Κάποτε στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, 21/11/1992


του Φιλίππου Βαβουλάκη
                                                                                               
EΣΟΔΟΣ
Θυμάμαι ότι στην αρχή της δεκαετίας του 1990 οι ακροατές του Heavy Metal στην χώρα μας ήταν επιμερισμένοι στις αποκαλούμενες -από τους συντάκτες μουσικών εντύπων- «φυλές[1]» Οι παλαιότεροι τα θυμούνται. Ήταν απαγορευτικό λόγου χάρη να ακούς Manowar και να εκτιμάς το «Arise» των Sepultura, ή να φοράς  t-shirt Slayer και να λοξοκοιτάζεις στο διπλανό ράφι των κεντρικών δισκοπωλείων τα «Keepers»! Οι τομές αυτές μπορεί στα αυτιά των νεότερων να ακούγονται αλλόκοτες ωστόσο, εκείνη την εποχή, αποτελούσαν απόρροια της περιρρέουσας κουλτούρας και είχαν νόημα.

Για να μην μακρυγορώ, αυτά καλώς ή κακώς συνέβαιναν τότε, έτσι ήταν εκείνη η εποχή και η γοητεία που ασκούσε. Οι παραπάνω βιωματικές εικόνες και  οι «μάχες συντακτών» κέντριζαν το ενδιαφέρον και διαμόρφωναν την αισθητική μας. Το Hair ή Glam Metal και το Aor έπνεαν τα λοίσθια. Το Thrash Metal βρίσκονταν στο απόγειο της δύναμης του και στην ωριμότητα του. Το κύμα του Death/Black Metal που σηκώνονταν, θα τα σκέπαζε όλα στα επόμενα χρόνια..

Στον αντίποδα βρίσκονταν οι υπερήφανοι και υπερόπτες «επικοί»[2]..

Αδιάφοροι για τις νέες τάσεις των «μεταλλικών» ρευμάτων, υπεράνω μοδών και διάφορων νεωτερικών κοινωνικοπολιτικών θέσεων/αντιθέσεων που είχαν εισχωρήσει στην θεματολογία του Heavy Metal, παρέμεναν πιστοί σε αρρενωπά αρχέτυπα που με χαρακτηριστική αφοσίωση εμπνέονταν από λογοτεχνικούς ήρωες και μυθικούς κόσμους.


Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της εποχής που αξίζει μνείας είναι η απαράμιλλη αυστηρότητα που διέκρινε το Heavy Metal κοινό. Δηλαδή, δεν νοούνταν να φoρούσε κανείς t-shirt ενός συγκροτήματος και να αγνοούσε την δισκογραφία του. Αν συνεβαινε κάτι τέτοιο κρινόταν ακατάλληλος να την φορά και οι συνέπειες με τις οποίες θα βρισκόταν αντιμέτωπος, ενώπιον μιας αυστηρά προσηλωμένης σε αρχές και γνωρίσματα κοινότητας, ποίκιλλαν..

Οι συναυλίες από μπάντες του εξωτερικού, όταν αυτές λάμβαναν χώρα, αποτελούσαν εξαιρετικά γεγονότα και πολλές από αυτές κατέληγαν σε επεισόδια από θερμόαιμους ποδοσφαιρόφιλους. 


Αλήθεια...ήταν σκληρά χρόνια, μα και αγνά. Σε αυτό το κλίμα των  αντιθέσεων και των αισθητικών προτύπων ανδρώθηκε η γενιά των πρώτων νεορομαντικών, σπορά της  πένας του «Ιππότη του Ηλίου»[3] και ενός ενστικτώδους εφηβικού προσανατολισμού.

