του Σταμάτη Μαμούτου
Χρειάστηκε να περάσουν περισσότερα από εικοσιπέντε χρόνια προκειμένου η τύχη να τα φέρει έτσι ώστε να δω ξανά από κοντά ένα από τα ελληνικά συγκροτήματα που μεσουρανούσε στην εγχώρια σκηνή του σκληρού ήχου όταν ως έφηβος εισερχόμουν στα ενδότερα του heavymetal και του ευρύτερου rock κινήματος. Ήταν τότε που οι Εξόριστοι έκαναν την πρώτη τους δισκογραφική εμφάνιση με τον ομώνυμο εξαιρετικό τους δίσκο στρέφοντας πάνω τους την προσοχή πολλών ακροατών του hard rock και του heavy metal, με πρώτους όλων εμάς που στα μουσικά στέκια αποκαλούμασταν «επικάδες». «Δόξα και Τιμή», «Σύνορα Παντού», «Κάνω μια Ευχή» και άλλα τραγούδια εκείνου του δίσκου εκτίναξαν την δημοφιλία του ελληνόφωνου epic συγκροτήματος στα ύψη. Γρήγορα οι Εξόριστοι άρχισαν να υποστηρίζουν το μουσικό τους υλικό με ζωντανές εμφανίσεις αλλά και μέσω των τηλεοπτικών εκπομπών του αρχηγού τους Δημήτρη Κατή, που προβάλλονταν στην ελληνική δημόσια τηλεόραση. Εκείνα τα χρόνια η μπάντα πραγματοποίησε κάποιες συναυλίες οι οποίες άφησαν εποχή.
Έκτοτε τα χρόνια πέρασαν, οι συνθήκες στα πλαίσια του rock κινήματος άλλαξαν, ωστόσο οι Εξόριστοι παρέμειναν συνεπείς στην μουσική τους ατραπό. Και μολονότι χρειάστηκε να οργανωθεί η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας και να κυκλοφορήσει το περιοδικό «Φανταστική Λογοτεχνία» προκειμένου οι παλιοί «επικάδες» να συσπειρωθούμε αρθρογραφικά ξανά σε ένα έντυπο, μια σειρά από δεδομένα και γεγονότα με έκαναν να μην μπορέσω να συνοδεύσω τον Χρήστο Νάστο και άλλους φίλους αρθρογράφους του περιοδικού σε κάποια από τις συναυλίες των Εξόριστων που έλαβαν χώρα τα τελευταία έτη. Ευτύχησα πάντως να φιλοξενήσω μέλη τους στην ραδιοφωνική μου εκπομπή, πριν έναν χρόνο περίπου, χάρη στην πρωτοβουλία του φίλου μου συγγραφέα Γιώργου Θεμελή και λόγω της γνωριμίας μου με τον πιανίστα-κιμπορντίστα του συγκροτήματος Στέλιο Μαργαριτόπουλο.
Σε εκείνη την εκπομπή είχα υποσχεθεί στον Στέλιο και τον Δημήτρη ότι δεν υπήρχε περίπτωση να μην έδινα το παρόν στην επόμενη συναυλία τους. Και μολονότι η τύχη πήγε να παίξει ξανά το πονηρό παιχνίδι της, καθηλώνοντάς με πριν λίγες ημέρες με υψηλό πυρετό στο σπίτι, η απόφαση είχε ληφθεί προ πολλού και παρότι βρισκόμουν στην ανάρρωση, με την παρακίνηση της καλής παρέας του Νικόλα τουDusan, του Βλάση του Πλήθωνα, του Παναγιώτη Μπουρδάκου και της Μαίρης «Therion» Ιορδανίδου, αψήφησα τον πυρετό, υιοθέτησα τις συμπεριφορές της εφηβείας μου και βρέθηκα στο Κύτταρο για να παρακολουθήσω την συναυλία.
