Εξωτερική πολιτική με το κιάλι


Υπήρχε μια εποχή που το ελλαδικό κράτος, μολονότι έπασχε από χίλιες δυο παθογένειες, λειτουργούσε σε κάποια θέματα της εξωτερικής πολιτικής με έναν τρόπο που απέπνεε μια υπόνοια ανεξαρτησίας. Το αραβικό ζήτημα ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Η Ελλάδα μέχρι το 1990 βάσιζε την εξωτερική της πολιτική σε ένα αυτονόητο συμπέρασμα. Ο αραβικός κόσμος μπορεί κατά τον μεσαίωνα να απείλησε την Ευρώπη. Ωστόσο στην νεωτερική εποχή έχει αποδυναμωθεί και κερματιστεί σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην αποτελεί γεωστρατηγική απειλή και, κατά συνέπεια, η Ελλάδα να μην είναι (όπως το US αμυντικό δόγμα έλεγε) κάποιο προπύργιο του δυτικού κόσμου ενάντια σε μια υποτιθέμενη αραβική επίθεση.


Αντιθέτως ο αραβικός κόσμος, αν και χωρίς σοβαρή γεωπολιτική ισχύ, αποτελούσε και αποτελεί απειλή για το κράτος του Ισραήλ, λόγω της γεωγραφικής τους γειτνίασης και της ιστορικής τους διαμάχης. Συνεπώς, το US δόγμα ασφάλειας της ανατολικής Μεσογείου είχε προσαρμοστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να  παρουσιάζει ως απειλή για τον δυτικό κόσμο οτιδήποτε συνιστούσε απειλή για το κράτος του Ισραήλ.

Η Ελλάδα ήταν ένα κράτος που στις μικροκατανομές ισχύος της ανατολικής Μεσογείου, είχε συγκρουόμενα συμφέροντα με το Ισραήλ. Και οι δυο χώρες διεκδικούσαν, λίγο πολύ, κοινά πράγματα. Και μολονότι η γεωπολιτική υποστήριξη που αποκόμιζε το Ισραήλ από τον δυτικό κόσμο ήταν παγκόσμιας δυναμικής, μέχρι το 1990 το ελλαδικό κράτος κατάφερνε να στέκεται με κάποια αξιοπρέπεια στην περιοχή, αποτελώντας έναν υπολογίσιμο πόλο απέναντι στην Τουρκία και το Ισραήλ, που ήταν οι βασικοί του ανταγωνιστές.

Αυτή η υποψία της γεωπολιτικής μας παρουσίας εξανεμίστηκε από την μοιραία ώρα που ανέλαβε τα ηνία της χώρας ο Κώστας Σημίτης. Μέσα σε τρία χρόνια η Ελλάδα έγινε αποικία και καρπαζοεισπράκτορας της περιοχής αναγκαζόμενη, μετά από διαδοχικές συμβολικές ήττες από την Τουρκία, να φτιάξει κοινό δορυφόρο με τον άλλο ανταγωνιστή της, δηλαδή το Ισραήλ (στην ουσία να θέσει την ελληνική υπηρεσία αποκόμισης δορυφορικών πληροφοριών στην εποπτεία της αντίστοιχης ισραηλινής). Ωστόσο η πρώτη υποταγή είχε πραγματοποιηθεί  την εποχή της κυβέρνησης του Μητσοτάκη του 1ου, όταν εν λόγω ισοπέδωσε την μέχρι τότε διπλωματική παράδοση του υπουργείου των Εξωτερικών και ως πρωθυπουργός (με υπουργό Εξωτερικών των Αντώνη Σαμαρά) υπέγραψε την αναγνώριση του κράτους του Ισραήλ, απομονώνοντας την Ελλάδα από τον αραβικό κόσμο.


Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν εκείνη την κίνηση του Μητσοτάκη λέγοντας ότι η Ελλάδα ήταν η τελευταία χώρα της τότε ΕΟΚ η οποία δεν είχε αναγνωρίσει το Ισραήλ. Μόνο που παραλείπουν να μας πουν ότι ήταν και η μοναδική χώρα της τότε ΕΟΚ, που είχε τον χώρο των ζωτικών γεωπολιτικών της συμφερόντων στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και ότι τα εθνικά της συμφέροντα ήταν σε αρκετά σημεία ανταγωνιστικά με εκείνα του εν λόγω κράτους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του δικού μας προσανατολισμού αποτελεί η Αίγυπτος. Μολονότι η Αίγυπτος έχει σήμερα μια δικτατορική δυτικόφιλη κυβέρνηση και εμπλέκεται στο δυτικό ενεργειακό παιχνίδι της περιοχής μαζί με την χώρα μας, καταφέρνει παράλληλα να διατηρεί μια υποτυπώδη γεωπολιτική αυτονομία μη ανεχόμενη να συνδεθεί ανοιχτά με το Ισραήλ και διατηρώντας τους δεσμούς με τον αραβικό παράγοντα στο ζήτημα του παλαιστινιακού.

