του Σταμάτη Μαμούτου
Όταν κυκλοφόρησε, πριν λίγες μέρες, το τελευταίο βιβλίο των εκδόσεών μας (υπό τον τίτλο Κάρολος Μπωντλαίρ- Sun Knight- Σταμάτης Μαμούτος, Η Ηθική του Παιχνιδιού ενάντια στον κόσμο της νεωτερικότητας) φίλοι που διάβασαν τα συμπεριλαμβανόμενα σε αυτό διηγήματά μου, με ρώτησαν αν με ενέπνευσε η ταινία Jumanji. Η απορία ήταν εύλογη γιατί στο επίκεντρο των τεσσάρων διηγημάτων υφίσταται η ιδέα της μετάβασης σε νοερές διαστάσεις, όπου οι κόσμοι των παιχνιδιών αποκτούν ζωή. Ωστόσο, η απάντηση μου ήταν αρνητική. Όχι, δεν έχω δει καν την συγκεκριμένη σειρά ταινιών.
Ασφαλώς, γνωρίζω την κεντρική ιδέα της ταινίας και μου αρέσει. Αλλά δεν με ενέπνευσε αυτή (ιδίως εφόσον δεν την έχω δει!). Με ενέπνευσε η ρομαντική μου φαντασία. Αν πρέπει αναγκαστικά να αναφέρω μια επιρροή και να αναγνωρίσω σε κάποιον τα πρωτεία αυτής της ιδέας, δεν θα μπορούσα να καταλήξω σε κανέναν άλλο παρά στον Ε.Τ.Α. Χόφμαν. Στον σπουδαίο Γερμανό ρομαντικό λογοτέχνη, που χάρισε στην παγκόσμια λογοτεχνική κληρονομιά αξεπέραστης αξίας κείμενα. Ο Χόφμαν ήταν ο πρώτος που θυμάμαι να γράφει φανταστική λογοτεχνία στην οποία παιχνίδια ζωντανεύουν και λογοτεχνικοί ήρωες εισέρχονται στους μυθικούς τους κόσμους.
Υποθέτω ότι αρκετοί Έλληνες της εποχής μας έχουν ακουστά ότι ο «Καρυοθραύστης» είναι μια παιδική αφήγηση, η οποία, για κάποιο λόγο, έρχεται στο προσκήνιο τα Χριστούγεννα. Ενδεχομένως να είναι περισσότεροι εκείνοι που γνωρίζουν τον Καρυοθραύστη ως παράσταση κλασικού μπαλέτου του Τσαϊκόφσκι. Αμφιβάλλω, όμως, αν υπάρχουν πολλοί που γνωρίζουν ότι ο Τσαϊκόφσκι μετέφερε στο μπαλέτο του την νουβέλα Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των Ποντικών, την οποία έγραψε ο ρομαντικός λογοτέχνης Ε.Τ.Α. Χόφμαν το 1816. Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των Ποντικών είναι ένα λογοτεχνικό κείμενο στο οποίο τα παιχνίδια, με πρώτο όλων τον πρωταγωνιστή Καρυοθραύστη, ζουν σε έναν ονειρώδη παράλληλο κόσμο που μόνο τα ευαίσθητα, αγαθά και χαρισματικά παιδιά μπορούν να προσεγγίσουν.
Δυστυχώς, η ιστορική περίοδος που διανύουμε είναι δέσμια της επιδερμικής προχειρότητας. Για κάποιον λόγο οι αναζητήσεις –ακόμη και ανθρώπων που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για τις τέχνες- σταματούν σε σημεία που είναι συμβατά με τις τρέχουσες τάσεις της μόδας και με τον φευγαλέο συρμό του παρόντος. Συναντώ παιδιά που μου λένε ότι τους αρέσουν οι νουβέλες του Λάβκραφτ. Τους ρωτώ τι άλλο διαβάζουν και μου αραδιάζουν έναν σωρό, μεταγενέστερους του Λάβκραφτ, μέτριους Αμερικανούς γραφιάδες της φανταστικής λογοτεχνίας του τρόμου. Αλλά αγνοούν τον Ε.Τ.Α. Χόφμαν. Τον λογοτέχνη, δηλαδή, που μπορούσε να γράψει λογοτεχνία υποβλητικού τρόμου στο ύφος που υιοθέτησε ο Λάβκραφτ έναν αιώνα πριν τον Λάβκραφτ.
Το ίδιο και στην μουσική. Μιλώ με νέους ακροατές του heavy metal και καταλαβαίνω ότι για αυτούς η μουσική ιστορία ξεκινά κάπου στα 1988-89. Αγνοούν, ενίοτε και απαξιώνουν, το progressive hard rock της δεκαετίας του ’70 (κάποτε ακόμη και το αυθεντικό κλασικό heavy metal). Για να μην έρθω στους πολιτικούς μου συνομιλητές. Αυτή είναι μια ακόμη πιο δυσάρεστη ιστορία. Για τους περισσότερους τα πάντα ξεκινούν την δεκαετία του ’30 και τελειώνουν στην δικτατορία των συνταγματαρχών. Τα προηγούμενα αγνοούνται ή και παραλείπονται.
