Συνέντευξη με τους Έλληνες doomsters Sorrows Path

                                                                           
του Ανδρέα Σκαμανδρώνυμου

Ένα σοβαρότατο οδικό ατύχημα τον Ιούνιο του 1993 παραλίγο να θέσει τέλος στις σκέψεις για τη δημιουργία ενός Doom σχήματος από τον Τάκη Δρακόπουλο, τον Κώστα Σαλωμίδη και τον Άγγελο Ιωαννίδη, αλλά οι μεταλλικές καρδιές δεν σταματούν εύκολα, ούτε παραδίνονται στον κίνδυνο. Δυστυχώς, η αρχή που έγινε με την πολλά υποσχόμενη κυκλοφορία του demo, διακόπηκε βίαια μετά από τον τραγικό θάνατο του Τάκη κι έπειτα από μια υποτροπή του τραύματος του Κώστα το 2000. Ωστόσο, η επική μάχη για την επάνοδο υπήρξε νικηφόρα για τον Κώστα και τους Sorrows Path, με αποτέλεσμα τις κυκλοφορίες των ResurrectionRough Path of Nihilism, και Doom Philosophy. Η επαγγελματικότητα του ήχου τους, όπως αντανακλάται σε αυτές τις κυκλοφορίες, δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες στο ποιός είναι ο βασιλιάς του Doom Metal στην Ελληνική γη......

Πριν την συγκρότηση των Sorrows Path,  ποια ήταν η αντίληψη που είχε το κάθε μέλος της μπάντας για το heavy metal; Τι ήταν εκείνο που σας προσέλκυσε στην σκληρή μουσική;

Τα παλαιότερα ειδικά μέλη της μπάντας έγιναν χεβυμεταλάδες σε μία εποχή που αυτό σήμαινε κάτι, όσον αφορά το ιδεολογικό και ειδικά το ρομαντικό του υπόβαθρο! Το να είσαι χεβυμεταλάς στα τέλη των ‘80ς, αλλά ακόμα και στις αρχές των ‘90ς, σε έφερνε αντιμέτωπο με προκαταλήψεις από τη μάζα των ανθρώπων. Βέβαια αυτό κάπου το επιδίωκες κι ο ίδιος εφόσον ο πυρήνας της ιδεολογίας του metal ήταν η αντίδραση και η ριζοσπαστική θεώρηση των πραγμάτων! Το metal ήρθε ως κάτι ριζοσπαστικά διαφορετικό, αν και σίγουρα εμπεριείχε και πολλά στοιχεία χουλιγκανισμού, κάτι αναπόφευκτο από την στιγμή που αντλούσε υποστήριξη από ιδιαίτερες κοινωνικές ομάδες, και βέβαια από εφήβους που αν έχουν κάποιο προβληματικό οικογενειακό υπόβαθρο εύκολα μπορούν να υποκύψουν στην παρανομία κάθε είδους.

Αυτά τα στοιχεία μάς προσέλκυσαν κι εμάς, όπως φυσικά και το μουσικό γούστο αφού αναφερόμαστε σε ένα είδος μουσικής που πάνω από όλα πρέπει να εκφράζει την ψυχοσύνθεσή σου. Πάντως τα μέλη των Sorrows Path ανήκαν πάντα περισσότερο στην κατηγορία του ευγενή ιππότη μεταλά με την χαίτη, παρά σε εκείνη του αγροίκου αλήτη χουλιγκάνου, αν και είναι γεγονός πως εκείνα τα χρόνια ήταν απαραίτητο να έχεις και τέτοιες επιρροές εφόσον το street feeling κι η αλητεία ήταν και θα είναι η ψυχή του rock και του metal! 


Πως προέκυψε η doom κατεύθυνση στον ήχο σας; Απ’ ό,τι θυμάμαι, την εποχή που ξεκινούσαν οι Sorrows Path, στην ελληνική κοινότητα των  υποστηρικτών του heavy metal ήμασταν λίγοι εκείνοι που αυτοπροσδιοριζόμασταν ως doomsters.

Η μπάντα προέκυψε στα τέλη του 1993 μετά από τη διάσπαση μιας προηγούμενης epic-doom μπάντας (Marcyas το όνομα για την ιστορία) η οποία πότε δεν κυκλοφόρησε κάτι. Κάποια μέλη μέσα στη μπάντα ήθελαν να ακολουθήσουν μία περισσότερο straight metal πορεία και κάποιοι διαφώνησαν. Οι διαφωνούντες ήταν ο Τάκης Δρακόπουλος (R.I.P. 1995) και ο Κώστας Σαλωμίδης, που σχημάτισαν μία πιο καθαρόαιμη doom μπάντα η οποία «βαφτίστηκε στα νάματα του doom» με την επωνυμία Sorrows Path στα τέλη του 1993. Πραγματικά πρέπει να ήταν η πρώτη ελληνική epic-doom μπάντα και μάλιστα ακόμα περισσότερο και από τους Marcyas αφού αυτοί είχαν μία περισσότερο Maiden-Manowar αισθητική...Πάντως σίγουρα ήταν η πρώτη ελληνική μπάντα στο είδος που κυκλοφόρησε κάτι επίσημα και αυτό ήταν το demo μας το Γενάρη του 1995.