Υπάρχουν και ορισμένοι άλλοι που αναρωτιούνται αν θα πρέπει να συμμαχήσει η Ελλάδα με το Ισραήλ από την στιγμή που η παλαιστινιακή Χαμάς υποστηρίζεται από την Τουρκία και εκφράζει έναν ακραίο σουνιτικά ανατολίτικο ισλαμισμό, ο οποίος είναι εχθρικός προς την ευρωπαϊκή κουλτούρα. Η απάντησή μας είναι ότι η Χαμάς μπορεί να είναι μια οργάνωση με τέτοια γνωρίσματα ωστόσο γεωπολιτικά πράττει το αυτονόητο και συνεργάζεται με τους αντιπάλους του Ισραήλ. Γι αυτό και οι τζιχαντιστές (που χρηματοδοτούνται από τους δυτικούς καπιταλιστές και είναι αυτοί που οραματίζονται τον βίαιο εξισλαμισμό της Ευρώπης) την θεωρούν ως νούμερο ένα εχθρό στη Μέση Ανατολή. Όσον αφορά το θέμα της συμμαχίας με την Τουρκία, προέκυψε γιατί τόσο η Τουρκία όσο και η Χαμάς είχαν το θάρρος να ενταχθούν στην συμμαχία Ρωσίας-Συρίας, που υφίσταται στο γεωπολιτικό θέατρο της Μέσης Ανατολής. Αντιθέτως οι φιλελεύθερες ελληνικές κυβερνήσεις μετέτρεψαν την χώρα σε γεωπολιτικό ουραγό των δυνάμεων του δυτικού κεφαλαίου, δίχως να έχουμε δει μέχρι στιγμής κάποια σημαντικά γεωπολιτικά αποτελέσματα. Τέλος, ως ρομαντικοί, θεωρούμε ότι ο κίνδυνος εξισλαμισμού της Ευρώπης είναι εξίσου ανατριχιαστικός με τον εδώ και διακόσια χρόνια φιλελεύθερο εκφυλισμό της. Με την διαφορά ότι ο φιλελεύθερος εκφυλισμός έχει ήδη ριζώσει  γύρω μας ενώ ο ισλαμισμός αποτελεί δυνητική απειλή. Αναγνωρίζουμε, βέβαια, ότι αυτό το σκεπτικό γίνεται δύσκολα αντιληπτό στους ζητωπατριώτες και τους νεοεθνικιστές υπαλλήλους της ελλαδικής Δεξιάς. Τόσο σε όλους τους παραπάνω όσο και στους θιασώτες του φιλελευθερισμού φαντάζει απίθανο ότι υπάρχουν ακόμη αληθινοί Έλληνες εθνικιστές που θέτουν τα εθνικά συμφέροντα πάνω από τα συμφέροντα των ισορροπιών της (sic) διεθνούς κοινότητας.


Οι διαπρύσιοι υπερασπιστές της ελληνοϊσραηλινής προσέγγισης μας μιλούν για τα οφέλη της διπλωματικής μας υποταγής (που βαφτίζουν συμμαχία). Μόνο που εμείς ακόμη δεν τα έχουμε δει. Αντιθέτως έχουμε δει ένα αποσαρθρωμένο ελληνικό κρατίδιο να μην έχει κανένα λόγο στα όσα συμβαίνουν σε μια περιοχή που υποτίθεται ότι αποτελεί την γεωπολιτική του σφαίρα επιρροής. Και μάλλον δεν θα τα δούμε ποτέ τα πολυδιαφημισμένα οφέλη της συμμαχίας με το Ισραήλ. Θα συνεχίσουμε όμως να βλέπουμε την γεωπολιτική περιοχή που οφείλαμε να επηρεάζουμε να προχωρά την ιστορική της ζωή με το ελλαδικό κράτος να παίζει τον ρόλο του κομπάρσου.

Αλλά μάλλον κάτι τέτοιο δεν ενδιαφέρει και πολύ τον μέσο συμπολίτη της εποχής μας. Του αρκεί το survivor, το life style. Λίγο το έχετε να είμαστε μέρος του δυτικού κόσμου της φιλελεύθερης νεωτερικότητας;