Τι μας χρειάζονται άραγε ο Φίχτε, ο Μύλλερ, ο Καρλάιλ και ο Ράσκιν όταν έχουμε τον Τραμπ, τον Hollywood Χίτλερ και τους Απριλιανούς; Κατά τον ίδιο τρόπο, τι μας χρειάζονται οι Rainbow, οι Uriah Heep και οι Kansas, όταν έχουμε τους Rotting Christ; Συνακόλουθα, τι αξία έχει η λογοτεχνία του Χόφμαν και των ρομαντικών όταν έχουμε τον εκάστοτε woke fantasy youtuber συγγραφέα; Ο σεβασμός στην ιδέα της συνέχειας και της επιρροής των παραδόσεων που διαθέταμε παλαιότερα οι χεβυμεταλάδες και οι αναγνώστες της λογοτεχνίας του φανταστικού έχει χαθεί.
Νομίζω ότι είναι πλέον άσκοπο να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει τα ανεξήγητα στις νεότερες γενιές ή σε ανθρώπους που σκέπτονται όπως επιτάσσει ο συρμός της εποχής. Τα κείμενα και οι παραινέσεις μου απευθύνονται στην ίδια την ιστορία. Κάπου, κάπως, σε κάποιον χρόνο, θα βρει τον τρόπο να δικαιώσει τους ρομαντικούς. Είμαι σίγουρος για αυτό.
Ο Χόφμαν υπήρξε ένας εκ των κορυφαίων λογοτεχνών του Ρομαντισμού. Όποιος τον διαβάσει θα έρθει σε επαφή με έναν λογοτέχνη που η πένα του εμπεριείχε τα αρχέτυπα του Λάβκραφτ, της Ρόουλινγκ και πολλών ακόμη σημείων της νεότερης λογοτεχνίας του φανταστικού.
Ο «καρυοθραύστης του Χόφμαν είναι ένα υπέροχο παραμύθι. Κυκλοφορεί αυτή την εποχή από τις εκδόσεις Περισπωμένη, σε μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού και περιλαμβάνοντας την ιστορική εικονογράφηση του αρ νουβώ καλλιτέχνη Artus Scheiner. Η τυπογραφική δουλειά του Σωτήρη Φασούλα είναι εκπληκτική. Η συγκεκριμένη έκδοση είναι ένα κομψοτέχνημα και αξίζει την προσοχή μας.
Η υπόθεση του έργου είναι η εξής. Την παραμονή των Χριστουγέννων ενός έτους των αρχών του 19ου αιώνα, ο Φριτς και η Μαρί, τα παιδιά του ιατρικού συμβούλου της Νυρεμβέργης, περιμένουν στο αρχοντικό τους τον νονό τους, δικαστικό σύμβουλο Ντρόσελμαϊερ. Ο Ντρόσελμαϊερ είναι ένας ηλικιωμένος άντρας με αλλόκοτη εξωτερική εμφάνιση που αρέσκεται να κατασκευάζει μηχανισμούς, παιχνίδια και ρολόγια.
Ο ωρολογοποιός είναι ένας λογοτεχνικός χαρακτήρας που υιοθέτησαν συχνά οι ρομαντικοί ως φορέα μεταφυσικών δυνάμεων. Χόφμαν, Ιούλιος Βερν (Ο Μαστρο-Ζαχαρίας) και άλλοι ρομαντικοί εστίασαν στον «τεχνίτη της εσωτερικότητας», στον «άρχοντα του χρόνου» προκειμένου να εξυφάνουν τις υποθέσεις των γοτθικών τους μυθιστοριών.
Ο νονός καταφτάνει και φέρνει δώρα στα παιδιά. Η μικρή Μαρί παίζει μέχρι τα μεσάνυχτα όταν όλοι οι υπόλοιποι έχουν αποσυρθεί για ύπνο. Και τότε συμβαίνει κάτι απίθανο! Ο Ντρόσελμαϊερ παίρνει την θέση της κουκουβάγιας στο ρολόι του τοίχου και τα παιχνίδια ξυπνούν, αποκτώντας ζωή. Αρχηγός τους είναι ο άσχημος αλλά πολύ συμπαθητικός Καρυοθραύστης. Τα παιχνίδια σχηματίζουν μια στρατιά που μπαίνει στην μάχη εναντίον του επτακέφαλου βασιλιά των ποντικών με τις ορδές των ακολούθων του. Τα ποντίκια νικούν και πριν ολοκληρώσουν τον θρίαμβό τους η Μαρί εκτοξεύει το παπούτσι της εναντίον τους και γλιστράει πάνω στην γυάλινη βιτρίνα των παιχνιδιών της. Τραυματίζεται και λιποθυμά.
Όταν συνέρχεται διαπιστώνει ότι όλοι θεωρούν πως αυτά που τους διηγείται ότι έζησε πριν τραυματιστεί ήταν ένα κακό όνειρο. Όμως ο Ντρόσελμαϊερ απαντά αινιγματικά και κάθε βράδυ αρχίζει να διηγείται τις συνέχειες ενός παραμυθιού που μοιάζει να αποτελεί την ιστορία του κόσμου που ζωντάνεψε μπροστά στα μάτια της Μαρί. Οι αφηγήσεις του νονού περιλαμβάνουν απαντήσεις στα ερωτήματα της Μαρί αναφορικά με τον κόσμο των παιχνιδιών. Ωστόσο μόνο αυτή δείχνει να συνδέει τα νοήματα των λόγων του Ντρόσελμαϊερ ενώ οι υπόλοιποι της οικογένειας απλώς διασκεδάζουν, θεωρώντας ότι αυτό που ακούνε είναι μια μη αληθινή παραμυθία του νονού.
