Το «Ρομαντικό κακό» απέναντι στην μεταμοντέρνα παρακμή


Όπως έχουμε γράψει και σε παλαιότερα τεύχη της «Φανταστικής Λογοτεχνίας», στην εποχή μας η εκτίμηση των καλλιτεχνικών εκφράσεων του φανταστικού έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις. Στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, σε πολλά κοντολογίς σημεία μπορούμε πλέον να έρθουμε σε επαφή με έργα του ευρύτερου πλαισίου που μας αφορά. Το «Φανταστικό» τείνει να μην είναι πια υπόθεση λίγων ανθρώπων που συγκροτούν κάποιους μικρούς κύκλους. Αντίθετα, δείχνει να απλώνει την εμβέλεια της επιρροής του σε ένα ευρύ κοινωνικό φάσμα. Ωστόσο, η αύξηση του ενδιαφέροντος γι’ αυτό δεν συνοδεύεται από κάποιο βάθεμα της ποιότητάς του.

 
Αρκετά από τα σύγχρονα έργα του Φανταστικού δεν προκαλούν το δέος και την ανατριχιαστικά γοητευτική αίσθηση του ανοίκειου, όπως συνέβαινε με εκείνα του παρελθόντος, κι αυτό που δημιουργεί ανησυχία είναι πως καθίστανται μονομερώς μαζικά καταναλώσιμα. Δηλαδή, αντί μέσω μιας διαλεκτικής διαδικασίας μεταξύ του κοινού και των έργων να προκύπτει τέρψη αλλά κι ένας πνευματικός προσανατολισμός προς την ουσία των πραγμάτων, παρατηρείται η έκπτωση των έργων σε αναλώσιμα είδη της επικρατούσας μεταμοντέρνας νεωτερικής παρακμής.
 
Οι απαρχές αυτής της εξέλιξης ανιχνεύονται στην ανάδειξη ενός γενικότερου ενδιαφέροντος για το Φανταστικό, που έλαβε χώρα από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 κι έπειτα. Η προβολή παλαιότερων και η δημιουργία νέων έργων του Φανταστικού, που προέκυψε ως απάντηση σε αυτό το ενδιαφέρον, δυστυχώς δεν συνοδεύτηκε από ένα θεωρητικό κέντρο το οποίο θα ενοποιούσε την πολυσχιδή εκφραστικότητα και θα αποκάλυπτε την ουσία της αισθητικής του «φανταστικού πεδίου». Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρξει μια κινητικότητα στο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό πλαίσιο, χωρίς όμως τα έργα που παρουσιάστηκαν να διαθέτουν την θωράκιση ενός θεωρητικού υπόβαθρου που θα μπορούσε να αποτελέσει κριτήριο για την περιγραφή του τι πραγματικά είναι Φανταστικό. Μοιραία, η ρομαντική προέλευση των παλαιών έργων λησμονήθηκε και η δύναμη της μόδας δημιούργησε τάσεις μέσω των οποίων πολλά νέα έργα απορροφήθηκαν από την κυρίαρχη μεταμοντέρνα πνευματικότητα.
 
Μια από τις συνέπειες ήταν και η μετάλλαξη ενός βασικού φανταστικού λογοτεχνικού χαρακτήρα, δηλαδή του βρικόλακα. Η εποχή που τα «vampires» της λογοτεχνίας του φανταστικού και του κινηματογράφου παρουσιάζονταν αποκλειστικά ως αιμοβόρα, απόκοσμα ή γοητευτικά μυστηριώδη πλάσματα του κακού δείχνει να έχει παρέλθει. Σήμερα, (με εξαίρεση ίσως τον χώρο των εικαστικών) τόσο στις οθόνες όσο και στις σελίδες των λογοτεχνικών κειμένων, οι βρικόλακες αποκτούν μεγαλύτερη συμβατότητα με τους ανθρώπους. Αναπτύσσουν συναισθηματικό και ηθικό υπόβαθρο. Ελέγχουν το πάθος τους για αίμα και αναπαράγουν την αέναή τους επιβίωση με τεχνητά μέσα. Γίνονται συμβατικά ορθολογιστές, επιρρεπείς σε συμπεριφορές που πηγάζουν από χλιαρά συναισθήματα και διαλλακτικοί. 
 