Το doom στην πρωταρχική του εκδοχή εμπεριέχει επικές και σκοτεινές αισθητικές αναφορές. Ωστόσο, αρκετά συγκροτήματα προτιμούν να μετριάζουν την επική θεματολογία και να δίνουν έμφαση στο σκοτάδι των ανθρώπινων συναισθημάτων και της ψυχικής κατάστασης του εαυτού. Προκρίνουν, δηλαδή, έναν ρομαντισμό περισσότερο λυρικό παρά επικό. Ποια η δική σας προσέγγιση;

Πολύ βαθιά σκέψη αυτή, δεν το είχαμε πραγματικά αναλύσει έτσι! Όμως σίγουρα οι Sorrows Path ανήκουν σε γενικές γραμμές στην δεύτερη κατηγορία. Δηλαδή ασχολούνται με ακραίες ψυχολογικές καταστάσεις και συναισθήματα αλλά μέσω αυτών καταλήγουν σε μία ολιστική και οικουμενική θεώρηση. Δηλαδή συναρτούν αυτές τις καταστάσεις με το περιβάλλον στο οποίο ζούμε και μέσω αυτής της αλληλεπίδρασης επιδιώκουν τρόπο τινά την βελτίωση και των δύο! Εδώ παίρνουν σάρκα και οστά όσα είχαν πει αιώνες πριν ο Σωκράτης και ο Αριστοτέλης, σχετικά με τη θέωση του θνητού ανθρώπου μέσω της επαφής με τον πόνο και της κατάκτησης της αυτογνωσίας ή έστω της αυξημένης ικανότητας για αυτή!


Τα «Epicus Doomicus Metallicus» και «Into the Depths of Sorrow» φαίνεται ότι αποτέλεσαν σημαίνοντα σημεία αναφοράς στις επιρροές σας. Τα δυο αυτά album αποτυπώνουν και την διαφορετικότητα των στιχουργικών κατευθύνσεων, που ανέφερα στην προηγούμενη ερώτηση. Σας αρέσουν εξίσου και τα δύο; Αν ναι, για ποιους λόγους το καθένα;

Ίσως τα κορυφαία άλμπουμ του είδους. Η μπάντα μας γενικά είχε μία προτίμηση στους Solitude Aeturnus με αποκορύφωμα τη συμμετοχή του κιθαρίστα τους Edgar Rivera στο πρόσφατο μας άλμπουμ, αλλά σίγουρα μιλάμε για δύο τεράστια άλμπουμ με εντυπωσιακούς στίχους, απίστευτη φιλοσοφία και συναίσθημα καθώς και μελωδία και αρμονία που σπάνια συναντάται γενικά στο metal! Θα μπορούσαμε να τα εκθειάζουμε για ώρες αυτά τα δύο αριστουργήματα. Όντως υπάρχει αυτή η διαφορετικότητα στην στιχουργική κατεύθυνση όμως κάπου αναμειγνύονται κιόλας οι δύο κατευθύνσεις μέσα στο κάθε άλμπουμ, αν το αναλύσουμε σε βάθος. Τεράστιοι δίσκοι, ικανοί να κάνουν υπερήφανη την ανθρωπότητα για αυτά τα συναισθηματικά καλλιτεχνικά επιτεύγματα!

Αν ανατρέξουμε στις κυκλοφορίες σας από το single ντεμπούτο ως την τελευταία σας δουλειά. Ποιες κεντρικές γραμμές εξέλιξης στον ήχο σας θα μπορούσαν να αναφερθούν;