Ο Χόφμαν θολώνει επιτηδευμένα τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, όπως κάνει στα περισσότερα μη γοτθικά διηγήματα φαντασίας που έγραψε. Η Μαρί μπαίνει ξανά στον κόσμο των παιχνιδιών όταν ο Καρυοθραύστης νικάει τον βασιλιά των ποντικών και δίνει τέλος σε μια σύρραξη που είχε ξεκινήσει από την γενιά των προγόνων τους. Ο Καρυοθραύστης δείχνει άσχημος γιατί μια μαγεία του έχει πάρει την ανθρώπινη εμφάνιση. Για να λυθούν τα μάγια πρέπει η αγαπημένη του πριγκίπισσα να τον αγκαλιάσει με όλη την δύναμη της αγάπης της. Μέχρι να συμβεί αυτό, ο Καρυοθραύστης φιλοξενεί την Μαρί στον μαγικό κόσμο των παιχνιδιών, εντός του οποίου ο Χόφμαν απελευθερώνει την επαλαύνουσα φαντασία του και την ασύγκριτη λογοτεχνική του ποιότητα, προσφέροντας στον αναγνώστη εξαιρετικές περιγραφές φανταστικών τοπίων, οι οποίες έχουν αφήσει ανεξίτηλες επιρροές σε συγγραφείς όπως ο Ρόουλινγκ και ο Dahl.
Για τους ύστατους εναπομείναντες υπερασπιστές της αέναης παιδικότητας, η νουβέλα του Χόφμαν θα αποτελεί, για πολλά ακόμη χρόνια, ένα διαχρονικό χριστουγεννιάτικο ανάγνωσμα. Αν δεν το έχετε διαβάσει, απολαύστε το στην υπέροχη κυκλοφορία των εκδόσεων Περισπωμένη ή και σε άλλες πιο συμβατικές εκδόσεις.
Σχόλια:
Όσο για γκαρσονια, εστιατορες, αλτ δεξιούς , λεμουριους κλπ ευχόμαστε να τους πάρει ο Krampus για να ξεβρωμισει ο τόπος!
C.Φ.
Τρία εδάφια θα παραθέσω εδώ μόνο για την τεράστια επιρροή του Γερμανού στη μεγάλη Ρωσική Λογοτεχνία των δύο τελευταίων αιώνων.
1) O Lunacharsky για την επιρροή του Χόφμαν στον Γκόγκολ (αναφορά και στον Καρυοθραύστη):
"Unlike other romantics, Hoffmann was a satirist. He saw the reality surrounding him with unusual keenness, and in this sense he was one of the first and sharpest realists. The smallest details of everyday life, funny features in the people around him with extraordinary honesty were noticed by him. In this sense, his works are a whole mountain of delightfully sketched caricatures of reality. But he was not limited to them. Often he created nightmares similar to Gogol's Portrait. Gogol is a student of Hoffmann and is extremely dependent on Hoffmann in many works, for example in Portrait and The Nose. In them, just like Hoffmann, he frightens with a nightmare and contrasts it to a positive beginning. Hoffmann's dream was free, graceful, attractive, cheerful to infinity. Reading his fairy tales, you understand that Hoffmann is, in essence, a kind, clear person, because he could tell a child such things as The Nutcracker or The Royal Bride – these pearls of human fantasy."
2) Ο Lukacs για την επιρροή του Γκόγκολ στον Ντοστογιέφσκι:
"He is especially fond of everything eccentric, everything pathological. He is especially fond of Hoffmann, precisely because in the fantastic stories of the mad romantic he finds rich food for the excitement of his nerves. He feels intoxicated by these stories: he cherishes the wild dream of becoming like Hoffmann's heroes. "I have a project - to become crazy," he wrote to his brother, "if you have read all of Hoffmann, then you probably remember the character of Alban. It is terrible to see a person who has the incomprehensible in his power." Dostoevsky is delighted with the eccentric heroes, maniacs depicted by Hoffmann. A romantic in the main direction of his creative work, locked in the world of subjective phenomena, obeying exclusively the imperative of an excited fantasy, Dostoevsky nevertheless declared himself a realist in the techniques that he used in depicting the field of creativity that he demarcated. Constant observation of the spiritual world, constant inner experience, developed in him an experienced, truthful researcher of this world, led him to a realistic analysis of the "dark" corners of the soul. Thus, in the first period of his literary activity, the brilliant writer stood at a crossroads, on the border of romanticism and realism. In this case, too, he shared the fate of his main teacher, the semi-romantic and semi-realist Hoffmann."
3) Ο Ζντάνοφ για την επιρροή του Χόφμαν στους Ακμεϊστές της δεκαετίας του 1910:
"Osip Mandelstam, a prominent Acmeist, wrote this, not long before the revolution, on the social, political and literary ideals of this little group: "The Acmeists share their love of organism and organisation with the physiologically perfect Middle Ages. The Middle Ages, with their own peculiar way of estimating a man’s relative weight, felt and recognised it in every individual irrespective of merit. Yes, Europe once passed through a labyrinth of filigree-fine culture, when abstract being, personal existence, wholly unadorned, was valued as an outstanding achievement. A noble mixture of rationality and mysticism, and a perception of the world as a living equilibrium, make us feel a kinship with this age and prompt us to draw strength from the works that appeared on Romance soil about the year 1200." These statements of Mandelstam’s contain the Acmeists’ hopes and ideals. ‘Back to the Middle Ages’. Incidentally, the Acmeists and the Serapion Brothers are of the same descent. Their common ancestor was Hoffmann."