Είναι σαφές πως το κοινό και οι δημιουργοί της εποχής μας αρχίζουν να βλέπουν τους βρικόλακες με θετικό τρόπο. Μια από τις διαδεδομένες απόψεις υποστηρίζει ότι αυτή η ηθικοποίηση των βρικολάκων πηγάζει από την πάγια αγάπη των ανθρώπων για μια ζωή χωρίς «ελαττώματα» όπως οι ασθένειες, η κόπωση και το γήρας. Για μια ζωή χωρίς θάνατο, σε τελική ανάλυση, στην οποία ανταποκρίνεται το πρότυπο του λογοτεχνικού βρικόλακα.
 
Η παραπάνω άποψη είναι συμβατή με τις επιστημονικές προσεγγίσεις του κλάδου της «κοινωνιολογίας του σώματος», ενός επιστημονικού κλάδου που φέρει τις επιρροές του Μεταμοντερνισμού. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα αυτής της κοινωνιολογικής σχολής, ο άνθρωπος της εποχής μας απαντά στην πρόκληση του θανάτου και του γήρατος με το να «καταργεί» τις ηλικιακές τομές. Πλέον, άνθρωποι διαφορετικών ηλικιών ντύνονται με το ίδιο στυλ, συχνάζουν στα ίδια μέρη και συμπεριφέρονται παρόμοια. Μεγαλύτεροι σε ηλικία χρησιμοποιούν τεχνικές του μακιγιάζ, της κόμμωσης και της σωματικής φροντίδας για να «παγώνουν» τα ηλικιακά σημάδια. Ακόμη και η ίδια η αντιμετώπιση του θανάτου έχει χάσει πολλή από την παλαιότερη πνευματιστική της υφή και μοιάζει να παίρνει τυπικότερο χαρακτήρα.  
 
Σε αυτό το πλαίσιο η ανατροπή των λογοτεχνικών σταθερών συνδέεται με την γενικότερη ανατροπή παλαιότερων αξιών. Ο βρικόλακας, όντας ένα πλάσμα χωρίς ηλικία, χωρίς μεταβολές στην εξωτερική εμφάνιση και χωρίς θάνατο, δεν είχε παρά να αποκτήσει ενδιαφέρον για τους φορείς αυτής της μεταμοντέρνας τάσης. Το μόνο που έμενε ήταν να ψαλιδιστούν κάποια παλαιότερα γνωρίσματά του, προκειμένου να καταστεί λογοτεχνικό, τηλεοπτικό και κινηματογραφικό φετίχ των καιρών μας.
 
Ωστόσο, η προσωπική μου εκτίμηση είναι διαφορετική. Σαφώς και αναδεικνύω την αξία της παραπάνω ανάλυσης. Το κάνω, όμως, μοναχά για να ερμηνεύσω το πώς συνδέεται στο παρόν ο συγκεκριμένος λογοτεχνικός χαρακτήρας με την τάση της εποχής μας. Εντούτοις, όλα αυτό δεν είναι τίποτε περισσότερο από το «φαινόμενο» της περίπτωσης. Πίσω και πέρα από αυτό υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που οφείλουμε να αξιοποιήσουμε για να καταλήξουμε σε ένα πειστικό συμπέρασμα σχετικά με το ενδιαφέρον που δείχνει το κοινό για τους βρικόλακες.
 
