του Σταμάτη Μαμούτου
Πολλά γράφτηκαν και ειπώθηκαν τις τελευταίες μέρες για τον αείμνηστο πολιτικό επιστήμονα Ηλία Νικολακόπουλο. Εγώ, αντιθέτως, δεν θα σταθώ στο επιστημολογικό του υπόβαθρο και στην δημόσια εικόνα του που διαμορφώθηκε μέσα από τις συχνές τηλεοπτικές του παρουσίες. Αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Απ’ την μεριά μου αισθάνομαι ότι έχω χρέος να γράψω μερικές αράδες για τον άνθρωπο Ηλία Νικολακόπουλο που γνώρισα ως φοιτητής, παραθέτοντας λίγες αναμνήσεις.
Ο Ηλίας διέθετε ένα γνώρισμα το οποίο φρονώ ότι αποτέλεσε την προμετωπίδα της προσωπικότητάς του. Σε όλα τα χρόνια της μέχρι τώρα ζωής μου, κατά την διάρκεια μιας ιστορικής περιόδου που ο τόπος μας μάλλον δεν θα μνημονεύεται για την επικράτηση κοινωνικών αξιών όπως η συνέπεια και ο καλώς εννοούμενος ανδρισμός, ο Ηλίας ήταν ένας από τους ελάχιστους αληθινά «παντελονάτους» άντρες που έχω συναντήσει. Δεν είχε μισόλογα και ποτέ δεν κατέφευγε σε υπεκφυγές. Όταν σου έλεγε ότι είχε τον τρόπο να δώσει λύση σε ένα ζήτημα που σε απασχολούσε μπορούσες να κοιμάσαι σίγουρος ότι όλα θα πήγαιναν καλά. Όταν σου έλεγε ότι για κάποιο άλλο ζήτημα δεν μπορούσε να προσφέρει βοήθεια, σήμαινε ότι πράγματι δεν μπορούσε να προσφέρει βοήθεια. Δεν το έλεγε για να σε αποφύγει. Ο λόγος του ήταν συμβόλαιο. Αυτό θα μείνει για πάντα στην μνήμη μου ως κύριο γνώρισμα της προσωπικότητάς του.
Τον γνώρισα ως φοιτητής του τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Ήταν ένας από τους επιφανέστερους καθηγητές, εκείνα τα χρόνια, όταν το τμήμα μας αποτελούσε ένα από τα καλύτερα τμήματα σπουδών της πολιτικής επιστήμης στην Ευρώπη. Ανάμεσα σε ονόματα διδασκόντων που τα βιογραφικά και η δημόσια εικόνα τους προκαλούσαν δέος στους νεαρούς φοιτητές (Μεταξάς, Κιτρομηλίδης, Τσουκαλάς, Μαυρογορδάτος, Βερέμης, Διαμαντούρος, Κουλουμπής, Μακρυδημήτρης, Βαληνάκης, Κουζέλης, Σπουρδαλάκης και άλλοι) ο Ηλίας ήταν εκείνος που έβρισκε τον τρόπο να παρακάμπτει επιδεικτικά τις φόρμες της γραφειοκρατίας (με την υποστήριξη του αγαπημένου μας γραμματέα του τμήματος Ζαχαρία Τριγάζη), να γεφυρώνει με ευκολία την όποια απόσταση μπορεί να υπήρχε ανάμεσα σε έναν κορυφαίο επιστήμονα και τους φοιτητές και να ανακαλύπτει τρόπους για να κάνει την καθημερινότητά μας ευκολότερη και πιο απλή.
Θυμάμαι και συγκινούμαι ότι στις περιπτώσεις που κάποιοι «καλοθελητές» συνάδελφοι κατέφευγαν σε παρασκηνιακούς ψιθύρους, επικαλούμενοι ιδέες, επιστημολογικούς προσανατολισμούς και προσωπικές μου απόψεις, ευχόμενοι να βρεθώ σε αδιέξοδο, ο Ηλίας (και άλλοι καθηγητές που δεν ξεχνώ ποτέ αλλά δεν έχει νόημα να αναφέρω σε αυτό το άρθρο) απαντούσε ότι ήμουν ένας από τους καλύτερους φοιτητές. Και τότε όλοι σιωπούσαν. Ο λόγος του «άρχοντα» ήταν το διαβατήριο για να συνεχίσω απερίσπαστος τις σπουδές μου. Κι όταν μια φορά του είπα ότι τον ευχαριστώ για όσα είχε κάνει για εμένα, εκείνος απάντησε, «λες βλακείες, δεν έχω κάνει τίποτα για σένα, υποστηρίζω την επιστήμη μας και εσύ αξίζεις να την υπηρετείς, συνέχισε έτσι».
Κάτι που δεν έχει αναφερθεί στα άρθρα που γράφτηκαν τις τελευταίες μέρες είναι ότι ο Νικολακόπουλος αποτελούσε έναν από τους τελευταίους κοσμικούς των Αθηνών. Τον συναντούσα οπουδήποτε στο κέντρο. Σε μπαράκια στο Κολωνάκι, σε ταβερνάκια στην Πλάκα (αυτή ήταν η γειτονιά που ζούσε), σε εκθέσεις και παρουσιάσεις βιβλίων, σε θέατρα, σε νυχτερινά μαγαζιά, στους δρόμους να οδηγεί με άναρχο τρόπο ένα μικρό αυτοκίνητο. Δεν είχε πολλές κουβέντες. «Γεια σου λεβέντη μου, όλα καλά;» ήταν η συνηθισμένη του απόκριση στην μόνιμη ατάκα, «γεια σου δάσκαλε», με την οποία τον χαιρετούσα. Χάριζε το γνωστό χαμόγελο, έλεγε δυο λόγια και μετά χανόταν στους δρόμους.