Σαφώς. Αλλά ήταν οι σχολές του κλασικού σοσιαλισμού. Οι ρομαντικοί μπορεί να κατέθεσαν στον δημόσιο διάλογο ιδέες που υιοθέτησαν οι σοσιαλιστές όμως καθαρή σοσιαλιστική θεωρία, μέχρι το 1830, εγώ τουλάχιστον δεν θυμάμαι να είχαν. Είχαν αρχίσει να διαμορφώνουν την οικονομική πρόταση του κορπορατιστικού ολοκληρωτισμού από την μια (με τον Φίχτε να παίζει και σε μοτίβα αυτάρκειας) και του συντηρητικού παρεμβατισμού από την άλλη. Αν εξαιρέσουμε τους Λουδίτες, που κι αυτοί δεν είχαν αναλυτική θεωρία και το κέντρο βάρος της δράσης τους ήταν κινηματική, ήταν περισσότερο των ρομαντικών του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα γνώρισμα η χρήση του όρου σοσιαλισμός δίπλα στους συντηρητισμός και εθνικισμός. Συνεπώς, η περίπτωση του μαρξισμού είχε παίξει τον ρόλο της στην διάδοση του όρου.
"Η ιστορική ιδιομορφία του φασισμού είναι πως αυτός υπήρξε γέννημα καθαρά σοσιαλιστικών σχηματισμών, (εξ ου θα έλεγα και η μίξη μεταξύ νεωτερικών και ρομαντικών απόψεων) που μέσω αναθεώρησης του Μαρξ οδηγήθηκαν σε ένα μονοπάτι σύζευξης με τους Ιταλούς εθνικιστές (όπως εξάλλου είχε γίνει και στην Γαλλία με τον κύκλο Προυντόν)."
Νομίζω δεν ήταν τόσο ευθύγραμμη η διαδρομή. Καταρχάς στην Γαλλία δεν υπήρξε οργανωμένο σοβαρό και μαζικό φασιστικό κίνημα σε συγκρίσιμο βαθμό με την Ιταλία. Μπορεί στο διανοητικό πεδίο να πήγαν καλά οι Γάλλοι αλλά κίνημα δεν είχαν. Άργησαν να αποκτήσουν. Και πάντα, το φασιστικό τους κομμάτι ήταν ανάμικτο με τους συντηρητικούς εθνικιστές.
Στην Ιταλία, από την άλλη, εστιάζεις μόνο στην περίπτωση Μουσολίνι και ξεχνάς τον Ντανούτσιο. Αν μπει ο Ντανούτσιο στην ανάλυση χάνεται η μονοπωλιακή σχέση των κλασικών σοσιαλιστών με τον πρώιμο φασισμό και φανερώνεται περισσότερο το ρομαντικό υπόβαθρο. Επίσης, μόλις ο Μουσολίνι αυτονομήθηκε και οργάνωσε τους πρώτους συνδέσμου, σε λίγότερο από δύο χρόνια το φασιστικό κίνημα πλημμύρισε από συντηρητικούς και φιλομοναρχικούς υποστηρικτές. Σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να το ελέγξει ο Μουσολίνι (ποτέ δεν το έλεγξε πλήρως στην πραγματικότητα) και να ξεσπάσει ο άτυπος εμφύλιος ανάμεσα σε φασίστες και κομμουνιστές στα τέλη της δεκαετίας του 1910. Άρα, η υποτιθέμενη κρυπτογιακωβίνικη προέλευση του φασισμού είναι ένα αφήγημα που μπάζει. Επίσης, ο φασισμός ήταν ένα κίνημα που πρώτα απέκτησε μαζική υπόσταση και μετά έγινε απόπειρα να καλουπωθεί μια ιδεολογία του. Συνεπώς, δεν το αναλύουμε προσπαθώντας να βρούμε απόλυτες αντιστοιχίσεις στα γραπτά του Τζεντίλε και στην πολιτική φασιστική πρακτική. Δεν υπήρξε ποτέ τέτοια ισχυρή αντιστοίχιση. Γιατί πολύ απλά, όπως γράφω στην διατριβή μου, ο φασισμός δεν ήταν ιδεολογία. Ήταν ένα κίνημα που δανείστηκε τις θεμελιώδεις αρχές της (μόνης υπαρκτής) ιδεολογίας του αντιδιαφωτιστικού πολιτικού Ρομαντισμού. Το ίδιο και ο εθνικοσοσιαλισμός.
Από την άλλη αν μελετηθεί ο Παρέτο θα μας στείλει στην αγκαλιά του Χίτλερ, όπως και να έχει. Επίσης, επηρέασε τον φασισμό -ή μάλλον την όλη ατμόσφαιρα στην οποία γεννήθηκε ο φασισμός- στο θέμα της χαρισματικής ηγεσίας. Όχι στην οικονομία, στο κράτος ή στην κοινωνική οργανικότητα.