 
Σε μια πρώτη φάση θα πρέπει να αφήσουμε το παρόν, που θέλει τους βρικόλακες να αποτελούν καλλιτεχνική (μετα)μόδα, και να εστιάσουμε την προσοχή μας στα νεορομαντικά μουσικά, λογοτεχνικά και πνευματικά ρεύματα που γεννήθηκαν κατά την δεκαετία του ’90. Μέσα από αυτά τα ρεύματα, για τις ανάγκες της περίπτωσης, θα ήταν χρήσιμο να ξεχωρίσουμε τρία γεγονότα. Πρώτα απ’ όλα την αναβίωση του ενδιαφέροντος για την λογοτεχνία του φανταστικού και τις βασισμένες σε σενάρια έργων της κινηματογραφικές ταινίες. Έπειτα, την εισβολή της «γοτθικής αισθητικής» -όπως αυτή έγινε αντιληπτή κατά την εποχή του Ρομαντισμού- στην βιομηχανία της ενδυματολογίας και της «μόδας των ρούχων». Τέλος, στην εκδήλωση ενδιαφέροντος για το «gothic» στοιχείο στην μουσική και το εκτενές άπλωμά του πέρα από τα μέχρι τότε γνωστά πεδία της rock και της heavy metal σκηνής.
 
Τόσο στα τρία αυτά γεγονότα όσο και στο σύνολο των εκφράσεων που προέκυψαν από τα νεορομαντικά ρεύματα της δεκαετίας του ’90, η πρόσληψη των σχημάτων του Φανταστικού έγινε με τον παλαιό τρόπο του Ρομαντισμού. Ούτως ή άλλως, η γέννηση  (ή η αναζωπύρωση) των ρευμάτων αυτών αποτέλεσε αισθητική απάντηση στα δεδομένα του ακαλαίσθητου, χρηματοοικονομικού και παγκοσμιοποιημένου κόσμου της μεταμοντέρνας Νεωτερικότητας. Αν θέλουμε, λοιπόν, να δούμε τι πραγματικά γέννησε το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον για τους βρικόλακες (και το κακό εν γένει) θα πρέπει να ανατρέξουμε – μέσω της αισθητικής των νεορομαντικών αυτών  ρευμάτων – στον πρωτογενή Ρομαντισμό.
 
Στα πλαίσια των ρομαντικών ενοράσεων του 18ου και του 19ου αιώνα το συμβατικά αποκαλούμενο «καλό» συνδέθηκε σε κάποιες περιπτώσεις με τις έννοιες της τυπικότητας, του βαρετού και της αδυναμίας. Στην πραγματικότητα, οι ρομαντικοί αντιλήφθηκαν ότι η κυριαρχία της νεωτερικής συνθήκης και των προτάσεων του Διαφωτισμού είχε βασιστεί στην ικανότητα των νεωτεριστών να επαναπροσδιορίζουν τις αξίες και να εννοιολογούν τα πράγματα κατά το δοκούν.  Έτσι, το «καλό» δεν ήταν πλέον εκείνο που νοούταν ως καλό στις προνεωτερικές εποχές. Δεν ήταν εκείνο που εννοούσαν ως καλό οι αρχαίοι φιλόσοφοι και οι μεσαιωνικοί θεολόγοι. Το καλό στην εποχή της Νεωτερικότητας ήταν εκείνο που αντιλαμβάνονταν ως τέτοιο οι χρηματιστές και οι διεθνιστές φιλόσοφοι.
 
Η απάντηση των ρομαντικών δεν άργησε να έρθει. Η ρομαντική επαναστατικότητα εστίασε στο μυθικό, στο υπερβατικό, στο αλλόκοτο, ακόμη και στο κακό στοιχείο, ως εκφράσεις ανατροπής της ωφελιμιστικής και ορθολογιστικής νεωτερικής πνευματικής συνθήκης. Ο «ρομαντικός κακός» ήταν σε ορισμένες περιπτώσεις ο χαρακτήρας που με την δημιουργική του βούληση και την θέληση για υπέρβαση προσπάθησε να σπάσει τα όρια της συμβατικής υλικής εμπειρίας του μηχανοποιημένου αστικού κόσμου, ακόμη κι αν κάτι τέτοιο προκαλούσε φαινομενική ηθική και σωματική βλάβη σε εκείνον και τους συνανθρώπους του. Ο «ρομαντικός κακός» ήταν ενδεχομένως απρόσιτος, μυστηριώδης, διαβολικά γοητευτικός, τραγικός, ενίοτε και ανεξέλεγκτα συναισθηματικός. Μα πάνω απ’ όλα ήταν δυνάμει δημιουργικός, επαναστατικός και ανατρεπτικός. Ήταν εκφραστής δυνάμεων εσώτερων, ουσιαστικών, αληθινών.
 