Πρώτοι εμφανίστηκαν οι Clairvoyant. Το συγκρότημα του Βαγγέλη Κεραμιδά παρουσίασε ένα set που διήρκησε ελαφρώς περισσότερο από μισή ώρα, παίζοντας έξι τραγούδια συνολικά. Τα πέντε ήταν από τον τελευταίο τους δίσκο, που κυκλοφόρησε το 2015 υπό τον τίτλο «The Last Marks of Prophecy». Συγκεκριμένα πρόκειται για τα «Celestial Dream», «Theater of Life», «Break the Embankments», «Stand and Resist», και «War Promises». Επίσης, η μπάντα από την Χαλκίδα διασκεύασε, όπως συνηθίζει, το «Lonely Lady» των Q5.
Η απόδοση των Clairvoyant ήταν άψογη. Γρήγορο, αυθεντικό heavy metal, με power ταχύτητες και maidenικές επιρροές συνιστούν την μουσική πρότασή τους και η αλήθεια είναι ότι η εν λόγω πρόταση αρέσει σε όλους εμάς που εστιάζουμε στο αυθεντικό heavy metal. Κοντολογίς, η εμφάνισή τους αποτέλεσε το καλύτερο ζέσταμα για το κύριο μέρος της βραδιάς.
Γύρω στις έντεκα παρά τέταρτο οι Εξόριστοι ανέβηκαν στην σκηνή του Κυττάρου γνωρίζοντας την αποθέωση από τους τριακόσιους παρευρισκόμενους. Καταρχάς, θα πρέπει να σημειώσω ότι ο αριθμός των θεατών θεωρώ ότι ήταν ικανοποιητικός, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι πριν έναν χρόνο η μπάντα είχε παρουσιαστεί στον ίδιο χώρο, με το ίδιο περίπου μουσικό υλικό και χωρίς έκτοτε να έχει μεσολαβήσει κάποια νέα κυκλοφορία. Η σταθερή υποστήριξη ενός σεβαστού αριθμού θεατών στις συναυλίες των Εξόριστων καταδεικνύει ότι το συγκρότημα του Δημήτρη Κατή έχει αφοσιωμένους, σταθερούς και πολλούς υποστηρικτές. Ωστόσο, κατέστη σαφές ότι πέρα από σταθερούς οι Εξόριστοι έχουν και φανατικούς οπαδούς. Οπαδούς που θυμίζουν στους παλαιότερους ένδοξες ημέρες από τα περασμένα του «μεταλλικού» κινήματος. Πέρα από τους «believers» των Εξόριστων, όπως ήταν αναμενόμενο, την συναυλία παρακολούθησαν και αρκετοί «μεγάλοι παλαιοί» της ελληνικής heavy metal σκηνής, με κορυφαίους όλων τον Γιώργο τον Omen και την δική μας (όπως προανέφερα) Μαίρη Ιορδανίδου.
Μόλις η μπάντα του Κατή έκανε την εμφάνισή της ακολούθησε πραγματικός πανικός στις πρώτες γραμμές. Σημαίες των Εξόριστων κυμάτιζαν, καπνογόνα «φούντωσαν», ακόμη και βαρελάκια ανοίχτηκαν (με αποτέλεσμα να παρέμβουν οι υπεύθυνοι ασφαλείας του χώρου και να τα απομακρύνουν για να μην παρουσιαστούν αναπνευστικά προβλήματα σε κανέναν θεατή). Η εμφάνιση των Εξόριστων διήρκεσε κάτι παραπάνω από δυο ώρες και η απόδοσή τους ήταν εξαιρετική. Αισθητικά άρτιο συμπλήρωμα της σκηνικής παρουσίας τους αποτέλεσαν και οι εικόνες που προβάλλονταν συνεχώς πίσω από την πλάτη του drummer. Επρόκειτο για πίνακες ζωγραφικής με επικές θεματικές, φωτογραφίες του συγκροτήματος καθώς επίσης και μια επιβλητική ελληνική σημαία.