Μην ταυτίζεις τον Διαφωτισμό με την Γαλλική Επανάσταση. Η Γαλλική Επανάσταση ήταν παιδί του Διαφωτισμού αλλά ο Διαφωτισμός ήταν κάτι πολύ πιο πλατύ. Οι ρομαντικοί που ήταν θετικοί προς την Γαλλική Επανάσταση ήταν διαφόρων ιδεολογικών προελεύσεων. Οι ελευθεριακοί ρομαντικοί ήταν υπέρ για τους ευνόητους λόγους (αν και πολλοί από αυτούς μόλις είδαν τι πράγματι ήταν η Γαλ. Επανάσταση ξενέρωσαν την ζωή τους και την αποκήρυξαν). Υπήρξαν όμως και αντιδιαφωτιστές ρομαντικοί που την είδαν θετικά ως τιμωρία ενός εκφυλισμένου απολυταρχικού πρωτοφιλελεύθερου συστήματος και ως άνοιγμα ενός νέου ιστορικού κύκλου, όπως ο πλέον αντιδραστικός των Βρετανών ρομαντικών αντιδραστικών και αγαπημένος του Χίλτερ Καρλάιλ. ναι, ξέρω ότι έκανε κάποιες μικρές υποχωρήσεις προς την αστική τάξη κάποια στιγμή αλλά αυτή η υποψία "συμβιβαστικού μοντερνισμού" του δεν είχε σχέση με την αποτίμηση της Γαλλικής Επανάστασης. Αυτή την αποτιμούσε θετικά ήδη στις αντιδραστικότερες περιόδους της σκέψης του.
Τέλος ο μακιαβελικός ηγέτης δεν δρα ανήθικα. Έχει ξεκάθαρη πατριωτική ηθική. Κάνει κυνικές επιλογές αλλά ποτέ προς όφελος αποκλειστικά του ατομικού εγώ. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα αλλά για την πατρίδα.
Κατά τα άλλα, όπως ο σοσιαλισμός έτσι και ο εθνικισμός χρειάζεται πολλή συζήτηση. Μπορεί να υπάρξει και σε μη ολοκληρωτικά πλαίσια. Ευδοκιμεί και σε συντηρητικά παρεμβατικά και δημοκρατικά. Ολόκληρος ο νεοφασισμός (νεοφασισμός επαναλαμβάνω, όχι νεοεθνικισμός, alt right και παπαριές) ακριβώς αυτό ήταν. ποιοι νεοφασιστικό κόμμα είχε στις προγραμματικές του αρχές την κατάλυση της δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση ολοκληρωτισμού, πολιτικού ή οικονομικού; Κανένα.
Προσοχή σε όλα τα παραπάνω αν είσαι σε αυτούς που θα κυκλοφορήσουν το περιοδικό για τον Ρομαντισμό.
Αρχικά το σχόλιο για τον Σοσιαλισμό απευθυνόταν σε αυτό που έλεγε ο λεμούριος ότι αν δεν υπήρχαν οι μαρξιστές δεν θα υπήρχε και η λέξη σοσιαλισμός σήμερα. Ο Μαρξ ασφαλώς πάντως και είχε την καθοριστική συμβολή για την διάδοσή της λέξης.
"Νομίζω δεν ήταν τόσο ευθύγραμμη η διαδρομή. Καταρχάς στην Γαλλία δεν υπήρξε οργανωμένο σοβαρό και μαζικό φασιστικό κίνημα σε συγκρίσιμο βαθμό με την Ιταλία. Μπορεί στο διανοητικό πεδίο να πήγαν καλά οι Γάλλοι αλλά κίνημα δεν είχαν. Άργησαν να αποκτήσουν. Και πάντα, το φασιστικό τους κομμάτι ήταν ανάμικτο με τους συντηρητικούς εθνικιστές."
Δεν ήταν πράγματι ευθύγραμμη η διαδρομή από την Γαλλία στην Ιταλία. Δεν το εννοούσα έτσι αν φάνηκε κάτι τέτοιο. Το έφερα ως παράδειγμα για το συνταίριασμα των εθνικιστών με τους σοσιαλιστές. Φυσικά αυτό έγινε με διαφορετικά αίτια και προοπτικές στην κάθε χώρα. Ο Γαλλικός εθνικισμός ήταν εκείνη την περίοδο πολύ περισσότερο συντηρητικός και μοναρχιστικός από τον Ιταλικό.
Όσον αφορά τώρα τον Ντ'Ανούντσιο. Προσωπικά δεν θεωρώ ότι είχε καθοριστική συμβολή στον Φασισμό. Ίσως είχε επιρροή κυρίως στο Squadrismo και σε κάποια αισθητική στρατιωτικής και επαναστατικής φύσεως, αλλά ιδεολογικά δεν νομίζω ότι συνεισέφερε. Το ότι μπήκαν συντηρητικοί κτλ. στο φασιστικό κόμμα ισχύει. Η διαφωνία μου έγκειται κυρίως σε αυτό που λες ότι ο Φασισμός ήταν απλώς ένα συγκεχυμένο κίνημα αυθορμητισμού, άνευ αληθινής ιδεολογίας που απλώς πήρε απ' εδώ και εκεί αρχές και αξίες που είχαν διατυπώσει παλιότερα από ρομαντικούς και τις αξιοποίησε. Αυτό αρχικώς σημαίνει ότι ο Φασισμός δεν είναι ιδεολογία αλλά αντίδραση δυσαρεστημένων κοινωνικών στοιχείων που έδιναν έμφαση στην πράξη. Αυτό όμως είναι παρερμηνεία θα έλεγα τόσο της ίδιας της ιδεολογικής συνέχειας που υπάρχει από τον πρώιμο φασισμό, όσο και της φιλοσοφίας του Τζεντίλε η οποία δεν έχει να κάνει όπως πιστεύουν πολύ με το "Η πράξη για χάριν της πράξης". Ο Τζεντίλε από την άλλη θεωρείται ο σημαντικότερος Ιταλός