                                                              
ΤΟ ΣΥΝΑΥΛΙΑΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ Η ΠΤΩΣΗ ΕΝΟΣ ΜΥΘΟΥ
 Οι Manowar της κλασσικής περιόδου 1982-‘84 απασχόλησαν, λατρεύτηκαν και μισήθηκαν το ίδιο εντόνως από το ελληνικό κοινό. Αυτοανακηρυχθέντες βασιλιάδες του Heavy Metal, εν έτει 1988 δεν ήταν πλέον η μπάντα των λίγων και πιστών οπαδών. Έναν χρόνο πριν, ήδη μετά από μια τρίχρονη δισκογραφική απουσία, είχαν επανέλθει ως πολέμιοι του μοντέρνου κόσμου, χρησιμοποιώντας διάφορα τσιτάτα όπως το ομώνυμο κομμάτι (που ακούστηκε και σε διαφήμηση του παγωτού Boss), με σύγχρονη παραγωγή και την συνεργασία, που θα γινόταν μόνιμη πλέον, του ζωγράφου Ken Kelly.

Αρχές Οκτωβρίου του 1992 και ο «Θρίαμβος του Ατσαλιού», η νέα δισκογραφική κυκλοφορία τους, έρχεται να οριοθετήσει τον επικό ήχο της μπάντας. Επρόκειτο για ενα άνευ προηγουμένως τόλμημα, με μια ελεγεία είκοσι οκτώ λεπτών, μιας σύνοψης του ομηρικού έπους της Ιλιάδος. Και σα να μην έφτανε αυτό, οι κεραυνοβολημένοι νεορομαντικοί μαθαίνουμε ότι το αγαπημένο μας συγκρότημα θα επισκεφθεί την χώρα μας! Το νέο για την επικείμενη συναυλία είχε κάνει πάταγο στις εφηβικές καρδιές μας[4]. Από πολύ νωρίς προμηθευτήκαμε το πολύτιμο εισιτήριο αξίας 4.000 δραχμών. Η προετοιμασία για την συναυλία είχε αχώριστη σύντροφο την ανυπομονησία και την αμέλεια των μαθητικών υποχρεώσεων. Οι πολύωρες ακροάσεις δίσκων και κασετών μαζί με την θεωρητική κατάρτιση της «War Flag Of The Sun», μονοπώλησαν το ενδιαφέρον και ανέβασαν τον πήχη των προσδοκιών. 

Η μεγάλη ημέρα είχε φθάσει. Ήταν Σάββατο. Ο βασιλέας Ήλιος είχε ανατείλει στις 7:12 και η δύση του θα γινόταν στις 5:10. Η συνάντηση με την παρέα μου πραγματοποιήθηκε στον σταθμό του Πειραιά. Ήδη μέσα στο τραίνο δημιουργούνταν μια υποψία γιορτινής ατμόσφαιρας, καθώς όλο και περισσότεροι «δικοί μας» γέμιζαν τα βαγόνια του συρμού.


Στον σταθμό του Φαλήρου η κατάσταση είχε ξεκαθαρίσει. Όσοι εξήλθαν από τα βαγόνια κατέβαιναν για τον ίδιο σκοπό. Όλοι μαζί, παρέες-παρέες, βαδίζαμε προς τα σκαλοπάτια που οδηγούσαν στην υπόγεια διάβαση με κατεύθυνση το Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας -αν μη τι άλλο, μάλλον φάνταζε παράξενο, ένα στάδιο με αυτό το όνομα να φιλοξενούσε τον μουσικό πόλεμο που θα ακολουθούσε. Ένα πρωτόγνωρο αίσθημα κυριαρχούσε, μία άγρια χαρά με είχε πλημμυρίσει από αυτό που συνέβαινε γύρω μου. Η θορυβώδης γιορτή και τα τραγούδια μάχης έδιναν σάρκα και οστά στους στίχους του «Gloves Of Metal». Τα όσα περιγράφονται παραπάνω και θα ξεδιπλωθούν στην συνέχεια, αποτυπώνουν την θύμηση της εμπειρίας δίχως την ανάγκη ωραιοποίησης ενός ενδόξου παρελθόντος.

