Heavy Metal Soccer

                                             του Σταμάτη Μαμούτου

Το γήπεδο αποτελούσε κάποτε έναν από τους χώρους που αποτύπωναν με τον πλέον ευδιάκριτο τρόπο την λαϊκή κουλτούρα της νεότερης ευρωπαϊκής – και όχι μόνο – ιστορίας. Πλήθη ανθρώπων διαφόρων κοινωνικών προελεύσεων συναθροίζονταν σε κερκίδες και καθηλώνονταν μπροστά από τηλεοράσεις ή ραδιόφωνα για να παρακολουθήσουν το ποδόσφαιρο, ένα ομαδικό άθλημα που διεξαγόταν στο χορτάρι μιας επιφάνειας η οποία θύμιζε κάπως πεδιάδα μεσαιωνικής μάχης. Οι πρωταγωνιστές του γηπέδου δεν ήταν άλλοι από τους ποδοσφαιριστές, τους παίκτες δηλαδή οι οποίοι συνδυάζοντας την αθλητική ιδιότητα με την συναισθηματική και οργανωτική ταύτιση της ομαδικότητας έδιναν στο χορτάρι τον αγώνα τους για την κατάκτηση της νίκης. Οι ποδοσφαιριστές, από την πρώτη στιγμή που κλοτσήθηκε η μπάλα μέχρι και πριν την έλευση της παγκοσμιοποίησης, αποτελούσαν σύμβολα ανδρισμού. Αν η τραχύτητά τους συνδυαζόταν με λεπτές κινήσεις όταν κατείχαν την μπάλα, ευελιξία και φαντασία στο παιχνίδι, το κοινό βρισκόταν ενώπιον ενός αθλητή που είχε όλα τα προσόντα για να καταστεί θρύλος. Με τους θρύλους, με τους καλλιτέχνες και με τους «ενδιαφέροντες κακούς» του ποδοσφαίρου τροφοδοτήθηκε με αξιομνημόνευτα γεγονότα για πολλά χρόνια η ιστορία του λαϊκού πολιτισμού. 

Επίκεντρο του παγκοσμίου ενδιαφέροντος στην ποδοσφαιρική ιστορία υπήρξαν ανέκαθεν οι αγώνες μεταξύ των εθνικών ομάδων και ιδίως εκείνοι των παγκοσμίων κυπέλλων. Ο αγώνας κάτω από τα εθνικά λάβαρα στα τουρνουά των μουντιάλ αποτέλεσε την κορύφωση των ποδοσφαιρικών γεγονότων η οποία λάμβανε (και λαμβάνει) χώρα κάθε τέσσερα χρόνια από το 1930 κι έπειτα. Το μουντιάλ έγινε η διοργάνωση στα πλαίσια της οποίας γράφτηκαν μυθικές ποδοσφαιρικές ιστορίες και ξεπήδησαν ποδοσφαιρικοί θεοί.

Δυστυχώς, όμως, όλα αυτά τελείωσαν το 1990. Η έλευση της παγκοσμιοποίησης που οδήγησε στην αποδυνάμωση των εθνικών ταυτοτήτων, η επικράτηση του νεοφιλελεύθερου ωφελιμισμού που μετέτρεψε κάθε αξία σε μετρίσιμο μέγεθος και η επιβολή του χυδαίου «life style» της οικουμενικής show biz επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό την ποδοσφαιρική δράση. Το θέαμα μειώθηκε καθώς τεχνικοί και παίκτες έδωσαν έμφαση στο γυμνό αποτέλεσμα, άνευ ομορφιάς και θεάματος, με συνέπεια να προκριθεί ένας τεχνοκρατικός και απονευρωμένος από πάθος τρόπος αγώνα. Οι εθνικές ομάδες ελάττωσαν την εθνικότητά τους ενώ οι σύλλογοι παγκοσμιοποιήθηκαν αγοράζοντας χωρίς φραγμούς ποδοσφαιριστές από ξένες χώρες. Τα μουντιάλ εξέπεσαν σε καλοκαιρινά πάρεργα των συλλογικών διοργανώσεων που κρατήθηκαν ζωντανά όχι από το ενδιαφέρον των παικτών μα από το διεθνές κεφάλαιο για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Ο ανδρισμός άρχισε να εγκαταλείπει τα γήπεδα. Οι παλιοί «ήρωες της μπάλας» έδωσαν την θέση τους σε αθλούμενες περσόνες του «life style» και σε λινατζόφλωρους που φωτογραφίζονταν με τα εσώρουχα των γυναικών τους. Ακόμα και στις εξέδρες οι αλλαγές κατέστησαν ορατές. Παππούδες με εγγόνια, πατέρες και γιοί, λαϊκά παιδιά και old school hooligans είδαν τις κερκίδες τους να καταλαμβάνονται από κοριτσάκια και «τρέντηδες» με ακριβά κινητά τηλέφωνα. Το «Heavy Metal Soccer» είχε τελειώσει.