Πολλά χρόνια πριν με είχε συναντήσει μαζί με την μητέρα μου σε μια έκθεση βιβλίου. Αφότου βεβαιώθηκε ότι είμαι γιος της κατέληξε στο εξής συμπέρασμα: «έχεις μια πανέμορφη μητέρα γι’ αυτό έγινες τέτοιο παλικάρι». Έκτοτε αρχίσαμε να μιλάμε και τηλεφωνικά. Με λακωνική συντομία ανταλλάσαμε ευχές για τις εορτές και με βεβαίωνε ότι ήταν διαθέσιμος για οτιδήποτε θα τον χρειαζόμουν. «Δεν ξέρω αν μου αρέσει που έγινα καθηγητής. Σαφώς θα προτιμούσα να ήμουν ένας καλός συγγραφέας», μου είχε πει σε μια από τις πολλές σύντομες συζητήσεις μας. «Μην το λες. Δεν παίρνεις παράδειγμα εμένα; Και που έγινα, τι κατάφερα;», του είχα απαντήσει για να ακολουθήσει ως απόκριση το γνωστό πνιχτό γέλιο του. Ακόμη δεν έχω αντιληφθεί αν το γέλιο του προκλήθηκε από το κωμικό μου θράσος να αυτοπροσδιοριστώ ως συγγραφέας απευθυνόμενος σε εκείνον ή αν απλώς ήταν μια συγκατάβαση για τις συνέπειες που προϋποθέτει η ενασχόληση με την λογοτεχνία και την συγγραφή στην σύγχρονη Ελλάδα.
Ο θάνατός του ήρθε απρόσμενα σε μια εποχή που όλα σχεδόν έχουν αλλάξει προς το χειρότερο στο τμήμα που υπηρέτησε ως ακαδημαϊκός. Καθώς τον συνοδεύαμε στην τελευταία του κατοικία μια φίλη του με ρώτησε, «βλέπεις αυτούς που ήρθαν στην κηδεία;» Γύρω μας βρίσκονταν πολλά γνωστά πρόσωπα του δημόσιου βίου. Ακαδημαϊκοί, πολιτικοί, συνδικαλιστές, δημοσιογράφοι και συγγραφείς. Κούνησα το κεφάλι καταφατικά κι εκείνη συνέχισε λέγοντας, «ορισμένοι απ’ αυτούς αν καθαρίσουν τα δόντια τους θα βγάλουν σάρκες του Ηλία». Υποθέτω πως κατάλαβα τι εννοούσε.
Σε όλους εσάς που με διαβάζετε μέσα από τα έντυπα της λέσχης ένα είναι εκείνο που θέλω να υπενθυμίσω και να κρατήσετε κατά νου. Ο Ηλίας Νικολακόπουλος ήταν ένας από τους ελάχιστους ΠΑΝΤΕΛΟΝΑΤΟΥΣ άντρες του δημόσιου βίου (αν όχι ο μοναδικός) που έχω γνωρίσει. Οφείλεται και σε αυτόν το γεγονός ότι συνέχισα να σπουδάζω στο τμήμα πολιτικής επιστήμης και το ότι απέκτησα τις όποιες γνώσεις στο πεδίο των ιδεών του Ρομαντισμού. Αυτές τις γνώσεις στις οποίες αρθρώθηκε, σε σημαντικό βαθμό, το εκδοτικό οικοδόμημα και συνολικά ο λόγος της λέσχης μας. Υποθέτω ότι αντιλαμβάνεστε την σημασία αυτής της παραδοχής.
Σχόλια:
Πόσο σημαντικό λοιπόν όταν ένας επιστήμονας έχει την δυνατότητα να ξεχωρίσει την ποιότητα και την καλαισθησία ακόμη και αν αυτή προέρχεται από άνθρωπο διαφορετικών απόψεων. Πόσο σημαντικό να είναι κάποιος άνθρωπος και σοβαρός επιστήμονας και να δίνει φτερά σε νέα άτομα πάρα να τους τα κόβει. Βλέπεις όμως και εσύ ότι τελικά η ποιότητα εκτιμάται ουσιαστικά σε αυτή την ζωή, κατά την άποψή μου, και στην επόμενη. Ελαφρύ το χώμα του και ας τον μάθουμε όσοι δεν τον ξέραμε, έστω και τώρα.
Σταμάτη τον ηξερα τον άνθρωπο ως δημοσια παρουσία για αυτο διαβασα με ενδιαφερον το άρθρο σου.Εδω να σημειώσω οτι κατα την διαρκεια της επταετιας ο συγχωρεμένος πια ήταν αντιστασιακος( οχι γιαλαντζι σαν πολλους) δραστηροποιουμενος στην ενοπλη οργανωση 20 Οκτωβρη νομιζω.Ορος τιμη του αυτο δεν το χρησιμοποιησε για να πουλησει μουρη που λεμε.
Μεγάλη ατάκα της κυρίας στην κηδεία. Βγάζει προς τα έξω όλη την βιτρίνα των «διάσημων».