Μοιραία, όταν σχηματίστηκε η μπάντα το 1993 από κάποιους εφήβους, οι επιρροές ήταν περισσότερο εμφανείς. Πάντα είχαμε ένα progστοιχείο να αιωρείται στην ατμόσφαιρα, αλλά πιστεύουμε ότι στα demo από τα ‘90s που κυκλοφόρησαν επίσημα μέσω της Eat Metal έως το 2006 είναι εμφανείς οι επιρροές από CandlemassSolitude Aeturnus καθώς και Memento Mori. Όσο περνάει ο καιρός, και μετά από τις δύο ολοκληρωμένες μας κυκλοφορίες, έχει παγιωθεί ένα προσωπικό στυλ, το οποίο εύστοχα χαρακτηρίζουν οι δισκοκριτικοί σαν μία doom μίξη με powerproggothic κι ανατολίτικα στοιχεία (υπό την έννοια ορισμένων στοιχείων που ανιχνεύονται στην κουλτούρα της ρωμιοσύνης). Όλα αυτά με σύγχρονο ήχο κι όχι με ρετρό αναφορές, απλά με αληθινή πίστη και σεβασμό στις ρίζες μας, κάτι που οφείλει να κάνει ο κάθε άνθρωπος γιατί αλλιώς χάνει την ταυτότητά του.


Ποια η αντιμετώπιση του εκτός Ελλάδος κοινού στις κυκλοφορίες σας;

Γενικά οι κριτικές είναι πολύ καλές και λαμβάνουμε συνεχώς προτάσεις για live, αν και εδώ πέρα βέβαια υπεισέρχεται το οικονομικό μιας και είναι πολύ δύσκολο για μια ελληνική μπάντα να καλύψει τα πανάκριβα αεροπορικά εισιτήρια. Το πρώτο μας άλμπουμ έγινε αρκετά σύντομα sold out! Σίγουρα, σε κάποιες χώρες, παρατηρείται μεγαλύτερη προτίμηση στη μπάντα, όμως γενικά οι κυκλοφορίες μας αντιμετωπίζονται με μεγάλο σεβασμό, ακόμα κι από κριτικούς και ακροατές που δεν ταυτίζονται με το στυλ που πρεσβεύουμε τόσα χρόνια.

Ποιες από τις συναυλίες που έχετε δώσει στο εξωτερικό θυμάστε ως καλύτερες;

Η πρόσφατη συμμετοχή μας στο Kavarna Rock στη Βουλγαρία ήταν με διαφορά η πιο σημαντική μας συναυλία! Όταν βρίσκεσαι στον ίδιο χώρο και στα παρασκήνια με τεράστιες μπάντες όπως οι Twisted Sister, αλλά κι οι  άρχοντες του είδους, οι Candlemass και ακούς κάποια κολακευτικά σχόλια από αυτούς, είναι κάτι που σίγουρα χαράσσεται στη μνήμη σου για πάντα! Επίσης πολύ όμορφη στιγμή ήταν η συμμετοχή μας σε ένα μεγάλο φεστιβάλ στην Αγία Νάπα της  Κύπρου μαζί με μπάντες όπως οι Sabaton και οι Stratovarius, αλλά κι η μεγαλύτερη ελληνική metal μπάντα, οι Rotting Christ! Πέρα από τις εμπειρίες που αποκομίζεις και την επαφή με σοβαρές και επαγγελματικές διοργανώσεις, για εμάς είναι πολύ σημαντικό να βλέπουμε πόσο προσγειωμένοι άνθρωποι με υψηλό επίπεδο μόρφωσης και συμπεριφοράς είναι κάποιοι διάσημοι μουσικοί. Αυτό μας χαροποιεί και πραγματικά τους εξυψώνει στην καρδιά μας, κάτι που είναι το πλέον σημαντικό!


Μιλήστε μας για την ελληνική doom σκηνή. Θεωρώ εσάς και τους Wishdoom σημαιοφόρους της. Ποια άλλα συγκροτήματα πιστεύετε ότι μπορούν να πρωταγωνιστήσουν σε αυτήν;

Ευχαριστούμε πάρα πολύ για αυτό το σημαντικό κοπλιμέντο! Από τα τέλη των ‘90ς και ειδικά τα τελευταία χρόνια έχουν παρουσιαστεί πολλές μπάντες στον ευρύτερο doom χώρο. Σίγουρα, οι Wishdoom είναι μία άξια μπάντα, αν και με ένα περισσότερο επικό τόνο στο ύφος της. Επίσης πέρα από καλοί μουσικοί είναι και πολύ σοβαρά παιδιά, με επίπεδο, κάτι που είναι πιο σημαντικό ακόμα και από τη μουσική τους αξία. Δε θα θέλαμε να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα ονόματα για λόγους δεοντολογίας, όμως να τονίσουμε ότι χρειάζεται ακόμα δουλειά στην νοοτροπία μας. Πιο επαγγελματική και σοβαρή δουλειά σε όλους τους τομείς, συνεχόμενη παρουσία με κυκλοφορίες και λιγότερος κομπασμός…

Ποια η γνώμη σας για την λογοτεχνία του φανταστικού; Αν διαβάζετε, ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας λογοτέχνες; Θα μπορούσε κάποιο έργο της φανταστικής λογοτεχνίας να σας εμπνεύσει μουσικά και στιχουργικά;

