του Σταμάτη Μαμούτου
Ομολογώ πως για το φεστιβάλ «Rock Υou Τo Hell» πληροφορήθηκα μόλις την προηγούμενη εβδομάδα. Όπως ήταν αναμενόμενο, καθώς διάβαζα τα ονόματα των συγκροτημάτων που θα συμμετείχαν, ενθουσιάστηκα τόσο ώστε ξεκίνησα να υπολογίζω τα έξοδα των ημερών, προκειμένου να εξοικονομήσω το απαραίτητο ποσό για το εισιτήριο. Όσοι φίλοι παρακολουθούν την αρθρογραφία μου στα έντυπα της Λέσχης φαντάζομαι ότι θα έχουν ήδη αντιληφθεί πως το πρόγραμμα της Παρασκευής, με τα σπουδαία και ιστορικά συγκροτήματα του N.W.O.B.H.M, έμοιαζε λες και είχε βγει από κάποιο μου όνειρο. Καθώς η οικονομική συγκυρία δεν επέτρεπε να είμαι παρών από την Πέμπτη στα προεόρτια του φεστιβάλ με την εμφάνιση του Dennis Stratton μέχρι το τέλος του το Σάββατο, εύκολα μπορεί κανείς να συμπεράνει ότι η μέρα την οποία θα επέλεγα δεν γινόταν να είναι άλλη από εκείνη που στο πρόγραμμά της περιλαμβάνονταν μπάντες όπως οι Grim Reaper, οι Praying Mantis και οι –όχι τόσο γνωστοί στο ελληνικό κοινό αλλά– σπουδαίοι Persian Risk (για τους οποίους είχα καταναλώσει αρκετή μελάνη στο τεύχος του περσινού Δεκεμβρίου).
Η Παρασκευή ήταν η μέρα που σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των μετεωρολόγων η χώρα θα βρισκόταν στη δίνη καταιγίδων και βροχών. Και μπορεί, όπως πάντα, η πρόβλεψή τους να ήταν υπερβολική, ωστόσο η καταιγίδα υπήρξε, ήταν μεταλλική και έπληξε ανηλεώς τα θεμέλια του Κυττάρου! Είναι αληθινά δύσκολο να περιγράψω το τι συνέβη και πόσο δυνατές ήταν οι εμφανίσεις των συγκροτημάτων τις οποίες παρακολουθήσαμε οι διακόσιοι περίπου τυχεροί παρόντες στο προσκλητήριο του αυθεντικού heavy metal! Η ανακοίνωση των διοργανωτών ενημέρωνε ότι οι πόρτες άνοιγαν στις 16:00. Εγώ έφτασα στο Κύτταρο αργότερα, με αποτέλεσμα να μην προλάβω τους Resistance και τους Lighting Rust.
Την ώρα που μπήκα έπαιζαν οι Ιταλοί Asgard. Πρόκειται για μια εξαιρετική μπάντα. Με γρήγορους ρυθμούς, με καλό μπάσο, δεμένοι ως σχήμα και με άνεση στην σκηνή, οι Asgard απέδειξαν ότι αξίζουν σαφώς περισσότερης προσοχής. Ατσάλι και φωτιά από την Ιταλία! Από ατόφιο μέταλλο η στόφα τους! Οι Asgard άφησαν τις καλύτερες των εντυπώσεων.
Το επόμενο συγκρότημα που εμφανίστηκε στην σκηνή του Κυττάρου ήταν οι Ισπανοί Hitten. Σε παρόμοιο ύφος, μικροί σε ηλικία, με maidenικές επιρροές, ξεκίνησαν πολύ δυνατά αλλά είχαν την ατυχία να σπάσει μια χορδή από την κιθάρα του συμπαθέστατου πιτσιρικά κιθαρίστα τους. Αυτό προκάλεσε καθυστέρηση στην ροή των εμφανίσεων, που τελικά μάλλον επιβάρυνε τους Grim Reaper. Αλλά και οι ίδιοι οι Hitten έχασαν χρόνο από την εμφάνισή τους. Ωστόσο, όταν ολοκλήρωσαν τα τραγούδια που παρουσίασαν χειροκροτήθηκαν δικαιολογημένα. Η εμφάνισή τους ήταν αξιόλογη και οι προσδοκίες για το μέλλον τους μεγάλες. Προκειμένου να καταστήσω σαφές πόσο ικανοποιητικοί ήταν οι Hitten και οι Asgard δεν έχω παρά να δηλώσω ότι αν μελλοντικά υπήρχε η πιθανότητα να πραγματοποιηθεί κάποια συναυλία με συμμετέχοντες μόνο αυτούς, θα τους τιμούσα άνευ δεύτερης σκέψης.