νεο-εγελιανός φιλόσοφος του 20ου αιώνα, και η φιλοσοφία του έχει αξία τόσο για τον Φασισμό όσο και εμάς σήμερα. Ο Τζεντίλε δεν συνδέθηκε μόνο με τον Μουσολίνι και τον Φασισμό. Πολλοί Ιταλοί σοσιαλιστές της εποχής ήταν Ακτουαλιστές, οπότε αναγκαστικά ο Μουσολίνι δεν μπορούσε να αποδράσει από την επιρροή αυτή. Αυτό διαφαίνεται από τα γραπτά του Giuseppe Prezzolini και τα κείμενα της La Voce. Πέρα από αυτό είχαμε την κρίση του σοσιαλιστικού κινήματος πολλά χρόνια πριν, με αναθεωρήσεις του Μαρξ κτλ. Το ίδιο συνέβαινε και στην Ιταλία. Τον Φασισμό στην ουσία τον γέννησαν επαναστατικοί συνδικαλιστές αρχικά, όπως ο Panunzio, ο Corridoni, ο Michels, ο Olivetti και άλλοι. Ο πρώτος έκανε μία μεγάλη κοινωνιολογική έρευνα, καθώς θεώρησε ότι ο Μαρξ δεν είχε ασχοληθεί με την ψυχολογία των ανθρώπων. Διάβασε κυριολεκτικά, όλα τα ακαδημαϊκά έργα της εποχής σχετικά με την ψυχολογία των μαζών και της κοινωνίας. Με επιρροές από διάφορους κοινωνιολόγους ( λ.χ. Λε Μπον, Βέμπερ ) και έπειτα από τον Σορέλ όντας εντός της συνδικαλιστικής παράδοσης, ο Panunzio οδηγήθηκε στον μύθο της κινητοποίησης των μαζών, και από εκεί στον Mosca και τον Pareto, αναπτύσσοντας απόψεις υπέρ του επαναστατικού ελιτισμού και ανάλυσης της ιστορίας ως μία ανακύκλωσης ανταγωνιζόμενων πολιτικών ελίτ. Τέλος ο "Παραγωγισμός" (productionism) με εμφανώς μαρξιστικές καταβολές.
Ο Μουσολίνι από το 1905 μιλούσε με υπερηφάνεια για τα εθνικά του αισθήματα και αυτός ο εθνικισμός συνδυαζόταν όπως είχα πει και στο προηγούμενο σχόλιο από το γεγονός ότι δεν ήταν αντιδραστικός. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς εξάλλου ήταν υπέρ της ένωσης της Ιταλίας. Το 1912 ο Olivetti, με αφορμή τον πόλεμο στην Τριπολιτανία, μιλούσε για έναν νέο "επαναστατικό εθνικισμό", ενώ ο Michels για "προλεταριακό εθνικισμό". Με την σειρά του ο Corradini που ανήκε στους Ιταλούς εθνικιστές, μίλησε για "προλεταριακά" και "πλουτοκρατικά" έθνη. Η Ιταλία ανήκε στα πρώτα, και έτσι σιγά σιγά αρχίζει να συνταιριάζουν οι εθνικιστές με τις επιθυμίες των Ιταλών συνδικαλιστών.
Μέσα στα έτη του Α' ΠΠ σχηματίζεται στην ουσία ο Εθνικός Συνδικαλισμός που έπειτα ονομάστηκε Φασισμός. Τόσο πριν όσο και κατά την διάρκεια των ετών αυτών, ο Μουσολίνι στην ουσία παραφράζει όλες αυτές τις απόψεις των εθνικοσυνδικαλιστών διανοουμένων που αναφέρθηκαν. Ο Μουσολίνι ασχολείται με τα γραπτά του Τζεντίλε από το 1908 (να σημειωθεί κιόλας πως ο φιλόσοφος ήταν υπέρ της εισόδου της Ιταλίας στον Α ΠΠ άρα ο Μουσολίνι ταυτιζόταν και σε αυτό). Το 1919 κατά τον A. James Gregor όταν σχηματίστηκε το Φασιστικό κίνημα, ο Μουσολίνι τόσο άμεσα όσο και έμμεσα είχε επηρεαστεί στην σκέψη του από τον Τζεντίλε σε ζητήματα σχετικά με τις τάξεις και τις σχέσεις τους προς το Κράτος και την "ολοκληρωτική δημοκρατία" σε αντίθεση με την φιλελεύθερη κτλ.
Δεν θέλω να κάνω περαιτέρω ανάλυση, και αυτά που έγραψα τα είπα και γενικά. Καλύτερα ας γράψω άρθρο κάποια στιγμή για όσους ενδιαφέρονται για το θέμα. Εκεί που θέλω να καταλήξω είναι πως θεωρώ αστοχία να αγνοούνται οι σοσιαλιστικές ρίζες του Φασισμού όπως και η ιδεολογική του συνέπεια ως προς τις αναλύσεις των διανοουμένων της πρώιμης εποχής μέχρι και το 1919. Μετά την πορεία προς την Ρώμη, έγινε συμβιβασμός με το καθεστώς για αυτό δεν το θεωρώ σκόπιμο να συζητηθεί από εκεί και πέρα. Ιδεολογικό περιεχόμενο λοιπόν θεωρώ υπήρχε, καταβολές συγκεκριμένες υπήρχαν και δεν ήταν απλώς ένα αόριστο μωσαϊκό από ρομαντικές αντιλήψεις που επαναδιατυπώθηκαν. Αν υπήρχε ταύτιση αυτό είναι άλλο θέμα, και αυτό έγινε κυρίως μέσω του Τζεντίλε. Ο Κορπορατισμός πάντως από μόνος του δεν πρέπει να μας λέει κάτι. Υπήρχαν αντιδραστικοί κορπορατιστές όπως ο Κάρολος της Ρουμανίας ή ο Σαλαζάρ στην Πορτογαλία, και μετά υπήρχε για παράδειγμα και η Δημοκρατία του Σαλό.