Γενικά η φυγή στο φανταστικό και σε κάθε τι που σε βοηθάει να ανοίξεις τους πνευματικούς σου ορίζοντες είναι κάτι που μας συναρπάζει, μας εμπνέει και μας καθηλώνει. Άλλωστε αυτή είναι η πεμπτουσία κάθε μορφής Τέχνης, να δημιουργήσεις κάτι που υπάρχει στο μυαλό σου και να του δώσεις σάρκα κι οστά. Θαυμάζουμε λοιπόν κάθε λογοτέχνη, πόσο μάλλον το συγκεκριμένο είδος. Έχουμε κυρίως μελετήσει την φανταστική λογοτεχνία του τρόμου και κυρίως τον King και το Barker αλλά και τους  πρώτους διδάξασες του είδους, τον Poe και το Lovecraft. Μάλιστα κάποια βιβλία ειδικά των δύο πρώτων, αλλά κι άλλων συγγραφέων έχουν δώσει έμπνευση για ορισμένα θέματα κομματιών, προσαρμόζοντάς τα φυσικά πάνω στα δικά μας θέλω και πιστεύω.


Τι να αναμένουμε όσον αφορά τις μελλοντικές σας κυκλοφορίες; Πότε υπολογίζεται ότι θα κυκλοφορήσετε νέο δίσκο και ποιος θα είναι ο προσανατολισμός του; Να υποθέσω ότι ο δυναμικός λυρισμός του «All Love is Lost» θα παραχωρήσει την θέση του σεprogressive φόρμες;

Τα κομμάτια για το νέο δίσκο είναι έτοιμα! Οκτώ κομμάτια και λογικά ένα intro κι ένα outro για το δίσκο. Απομένει να ετοιμαστούμε απόλυτα ώστε να μπούμε στο στούντιο και αυτό υπολογίζεται κάπου στα μέσα του 2016. Αν κι είναι ακόμα νωρίς  να μιλήσουμε για τον απόλυτο προσανατολισμό, μιας κι η διαδικασία ενορχήστρωσης και παραγωγής είναι μία πολύπλοκη διαδικασία, το σίγουρο είναι ότι τείνουμε σε πιο απλές φόρμες, χωρίς ποτέ να αποχωριζόμαστε το prog στοιχείο που είναι ένα βασικό συστατικό του προσωπικού μας στυλ. Όσον αφορά τον λυρισμό, μάλλον θα είναι η πιο λυρική μας κυκλοφορία με σεβασμό στην ανατολική αλλά και την δυτική παράδοση, όμως αυτό θα το κρίνει καλύτερα ο κόσμος, όταν με το καλό κυκλοφορήσει ο δίσκος μέσα στο 2017.

Πιστεύετε ότι οι αξίες του Ρομαντισμού μπορούν να έχουν θέση στην εποχή μας, προκειμένου να αποτελέσουν την απαρχή μιας νέας αντιπρότασης στην οικονομιστική, άμουση και αντιπνευματική εποχή που ζούμε;

Με αυτά που έχουμε ήδη αναφέρει, το μόνο σίγουρο είναι ότι συμφωνούμε απόλυτα! Όταν ξεχνάς το παρελθόν σου, είσαι ένα τίποτα σε ατομικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο! Χωρίς ταυτότητα κι έρμαιο κάθε επιρροής που θα σε κατευθύνει στο να απομακρυνθείς ακόμα περισσότερο από αυτό που σε γέννησε και υπάρχει στο DNA σου. Ο απόλυτος σεβασμός στην παράδοσή μας, η αυτογνωσία κι η μελέτη όλων των άλλων ανθρώπων και των παραδόσεων τους είναι ο δρόμος που οδηγεί στην άνδρωση και τη θέωση του θνητού ανθρώπου, κι όλα αυτά αποτελούν τις πραγματικές αξίες του Ρομαντισμού, αφού μόνο έτσι θα απελευθερωθείς και θα εκφράσεις πηγαία συναισθήματα!


Τα τελευταία λόγια δικά σας. Τι έχετε να πείτε στους αναγνώστες του περιοδικού μας;  

Σε ευχαριστούμε πολύ Ανδρέα για την τιμή αυτής της συνέντευξης, όπως και το ποιοτικό περιοδικό σας για τη φιλοξενία και τους αναγνώστες για το χρόνο που έδωσαν για εμάς. Συνεχίστε στο δρόμο της καρδιάς και της ψυχής, είναι ο μόνος δρόμος για την αρμονία και την αιώνια γαλήνη. Doom rules eternally…

Δισκογραφία Sorrows Path
Sorrow's Path Demo 1994    
Promo Demo 1996    
Resurrection Compilation 2006    
The Rough Path of Nihilism Full-length 2010    
Doom Philosophy Full-length 2014 


Σχόλια:
 Ο Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Γεια ρε σου Σκάμαν με τις επιλογές σου!

