Συνέντευξη του συγγραφέα Ευστράτιου Σαρρή στον Σταμάτη Μαμούτο

 

Ο Ευστράτιος Σαρρής είναι ένας από τους λίγους νέους συγγραφείς που διαθέτουν σήμερα ιδιαίτερη πένα. Ο γραπτός του λόγος μοιάζει με κέντημα από νήματα που οι άκρες τους χάνονται στα μυστικά βάθη του ελληνικού πολιτισμού. Κατά τα χρόνια που στελεχώνει την Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. ο Σαρρής έγινε γνωστός στο αναγνωστικό μας κοινό μέσα από τις μεταφράσεις διηγημάτων και ποιημάτων σπουδαίων λογοτεχνών όπως οι Λάβκραφτ, Μάχεν και Πόε. Η ξεχωριστή γραφή του Στράτου έκανε τα κλασικά αυτά κείμενα να αποκτήσουν μια πρωτόγνωρη φρεσκάδα. Και να διαβαστούν, μέσα από το πρίσμα του υπέροχου γραπτού λόγου του Στράτου, λες και ήταν μαγεμένα πρωτόλεια που φανερώθηκαν για πρώτη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Γιατί το στυλ γραφής του Σαρρή, το οποίο σμαλτώνει την δημοτική ντοπιολαλιά της ελληνικής παράδοσης με ραφιναρισμένες δόσεις καθαρεύουσας, φωτίζει με μια αρχοντική και συνάμα υποβλητική μεγαλοπρέπεια τα κείμενα της λογοτεχνίας του φανταστικού.

Ωστόσο ο Ευστράτιος Σαρρής, πέρα από ένας πολύ ιδιαίτερος μεταφραστής είναι και ένας από τους καλύτερους νέους Έλληνες ποιητές. Αντιλαμβάνομαι ότι ενδέχεται να ξενίσει πολλούς αυτό που υποστηρίζω και να το θεωρήσουν υπερβολικό. Αναμφίβολα η ποίηση είναι το δυσκολότερο (και για πολλούς το πλέον μαγευτικό) πεδίο της λογοτεχνίας. Η απάντησή μου σε όποια πιθανή τέτοια ένσταση είναι σύντομη και σαφής. Επιμένω σε αυτό που υποστηρίζω. Και όποιος έχει αμφιβολίες για την κρίση μου ας διαβάσει την πρώτη ποιητική συλλογή του Σαρρή, που κυκλοφόρησε πριν λίγο καιρό με τον τίτλο Η Τέχνη για το Κάλλος, απο τις εκδόσεις Θ. Παπαδημητρόπουλου. Κι έπειτα ας επανέλθει να συζητήσουμε ξανά.

Ο Στράτος με τίμησε παραχωρώντας την παρακάτω συνέντευξη για το ιστολόγιο της λέσχης μας. Ας διαβάσουμε τι έχει να μας πει.


1) Μπορείς να μας περιγράψεις την γλώσσα που χρησιμοποιείς προκειμένου να γράψεις τα ποιήματά σου; Είναι ένα μίγμα μεσαιωνικής ελληνικής, με στοιχεία δημώδους λαϊκής ντοπιολαλιάς και  τον πολυτονισμό της καθαρεύουσας;