Συγγνώμη αν σε κούρασα με την μακρηγορία μου, πολλές ευχές.
Κοίταξε, έχω την εντύπωση ότι ο Ντανούτσιο μπορεί όντως να μην επηρέασε απόλυτα τον πέριξ του Μουσολίνι φασισμό. Επηρέασε, όμως, σημαντικά το όλο πολιτικό πλαίσιο του ιταλικού πεδίου από το οποίο ξεπήδησε τελικά ως επικρατούσα τάση ο πέριξ του Μουσολίνι φασισμός. Θέλω να πω, δηλαδή, ότι το φαινόμενο των συνδέσμων και των ανορθόδοξων για τα τότε αστικά δεδομένα οργανώσεων που αποκαλούμε συμβατικά φασισμό και εστίαζε στην ανάμιξη του εθνικισμού, του σοσιαλισμού, του συνδικαλιστικού ακτιβισμού και του (ενίοτε των βετεράνων, αλλά όχι μόνο) μιλιταρισμού δεν ήταν μόνο της τάσης Μουσολίνι, ασχέτως αν αυτή επικράτησε. Ήταν ένα πιο γενικό φαινόμενο στο οποίο ο Ντανούτσιο είχε πρωτοποριακό ρόλο.
Επίσης, όλο αυτό το φαινόμενο, με Ντανούτσιο, Μουσολίνι και λοιπούς, που ονομάζουμε φασισμό, θεωρώ ότι σωστά ο Εμίλιο Τζεντίλε το θεωρεί αποκλειστικά ιταλικό. Όπως έγραψα στο διδακτορικό μου, ο Εμίλιο Τζεντίλε (ο σύγχρονος, όχι ο παλιός Τζεντίλε) υποστήριξε ότι η μελέτη του Stenhell, που δίνει έμφαση στο κίνημα και την ιδεολογία, κρύβει τον κίνδυνο να τονιστεί η μια πλευρά του φασιστικού φαινομένου και να φωτιστεί μονομερώς ο ανορθολογικά μυθικός πυρήνας της ιδεολογίας του. Ο Τζεντίλε υπενθύμισε ότι ο φασισμός, εκτός από ιδεολογία, ήταν οργάνωση και θεσμός. Και τόνισε ότι ένας σωστός ορισμός πρέπει να βασίζεται στον συσχετισμό ανάμεσα α) στην οργανωτική διάσταση (κοινωνική σύνθεση, συνεκτική δομή, μέθοδοι κομματικού αγώνα), β) στην πολιτιστική διάσταση (ιδεολογία, αξίες) και γ) στην θεσμική διάσταση (δομές και σχέσεις που αποτέλεσαν το φασιστικό καθεστώς) του φαινομένου. Ο Τζεντίλε εκτίμησε ότι αν δεν υπήρχε αυτή η σύνδεση και ο φασισμός παρέμενε στο επίπεδο της ανορθολογικής ιδεολογίας δεν θα γινόταν ποτέ μαζικό κίνημα και η υποστήριξή του θα περιοριζόταν σε λίγους διανοητές. Επίσης συμπέρανε ότι, σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, ο φασισμός γεννήθηκε στην Ιταλία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πουθενά αλλού.
Αν όσα έγραψε ο Τζεντίλε ισχύουν τότε αυτό που περιέγραψε ο Stenhell δεν είναι η ιδεολογία του φασισμού. Είναι η ιδεολογία ΚΑΙ του φασισμού. Γιατί, από την μια, ο φασισμός ως πολιτικό κίνημα, όπως υποστήριξε σωστά ο Τζεντίλε, ήταν κάτι συγκεκριμένο που γεννήθηκε στην Ιταλία. Αλλά, από την άλλη, η ιδεολογία που περιγράφει ο Stenhell ως φασιστική έχει μια δεδομένη ιστορική συνέχεια και τροφοδότησε τόσο το ιδεολογικό υπόβαθρο του φασισμού, όσο κι εκείνα των προφασιστικών και των νεοφασιστικών κινημάτων. (Emilio Gentile, Φασισμός. ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ, Γ έκδοση, μτφ. Ευάγγελος Κατσιφός, Ασίνη, Αθήνα 2016).
Στην συνέχεια της διατριβής για να καταλήξω στο συμπέρασμα ότι η ιδεολογία του φασισμού ήταν ρομαντικό δάνειο πολύ βαθύτερων αρχών από τις αναλύσεις των συνδικαλιστών της εποχής, πήρα ένα κοινωνιολογικό εργαλείο του Mάρτιν Σέλινγκερ αλλά η συνέχεια της διατριβής δεν αφορά την παρούσα συζήτηση.