Η «μεταλλική» μας πομπή έφθασε έξω από τις θύρες και με την σειρά της πύκνωσε τον «στρατό των αθανάτων». Τα τραγούδια συνεχίστηκαν, με αμείωτους ρυθμούς. Σαν αρχαίοι πολεμιστές που όδευαν τραγουδώντας και γελώντας τρανταχτά προς την μάχη, αποτυπώνοντας στον τρόπο ζωής τους το πεπρωμένο της αντρικής φύσης, θυμάμαι τους φίλους μου, τον Λευτέρη I., τον Αλέξανδρο, τον Μιχάλη, και τον Λευτέρη Κ. να περιμένουν μαζί μου στριμωγμένοι στην είσοδο κάποιας θύρας και να τραγουδάμε τα κομμάτια που περιμέναμε να ακούσουμε. Γύρω μας, οι υπόλοιπες είσοδοι ήταν γεμάτες χεβυμεταλάδες, που κατειλημμένοι λες από κάποιο ένθεο πολεμικό μένος, επαναλάμβαναν μέσω ιαχών θριάμβου τα συνθήματα «Manowar-Manowar» και «Hail-Hail-Hail And Kill».


Αφού άνοιξαν οι πύλες η έφοδος των «μεταλλικών ορδών» ήταν τέτοια ώστε ξάφνου, από την πίεση και την ώθηση, δεν πάταγαν τα πόδια μου στο έδαφος. Με αυτόν τον τρόπο πέρασα τον χώρο όπου γινόταν ο έλεγχος των εισιτηρίων, ξεχύθηκα στην αρένα και με τους φίλους μου βρέθηκα κοντά στην σκηνή.

Ο χώρος της αρένας κατάμεστος. Οι κερκίδες του σταδίου γεμάτες. Τα συνθήματα για τους Manowar ακατάπαυστα. Όπου και να γυρνούσα την ματιά μου έβλεπα τα πλήθη των «μαυροντυμένων ιπποτών» να φέρνουν τις οικοδομικές αντοχές του σταδίου στα όριά τους.  

Κατά τις 21:00 άνοιξαν την συναυλία οι δικοί μας Fatal Attraction. Μια μελωδική Hard Rock μπάντα η οποία μου άφησε θετικές εντυπώσεις και με ένα κομμάτι στο κλείσιμο του set τους, που μου άρεσε πολύ (επρόκειτο για το «Perfect Strangers», αλλά σιγά μην το ήξερα τότε). Η ώρα περνά και η προσμονή μας κορυφώνεται καθώς από τα ηχεία ακούγεται κινέζικο θέατρο.

Αλλά ως εδώ...τα φώτα σβήνουν και από τα μεγάφωνα ακούγεται η καθηλωτική αφήγηση του Orson Wells, που καλεί τους 12.000 οπαδούς να αποδώσουν χαιρετισμό στους Manowar. Ναι! Η επίθεση ξεκινά. Οι θεοί του πολέμου εφορμούν εμπρός μου!

Η διάρκεια της συναυλίας ήταν περίπου ενενήντα λεπτά και το πλήρες set-list παίχτηκε με την ακόλουθη σειρά.. Manowar, Fighting The World, Spirit Horse Of Cherokee, Drum Solo, Metal Warriors, Kings Of Metal, Heart Of Steel, Bass Solo, Ride The Dragon, Hail And Kill, Kill With Power, The Glory Of Achilles, Blackwind Fire And Steel, Battle Hymns (encore) Crown And The Ring (outro).

Υπήρξε, βεβαίως, και το απαραίτητο λογίδριο του De Maio, που πρώτα χαριεντίστηκε με μια επίδοξη groupie στην σκηνή κι έχοντας φουσκώσει από την αρρενωπότητα, πήρε στα χέρια του ένα κουτάκι μπύρας και αφού ήπιε όση ήθελε, την υπόλοιπη την λούστηκε. Αφού σκουπίστηκε, πέταξε την πετσέτα του στους οπαδούς κι εμείς, σαν άγρια αγέλη, την σκίσαμε για να πάρουμε ενθύμιο ένα κομμάτι εκείνης της πετσέτας που μύριζε ιδρώτα και μπύρα.