Κι ενώ συνέβησαν όλα αυτά, φέτος βρισκόμαστε εμπρός σε μια αναπάντεχη έκπληξη. Στο μουντιάλ της Βραζιλίας, το οποίο παρακολουθούμε αυτές τις μέρες, άρχισε πάλι να παίζεται πραγματικό ποδόσφαιρο. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι η διοργάνωση πραγματοποιείται σε μια χώρα που, πρώτον, έχει έντονη ποδοσφαιρική ταυτότητα και, δεύτερον, η εθνική της νοοτροπία απέχει από εκείνες των υποταγμένων στις νόρμες της ευρωπαϊκής ένωσης και του διεθνούς κεφαλαίου ευρωπαϊκών κοινωνιών. Ίσως πάλι αυτή η εξέλιξη να αποτελεί μια ακόμη πτυχή των τελευταίων ιστορικών τάσεων που δίνουν ελπίδα για την απόρριψη του φιλελευθερισμού και την επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες. Όπως και να ‘χει, μπορεί οι φλώροι να μην έφυγαν από τα γήπεδα αλλά η αλήθεια είναι ότι σε αυτό το μουντιάλ βλέπουμε «καλή μπάλα» με δημιουργικό παιχνίδι και χωρίς σκοπιμότητες..
Ωστόσο, μέσα σε όλη αυτή την ποδοσφαιρική γιορτή δοκίμασε η ελλαδική mediακή παρακμή να αφήσει τα λασπώδη ίχνη της με αφορμή την πρώτη ήττα της εθνικής μας. Όποιος γνωρίζει κάποια πράγματα γύρω από το ποδόσφαιρο έχει εδώ και χρόνια αντιληφθεί ότι η εθνική Ελλάδος είναι μια ομάδα με παίκτες χωρίς μεγάλο ταλέντο και δίχως τεχνική αρτιότητα αλλά με πειθαρχημένο σύνολο, το οποίο καταθέτει ψυχή στο γρασίδι και επιχειρεί με όλες του τις δυνάμεις να μην χάνει παιχνίδια από ομάδες που μπορεί να ανταγωνιστεί. Η Κολομβία δεν ήταν μια από αυτές. Γι αυτό και η ήττα έμοιαζε αναμενόμενη. 
Η Ιαπωνία και η Ακτή Ελεφαντοστού, όμως, μπορούσαν με σκληρή προσπάθεια να μείνουν εκτός. Κι αυτό οι διεθνείς μας το πέτυχαν! Να μην ακούει κανείς τους ανόητους τυχάρπαστους της mediακής δημοσιογραφίας που μετά την πρώτη αποτυχία τους «σταύρωσαν» και τώρα τους αποθεώνουν. Αυτοί αδιαφορούν για την ουσία. Η άποψη που επιχειρούν να περάσουν ότι στο πρώτο ματς η εθνική ήταν κακή και μετά βελτιώθηκε είναι απλά βλακώδης. Η ίδια ομάδα ήταν και στα τρία παιχνίδια, απλώς οι αντίπαλοι υπήρξαν διαφορετικοί. Και σε μια Ακτή με κάποιους ταλαντούχους παίκτες αλλά χωρίς οργανωμένο σύνολο, με ανύπαρκτη ανάπτυξη απ’ τον άξονα, με προβλέψιμο παιχνίδι που γινόταν μονομερώς από τα αριστερά και χωρίς αμυντικούς που να έχουν αίσθηση του χώρου, η εθνική μας με την προσθήκη ενός σωστού χαφ (Σάμαρης στην θέση του συνταξιούχου Κατσουράνη) πήρε αυτό που έπρεπε. 
Πάντως, προσωπικά, μένω στο παιχνίδι με την Ιαπωνία. Σ’ αυτό, μετά από ένα κακό αποτέλεσμα και με το σύνολο των ελλαδικών Μ.Μ.Ε να τους χλευάζουν και να διαδίδουν μικρόψυχα κουτσομπολιά περί τσακωμών, μετά από τραυματισμούς και αποβολές, οι παίκτες της εθνικής πήραν το πολυπόθητο «Χ». Με άτεχνο ποδόσφαιρο, με μαζική άμυνα, με σκληρά φάουλ, χωρίς ορθολογική μεθοδολογία… σύμφωνοι. Αλλά έτσι έπρεπε. Αυτή την ψυχή όφειλαν να καταθέσουν, αυτές τις δυνάμεις έπρεπε να απελευθερώσουν, αυτή την μέθοδο επιβαλλόταν να υιοθετήσουν εφόσον ήταν με την πλάτη στον τοίχο. Βλέποντας τους Ισπανούς να βρίσκονται στην ίδια θέση, να τους απομένει ένα τέταρτο της ώρας για να αποκλειστούν και να συνεχίζουν να παίζουν ορθολογικά με την προβλεπόμενη τακτική τους προσκρούοντας συνεχώς στην διαβασμένη άμυνα των Χιλιανών, χωρίς να δοκιμάζουν κάτι καινούργιο, κάτι που να έχει φαντασία και πάθος, χάρηκα πραγματικά τα συναισθηματικά αντανακλαστικά των δικών μας. 
Το μουντιάλ συνεχίζεται. Λυπάμαι για τον αποκλεισμό των Άγγλων, των Ισπανών, των Πορτογάλων και των Ιταλών γιατί η ιστορικότητα της φανέλας δίνει άλλη βαρύτητα στα τελευταία ματς και φοβάμαι ότι ο αποκλεισμός τους θα μας στερήσει από ωραίες ποδοσφαιρικές μάχες. Υπάρχει όμως ακόμη η εθνική μας. Υπάρχουν και αρκετές σπουδαίες ομάδες. Ας απολαύσουμε την συνέχεια των αγώνων, ας ελπίσουμε στην αναβίωση του «heavy metal soccer» και ας αγνοήσουμε τους γελοίους κρατικοκεντρικούς, «ψυχάριους» ή άλλους δημοσιογραφίσκους που μιλάνε για κατάκτηση του τίτλου απ’ την εθνική μας. Είναι η ίδιοι οι οποίοι θα την κατηγορήσουν στην πρώτη αποτυχία που θα έρθει.