Εξαίρετη μπάντα, το έχω αναφέρει πολλές φορές.

Τιμή για την ελληνική "heavy metal" σκηνή, η παρουσία τους.
Τρίτη, 22 Δεκεμβρίου, 2015
 
Ανώνυμος Ο Ανώνυμος είπε...
Άκουσα κάποια κομμάτια στο youtube τον Sorrows Path και πωρώθηκα ξανά με το doom metal.

Epic
Τετάρτη, 23 Δεκεμβρίου, 2015
 
Ανώνυμος Ο/Η Hot Liquid είπε...
Βελούδινο έρεβος ήχος τους. Μπαντάρα.
Αργεί το 2017, γαμώτο
Τετάρτη, 23 Δεκεμβρίου, 2015
 
Ανώνυμος Ο Σκαμανδρώνυμος είπε...
Βελούδινο έρεβος, ναι κάτω από τη σκέπη του Ανίκητου Ήλιου
Δευτέρα, 28 Δεκεμβρίου, 2015
 

'Ηρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά

του Χρήστου Νάστου      


Όταν ένα περίπου χρόνο πριν, είχα πληροφορηθεί από έναν εκλεκτό φίλο τα σχέδια για τη δημιουργία του βιβλίου «Ήρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά» και την κυκλοφορία του από τις Εκδόσεις C&C Publications, τίποτε δε με προϊδέαζε για το τελικό αποτέλεσμα, όταν αυτό ήρθε στα χέρια μου το απόγευμα της Παρασκευής 13 Νοεμβρίου στο στήσιμο του αξέχαστου διημέρου του Athens Con. Εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα πραγματικό εκδοτικό κομψοτέχνημα που τιμά στο έπακρο τόσο τους δημιουργούς του όσο και τον εκδότη του, μα κυρίως τιμά το έργο και την τεράστια προσφορά του αείμνηστου Στέλιου Ανεμοδουρά. 


Το βιβλίο ουσιαστικά, χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο αφορά την περίοδο 1946-1968 και αναφέρεται σε εμβληματικούς τίτλους-αφηγηματικής μορφής- όπως οι θρυλικοί «Υπεράνθρωπος», «Μικρός Ήρωας», «Γκρέκο» μα και σε δεκάδες λιγότερο γνωστά αλλά εξίσου αξιόλογα και με ιστορική αξία περιοδικά, όπως ο «Μικρός Ζορρό», ο «Μικρός Μπουρλοτιέρης» (ένα έξοχο ιστορικό ανάγνωσμα!), «Πλανητάνθρωπος», «Καλ», «Τάργκα» μεταξύ δεκάδων άλλων τίτλων. Την ευθύνη της συγγραφής αυτού ανέλαβε ο Γιώργος Βλάχος ως ο σημαντικότερος γνώστης και ερευνητής  του χώρου πέρα από κάθε αμφιβολία. Εξαιρετική πένα, υπέροχα δοσμένα κείμενα με έμφαση στην λεπτομέρεια, χάρτινα ανάγλυφα μιας ολόκληρης εποχής.

Η σκυτάλη περνά στον πολυπράγμων συγγραφέα Γιώργο Πολ. Παπαδάκη και στην χρυσή -για τα κόμικς των εκδόσεων Ανεμοδουρά- εποχή 1969-1979. «Μπλεκ» και «Ζαγκόρ» έχουν την αναμφισβήτητη πρωτοκαθεδρία, με τα «Τζάγκουαρ», «Πινόκιο», «Μπόζο», «Σινεάκ», «Τζόννυ Λόγκαν» και «Κοκομπίλ» να ξεχωρίζουν μεταξύ πολλών άλλων, από την εποχή της εκδοτικής έκρηξης των εικονογραφημένων περιοδικών τίτλων στην Ελλάδα. Άφθονο πληροφοριακό υλικό, σωστά δομημένο από έναν  έμπειρο ερευνητή του χώρου.