 
Ο βρικόλακας αποτέλεσε έναν από τους κακούς χαρακτήρες της ρομαντικής λογοτεχνίας, που σε κάποια έργα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο και σε άλλα όχι. Ωστόσο, απέκτησε έντονη δημοτικότητα και συνδέθηκε με τα παραπάνω χαρακτηριστικά της ρομαντικής ενόρασης για το κακό στην νεότερη λογοτεχνία του φανταστικού, από δεύτερο μισό του 19ο αιώνα κι έπειτα. Έκτοτε, τόσο ο βρικόλακας όσο και παρεμφερή πλάσματα απορροφούν στα έργα του φανταστικού αρκετά από τα γνωρίσματα του «ρομαντικού κακού».
 
Με αυτό τον τρόπο έγιναν αντιληπτά τα «vampires» και στα νεορομαντικά ρεύματα της δεκαετίας του ’90. Αυτός είναι ο χαρακτήρας που τα κατέστησε διαχρονικά γοητευτικά και ενδιαφέροντα. Αυτός είναι ο δρόμος που καθιστά συνολικά το «κακό» σε αρκετές περιπτώσεις συμπαθές. Η αριστοκρατία του, η θέληση για υπέρβαση που εμπεριέχει, η ανατρεπτική προς την βαρετή τυπικότητα προοπτική του.
 
Ο κορυφαίος, ίσως, «κακός» του κινηματογράφου, Κρίστοφερ Λι, είχε υπονοήσει με μια φράση όλα τα παραπάνω όταν σε μια συνέντευξη τον είχαν ρωτήσει γιατί προτιμούσε διαρκώς τους ρόλους των κακών κι εκείνος είχε απαντήσει «γιατί οι ρόλοι των κακών είναι οι πιο ενδιαφέροντες».
 
Δυστυχώς, οι χαοτικές δυνάμεις και η δυναμική της φθοράς που περιέχει η μεταμοντέρνα Νεωτερικότητα δείχνουν ικανές να οξειδώσουν όχι μόνο τα τελευταία ίχνη ενάρετης καλοσύνης μα και κάθε προοπτική ουσιοκρατισμού. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 η εισβολή του αγοραίου σκεπτικού στα πεδία του Φανταστικού, σε συνδυασμό με την έλλειψη μιας θεωρητικής ρομαντικής βάσης, έχει εκτρέψει την κουλτούρα του Φανταστικού από τον «αποκαλυπτικό» και «επαναστατικό» παλαιότερο ρομαντικό της προσανατολισμό. Ακόμη και το «καλλιτεχνικό κακό» διαθέτει πλέον μόνο ψήγματα της ρομαντικής του πρόσληψης και δείχνει να πνίγεται στα φλιτζάνια του καφέ που πίνουν οι τηλεοπτικοί βρικόλακες των καιρών μας στα εμπορικά κέντρα αμερικανικών μεγαλουπόλεων.
 
Απέναντι σε όλα αυτά, ως τελευταίοι (μα όχι ύστατοι) Ρομαντικοί, έχουμε να αντιτάξουμε τις πένες και τα φτερά της φαντασίας μας. Αυθεντικά καλοί – και στα μάτια όσων δεν μας αντιλαμβάνονται κακοί – φορείς ιδεατών ενοράσεων και αναζητητές αυθεντικών σχημάτων, υψώνουμε τις σημαίες του Ανίκητου Ήλιου μας και βαδίζουμε αταλάντευτα στο μέλλον που προσδοκούμε.
 
Σταμάτης Μαμούτος, πρόεδρος Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.
 
Εικόνα 3: Jean Honore Fragonard, Mozart, Don Giovanni
 
- Σχόλια σε αυτή την ανάρτηση :
 
Ένα πολύ καλό κείμενο από τον Σταμάτη ! Μια διεισδυτική ματιά, μαζί με το απαραίτητο, και τόσο σπάνιο, θεωρητικό υπόβαθρο - ένα κείμενο από αυτά που μοναχά η Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.ξέρει να προσφέρει...
Σάββατο, 01 Ιουνίου, 2013
 
Ο/Η P A L A D I N είπε...
Πολύ ωραίο αφιέρωμα όντως!
 