Είναι όλα αυτά πράγματι. Θα την χαρακτήριζα ως μία γλώσσα με έλλειψη σταθερών φιλολογικών κανόνων η οποία ακολουθεί μία θεμελιώδη αρχή, της αναμείξεως ή της ανθολογήσεως και οπωσδήποτε υπάρχει πολυτυπία. Επιθυμώ να απαντά ο αναγνώστης γραμματικά και συντακτικά στοιχεία από όλη την ιστορία της ελληνικής γλώσσας, την οποία και αντιλαμβάνομαι ως ολότητα. Χρησιμοποιώ ένα υπόστρωμα το οποίο πηγάζει από την γλώσσα των δημοτικών τραγουδιών, την ανάμεικτη με αρχαϊσμούς μεσαιωνική και την παλαιά λογοτεχνική δημοτική, και πάνω εκεί χτίζω την εκάστοτε κατά ποίημα εκδοχή της. Το γλωσσικό ζήτημα με βασανίζει αενάως. Ο πρώτος προβληματισμός μου, η ουδετεροποίηση. Θεωρώ ότι οι δύο νεοελληνικές εκδοχές, η καθαρεύουσα και η δημοτική, μετά την ανάμειξή τους σε αυτό όπου ονομάζουμε νεοελληνική κοινή, απώλεσαν ιδιαίτερα στοιχεία τους και κατέληξαν υπό την ασφυκτική καθοδήγηση του κρατικού μηχανισμού σε μία άχρωμη και φτωχή, συντακτικά κυρίως, γλώσσα. Δεν θα επεκταθώ ώστε να μην κουράζω. Ο δεύτερος προβληματισμός μου, οι χαμένες δυνατότητες της δημοτικής γλώσσας καθώς διέκρινα, μελετώντας παλαιότερα κείμενα, μία εκπληκτική δύναμη αναδημιουργίας συντακτική, όπου θα μπορούσε να την οδηγήσει κάποτε στο ύψος της αρχαίας μορφής. Όσον αφορά το πολυτονικό, το οποίο αναγνωρίζω ως αξεδιάλυτο κομμάτι της ιστορικής ορθογραφίας, χρησιμοποιώ το παλαιό σύστημα και όχι το μεταγενέστερο απλοποιημένο. 

2)  Ποιες είναι οι επιρροές σου όσον αφορά την στιχουργική τεχνοτροπία σου;

Κυρίως το δημοτικό τραγούδι, εντός του οποίου ζει συμπυκνωμένη όλη η ρητορική εμπειρία του αρχαίου κόσμου, διότι φυσικά δεν το δημιούργησαν βοσκοί και χωρικοί όπως αφελώς νομίζεται. Η αρχή της ισομετρίας μορφής και περιεχομένου για παράδειγμα είναι τεχνική που χρησιμοποιώ σε μεγάλο βαθμό στα έργα μου, ομοίως και άλλες τεχνικές όπου πηγάζουν από αυτό. Η εκκλησιαστική και κοσμική μεσαιωνική λόγια ποίηση επίσης υπήρξε και συνεχίζει να είναι μεγάλο σχολείο για μένα,  και έχω εν μέρει δυτικές επιρροές τις οποίες προσπαθώ πάντα να προσαρμόζω στο δικό μου ποιητικό σχέδιο. Τα περισσότερα ποιήματά μου είναι αυστηρώς έμμετρα.

3)  Ποιοι οι ποιητές που προτιμάς να διαβάζεις περισσότερο;

Προσπαθώ να διατηρώ μία γενική άποψη της ιστορίας της ελληνικής ποιήσεως από την αρχαιότητα ως σήμερα. Μου αρέσει να διαβάζω ωραία ποιήματα και κάθε ποιητής νομίζω έχει γράψει, έστω μερικά. Προτιμώ όσους αφηγούνται. Με εντυπωσιάζουν ιδιαιτέρως οι Κάλβος, Σικελιανός, Παλαμάς, τούτα τα μυστικιστικά λυρικά ποτάμια.

4) Η θεματολογία των ποιημάτων σου κινείται στο φάσμα των παραδοσιακών πεδίων. Αρχαία και μεσαιωνική ιστορία της Ελλάδας, επικά περιβάλλοντα μυθικών χώρων ή και ιστορικών αναδρομών, δημώδεις αφηγήσεις και αστρολογικοί μύθοι. Ποια η σημασία της παράδοσης στην δημιουργική σου πρακτική;