Και κάπου εκεί έφτασε η στιγμή που περίμενα. Οι Persian Risk αποτελούν μια από τις μπάντες που είχα ανακαλύψει πριν κάποια χρόνια και μου είχε αφήσει τόσο θετικές εντυπώσεις, ώστε να της αφιερώσω μια σχεδόν σελίδα στην στήλη «Πολύτιμα Μέταλλα» την οποία υπογράφω στην «Φανταστική Λογοτεχνία». Με ύφος που φέρνει στο νου τους Judas Priest και με τραγούδια που φωλιάζουν μόνιμα στην μνήμη, όπως είχα γράψει σε εκείνο το αφιέρωμα, το εν λόγω συγκρότημα θα έπρεπε αναμφίβολα να είναι ευρύτερα γνωστό.
Η πρώτη τους εμφάνιση στην Αθήνα υπήρξε αντάξια των προσδοκιών. Με σκηνική παρουσία και διάθεση που θα ταίριαζε σε παγκόσμια γνωστό rock star, ο Carl Sentance ήταν απλά σαρωτικός. Rise Up, Don’t turn Around, Dark Tower, Women and Rock, Calling for you, Soul Deceiver… και τα μυαλά στα κάγκελα! Η εμφάνισή τους υπήρξε σχετικά σύντομη αλλά αρκετή για να κάνει τα θεμέλια του Κυττάρου να τρίζουν. Όταν κατέβηκαν απ’ την σκηνή βρήκα για λίγο την ευκαιρία να απομονώσω τον Sentance και να του δώσω το δέκατο τρίτο τεύχος του περιοδικού μας στο οποίο περιλαμβάνεται το αφιέρωμα στο συγκρότημά του.
Έπειτα από τον Ουαλό και την παρέα του ήρθε η σειρά του Άγγελου Περλεπέ και των Mystery. Ο Έλληνας βιρτουόζος της κιθάρας έλαμψε κυριολεκτικά. Με αξέχαστα τραγούδια όπως τα Burning Eyes, Destiny, Fatal Passion αλλά και με τα προσωπικά του solos συνέχισε αυτό που άρχισαν οι Persian Risk. Λίγο πριν το ελληνικό συγκρότημα ανέβει στην σκηνή συνάντησα τυχαία ανάμεσα στον κόσμο τον οργανωτή του αθηναϊκού fan club της West Ham. Όταν χαιρετηθήκαμε μου είπε ότι είχε έρθει πρωτίστως για να δει τους Mystery!
Όσο οι νεοκλασικοί Έλληνες powers ήταν στην σκηνή είδα κάποια στιγμή τον «hammer» έτοιμο να απογειωθεί! Του χτύπησα την πλάτη φιλικά και προχώρησα πιο μπροστά. Μετά την ολοκλήρωση του set βρήκα τον Άγγελο στους πάγκους πωλήσεως δίσκων που είχαν στηθεί και τον ευχαρίστησα για την συνέντευξη που μας παραχώρησε στο προηγούμενο τεύχος. Εκείνη την ώρα ήρθε και ο κιθαρίστας των Persian Risk για να τον γνωρίσει, όντας εντυπωσιασμένος από τις ικανότητές του.
Αμέσως μετά άνοιξα κουβέντα με έναν μεσήλικα «τυπάρα» ο οποίος μου είπε ότι μόλις είχε έρθει από το γήπεδο όπου παρακολουθούσε τον αγώνα Φωστήρας-Παναχαϊκή και πανηγύριζε την νίκη της πατρινής του ομάδας. Ως ποδοσφαιρόφιλος δεν έχασα την ευκαιρία να θυμηθώ παλιές εποχές του γηπέδου όταν πήγαινα στην Πάτρα να δω τον Ολυμπιακό, είτε ως πιτσιρικάς με τον πατέρα μου την εποχή του Σέστιτς είτε αργότερα ως έφηβος σε εκδρομές της Θύρας 7. Σε μια τέτοια συναυλία ήταν ωραίο και αναμενόμενο να συναντήσω «παλιές καραβάνες» του σκληρού ήχου που διέθεταν την «μεταλλική κουλτούρα» με την οποία είχε συνδεθεί η ελληνική κοινότητα των φίλων του heavy metal κάποτε και που σήμερα έχει σχεδόν χαθεί.