Ωστόσο το πάθος, ο φανατισμός και η υπέρλογη μεθυστική αλλοκοτιά στην οποία μπορούσε να οδηγήσει εκείνος ο παλιός τρόπος ζωής τουheavy metal κινήματος, δεν ήταν αρκετά για να προστατεύσουν τις εφηβικές μας ψυχές από την πρώτη απογοήτευση. Βγαίνοντας από τον συναυλιακό χώρο μπορούσες να αντιληφθείς από τα πρόσωπα γύρω σου, την εντύπωση ότι κάτι δεν πήγε και τόσο καλά. Θες το ροκάνισμα του χρόνου από το set με τα σόλο μπάσου και τυμπάνων; Οι πόζες και οι «μαγκιές» στην σκηνή; Η έλλειψη κλασσικών τραγουδιών που με τόση λαχτάρα περιμέναμε προκειμένου να γίνουμε μέτοχοι στην εμπειρία των μυθικών Manowar...Μπορεί και όλα αυτά μαζί. Το προφανές ήταν ένα. Οι Manowar που είδαμε δεν ήταν το συγκρότημα που είχε φανταστεί ο κάθε νεορομαντικός. Οι Manowar δεν ήταν το συγκρότημα που η φαντασία μας, η πένα του Sun Knight αλλά και η ίδια τους η μουσική είχε ενθρονίσει στην κορυφή του «μεταλλικού Ολύμπου».

Αυτές είναι οι σκέψεις που αναδύθηκαν ενστικτωδώς τις επόμενες ημέρες, αποτέλεσαν φυσική απόρροια του αρχικού μου ενθουσιασμού και της πρώτης μου επαφής με τις συναυλίες. Αλλά επαναλαμβάνω, δεν ήταν μόνο δικές μου. Οι περισσότεροι θεατές είχαμε δει κάτι λιγότερο απ’ ότι περιμέναμε. Ο μεγάλος πόλεμος που προσδοκούσαμε αποδείχτηκε μια απλή αψιμαχία.


Το 1992 η μπάντα μετρούσε δέκα χρόνια στην δισκογραφία. Μια πρόσκαιρη απάντηση στο ερώτημα γιατί δεν έπαιξαν το παλιό τους υλικό ήταν ότι «κάποιος τους σφύριξε πως οι Έλληνες αρέσκονται στα γρήγορα κομμάτια». To επιχείρημα αυτό απέκτησε κάποια απήχηση και έγινε πιστευτό για λίγο καιρό. Ένα επιχείρημα που αποδείχτηκε τελικά αναληθές. Σε μια σχετική έρευνα που έκανα για τις ανάγκες του άρθρου στην περιοδεία του «Triumph Of Steel», βρήκα ότι σε κάθε πόλη όπου έδιναν συναυλία οι Manowar έπαιζαν ακριβώς το ίδιο σετ. (www.setlist.fm).

                                                                                                 
ΕΞΟΔΟΣ
Εικοσιτέσσερα χρόνια μετά, έχοντας σφαλίσει σε καρδιά και νου την εικόνα του αετού και των ύμνων της μάχης, όπου προφητικά καλούσαν προς την υπεράσπιση του λευκού πολιτισμού υπό τον ζυγό των μαζανθρώπων, την θεϊκή πρόνοια του σφυριού που θα το κρατήσουμε σφιχτά πριν την τελική μεγάλη μάχη.

Ή νύχτα θα είναι μεγάλη, τα τελευταία φώτα τείνουν να σβήσουν, η  μαύρη συνωμοσία μας κοιμίζει σε έναν βαθύ και μακάβριο ύπνο. Μα θα έρθει η στιγμή της αυγής ενός νέου πολιτισμού όπου καλπάζοντας ο άνεμος θα φυσήξει και θα αποτινάξει τα σκοτάδια. Μία τέλεια ημέρα που θα έχει ορίσει η ειμαρμένη, την εκστατική στιγμή που το φως θα μας πάρει.

