Η υποτιθέμενη αντίσταση του μέσου Έλληνα κατά των περιορισμών και οι παραδοσιοκράτες ανάμεσα σε συμπληγάδες

 

Στο προηγούμενο τεύχος του περιοδικού Ένζυμο έχει δημοσιευθεί η συνέντευξη του Γάλλου κοινωνικού ανθρωπολόγου Λουσιέν Σερίζ, με θέμα την χειραγώγηση των μαζών με αφορμή το πρόβλημα του κορωνοϊού. Ανάμεσα στα πολύ ενδιαφέροντα που αναφέρει ο Σερίζ είναι και το εξής. Για τους παγκοσμιοποιητές όπως ο Ζακ Ατταλί, εάν η παγκοσμιοποίηση δεν λειτουργεί, τότε απαιτείται περισσότερη παγκοσμιοποίηση. Για την επιβολή αυτού του παράλογου συλλογισμού στο μυαλό των ανθρώπων, επιστρατεύονται μεγάλα μέσα που συνίστανται στο να πανικοβάλλουν τις μάζες, έτσι ώστε οι άνθρωποι να απωλέσουν την κριτική ικανότητά τους και να καταστούν πιο επιρρεπείς σε παράλογες λύσεις[1].

Το συμπέρασμα του Γάλλου διανοητή είναι εξόχως κατατοπιστικό για όσους θέλουν να αντιμετωπίσουν κριτικά τα όσα συμβαίνουν, ανά τον κόσμο, λόγω  του κορωνοϊού, δίχως να εκπίπτουν στην συνωμοσιολογία. Όπως σωστά επισημαίνει ο Σερίζ, οι υποστηρικτές του «όλα είναι πραγματικότητα» έχουν άδικο, οι υποστηρικτές του «όλα είναι μυθοπλασία» έχουν επίσης άδικο [..].Ακριβώς επειδή η «επίσημη εκδοχή» της κρίσης του κορωνοϊού είναι αναληθής, δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ασθένεια.[…].Τα γεγονότα λαμβάνουν χώρα και αυτό που είναι αναληθές είναι η επεξηγηματική αφήγηση, όχι τα ίδια τα γεγονότα[2].


Υπενθύμισα την ωραία αυτή συνέντευξη για δυο λόγους. Πρώτον γιατί αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το νέο τεύχος του περιοδικού Ένζυμο, το οποίο και θα παρουσιάσουμε προσεχώς. Και, δεύτερον, γιατί κατά τις τελευταίες εβδομάδες τα γεγονότα της Νέας Σμύρνης και η συμπεριφορά των συμπολιτών μας στο ζήτημα της τήρησης των μέτρων κατά της πανδημίας έχουν προκαλέσει το άνοιγμα μιας συζήτησης. Από την μια πλευρά υπάρχουν οι όλο και λιγότεροι, που συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι τα περιοριστικά μέτρα αποτελούν την μοναδική γραμμή άμυνας μέχρι να αποκρυσταλλωθούν κάποιες θεραπευτικές μέθοδοι. Κι από την άλλοι οι όλο και περισσότεροι, που αρχίζουν να αμφισβητούν τα μέτρα και να παρακάμπτουν στην πράξη τα όσα προβλέπουν.

Στους πρώτους θα συναντήσουμε, ως επί το πλείστον, τους γνωστούς συστημικούς «μενουμευρωπαίους», που λόγω της πίστης τους στον πολιτικό μαζοχισμό που αποκαλώ «τρικοκοσμικό ευρωπαϊσμό» εφαρμόζουν εις βάρος της πατρίδας οτιδήποτε σκαρφιστεί το ιερατείο των Βρυξελλών, η καγκελαρία και το state department. Στους δεύτερους συσπειρώνεται ένα ετερόκλητο πλήθος. Ελευθεριακοί αντιφασίστες και αριστεροί, που νιώθουν ότι περιορίζονται οι ελευθερίες τους. Συνωμοσιολόγοι και πάσης φύσεως ανόητοι ακροδεξιοί, που αμφισβητούν την ύπαρξη της ασθένειας. Αλλά και μάζες ψηφοφόρων με ρευστές ιδεολογικές αναφορές. Αυτοί οι τελευταίοι είναι το κλειδί της κάθε κρίσιμης πολιτικής περίπτωσης. Γιατί η αστική δημοκρατία τους καθιστά ρυθμιστές των πραγμάτων. Είναι οι ψηφοφόροι των μεγάλων μαζών, που δεν σκέφτονται πολύ, που δεν βλέπουν τα πράγματα εις βάθος, που πράττουν σχεδόν αντανακλαστικά με γνώμονα έναν μικροαστικό ωφελιμισμό. Είναι εκείνοι που ακολουθούν πάντα το ρεύμα το οποίο δείχνει να επικρατεί.