 

Εικόνες:
1) Ο Σκωτσέζος παιχταράς Gordon Strachan με έναν Άγγλο μπόμπιρα πριν το μουντιάλ του Μεξικού το 1986. 

 2α)MARIO KEMPES
2β) PAUL BREITNER
2γ) EMILIO BUTRAGUENO
2δ) SOCRATES
Aυθεντική ανδροπρέπεια, αστείρευτο ταλέντο.

 
3α) Άγγλοι skinheads στο ισπανικό μουντιάλ του 1982. του 1982
3β) Σκωτσέζοι εθνικιστές στο μουντιάλ του 1982.
4α) OLAF THON
4β) CHRIS WADDLE
4γ) JOSE BAKERO
4δ) KURT RUSS
In days of Heavy Metalsoccer!

- Σχόλια σε αυτή την ανάρτηση : 

Flammentrupp είπε...
Άντε πες τα, διότι μου έχουν γίνει πεπόνια μ' αυτά που βλέπω κι ακούω.
Ελπίζω η καλή μπαλίτσα να είναι το πρώτο βήμα και στο επόμενο euro ή mundial να δούμε και καμιά εξέδρα τσι προκοπέως κι όχι σκέτο ζαρωμένο γεροντίστικο πέος. 
Πέμπτη, 26 Ιουνίου, 2014 
Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Ήταν να μην το μελετήσεις, φίλε!
Παρασκευή, 27 Ιουνίου, 2014
Ανώνυμος είπε...
χο,χο,χο!
Κυριακή, 29 Ιουνίου, 2014 




 
Galatea PL είπε...
Γεια σας,
Το να γίνει κανείς μέλος στη φανταστική λέσχη σας σημαίνει πως θα μπορεί να γράφει κείμενα υπέρ άλλων ειδών ρομαντικής μουσικής και άλλων, όχι τόσο γνωστών αθλημάτων ή κάτι τέτοιο αποτελεί προνόμιο της ηγεσίας μονάχα;
Πέμπτη, 03 Ιουλίου, 2014



 
Αγαπητή Galatea PL,
Η ηγεσία υφίσταται για να αναλαμβάνει την ευθύνη των οργανωτικών θεμάτων και να δίνει προσανατολισμό στις δραστηριότητες της λέσχης.
Στην αρθρογραφία δεν υπάρχει κανένα προνόμιο από καμιά ηγεσία.
Το κάθε παιδί της λέσχης γράφει ό,τι θέλει και όπως το θέλει (αρκεί βέβαια αυτό που θα γράψει να σχετίζεται με το ρομαντικό πλαίσιο από στο οποίο αρθρώνεται ο χαρακτήρας της λέσχης).
Σάββατο, 05 Ιουλίου, 2014