Επίσης, οι φίλοι του ρομαντικού κακού θα βρουν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες τις παλιές καλές ταινίες της βρετανικής Hammer, με τους παλιούς "καλούς" απέθαντους, τυλιγμένους σε πέπλα αισθητικής σαγήνης...
 
Διατηρούμε ελπίδες πως ο Κόμης Δράκουλας του Στόκερ και όλοι οι υπόλοιποι αξιοσέβαστοι κακοί θα εξεγερθούν ενάντια στους βρικόλακες των ΜΜΕ, της πολιτικής και φυσικά... αυτούς του Twilight!!!!
;-)
Τετάρτη, 05 Ιουνίου, 2013
Διαγραφή

Ο/Η Αγανακτισμένος στο Πολιτικό είπε...

Για άλλη μια φορά ένα πολύ καλό αλλά και "δύσκολο" κείμενο, βασισμένο στη βαθειά θεωρητική κατάρτιση των μελών της ΦΛΕΦΑΛΟ σε θέματα Ρομαντισμού και Λογοτεχνίας του Φανταστικού. Σταμάτη έχω γίνει φανατικός αναγνώστης σου, σε λίγο φοβάμαι ότι θα αρχίσω να σε ψάχνω ουρλιάζοντας, όπως κάνουν τα 16χρονα για τον τύπο που παίζει στο Twilight (που έχει δηλώσει ότι τα μαλλιά του μένουν έτσι όρθια και φουντωτά γιατί έχει να τα λούσει κάτι χρόνια...)
 
Το κείμενό σου μου θύμισε ένα γεγονός που καταδεικνύει ότι ακόμα και εμπορικά επιτυχημένοι συγγραφείς του Φανταστικού έχουν αρχίσει να νιώθουν αποξένωση από την πλήρως εμπορική χρήση του Φανταστικού: ο Νιλ Γκάιμαν έγραψε κάποια στιγμή στο Τουίτερ, μέσα από ένα βιβλιοπωλείο που είχε πάει "Έχει ένα ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ με επιγραφή Teen Paranormal Romance! Τώρα ξέρω γιατί πάει κατά διαόλου αυτή η χώρα (δηλ. η Αμερική)!!"
 
Πρέπει κατά τη γνώμη μου να μας χαροποιεί πολύ το γεγονός ότι το φανταστικό έχει μπει στα σπίτια όλων, ότι τα νεαρά άτομα διαβάζουν μανιωδώς έστω και τα πολύ light ρομάντζα με βαμπίρ, ότι οι πιο επιτυχημένες εμπορικά ταινίες είναι του Φανταστικού, ότι άτομα όλων των ηλικιών παίζουν games κυρίως με scifi αλλά και με fantasy θέματα, ότι η τηλεοπτική μεταφορά του Song of Ice and Fire με την ποιότητα παραγωγής της και τη σεναριακή δομή της γίνεται θέμα συζήτησης ακόμα και σε πολιτικα τοκ σόου των ΗΠΑ και όλος ο πλανήτης συζητά κάθε βδομάδα τη σειρά (π.χ. η παγκόσμια τρέλα με το πρόσφατο ένατο επεισοδιο της 3ης σεζόν). Μέσα από την επιτυχία αυτή, όχι μόνο θα δοθεί κίνητρο παραγωγής νέων πονημάτων (από τα οποία αδιαμφησβήτητα κάποια θα είναι ποιοτικά), αλλά θα γίνουν γνωστά και κλασσικά έργα, χαρακτήρες, συγγραφείς κλπ (π.χ. το Song of Ice & Fire δεν είναι νέο, από τη δεκαετία του 80 άρχισε να γράφεται) σε ευρύτερο κοινό, που θα ψάξει να βρει, να διαβάσει και να δει τις ρίζες των έργων αυτών, τη συγγενική τους λογοτεχνία, τα θέματα που πραγματεύονται, τις τεχνικές και θα καταλήξει αναπόδραστα να έρθει σε επαφή με το Ρομαντισμό, την πηγή και το θεωρητικό και αισθητικό υπόβαθρο όλης της μαζικής φαντασίας που κυκλοφορεί. Πολύ απλά, ξεκινώντας από τα κλαδιά, θα επιστρέψει στις ρίζες της Φανταστικής λογοτεχνίας και σε όλο το υποβαθρό της. Ελπίζω αυτό να μην είναι ευσεβής πόθος, και να μην κρίνω εξ ιδίων τα αλλότρια, αλλά βλέπω γύρω μου ενθαρρυντικά σημάδια που το υποστηρίζουν.
 