Όσον αφορά το καθαρά μουσικό μέρος θα ξεκινήσω σημειώνοντας ότι η φωνητική έκταση του Μοδινού είναι αναμφίβολα εντυπωσιακή. Ο Κατής, όντας σε μεγάλη φόρμα, άνοιγε μέσω των συγχορδιών του μουσικούς διαλόγους με τα εξαιρετικά γεμίσματα και τα δύσκολα «σολαρίσματα» του Μαργαριτόπουλου. Ο Αποστολόπουλος στην δεύτερη κιθάρα γέμιζε τον ήχο στα ρυθμικά μέρη, φέρνοντας όπως πάντα στις ζωντανές της εμφανίσεις το μουσικό εκκρεμές της μπάντας πιο κοντά στο heavy metal απ’ ότι στο hard rock των ‘70’s στο οποίο την έχουμε συνηθίσει με την μια κιθάρα, ενώ το μπάσο του Rich Melville και τα τύμπανα Αντώνη Ασπρόπουλου συμπλήρωναν άρτια και δυνατά. Κοντολογίς, μολονότι οι αλλαγές στην σύνθεσή τους είναι συχνές, οι Εξόριστοι παρουσιάστηκαν σφιχτοδεμένοι, άρτιοι και δυναμικοί στην σκηνή.
Το set list περιελάμβανε τραγούδια όπως τα «Λυτρωτής», «Γλυκιά Παρθένα», «Βάρβαρες Φωνές», «Το Σπαθί του Νικητή», «Η Αγάπη Δεν Ξεχνά», «Δόξα και Τιμή», «Ιστορία ενός Ήρωα», «Αίμα και Στάχτες», «Αναμέτρηση Τελική», «Κάνω Μια Ευχή», «Σύνορα Παντού», «Άννα», «Ιαχές Θριάμβου», «Ο Αρχηγός» και «Εξόριστοι». Αξίζει να σημειώσω πως το «Δόξα και Τιμή» παίχτηκε με τρεις(!) κιθάρες, καθώς στην σκηνή ανέβηκε και ο παλιός κιθαρίστας του συγκροτήματος Μιχάλης Κοντογιώργης. Απ’ ότι μου είπε στο τέλος της συναυλίας ο Μαργαριτόπουλος, αρχικά υπήρχε η πρόθεση να συμπεριλάβουν τα «Ατλαντικό Παραμύθι» και «Στα Χρόνια του Αγώνα» στο set αλλά τελικά δεν το έπραξαν, μολονότι υπήρξαν πολλοί θεατές που ζητούσαν επίμονα το δεύτερο (ανάμεσα σ’ αυτούς κι εγώ). Τελικά, προτίμησαν να ξαναπαίξουν το «Δόξα και Τιμή» για να κλείσουν την συναυλία τους, σε μια πιο εκτενή εκδοχή του.
Συμπερασματικά η συναυλία των Εξόριστων ήταν χορταστική και η απόδοσή τους εξαιρετική. Αναμφισβήτητα υπήρξαν θεατές που ήθελαν να ακούσουν επιπλέον τραγούδια (κυρίως από τους δίσκους «Δεκαεννιά» και «Η Γενιά των Αρίστων») αλλά από την άλλη δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως η μπάντα έμεινε στην σκηνή παραπάνω από δυο ώρες. Αν θα έπρεπε, λοιπόν, να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις μας ενδεχομένως να χρειαζόταν τουλάχιστον άλλη μια ώρα σκηνικής παρουσίας, πράγμα που εκ των πραγμάτων ήταν αδύνατο να συμβεί.
Μετά το τέλος της συναυλίας πήγα συνοδευόμενος από τον συμπαραγωγό μου στον rockmachine.gr Παναγιώτη Μπουρδάκο να χαιρετίσω και να συγχαρώ τους Εξόριστους. Ο Παναγιώτης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία και έθεσε στον Κατή ερωτήματα σχετικά με την προοπτική να επανακυκλοφορήσουν παλαιότεροι δίσκοι του συγκροτήματος. Ο Δημήτρης απάντησε ότι προς το παρόν η κατάσταση στην μουσική βιομηχανία δεν επιτρέπει την υλοποίηση αυτής της ιδέας, μας διαβεβαίωσε όμως ότι το νέο video clip για το τραγούδι «Ιστορία Ενός Ήρωα» θα είναι έτοιμο μέσα στην άνοιξη. Αναμένουμε, λοιπόν, κι όπως είπα και στον ίδιο τον Δημήτρη Κατή, θέλουμε να βλέπαμε τους Εξόριστους πιο συχνά σε συναυλίες.