Μετά στην σκηνή ανέβηκαν οι Praying Mantis. Τι να πρωτογράψει κανείς για την εμφάνιση αυτής της καταπληκτικής μπάντας; Αδαμάντινος ήχος, γλυκές μελωδίες και ριπές ατσαλιού. Children of the Earth, Captured City, Dream On, Panic in the Streets και πολλά ακόμη εξαιρετικά τραγούδια μας έστειλαν κυριολεκτικά στα ουράνια. Οι Mantis έπαιξαν περισσότερη ώρα από τους Persian Risk ενώ ήταν οι πρώτοι που έκαναν encore. Κρίμα πραγματικό για ένα συγκρότημα τέτοιας κλάσης να παίζει μπροστά σε τόσο μικρό κοινό. Με μια μουσική ταυτότητα που τους φέρνει κάπου ανάμεσα στο ύφος των Iron Maiden και των Def Leppard και με άριστη απόδοση επί σκηνής, συγκαταλέγονται αδιαμφισβήτητα στα συγκροτήματα που έχουν αδικηθεί από την ιστορία.
Το πλούσιο πρόγραμμα και οι καθυστερήσεις που προέκυψαν ανάγκασαν τους Grim Reaper να ανέβουν στην σκηνή στις δυο παρά τέταρτο τα ξημερώματα! Αυτό είχε μια αρνητική συνέπεια. Ο κόσμος που βρισκόταν εκεί από το μεσημέρι είχε σχεδόν εξαντληθεί. Έτσι όταν ο Steve Grimmett και η παρέα του εμφανίστηκαν είχαν την χαρά να παίξουν τα πρώτα τρία τραγούδια μπροστά στους διακόσιους metalheads που βρίσκονταν εκεί από πολύ νωρίς αλλά μετά τις δύο ο κόσμος άρχισε σιγά-σιγά να αποχωρεί και οι Reaper ολοκλήρωσαν την εμφάνισή τους ως headliners μπροστά σε σαράντα περίπου άτομα! Μολοντούτο, ο γερόλυκος και οι υπόλοιποι συνέχισαν ακάθεκτοι να εξακοντίζουν μεταλλικούς κεραυνούς! Rock you to Hell, Lust for Freedom, Waysted Love, Wrath of the Ripper, Fear no Evil και πολλά ακόμη κομμάτια ανεπιτήδευτου, αντρίκιου και πεζοδρομιακού heavy metal ισοπέδωσαν τα θεμέλια του Κυττάρου. Αξιομνημόνευτη και η αφιέρωση του Grimmett στον εκλιπόντα Dio με την διασκευή του Don’t talk to Strangers.
Γύρω στις δυόμιση η καταιγίδα κόπασε αφήνοντας τους τελευταίους πιστούς του αυθεντικού heavy metal με τεράστια χαμόγελα απλωμένα στα χείλη. Ωστόσο, σε περίπτωση που με ρωτούσε κανείς αν οι εντυπώσεις μου ήταν εξολοκλήρου θετικές θα απαντούσα, μετά από λίγη σκέψη, το εξής: Η απόδοση των συγκροτημάτων ήταν καταπληκτική, τα αυτιά μου γέμισαν μεταλλικές μελωδίες, η καρδιά μου όμως όχι… Και τούτο για τον εξής λόγο.
Ο ήχος, η θεματολογία και η γενικότερη ταυτότητα των συγκροτημάτων που απολαύσαμε αποτέλεσε την βάση για την εκδίπλωση ενός ιστορικού μουσικού κινήματος το οποίο διέθετε ως κύρια γνωρίσματα τον πεζοδρομιακό βίο, την νεανική ορμή, την ανδροπρέπεια, τον σεβασμό στην παράδοση, την αντίδραση στον αστικό τρόπο ζωής και την ανεπιτήδευτη απλότητα της παρέας. Ως απάντηση στον επίσης πεζοδρομιακό χαρακτήρα του punk, το αυθεντικό αυτό heavy metal μελετήθηκε από τους κοινωνικούς επιστήμονες και αγαπήθηκε από αρκετό κόσμο. Ωστόσο, μολονότι στην σκηνή οι εκφραστές του ήταν ανεπανάληπτοι το βράδυ της Παρασκευής, ομολογώ ότι για όσο πρόλαβα να έρθω σε επαφή μαζί τους όταν ολοκλήρωσαν τις εμφανίσεις τους εκείνο που διαπίστωσα είναι πως δεν έχουν μείνει παρά ελάχιστα στοιχεία στην συμπεριφορά τους που να παραπέμπουν στην πρωταρχική κουλτούρα του κινήματος.