Τεράστια και πλήρως φυσική, όπως η αναπνοή, η παράδοση είναι τρόπος, πράξη καθημερινή και όχι ιδεολόγημα. Και εφ’ όσον με ρωτάς για το δημιουργικό μέρος θα μου επιτρέψεις να απαντήσω καταλήγοντας σε μία προτροπή. Όταν λοιπόν μελέτησα τις «Παραδόσεις του ελληνικού λαού» του Ν. Πολίτη, οι φανταστικοί κόσμοι του Τόλκιν άρχισαν να μου μοιάζουν απλοί και σχεδόν φυσιολογικοί. Τέτοιο πλούτο υπερφυσικών οντοτήτων και θρύλων δεν είχα συναντήσει ως τότε, η νεοελληνική μυθολογία αληθώς με κατέπληξε και με μάγεψε. Όσον αφορά τα πεδία της ιστορίας πραγματικά ξεπερνούν κάθε φαντασία και το επισημαίνω δίχως διάθεση υπερβολής. Οι μεγάλοι Αγγλοσάξονες και οι λοιποί ξένοι δάσκαλοι δημιούργησαν τους φανταστικούς κόσμους στα έργα τους και εκεί βιώνουν την αιωνιότητα στο βάθρο τους, αξεπέραστοι. Οι Έλληνες συγγραφείς του φανταστικού, ταπεινή μου άποψη, δεν έχουν καμία τύχη στο να δημιουργήσουν έργα εφάμιλλα, και αν δημιουργηθούν κάποια δεν θα κατέχουν τίτλους αυθεντικότητος. Μήτε και το αναγνωστικό κοινό προσμένει να διαβάσει κάτι όπου ήδη γνωρίζει και αποδέχεται ως κλασσικό. Από τους Έλληνες ίσως άλλα προσμένουν, φαντασιακό να ειπούμε βυζαντινό ή μινωικό και μυκηναϊκό ή κλασσικό ή πέρα στις επικράτειες της Βακτριανής και των Ινδιών ή με τους περιπλανώμενους στρατιώτες κατά την αναγέννηση ή τόσα πράγματα ανεξάντλητα, ένα πυκνό δίκτυο φαντασίας όπου εμπλέκονται η ιστορία με την μυθολογία σε έναν άσβεστο στρόβιλο με άπειρες προεκτάσεις και δυνατότητες. Όμως το πλέον σημαντικό στα περί την παράδοση είναι πως τούτα τα πράγματα είμαστε εμείς οι ίδιοι, ο τρόπος με τον οποίο γνώρισαν και εξήγησαν τον κόσμο οι προηγούμενοί μας εαυτοί, οι πρόγονοί μας. Η δημιουργία ενός πρωτότυπου ελληνικού φανταστικού είναι όνειρό μου και προτρέπω όλους τους ομοτέχνους να εργαστούμε με θέρμη προς τούτον τον σκοπό.   


5) Όσο προχωρά η τυποποίηση της ελληνικής εκπαίδευσης σε ανούσια φορμαλιστικά σχήματα τόσο μειώνονται οι νέοι Έλληνες που γράφουν ποίηση (ή στίχους). Πως αισθάνεσαι γράφοντας ποίηση την εποχή που οι περισσότεροι επίδοξοι Έλληνες συγγραφείς εστιάζουν στην πεζογραφία; Είναι μοναχικός ο δρόμος όσων παραμένετε ακόμη ικανοί να χειρίζεστε την ελληνική γλώσσα στο απαιτητικό περιβάλλον της ποιητικής έμπνευσης και της μαστοριάς στην επεξεργασία φραστικών σχημάτων που γεννούν ποιητικό λόγο;