Το τρίτο μέρος ανήκει στην εξίσου πλούσια και ενδιαφέρουσα  περίοδο 1980-2000 (το έτος αυτό πεθαίνει δυστυχώς ο Στέλιος Ανεμοδουράς) και συνεχίζει μέχρι σήμερα, στο δυναμικό εκδοτικό παρόν του Λεωκράτη Ανεμοδουρά. Το κομμάτι αυτό ανήκει στη νοσταλγική πένα του Νίκου Νικολαίδη, ακούραστου δημιουργού, συγγραφέα, συλλέκτη και ερευνητή των κόμικς. Υπάρχει όμως και τέταρτο μέρος.  Και αυτό δεν είναι άλλο από μία ιστορία σε μορφή αφηγήματος του «Μικρού Ήρωα» σε κείμενο του Γιώργου Βλάχου, καθώς και δυο πολύ καλές comicιστορίες του «Μπλεκ» («Το τίμημα της προδοσίας», «Η επιστροφή της μάγισσας Νέκμεκ») σε σενάριο των Νικολαίδη-Παπαδάκη αντίστοιχα. Και οι τρεις ιστορίες χαίρουν της εξαιρετικής (δίχως ίχνος υπερβολής!) εικονογράφησης του Κώστα Φραγκιαδάκη.


Το βιβλίο «Ήρωες του Στέλιου Ανεμοδουρά» εστιάζει σε κάθε τίτλο ξεχωριστά, προσφέροντας πλήρη και αναλυτικά στοιχεία (συγγραφείς, σελίδες, εκδοθέντα τεύχη, τίτλοι αυτών, σελίδες, διαστάσεις, συχνότητα κυκλοφορίας), καθώς και πληθώρα έγχρωμων εξωφύλλων και εσωτερικών εικόνων. Έχει γίνει θαυμάσια δουλειά στο γραφιστικό κομμάτι, καθώς και στην συνολική εικόνα του (έξοχη ποιότητα χαρτιού-velvet 15gr, εκτύπωσης, χρωματισμού)  που έχει ως αποτέλεσμα να κρατάμε στα χέρια μας το καλύτερο βιβλίο του είδους του τα 1δέκα τελευταία χρόνια τουλάχιστον, και σίγουρα ένα από τα πλέον ολοκληρωμένα που έχουν γραφεί ποτέ και αφορούν την εκδοτική έρευνα-καταγραφή του συγκεκριμένου είδους.

Και επειδή πρέπει να βρω και κάτι αρνητικό θα το κάνω! Θεωρώ πως τίτλοι όπως ο «Μικρός Ιππότης» και το «Ροντέο» -με 224 και 118 τεύχη αντίστοιχα- άξιζαν παραπάνω από μία περιληπτική σελίδα παρουσίασης. Το ίδιο ισχύει και για το ιστορικό περιοδικό «Κατερίνα». Αυτό φυσικά δεν αφαιρεί τίποτε από την συνολική αξία αυτού του εκπληκτικού, όσο και χορταστικού από κάθε άποψη, ερευνητικού πονήματος. Ένα βιβλίο που θα βρει τη θέση του σε κάθε βιβλιοθήκη ρομαντικών αναγνωστών και συλλεκτών που μεγάλωσαν με όμορφα περιοδικά μιας άλλης, σίγουρα ομορφότερης εποχής…

Το βιβλίο αυτό δημιουργήθηκε από μία ομάδα ανθρώπων με αστείρευτο μεράκι, πάθος και πραγματική αγάπη για το αντικείμενο με το οποίο καταπιάστηκαν. Και ο εκδότης του το μεταμόρφωσε ιδανικά σε ένα πραγματικό εκδοτικό κόσμημα καθώς επίσης και σε έναν αχώριστο σύντροφο, πλέον, για τον γράφοντα. Κώστα, Γιώργο, Νίκο, Γιώργο, Λεωκράτη σας ευχαριστώ… που δημιουργήσατε κάτι τόσο όμορφο σε μία τόσο αντιαισθητική εποχή. 

Σχόλια:
ΑνώνυμοςΟ Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Εξαιρετική δουλειά. Εύγε στον Λεωκράτη και στους συντελεστές του βιβλίου.

ΥΓ. Ο τρόπος που ζωγράφισε ο Φραγκιαδάκης τον Μπλεκ είναι καταπληκτικός
Δευτέρα, 14 Δεκεμβρίου, 2015
 
Ανώνυμος Ο Ανώνυμος είπε...
Τα κλασσικά εικονογραφημένα αξίζουν σαν κόμικς?
Πέμπτη, 17 Δεκεμβρίου, 2015
 