Αυτή η κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων δείχνει κουρασμένη με τα συνεχή περιοριστικά μέτρα. Με αποτέλεσμα να τα αγνοεί στην πράξη και οι δρόμοι να είναι καθημερινά γεμάτοι παρά τις απαγορεύσεις. Η συμπεριφορά της κρίσιμης μάζας προβληματίζει το κυβερνητικό επιτελείο. Όχι μόνο επειδή γίνεται υγειονομικά επικίνδυνη. Αλλά, κυρίως, γιατί μπορεί να προκαλέσει στην κυβέρνηση πολιτικό κόστος. Η συμπεριφορά της κρίσιμης μάζας λαμβάνεται υπόψη από τα ΜΜΕ. Όχι γιατί αυτά ενδιαφέρονται να αφουγκραστούν ένα κοινωνικό αίτημα, αλλά γιατί θέλουν να μένουν σε επαφή με την κρίσιμη μάζα τόσο για λόγους εμπορικούς όσο και για να μην αναπτυχθεί μια διαλεκτική σχέση που θα μειώσει την επιρροή που της ασκούν. Η συμπεριφορά της κρίσιμης μάζας αναγκάζει τις επιτροπές των λοιμωξιολόγων να κρατούν αποστάσεις από τις κυβερνητικές επιλογές κατά τις τελευταίες εβδομάδες, λέγοντας ότι τα περιοριστικά μέτρα δεν λειτουργούν. Στην ουσία τα περιοριστικά μέτρα δεν λειτουργούν γιατί η μεγάλη μάζα των συμπολιτών μας δεν τα εφαρμόζει. Αλλά κανείς δεν θέλει να χάσει τον έλεγχο της επαφής με αυτή την μάζα. Γιατί τα πάντα στο πολιτικό σύστημα του αστικού φιλελευθερισμού αποτιμώνται, κατά κύριο λόγο, με πελατειακούς όρους. Και η κρίσιμη μάζα είναι ο πελάτης που η εξουσία θέλει να κρατά κοντά της.  Δύσκολα θα επιτρέψει στην μάζα αυτή το εξουσιαστικό σύστημα να πάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων. Ούτε και τώρα συμβαίνει. Γιατί μολονότι η κρίσιμη μάζα δείχνει να απομακρύνεται από μια κυβέρνηση δεν σημαίνει ότι απομακρύνεται κι από την εξουσία της ιδεολογικής ηγεμονίας του φιλελευθερισμού. 