Η σύνθεση έμμετρης ποιήσεως απαιτεί αστείρευτη υπομονή και χαλύβδινη πειθαρχία, γνωρίσματα τα οποία οι σημερινοί άνθρωποι του δυτικού κόσμου δεν διαθέτουν στην πλειοψηφία τους, όπως σε παρελθούσες εποχές. Ζούμε στην εποχή της ευκολίας όπου προσμένουμε τα μέγιστα αποτελέσματα με τον ελάχιστο κόπο. Το να χύσεις ιδέες, δράσεις, εικόνες μέσα στα αυστηρά καλούπια των μέτρων προϋποθέτει την απαιτούμενη κατάρτιση, και βεβαίως δεν είναι μόνον η γνώση της μετρικής τέχνης αλλά και της ανάλογης συντάξεως ώστε να επιτύχεις την αρμονία, ο ποιητικός λόγος σου επιβάλλει δικούς του κανόνες. Χρησιμοποίησες την λέξη «μαστοριά» και πολλές φορές τούτο είναι ακριβώς, με την πρακτική έννοια, όπως θα λέγαμε για έναν τεχνίτη πλακιδίων και τους τεχνίτες εν γένει. Διότι ιδέες και συναισθήματα έχουν άπαντες απλώς οι συγγραφείς είναι ικανοί να τα μετατρέπουν σε τέχνη, μορφή. Και εδώ να πω το εξής: Είτε συγγραφέας είτε επιστήμονας είτε επιχειρηματίας, γεωργός, ερευνητής, καλλιτέχνης, οποιοσδήποτε… ο δημιουργός άνθρωπος με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί: Συλλαμβάνει, ψαρεύει, κάτι ρευστό από την μεγάλη θάλασσα των ονείρων, έπειτα το σχηματοποιεί, το αργάζεται και εν τέλει αρχίζει και το μορφοποιεί εδώ στον κόσμο της ύλης, μετατρέπει το φευγαλέο σε υπαρκτό, είτε είναι λογοτεχνικό έργο, επιχείρηση, ερευνητικό έργο, τροφή, τέχνη, οτιδήποτε. Όσον αφορά την επικράτηση της πεζογραφίας και της πεζολογίας, την οποία νομίζουν για δήθεν εύκολη ενώ δεν είναι, συμβαδίζει με την εποχή της νεωτερικότητος. Η αφήγηση με κεκοσμημένο τραγούδι, έπος, μπαλλάντα δεν ευδοκιμεί στα εδάφη του σημερινού χρηστικού πολιτισμού. Βλέπουμε κείμενα όπου η μόνη φροντίδα τους είναι η περίτεχνη πλοκή ή η ψυχολογική ανάλυση (ο όποιος τέλος πάντων σκοπός τους) με εργαλείο την απλούστερη προφορική γλώσσα, το ανάλογο με το Bauhaus στην αρχιτεκτονική· δεν υφίσταται λογοτεχνική γλώσσα, αισθητική καλλιέργεια της μορφής, εργαλείο μόνον.

Πάραυτα λέω να επιμείνω στα δικά μου ολίγον κλασσικά, ολίγον ρουστίκ… προτιμώ τον λόγο με τα σεμεδάκια του και τα υφαντά του.

6) Έχεις σκεφτεί να γράψεις λογοτεχνία σε πεζό λόγο; Κάποια συλλογή διηγημάτων ή ένα μυθιστόρημα. Ή θεωρείς ότι η γλώσσα που χρησιμοποιείς ταιριάζει καλύτερα στον λόγο της ποίησης;

Έχω γράψει πειραματικά ελάχιστα μικροδιηγήματα και το διήγημα είναι είδος το οποίο με ελκύει και με γοητεύει. Με το μυθιστόρημα δεν έχω σκεφτεί να καταπιαστώ, απαιτεί νομίζω έναν διαφορετικό τρόπο εργασίας τον οποίον δεν κατέχω. Θεωρώ πως αν δοκίμαζα η επιμονή μου στην μορφή θα με οδηγούσε μάλλον σε αδιέξοδο. Η γλώσσα έχει να κάνει και με το περιβάλλον, συγκαταλέγεται στα εργαλεία σκηνοθεσίας. Φυσικά δεν θα ταίριαζε σε αστικό μυθιστόρημα, όμως θα έβρισκε την θέση της σε ιστορικό ή μυθιστόρημα φαντασίας. Όμως εν τέλει η ποίηση είναι ο πυρήνας μου, με συνεπαίρνει η μορφή και το κάλλος του λόγου, είμαι βαθύτατα αισθητιστής και έτσι επιθυμώ να αφηγηθώ την κάθε ιστορία.

7) Ποιοι οι αγαπημένοι συγγραφείς της λογοτεχνίας του φανταστικού;

Λάβκραφτ, Πόε, Ουάιλντ, Τόλκιν, Ντάνσανυ, το αστικό φάνταιζυ του Μπάρκερ, και διάφορα έργα πολλών συγγραφέων. Όμως και οι αρχαίοι επικοί, τα έμμετρα μεσαιωνικά μυθιστορήματα, οι παραλογές και άλλα έργα τα οποία θεωρώ κατ’ εξοχήν του φανταστικού, όμως συνήθως και αδίκως δεν τα ορίζουμε ως τέτοια. Ας αναφέρω ως παράδειγμα τον Απόκοπο του Μπεργαδή, ένα εκπληκτικό έπος φαντασίας όπου περιγράφει την κάθοδο του ήρωος στον Άδη, ατόφια λογοτεχνία του φανταστικού. Ας αναφέρω και το πασίγνωστο τραγούδι Του νεκρού αδελφού, υπερφυσικός τρόμος με αγάπη εντός αριστοτεχνικής ατμόσφαιρας, να τα κοιτάξουμε με προσοχή αυτά, και είναι πολλά, τα δικά μας αριστουργήματα. 