Ανώνυμος Ο Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Ανώνυμε, φρονώ πως αξίζουν σίγουρα για τους αναγνώστες της κλασικής λογοτεχνίας. Δεν μπορώ να μιλήσω με βεβαιότητα για τους αναγνώστες των comics, ιδίως για εκείνους των νεαρών ηλικιών, γιατί δίνουν πολύ μεγάλη έμφαση στο σχήμα και στα χρώματα.
Για τους παλιούς πάντως, τόσο τους "κομικάδες" όσο και τους αναγνώστες της κλασικής λογοτεχνίας, τα "Κλασσικά Εικονογραφημένα" αποτελούν σημαντικό ανάγνωσμα.
Πέμπτη, 17 Δεκεμβρίου, 2015
 Διαγραφή
Blogger Ο tzortzadams είπε...
Φυσικά και αξίζουν και για τους φίλους των κόμικς. Αρκετά εξ αυτών αποτελούν άρτιες μεταφορές του λογοτεχνικού κειμένου με πολύ καλή εικονογράφηση. Προτείνω ανεπιφύλακτα των Κωνσταντίνο Παλαιολόγο σε αριστουργηματική εικονογράφηση του μεγάλου Μποστ. Η σειρά αυτή μεγάλωσε γενιές αναγνωστών, διόλου τυχαίο αυτό. Δεν είναι όλα στο ίδιο επίπεδο φυσικά!
Πέμπτη, 24 Δεκεμβρίου, 2015
 
Blogger Ο tzortzadams είπε...
Καθώς και το υπέροχο Christmas carol. Στα κλασικά εικονογραφημένα βρίσκεται και η καλύτερη του μεταφορά σε κόμικ!!!
Πέμπτη, 24 Δεκεμβρίου, 2015

''Μαριονέτες''


του Σταμάτη Μαμούτου


Όταν πριν από λίγο καιρό είδα σε μια διαφήμιση ότι στους κινηματογράφους θα προβαλλόταν ένα ελληνικό θρίλερ, το οποίο θα διέθετε δυνατό –για τα δεδομένα της χώρας μας καστ ηθοποιών και καλή παραγωγή, η αλήθεια είναι πως ένα αμυδρό χαμόγελο αισιοδοξίας έσπασε στο μόνιμα συννεφιασμένο, κατά τους τελευταίους μήνες, πρόσωπό μου. Έχοντας μόλις παρακολουθήσει τελικά το έργο, ομολογώ ότι το χαμόγελό εκείνο έγινε πλατύτερο. Βεβαίως, αναφέρομαι στο κινηματογραφικό έργο που φέρει τον τίτλο «Μαριονέτες» και έχει σκηνοθετήσει ο Παντελής Καλατζής. 


Στις «Μαριονέτες» τους ρόλους του σεναρίου υποδύονται ηθοποιοί όπως ο Γιώργος Κιμούλης, ο Αλέξης Γεωργούλης, η πολύ καλή Γιούλικα Σκαφίδα, ο Τάσος Νούσιας, ο Άκης Σακελαρίου, η Κλέλια Ρένεση, ο Γιώργος Χρανιώτης, η Σόφη Ζανίνου, η Ναταλία Δραγούμη, ο Γεράσιμος Σκιαδαρέσης και άλλοι. Όπως θα θυμάται ο παλιός μου συμμαθητής και cinefil Δημήτρης Πατμανίδης, σε παλαιότερή μας συζήτηση του είχα εκφράσει την απορία αν θα μπορούσαν Έλληνες ηθοποιοί να σηκώσουν το ερμηνευτικό βάρος μιας παραγωγής, η οποία θα υπερέβαινε τα δεδομένα της μετριότητας στην οποία έχει περιέλθει τις τελευταίες δεκαετίες ο ελληνικός κινηματογράφος. Να, λοιπόν, που οι «Μαριονέτες» μου έδωσαν την ευκαιρία να το διαπιστώσω. Και μάλιστα, η απάντηση που προέκυψε είναι πέρα από κάθε αμφιβολία θετική. Άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, οι πρωταγωνιστές της ταινίας κατάφεραν, σε γενικές γραμμές, να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της.

Οι «Μαριονέτες» είναι ένα δυνατό θρίλερ που θεματολογικά κινείται κάπου ανάμεσα στα «Πορφυρά Ποτάμια» και στον «Κώδικα Ντα Βίντσι», ενώ υπάρχουν και σκηνές που αποκαλύπτουν σκηνοθετικές επιρροές από την «Ένατη Πύλη» του Ρομάν Πολάνσκι. Η ταινία του Καλαντζή αποπνέει  μια ατμόσφαιρα άλλοτε ρομαντικά σκοτεινή και άλλοτε αγωνιώδη. Τοπία της ελληνικής επαρχίας και όμορφα σημεία του αγαπημένου μου κέντρου των Αθηνών, όπως η σιδερένια πύλη του κτιρίου που φιλοξενούσε μεσαιωνικό ιπποτικό τάγμα στην οδό Ακαδημίας, συνθέτουν τον φαντασιακό πίνακα της φιλμικής αφήγησης, εντός του οποίου ξεδιπλώνεται η υπόθεση του έργου.      