Εκείνον που θέλει, οι μοίρες τον οδηγούν,
εκείνον που δεν θέλει, τον σέρνουν.
Σενέκας

Εικόνες 
Εικόνα 1: Όμορφη εφηβεία. Εγώ, με λευκό μπλουζάκι Hail to England στα δεξιά..Δίπλα μου, ο καλός φίλος Γίωργος Κ.
Εικόνα 2: Διαφημιστικό φυλλάδιο για την συναυλία των Manowar στο ΣΕΦ, που διανεμόταν έξω από το στάδιο Καραϊσκάκη.
Εικόνα 3: Το φύλλο από το ημερολόγιο της μέρας που πραγματοποιήθηκε η συναυλία. Τα όσα είχα γράψει επάνω τους αποτελούν σήμερα μνημεία της κουλτούρας που επικρατούσε στο μεταλλικό κίνημα εκείνα τα χρόνια. 
Εικόνα 4: Ό φίλος μου Γιώργος Κ. απλώνει ένα πανό έξω από το club Αγκάθι, την ώρα του προσυναυλιακού party. Μνημείο εποχής, το στρογγυλοφάναρο πενηντάρι παπάκι, στην άκρη δεξιά.
Εικόνα 5: Απομεινάρι της πετσέτας του DeMaio, που κρατώ φυλαγμένο στο σπίτι μου
Εικόνα 6: Το εισιτήριο της συναυλίας, τσαλακωμένο από τον χρόνο, παραμένει ακόμη στο γραφείο μου.

[3] Ο Sun Knight υπήρξε συντάκτης του μακροβιότερου στην χώρα μας περιοδικού με θέμα την heavy metal μουσική, δηλαδή του «Heavy Metal&Metal Hammer». Στις σελίδες αυτού του εντύπου φιλοξενήθηκε η δισέλιδη «στήλη» του, που έφερε τον τίτλο «War Flag Of The Sun», από το 1990 ως το 1999. Σε εκείνο το δισέλιδο ο Sun Knight εισηγήθηκε πρώτος κάποιες βασικές αρχές της νεορομαντικής κίνησης, που αργότερα θα είχε ως επίκεντρο την Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ, υπογράφοντας εξαιρετικής ποιότητας δοκίμια στα οποία ερευνούσε την σχέση του αυθεντικού heavy metal με την λογοτεχνία του φανταστικού και με την παραδοσιοκρατία. Η απήχηση της στήλης ήταν τέτοια, ώστε γύρω από αυτή να συγκεντρωθεί ένας ολόκληρος πυρήνας ανθρώπων και να εμφανιστούν οι πρώτοι νεορομαντικοί στους χώρους που σύχναζαν οι νέοι εκείνης της εποχής.
[4]  «Μέσα στο Φθινόπωρο θα κυκλοφορήσει το νέο άλμπουμ των «βασιλιάδων του metal» Manowar, από την Atlantic, με ντράμερ κάποιον Rhino, που αντικατέστησε τον Scot Columbus. Το άλμπουμ θα περιέχει κι ένα 30 λεπτό κομμάτι με αναφορές στην Ελληνική Μυθολογία, ενώ είναι σχεδόν σίγουρο ότι οι Manowar θα επισκεφθούν την χώρα μας για συναυλίες». Περιοδικό Heavy Metal&Metal Hammer, Τεύχος 93. 10/1992.

[1]  (1) Από την μόνιμη στήλη του Ανδρέα Τσουρινάκη αρχισυντάκτη του MH/HM στα τεύχη 79, 80, 81, 82, 83, 84, του 1991.
[2] Epic Metalheads αποκαλούμασταν όσοι ακούγαμε επικό (και κλασικό) heavy metal, με μουσικά σημεία αναφοράς συγκροτήματα όπως οι Warlord, οι Manowar, οιTygers of Pan Tag, οι Omen και άλλοι. Πρόκειται για την κοινωνική ομάδα που αποτέλεσε την βάση της πρώτης εποχής του νεορομαντικού κινήματος.

Σχόλια:

 Ο/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Όπως σου είπα και τότε που είδα για πρώτη φορά την φωτογραφία της εφηβείας σου, φίλε ήσουν κι εσύ γεννημένος ρομαντικός!
"Τρομερό μεταλλάκι" με πρόσωπο Ντόριαν Γκρέυ.
Φαντάζομαι ότι όλες οι "μεταλλούδες" της περιοχής θα σε είχαν "σταμπάρει"....