Κοντολογίς, πιστεύω ότι ο επαναστατικός συνδικαλισμός ήταν σαφώς ένα σημαντικό κεφάλαιο στην διαδρομή γέννησης και ξεδιπλώματος του φασισμού ως ιστορικού φαινομένου αλλά δε έγιναν ποτέ πολιτικό πρόγραμμα του φασισμού οι στόχοι του (όπως σωστά υπενθυμίζεις για την συντηρητική στροφή του 1919), πέρα από την υιοθέτηση εκδοχών του ακτιβιστικού του στυλ στην οργάνωση του κινήματος, στην ρητορική και στην πολιτική στρατηγική του. Στην οργανωτική διάσταση του Ε. Τζεντίλε, δηλαδή. Αν πάμε, όμως, στην θεσμική διάσταση, τότε πάει στην άλλη άκρη, σε έναν ιδιότυπο συντηρητισμό, το εκκρεμές. Ωστόσο, αν μιλάμε για το κομμάτι ιδεολογία που μπορεί να περιλαμβάνει ο φασισμός θα πάμε στην δεύτερη κατηγορία του Τζεντίλε, στην πολιτιστική διάσταση. Εκεί είναι μόνο Ρομαντισμός. Εθνικισμός, Μη κλασικός σοσιαλισμός, εκμοντερνισμένη επιλεκτική παραδοσιοκρατία, χαρισματική ηγεσία, όλα αυτά υπάρχουν στον Ρομαντισμό ως θεωρητικές απαρχές, ως θεμελιώδεις αξίες, πριν διαχυθούν στα μεταγενέστερα ρεύματα.
Για παράδειγμα, το Εθνικό Μέτωπο της Βρετανίας δεν ήταν (στην γέννησή του τουλάχιστον) "εστιατόριο". ¨Εγινε πολύ καλή δουλειά και ο Τύνταλ, μολονότι είχε μεσαίες δυνατότητες ως πολιτική προσωπικότητα, ήταν καθαρότατος, αγνός και έντιμος πολιτικός. Όμως, η απαρχή του κόμματος (και η συνέχεια σε έναν βαθμό) δεν βασίστηκε μόνο στους ριζοσπάστες εθνικιστές του βρετανικπύ κινήματος αλλά και σε μεγάλο βαθμό σε συντηρητικούς εθνικιστές. Ο Τσέστερτον που υπήρξε, τρόπον τινά, ιδρυτής του κόμματος ήταν συντηρητικός. Ακόμη περισσότερο δεν μπορεί να απορρίπτουμε διανοητές όπως ο θείος του, ο διανοητής Τσέστερτον, που υπήρξε συντηρητικός και βαθύτατα αντικαπιταλιστής. Για να μην περάσω στους λογοτέχνες, (πχ Τόλκιν Λιούις κλπ) που δίνουν στον πολιτικό μας χώρο δυναμική, ποιότητα και αίγλη.
Όταν αναφέρω ότι μπορεί ο εθνικισμός να ευδοκιμήσει και σε συντηρητικά πλαίσια εννοώ ότι υπάρχει και η εκδοχή της οικονομικής προσέγγισης του απλού παρεμβατισμού (πχ Μπερκ), κάτι σαν παραδοσιοκρατικός σοσιαλδημορατικοκεϋανισμός, και όχι μόνο του συντεχνιακού κράτους (για τα σημερινά δεδομένα και αυτό θεωρείται πολύ ριζοσπαστικό) ή του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού (ασχέτως αν εγώ προτιμώ να γίνει κάποτε πολιτική πράξη η τελευταία εκδοχή). Υπέθεσε σε ένα φανταστικό σενάριο ότι αύριο αναλαμβάνουμε εμείς την κυβέρνηση της χώρας. Θεωρείς ότι είναι εφικτό να περάσει (με όλη την υπάρχουσα γεωπολιτική συνθήκη της εποχής, με το Ισραήλ να προελαύνει, με τις ΗΠΑ της παγκοσμιοποίησης, με την Τουρκία περιφερειακή δύναμη, με την Ε.Ε. της διεθνιστικής γραφειοκρατίας, με τις αγορές συνδεδεμένες παγκοσμίως σε φιλελεύθερο πλαίσιο κλπ) η χώρα σε ένα ριζοσπαστικό ή σε ένα κορπορατιστικό παραγωγικό σύστημα; Όσο και να το θέλουμε και οι δύο, είναι σαφές ότι θα χρειαστεί ένα μεταβατικό στάδιο. Ποια είναι η μοναδική επιλογή μας για να μην γίνουμε Τσίπρας νο 2 και ξεφτίλες όπως οι αριστεροί; Θεωρώ ότι μόνο τον παρεμβατισμό μπορούμε να κάνουμε πράξη στην αρχή.
Αντινατοϊκέ η Ελλάδα είναι στο ΝΑΤΟ γιατί το θέλει. Δεν την εκβιάζει κανείς.
Για την ακρίβεια η μεταπολεμική Ελλάδα είναι χτισμένη σε νατοϊκά πλαίσια.
Η έξοδος από το ΝΑΤΟ δεν είναι πολιτική πράξη που θα κάνει μία κυβέρνηση που προήλθε από απλές εκλογικές μετατοπίσεις.
Η έξοδος από το ΝΑΤΟ είναι κήρυξη ανεξαρτησίας. Κυβέρνηση που θα κάνει κάτι τέτοιο σημαίνει ότι θα εκπροσωπεί έναν άλλο ελληνικό λαό από τον σημερινό. Αλλιώς δεν θα μπορεί να εκλεγεί. Δεν είναι κήρυγμα απαισιοδοξίας. Τα πράγματα αλλάζουν γρήγορα στις μέρες μας.
Και εν πάση περιπτώσει άνθρωπε μου καταλαβαίνεις ότι αντιφασκεις όταν παραδέχεσαι τη σημασία της Τουρκίας για το ΝΑΤΟ και στην επόμενη παράγραφο ότι οι δυτικοί θα την διαλύσουν μέσω Κουρδιστάν.
Αλήθεια αφού το ΝΑΤΟ θα διαλύσει τη Τουρκία, τότε γιατί είσαι εναντίον του;