Η εν λόγω υπόθεση έχει ως αφετηρία την δολοφονία ενός δημοσιογράφου. Ένας συνάδελφός του αρχίζει να ερευνά τα στοιχεία του φόνου και ξετυλίγοντας το κουβάρι ανακαλύπτει ότι το μυστηριώδες αυτό έγκλημα αποτελεί σημείο που τέμνονται αντίρροπα συμφέροντα και σχεδιασμοί μεγαλοαστών επιχειρηματιών, ανθρώπων του υποκόσμου, αξιωματικών της αστυνομίας, προσώπων των media και της πολιτικής. Ωστόσο, το μεγάλο μυστικό που απειλείται με αποκάλυψη είναι πως όλοι αυτοί συνδέονται αφανώς στο δίκτυο πανίσχυρων, μυστικών, μασονικών οργανώσεων.

Μπορεί σε ορισμένες σκηνές της ταινίας τα συμπεράσματα να προκύπτουν ευκολότερα απ’ ότι θα έπρεπε. Μπορεί, επίσης, σε κάποια σημεία που οι διάλογοι αποκτούν φιλοσοφικό και θεωρητικό υπόβαθρο να χρειαζόταν μεγαλύτερη γνώση και προσεκτικότερη επιμέλεια. Ενδεχομένως η σκηνή στην οποία ο δημοσιογράφος διεισδύει στα άδυτα της μυστικής εταιρίας να υφίσταται απλώς και μόνο για να αποτυπώσει –με σαγηνευτικό είναι η αλήθεια τρόπο την ελληνική εκδοχή της παρόμοιας σκηνής που υπάρχει και στο «Μάτια Ερμητικά Κλειστά» του Κιούμπρικ. Επιπλέον, η επανάληψη κάποιων κλισέ, όπως για παράδειγμα αυτού των μόνιμα κουστουμαρισμένων μπράβων (ακόμη κι όταν εκείνοι δρουν επιχειρησιακά), αποτελούν αφηγηματικά φάλτσα και ενδεχομένως υπόρρητα απομεινάρια επιρροών της αισθητικής ταινιών τύπου «Pulp Fiction». Ίσως, τέλος, μια δεύτερη παρακολούθηση να αποκαλύψει επιμέρους νοηματικές αδυναμίες. Εντούτοις, τίποτε από τα παραπάνω δεν είναι τόσο σοβαρό ώστε να αλλάξει το τελικό συμπέρασμα. Οι «Μαριονέτες» είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία. Μια ταινία που μεγαλώνει συνολικά την αξία του ελληνικού κινηματογράφου.


Ιδιαίτερης μνείας αξίζει η προσέγγιση του σκηνοθέτη και των σεναριογράφων[1] στο φαινόμενο των τεκτονικών μυστικών οργανώσεων. Μια προσέγγιση η οποία, μολονότι στην κινηματογραφική της αφήγηση, και προκειμένου να σαγηνεύσει τον θεατή, αποκτά γνωρίσματα φαντασιακής ατμοσφαιρικότητας αντίστοιχης με εκείνης των σύγχρονων ιστορικών μυθιστορημάτων τύπου Νταν Μπράουν, υπενθυμίζει ταυτόχρονα σε όσους σκέπτονται πολιτικά την ύπαρξη ενός κοινωνικοπολιτικού φαινομένου βαθιά συστημικού, αφανούς και διαχρονικά ύποπτου. Μια προσεκτική ματιά σε ορισμένες λεπτομέρειες, όπως για παράδειγμα εκείνη της αλβανικής καταγωγής των μαφιόζων που λειτουργούν ως μπράβοι και εκτελεστές των εν ελλάδι μασονικών στοών, ενδεχομένως να αποκαλύπτουν περαιτέρω στοιχεία του φαινομένου. Στοιχεία που ασφαλώς, όπως δείχνει και η ταινία, οι δημοσιογράφοι -για κάποιον παράξενο λόγο- δεν αποκαλύπτουν ποτέ. Κοντολογίς, για μια ακόμη φορά, η φανταστική αφήγηση αποκαλύπτει την αλήθεια, σε όσους, βέβαια, δύνανται να την αντιληφθούν και να την αντέξουν.

Συνοψίζοντας, προτείνω ανεπιφύλακτα τις «Μαριονέτες» σε όλους τους αναγνώστες της λογοτεχνίας του φανταστικού και στους φίλους του κινηματογράφου. Μετά από πολλά χρόνια μια ελληνική ταινία ανταγωνίζεται  με κάποιες αξιώσεις τις μεγάλες παραγωγές του εξωτερικού.      





[1] Παντελής Καλατζής, Λάζαρος Μπαλαούρας, Αλέξης Γεωργούλης