Εύγε για το άρθρο.
Νεορομαντική δύναμη.
Ζήτω η Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ!
Τρίτη, 10 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Χρήστος Νάστος είπε...
Ήμουν κ εγώ παρόν στη συναυλία αυτή. Η 1η μου συναυλία, δώρο των γονιών μου, για τα 17 μου χρόνια που λίγες μέρες πριν είχα κλείσει. Δέος ήταν αυτό που ένιωσα. Πριν. Μετά, η ίδια απορία είχε συνεπάρει και τα δικά μου νεανικά συναισθήματα. Φίλιππε, σε ευχαριστώ για το άρθρο τις λέξεις και τη δύναμη του. Οι θεοί του λευκού πολιτισμού του μόνου πολιτισμού - ας είναι μαζί σου. Αιώνια! Hail to ΦΛΕΦΑΛΟ....!
Τρίτη, 10 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Flammentrupp είπε...
Σχεδόν ολόκληρο το 1992 το πέρασα στις ΗΠΑ. Μεγάλη τσαντίλα που δεν είδα τους Θεούς είτε εκεί, είτε στην Αθήνα. Τελικά, τους είδα την επόμενη φορά, αν θυμάμαι καλά το 1994 στο Αγκάθι. Μεγάλη απογοήτευση σε σχέση με ό,τι περίμενα. Όποιος τους είδε και τις δύο φορές, ίσως μπορεί να κάνει μια σύγκριση. Πολύ μπλα-μπλα και "ποζεριά" και ουσία μηδέν.

Κάποια πράγματα, όμως, μένουν σε μνήμη και καρδιά καθώς συνδέονται με συναισθήματα και καταστάσεις.

Αν κάποιος δεν ανατριχιάζει με τα 4 πρώτα άλμπουμ των Manowar, μάλλον ακούει λάθος μουσική.

Strong winds, magic mist
To Asgard the valkyries fly
High overhead, they carry the dead
Where the blood of my enemy lies

Αυτά, ή τα βιώνεις ή πηγαίνοντας φαντάρος το γυρνάς σε Πάολα.
Τρίτη, 10 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Γιώργος Doomsword είπε...
Θα μας αρρωστήσετε με τα άρθρα σας ρε! Ζήτω το heavy metal που αγαπήσαμε.

Heavy Metal-Αλητεία-Μηχανές-Στενά Τζην-Αφίσα Κόναν στο γυμναστήριο-Κέλτικος Σταυρός στο θρανίο και τα μυαλά στα μίξερ..Που ναι αυτά τα χρόνια
Τρίτη, 10 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Σωστό αυτό που επισημαίνεις για τα γυμναστήρια Γιώργο.

Μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του '90 οι σχολές πολεμικών τεχνών και τα γυμναστήρια μυικής ανάπτυξης αποτελούσαν χώρους που διαπνέονταν από αθλητικό πνεύμα και διέθεταν πολεμικές αποχρώσεις στην κουλτούρα τους. Όντως θυμάμαι ότι υπήρχαν γυμναστήρια, οι τοίχοι των οποίων ήταν διακοσμημένοι με πίνακες του Βoris Vallejo και με αφίσες του κινηματογραφικού Κόναν.

Σήμερα το αυτονόητο έχει απολεσθεί.

Κατά την δεκαετία του 2000 η επέλαση του αστισμού μετέτρεψε τα γυμναστήρια από αθλητικούς χώρους σε σημεία πιθανών ερωτικών γνωριμιών και τα γέμισε με γελοία πλάσματα που ταλαιπωρούν τα σώματά τους σε έναν παροξυσμό ατομικιστικού ανταγωνισμού, απλά και μόνο επειδή το life style έτσι επιτάσσει.
Τετάρτη, 11 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Φίλιππος Βαβουλάκης είπε...
Θα ήθελα να ευχαριστήσω την συντροφιά της πένας και του σπαθιού για την εκτίμηση και την φιλία.
Τους φίλους μου για την όμορφη εφηβεία.
Και τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Σταμάτη που με "τσίγκλισε" να γράψω το άρθρο.