Για όσους θέλουμε να διατηρούμε μια σοβαρή και απερίσπαστη οπτική επί του θέματος, βασιζόμενοι σε μια παραδοσιοκρατική πολιτική αντίληψη, η απαρχή δεν μπορεί να είναι άλλη από την θέση που ανέπτυξε ο Λουσιέν Σερίζ στην συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό Ένζυμο. Το να καταγγείλουμε την εξουσία της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ότι, είτε συνειδητά είτε ακούσια, κατασκεύασε τον ιό και τον διέσπειρε ανά τον κόσμο έχει νόημα. Το να κατηγορήσουμε την εξουσία της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης ότι με την ιδεολογική της αγκύλωση στον κόσμο των ανοικτών συνόρων μετατρέπει το κάθε πρόβλημα που υπό κανονικές συνθήκες θα ήταν πιο περιορισμένο σε παγκόσμιο είναι μια σωστή πολιτική επιλογή. Το να αναδείξουμε ότι η εξουσία της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης έκανε την πανδημία μπίζνα και αντί να επενδύσει στο φάρμακο επένδυσε στο εμβόλιο είναι καθήκον μας. Ωστόσο, το να καταφεύγουμε σε γελοιότητες του τύπου Τραμπ και των ομοϊδεατών του συνωμοσιολόγων, ανεχόμενοι να συζητάμε υποθέσεις που θέλουν τον ιό να μην υπάρχει και όλα όσα συμβαίνουν να είναι απλώς θέατρο των ΜΜΕ, καταδεικνύει ότι μπορεί κι εμείς να εκπίπτουμε σε λαθεμένους τρόπους σκέψης. Είναι άμεση ανάγκη, ως χώρος, να απομακρυνθούμε από τέτοιες βλακείες και από τους συνωμοσιολόγους εκφραστές τους.    

Ένα ενδιαφέρον κριτήριο που σχετίζεται με όλα αυτά είναι η αντιμετώπιση των συμπολιτών μας που αγνοούν τα περιοριστικά μέτρα και ζητούν περισσότερη ελευθερία. Το γεγονός ότι οι ζητωπατριώτες ακροδεξιοί καρνάβαλοι, αυτοί που ευτελίζουν την έννοια του εθνικισμού, φωνασκούν υπέρ εκείνων που ζητούν περισσότερη ελευθερία, πρέπει να μας προβληματίσει. Γιατί αυτοί που σήμερα ζητούν περισσότερη ελευθερία προέρχονται από την κρίσιμη μάζα στην οποία αναφέρθηκα στις προηγούμενες παραγράφους. Είναι εκείνοι που προεκλογικά βυσσοδομούσαν υπέρ της «παράταξης των νοικοκυραίων» και φώναζαν ότι αυτή η παράταξη θα έσβηνε την λέξη Μακεδονία από την ονομασία του κράτους των Σκοπιανών και θα απέλαυνε τους μετανάστες. Είναι εκείνοι που δεκάρα δεν δίνουν αν υπάρχουν άνεργοι και άστεγοι Έλληνες την ώρα που η Ε.Ε χρηματοδοτεί την παράνομη μετανάστευση. Είναι εκείνοι που διαμαρτύρονται γιατί θέλουν περισσότερη ελευθερία στο δικαίωμα της διασκέδασης. Τόσο οι θιασώτες των lockdowns όσο και εκείνοι που ζητούν ελευθερία στην διασκέδαση εκφράζουν δυο διαφορετικές εκδοχές του φιλελευθερισμού. Ας σκεφτούμε, λοιπόν, ξανά αν η θέση μας είναι δίπλα τους.


Σίγουρα, πάντως, η θέση μας δεν είναι δίπλα στους αστούς ψευτοπατριώτες και στους νεοεθνικιστές που νομίζουν ότι η παρακμή του πολιτικού βίου είναι ζήτημα προσώπων. Σίγουρα η θέση μας είναι δίπλα στους άνεργους, στους άστεγους και σε όσους υπερασπίζονται τις αξίες της παραδοσιοκρατίας ενάντια στον φιλελευθερισμό και σε κάθε διεθνισμό. Όχι δίπλα σε αυτούς που αγωνίζονται για το «δικαίωμα στην διασκέδαση» και που δεν αντιλαμβάνονται ότι το πρόβλημα του αστικού φιλελευθερισμού δεν είναι πρόβλημα προσώπων και απλής εναλλαγής κυβερνήσεων, αλλά είναι πρόβλημα καθαρά συστημικό.



[1] Λουσιέν Σερίζ, «Ο κορωνοϊός, η κοινωνική μηχανική και η χειραγώγηση των μαζών», μτφ. Ελένη Δημοπούλου,  Ένζυμο, τεύχος Η , Αθήνα, Φθινόπωρο 2020, σελ. 76.

[2]  Ο.π. σελ. 86.