσουμε την μεγάλη διαφορά στην ένταση της λαϊκής ζωτικότητας που καταγράφεται από τα χρόνια «της παλιάς Αθήνας», σε εκείνα της μεταμοντέρνας πρωτεύουσας των καιρών μας.

Λαός χωρίς ορμή προϋποθέτει ένα έθνος χωρίς μέλλον. Ας ελπίσουμε ότι, με κάποιον τρόπο, οι μικροί πυρήνες που εργαζόμαστε για το καλό αυτού του τόπου, θα καταφέρουμε να αναστρέψουμε τη δυσοίωνη τούτη προοπτική. Ασφαλώς, στη φαρέτρα μας θα υπάρχουν, διαθέσιμα ως πολιτιστικά βέλη, τα έθιμα των λαϊκών μας παραδόσεων, καθώς επίσης και όλες οι μορφές πολιτισμού που διαλέγονται με την βαθύτερη ουσία της ψυχής του ελληνικού έθνους. 

Εικόνα 2: Φωτογραφικό τεκμήριο δημοσιευμένο στο περιοδικό «ΕΛΛΑΣ» όπου απεικονίζεται το έθιμο της Γκαμήλας σε γειτονιά των Αθηνών το 1908.
Εικόνα 3: Καρναβάλι στην Ομόνοια δεκαετία του 1930.
Εικόνα 4: Καρναβαλιστές στην Πλάκα, στα μέσα 20ου αιώνα.
Εικόνα 5: Η γνωστή αποκριάτικη σάτιρα του Π. Θεοδοσίου που παρουσίαζε το Πανεπιστήμιο ως φούρνο και τους φοιτητές από τη μία να μπαίνουν τούβλα και από την άλλη να βγαίνουν κούτσουρα. Ο Θεοδοσίου υπήρξε κεντρική φιγούρα των αθηναϊκών, λαϊκών, αποκριάτικων εορτασμών στις αρχές του 20ου αιώνα. Έζησε στα Πετράλωνα και εξέδιδε την εφημερίδα «Ο Μικρός Ρωμηός». Η Το εν λόγω έντυπο αναβίωσε υπό νέα διεύθυνση πριν λίγα χρόνια. Δείτε εδώ την ηλεκτρονική του εκδοχή  mikros-romios.gr