Ζήτω το Ρομαντικό κίνημα της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ
Πέμπτη, 12 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Κανείς δεν έχει υποτιμήσει τη μουσική των Manowar... όσο οι ίδιοι!!!
Και αυτή η συναυλία ήταν μια απόδειξη.
Και δυστυχώς ήταν ο λόγος για να μην πάω στο March Metal Day του 2007 που όπως μάθαμε και βλέπουμε από το setlist ήταν άλλα τα δεδομένα.
Τελικά ισχύει αυτό που είπε κάποιος σε μια μεταλική εκπομπή πρόσφατα: "ποτέ δε συνειδητοποίησαν τι έκαναν". Έχει συμβεί με πολλούς τόσο στην τέχνη όσο και στην επιστήμη.

Black Wind
Κυριακή, 15 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Τελικά δεν ήταν καλή η συναυλία; Εδώ εμένα μου αρέσανε και το 2007 στο March Metal Day.

Νομίζω οι μπύρες, οι καφρίλες και τα σχετικά είναι σε όλες τις συναυλίες οποιουδήποτε είδους. Αποκλείεται σε επική συναυλία να δεις μοναχά θεούς και αγγέλους.

Και εννοείται πως θα παίζανε τα τραγούδια της χρονιάς που περιοδεύανε(92). Έτσι κάνουν όλες οι εμπορικές επαγγελματικές μπάντες.

Πάντως μια χαρά επικά είναι για μένα και πολύ πιο δυναμικά από τα παλαιότερα.
Γιατί μόνο τα 4 πρώτα cd είναι καλά;
Τετάρτη, 18 Μαΐου, 2016

Blogger Ο/Η CHRIS ANDREA είπε...
Νομίζω ότι είχαν έρθει δυο φορές, γιατί υπάρχουν και κάτι βίντεο του 92 από ένα club "Αγκάθι". Αυτή στο Ειρήνης και Φιλίας ήταν άλλη συναυλία;

20 χρόνια πριν θα ήταν πολύ καλύτεροι ως νεότεροι, οπότε όποιοι πήγαν πολύ τυχεροί ακόμα και αν δεν τους είδαν τη δεκαετία του 80 στην Αγγλία.
Τετάρτη, 18 Μαΐου, 2016

Ανώνυμος Ο/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Ανώνυμε, το επικό στοιχείο στην νεότερη λογοτεχνία και μουσική μπορεί να ανιχνευθεί σε ορισμένες διαφορετικές εκδοχές.

Στην λογοτεχνία της εποχής του Ρομαντισμού (αλλά και αμέσως μετά, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα) το επικό στοιχείο εμφανίστηκε ως επιρροή που είχε αντληθεί από τα μεσαιωνικά ιπποτικά μοτίβα καθώς επίσης και από τις αρχαίες ευρωπαϊκές παραδόσεις.

Στην νεότερη φανταστική λογοτεχνία, και ιδίως στην αμερικανική της εκδοχή, το επικό στοιχείο αναδύθηκε στις μορφές και την ατμόσφαιρα, αλλά το υπόβαθρό του δεν βασιζόταν στον ευρωπαϊκό μεσαίωνα ή στην ευρωπαϊκή αρχαιότητα.
Αντιθέτως η αμερικανική λογοτεχνική φιλοσοφία αποτύπωνε σε επικά περιβάλλοντα την αντίληψη του αγώνα που έπρεπε να καταβάλει ο άνθρωπος ως πρόσωπο προκειμένου να επιβληθεί στις φυσικές αντιξοότητες.
Οι ήρωες του Χάουαρντ -σε κάποιο βαθμό και του Μπάροουζ- εκφράζουν ακριβώς αυτή την αγωνιστική δύναμη του ανθρώπου για να επιβληθεί σε ένα περιβάλλον φυσικής αντιξοότητας με έπαθλο την επιβίωση και την κοινωνική διάκριση.

