Ανακοίνωση της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ για την διακοπή της «Αθλητικής Κυριακής» λόγω της εκλογής «Κυριάκου»


Για άλλη μια φορά,  χθες Κυριακή, η διοίκηση της δημόσιας τηλεόρασης συμπεριφέρθηκε στο τηλεοπτικό κοινό της χώρας (όπως συνηθίζει να κάνει και η «πρώτη φορά Αριστερά» κυβέρνηση μετά τον Ιούνιο) σα να επρόκειτο για μάζα υπηκόων πεμπτοκοσμικού χαλιφάτου. Η Ιστορική εκπομπή «Αθλητική Κυριακή» εκτός του ότι σταμάτησε να μεταδίδεται αλλεπάλληλες φορές, προκειμένου να βομβαρδιστούν επικοινωνιακά οι τηλεθεατές με τις εσωτερικές εξελίξεις ενός κόμματος, διακόπηκε άκομψα και πριν καν οι παρουσιαστές της προλάβουν να χαιρετίσουν το κοινό!


Εντάξει κύριε Τσακνή. Είναι προφανές ότι εσείς και το κόμμα σας δίνετε καθημερινά διαπιστευτήρια πολιτικού καθωσπρεπισμού στην Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες. Και ως επίσημοι κυβερνητικοί διαπιστευμένοι αυτής της εποχής, οφείλετε να συμπεριφέρεστε όπως σας υποδεικνύουν οι εταίροι σας στους ανερχόμενους (κι ενδεχομένως μελλοντικούς) τοποτηρητές της μπανανίας, που συμβατικά ονομάζεται «Ελληνικό Κράτος».

Ωστόσο, έστω και για τους τύπους, καλό θα ήταν να λάβετε υπόψη σας ότι το αθλητικό γεγονός και θέαμα έχει για χιλιάδες Έλληνες μεγαλύτερη σημασία από τις εσωτερικές διεργασίες ενός κόμματος που εκλογικά κινείται στο 25%, που απροσχημάτιστα έχει στραφεί κατά της δημόσιας ελληνικής τηλεόρασης και που σε ολόκληρο τον πολιτικό του βίο έχει συνδεθεί με τα μελανότερα φαινόμενα της νεότερης ελληνικής ιστορίας. Ιδίως μάλιστα όταν το αθλητικό αυτό θέαμα προβάλλεται τηλεοπτικά στην προκαθορισμένη ώρα και οι τηλεθεατές του στέκονται μπροστά στους δέκτες για να το παρακολουθήσουν (κι όχι για να δουν τα μούτρα κομματικών περσόνων όπως ο Μητσοτάκης και ο Γεωργιάδης).

Συμπερασματικά η συμπεριφορά της διοίκησης της δημόσιας ελληνικής τηλεόρασης, όπως εκφράστηκε σε ζωντανό τηλεοπτικό χρόνο με την σχεδόν πραξικοπηματική διακοπή της «Αθλητικής Κυριακής», ήταν απαράδεκτη και ενδεικτική της δουλοπρέπειας που χαρακτηρίζει την αριστερή κυβέρνηση στην σχέση της με τους εκπροσώπους της εγχώριας αστικής ελίτ, της Ουάσιγκτον και των Βρυξελλών.

Δυστυχώς για αυτήν υπάρχουμε ακόμη Έλληνες που δηλώνουμε απερίφραστα ότι μας αρέσει το ποδόσφαιρο περισσότερο από την «Νέα» Δημοκρατία!