Και βεβαίως, το σχήμα αναζήτησης "κλαδιά --> ρίζες" στην Ελλάδα θα καταλήξει σε αυτό που έχει επεξεργαστεί τα θεωρητικά και αισθητικά πλαίσια του ξεχασμένου σχεδόν Ρομαντισμού στη χώρα μας, στη ΦΛΕΦΑΛΟ και στα εκατοντάδες κείμενά της, τον αναλυτικό πλούτο των σύγχρονων Ελλήνων Μελετητών και κριτικών.
 
Προσυπογράφω την προτοπή του Paladin για τις ταινίες της Hammer. Είναι τα έργα που κατασκεύασαν τη σύγχρονη αντίληψη του πλανήτη για τα κλασσικά τέρατα της Βικτωριανής παραγωγής.
Παρασκευή, 07 Ιουνίου, 2013
Διαγραφή

ΑνώνυμοςΟ/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Φίλοι και συναγωνιστές, όλοι μαζί για μια εξέγερση ρομαντική!
Κυριακή, 16 Ιουνίου, 2013
Διαγραφή

ΑνώνυμοςΟ/Η Ιων Αλβέριχος είπε...
Όπως πάντα τα άρθρα του Σταμάτη κλείνουν στόματα και δείχνουν ποιοί όντως ξέρουν απο Ρομαντισμό και φανταστική λογοτεχνία στην Πατρίδα μας... Η αλήθεια πάντως είναι πως εγώ προτιμώ τους λυκανθρώπους. Θεωρώ πως βγάζουν πολλά ρομαντικά στοιχεία, ακόμα και αν αυτά εκφράζονται σε μια πιο άγρια μορφή. Ο λυκάνθρωπος εκφράζει την βίαιη, ελεύθερη και ριζοσπαστική πλευρά του ανθρώπου ανεξάρτητα απο χωροχρονικά πλαίσια, νύχτα η μέρα, με ήλιο η χωρίς. Είναι ένας κρυμμένος ψυχισμός που αντιτίθεται στην νεωτερικότητα με δόντια και νύχια. Δεν μπαίνει σε φόρμουλες ελαχιστοποίησης του δυνασμισμού του, όπως συχνά βλέπουμε σε σημερινές απεικονίσεις καθώς πρέπει βρικολάκων. Κατά την ταπεινή μου ρομαντική άποψη ο Λυκάνθρωπος εκφράζει την μόνιμη εξέργερση,την ανυπακοή στον εξωτερική πολιτική ορθότητα, την αέναη σύγκρουση με την σχεδόν υποταγμένη στην βιομηχανοποίηση ανθρώπινη φύση. Μέσα απο το λυκάνθρωπο το ένστικτο εναρμονίζεται με τη φύση και βγαίνει στην επιφάνεια το πραγματικό είναι της ρομαντικής ψυχής, απηλλαγμένο απο τις πολύχρωμες κορδέλες-αλυσίδες της κανονικότητας. Ακόμα και αν μιλάμε για δημιουργήματα φαντασίας και μύθων πιστεύω πως οι παραλληλισμοί μπορούν να γίνουν εύκολα κατανοητοί.. Και απο τους λυκανθρώπους και απο τους προβατανθρώπους
Τετάρτη, 19 Ιουνίου, 2013
Διαγραφή

ΑνώνυμοςΟ/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Ίωνα, fight tooth and nail....
Πέμπτη, 20 Ιουνίου, 2013


Διαγραφή