Η εκδοχή του επικού στοιχείου στην αμερικανική λογοτεχνία, όπως καταλαβαίνεις, διαφέρει από την αρχική ευρωπαϊκή. Και οι δυο εκδοχές, πάντως είναι επικές.

Αυτές οι δυο εκδοχές αφομοιώθηκαν και από τα μουσικά συγκροτήματα του σκληρού ήχου. Εξακολούθησαν, όμως, να παραμένουν διαφορετικές, όπως ήταν αναμενόμενο.

Η αποτύπωση του αρχικού ευρωπαϊκού επικού στοιχείου σε μουσικά σχήματα των '70's, μέσω στιχουργικών αναφορών σε μυθολογικά θέματα και μέσω παραδοσιακών επιρροών στις μελωδίες είναι γνωστή και δεδομένη. Ωστόσο, το ίδιο δεδομένη είναι και η ανάδυση μιας επικά νεορομαντικής αισθητικής αμερικανικού τύπου, κατά την ίδια εποχή αλλά και λίγο πιο πριν, σε συγκροτήματα που υιοθετούσαν την κουλτούρα των μηχανόβιων, των "βάρβαρα" ανδροπρεπών τύπων που σύχναζαν σε κακόφημα μπαρ κλπ.

Στην περίπτωση των Manowar, στους δίσκους "Into Glory Ride", "Hail To England" και κυρίως "Sign Of The Hammer", υπάρχουν σημεία που αποτυπώνεται ποιοτικά και διαυγώς το πρωτογενές επικό ευρωπαϊκό στοιχείο (στίχοι, μελωδίες, artwork και κείμενα που συνόδευαν τους δίσκους).
Σε μεταγενέστερους δίσκους, τόσο όσον αφορά την δομή της μουσικής αλλά και σε ό,τι έχει να κάνει με την αισθητική και την κουλτούρα της μπάντας, είναι προφανής η μετατόπιση προς την αμερικανική εκδοχή του επικού.

Και σαφώς, μπορεί τα τραγούδια της ύστερης περιόδου να είναι παιγμένα το ίδιο ή και πιο δυνατά από τα παλαιότερα. Δεν είναι εκεί η διαφορά. Η διαφορά έγκειται στην μετατόπιση της αισθητικής και της κουλτούρας που πιστεύω ότι περιέγραψα στις προηγούμενες παραγράφους.

Προσωπικά, αναφερόμενος στο σωστό κατά την εκτίμησή μου συμπέρασμα του Black Wind, εκτιμώ ότι το πρόβλημα αυτού του συγκροτήματος είναι πως δεν κατανόησε ποτέ την διαφορά στις εκδοχές του επικού στοιχείου. Αποτέλεσμα αυτού είναι το ανακάτεμα του πρωτογενούς επικού ευρωπαϊκού στοιχείου (Όμηρος, Βορειοευρωπαϊκό δωδεκάθεο, Μύθοι) με εκδοχές της κουλτούρας του αμερικανικού
(μηχανόβιοι, σεξιστική ανδροκρατία κλπ).

Σε αυτό το σημείο η εξισορρόπηση ενδεχομένως να μπορεί κάπως να επιτευχθεί αλλά σίγουρα είναι δύσκολη. Κι εκεί, είναι νομίζω προφανές ότι, πολλές φορές....την χάνουν. 
Τετάρτη, 18 Μαΐου, 2016

Blogger Ο/Η CHRIS ANDREA είπε...
Νομίζω οι Μanowar είχαν ευρωπαικό στυλ, όμως όχι μεσαιωνικό ρομαντικό αλλά viking.

Μεσαιωνικό στυλ με ρομαντισμό μου φαίνεται η μουσική των Rainbow, Grave Digger, Julian Jay Savarin, Sherwood και τέτοια.

Σπάνια ένας αναμειγνύει και τα δυο(ίσως ο Bathory), αλλά εμένα μου αρέσουν εξίσου αρκεί να είναι επικά και όχι "power metal" που το βαριέμαι κάπως.