Με εξαίρεση τον υπέροχο Grimmett, ο οποίος μίλησε αντρίκια, δήλωσε με ειλικρίνεια ότι λατρεύει την Ελλάδα, τράβηξε ο ίδιος από την σκηνή αναμνηστικές φωτογραφίες των… σαράντα ακροατών του και ανακοίνωσε ότι από την προηγούμενη φορά που είχε να μας δει έγινε παππούς (δείχνοντας έτσι ότι αποκάλυπτε κάτι προσωπικό σε μια κοινότητα ανθρώπων που εκτιμά πραγματικά), στις υπόλοιπες προσωπικότητες των μουσικών δεν διέκρινα κάτι τόσο αυθεντικό.
Δεν θα αναφέρω ποιος έκανε τι. Θα αρκεστώ απλά να υπογραμμίσω ότι εκείνο που αποκόμισα ήταν ότι στην σκηνή αποδίδουν καταπληκτικά από κεκτημένη ιστορική ταχύτητα, όπως μου είπε ένας από τους παλαιούς Έλληνες νεορομαντικούς της Πολεμικής Σημαίας ο Κώστας ο Werewolf, και όχι γιατί ταυτίζονται με αυτό που παρουσιάζουν. Ατάκες του τύπου «play fucking metal, to your fucking country», ευγενική μεν αλλά αντιληπτά πικρόχολη συγκατάβαση για το γεγονός ότι το μικρό κοινό δεν γνώριζε στίχους και τίτλους τραγουδιών, τυπική ευγένεια προς τους συνομιλητές, ένθερμες συνομιλίες με κοριτσάκια και άλλα συναφή με παρέπεμψαν σε ξένες προς εμάς νοοτροπίες του τύπου «media, sex and rock’n’roll» και όχι στην κουλτούρα του «street, beer, myth and war» την οποία αποτυπώνει το μουσικό κίνημα που τόσα χρόνια υποστηρίζουμε και προκρίνουμε ως τμήμα μιας ευρύτερης αντίθεσης στον αστικό νεωτερικό κόσμο.
Μετά από την Παρασκευή έχω πάψει πλέον να ζηλεύω τους δυτικοευρωπαίους metalheads της δεκαετίας του ’80 για τις υπέροχες ημερήσιες συναυλίες, με συμμετοχή των σπουδαιότερων συγκροτημάτων, που είχαν την ευκαιρία να παρακολουθήσουν. Κι αυτό γιατί η μουσική καταιγίδα της Παρασκευής ήταν άνετα συγκρίσιμη με εκείνες. Οφείλω, επίσης, να παραδεχτώ δημοσίως ότι, όπως όλα δείχνουν, οι ακροατές του hard core αποτελούν τους μόνους ίσως που μπορούν μέχρι σήμερα να υπερηφανεύονται ότι πολλοί εκφραστές του, ασχέτως της υβριδοποίησης του ήχου τους, διατηρούν στενή επαφή με τον αρχικό street χαρακτήρα τους. Μέχρι την επόμενη συνάντηση, «μεταλλικούς χαιρετισμούς» σε όλους τους ρομαντικούς!
Τρίτη, 11 Νοεμβρίου, 2014
Ο/Η Ανώνυμος είπε...
tzortzadams, συμφωνώ. Κρατώ μια επιφύλαξη, επειδή δεν τους είχα γνωρίσει την δεκαετία του '80. Μπορεί κάποιοι απ' αυτούς και τότε να μην διέφεραν από σήμερα, κι απλώς να εισέρχονταν στο πλαίσιο του κινήματος για να αποτυπώσουν την έμπνευσή τους σαν να επέλεγαν έναν ρόλο που τους άρεσε, χωρίς όμως ως προσωπικότητες στην καθημερινή τους ζωή να εξέφραζαν την κουλτούρα του. Μπορεί και να ήταν αυθεντικοί αλλά να ξεθώριασαν από τον χρόνο, από την πίεση της μουσικής βιομηχανίας ή από άλλους παράγοντες. Ποιος ξέρει;
Ανώνυμε, μια από τις κύριες δυνάμεις του ανθρώπινου πνεύματος που αναδεικνύει ο Ρομαντισμός είναι η μνήμη. Δεν ξεχνάμε τους "old school" νεορομαντικούς!
Άνθρωποι σα τον Κώστα τον Werefolf , το Γιώργο τον Qualiaron και φυσικά το Χάρη τον Warlord είναι σίγουρα school, αλλά ποτέ δε θα γίνουν old για μας!
Hail!
Hail!