8) Είσαι εδώ και κάποια χρόνια μέλος της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. Τι έχεις αποκομίσει από την συμμετοχή σου στην λέσχη και τι προσδοκίες έχεις για το μέλλον της;

Ναι, και είμαι πολύ χαρούμενος γι’ αυτό, δυστυχώς όμως ένεκα αποστάσεως δεν μπορώ να συμμετέχω τόσο ενεργά στις διάφορες δράσεις της λέσχης παρά μόνο συγγραφικά. Ως συγγραφέας λοιπόν να πω ότι η λέσχη και το περιοδικό της υπήρξαν η αιτία όπου καταπιάστηκα με την μετάφραση πεζού κειμένου και μέτρησα τις δυνάμεις μου σε εκείνο το πεδίο. Επιπλέον απέκτησα στους κόλπους της αγαπητούς πνευματικούς φίλους. Για μένα η λέσχη αποτελεί τον καθαρώτερο φορέα του αυθεντικού ρομαντισμού στην σημερινή Ελλάδα, είναι θεματοφύλακας και παρακαταθήκη. Η σκέψη των περισσοτέρων εκτείνεται ως τον περιορισμένο χρονικό ορίζοντα της συνήθους ανθρώπινης ζωής και αδυνατούν να συλλάβουν με τρόπο συγκροτημένο την έννοια της παρακαταθήκης, μια σειρά βημάτων μέσα στον ιστορικό πλέον χρόνο όπου δύναται να καλλιεργήσει και αναπτύξει έναν τελικό σκοπό, η παράδοση δηλαδή διατηρείται προς κάτι. Ελπίζω δε σε μία ρομαντική αναγέννηση ως έναν νέον αισθητικό πολιτισμό, ένα μαγικό κύμα που θα αναγεννήσει το παρηκμασμένο μας παρόν. Θα μου πεις, λίγοι άνθρωποι πρόκειται να επιτύχουν κάτι τέτοιο; Θα το διατηρήσουν ως δυνατότητα του τόπου, ως πιθανή εκδοχή των πραγμάτων. Άλλωστε οι νεροσυρμές και τα ρυάκια θρέφουν τους ποταμούς.  


9) Τι να περιμένουν οι αναγνώστες στο μέλλον από εσένα; Έχεις κάποιον σχεδιασμό για νέες κυκλοφορίες, παρουσιάσεις ή εκδηλώσεις;

Όπως γνωρίζεις, το 2021 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θεοδόσης Παπαδημητρόπουλος μία επιλογή ποιημάτων μου «Η τέχνη για το κάλλος», εκδόσεις κλασσικής γραμμής με απλότητα και καλαισθησία. Συνεχίζω βεβαίως πάντα την συνεργασία μου με το περιοδικό της λέσχης καθώς και με το περιοδικό Νόημα στην Θεσσαλονίκη. Επίσης υπάρχει κείμενό μου στον εκθεσιακό χώρο του Ρ.Π.Α. στα πλαίσια του συλλογικού έργου «Απονενοημένο Σύνταγμα».

Όσον αφορά το έργο μου, συνεχίζω σταθερά, ενίοτε με κάποιους πειραματισμούς, το ποιητικό μου σχέδιο. Το μέλλον θα δείξει.

10) Τα τελευταία λόγια δικά σου

Θα ήθελα να σε ευχαριστήσω για τις ενδιαφέρουσες ερωτήσεις και την εν γένει συζήτηση. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω συχνά την ευκαιρία να συζητώ τα περί την λογοτεχνία. Να ευχηθώ κάθε επιτυχία σε ο,τι κάνεις και στα της λέσχης εξ ίσου. Να εργαστούμε με προσήλωση, ήθος και πάθος ώστε να επαναφέρουμε την μαγεία στον κόσμο και όλα θα πάνε καλά. Πιστεύω βαθύτατα στην δύναμη του ανθρώπου και στην καλοσύνη του Θεού.