Σήμερα, η αναφορά στην αισθητική των αποκριάτικων εορτασμών φέρνει στο νου κυρίως δυο περιπτώσεις. Εκείνη του βραζιλιάνικου κι εκείνη του βενετσιάνικου καρναβαλιού. Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, στην χώρα δηλαδή του χοντροκομμένου υλισμού, της ακαλαίσθητης επιδεικτικότητας, της τυραννίας των media και της «άκαπνης» ηδονοβλεπτικής λαγνείας, ήταν αναμενόμενο να επικρατήσουν οι επιρροές του καρναβαλιού της Βραζιλίας. Κακόγουστες στολές, λατινική μουσική, χαοτική νυκτερινή «διασκέδαση» και άλλα σχετικά κληροδότησε στον δύσμοιρο τόπο μας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, ως αποκριάτικά χαρακτηριστικά, η κουλτούρα του μεταπολιτευτικού καθεστώτος.
Από την μεριά μου οφείλω να δηλώσω ότι δεν έχω ταξιδεύσει σε καμιά από τις δυο χώρες για να παρακολουθήσω από κοντά τις αποκριάτικες εκδηλώσεις τους. Εντούτοις, δεν νομίζω ότι χρειάζεται κανείς να το κάνει προκειμένου να αντιληφθεί ότι το καρναβάλι που εκφράζει την ευρωπαϊκή ταυτότητα και την υψηλή ρομαντική αισθητική είναι αυτό της Βενετίας. Αριστοκρατική λεπτότητα, μεσαιωνική ομορφιά, γοτθικό μυστήριο.
Αυτή η αύρα ρομαντισμού πιστεύω ότι διαπερνά τον κάθε πραγματικό Έλληνα Ευρωπαίο (και όχι τον αμερικανόδουλο, ελληναρά της European Union) όταν έρχεται σε επαφή με τις εικόνες, τις περιγραφές και τις ιστορικές αναφορές του βενετσιάνικου καρναβαλιού, καθώς επίσης και άλλων αποκριάτικων εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται σε ιταλικές πόλεις.
Η αίσθηση αυτή γίνεται ακόμη πιο έντονη για όποιον έχει διαβάσει το διήγημα που ο Μαμούτος «προπαγανδίζει» με ζήλο ως ιδανικό ανάγνωσμα για αυτή την εποχή, το οποίο δεν είναι άλλο από το «Πριγκίπισσα Μπραμπίλα» του Ε.Τ.Α Χόφμαν[1]. Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία έργα του Γερμανού ρομαντικού, που θεωρείται ο πατέρας του «υποβλητικού τρόμου», του «μαγικού ρεαλισμού» και άλλων λογοτεχνικών ρευμάτων του Φανταστικού. Η υπόθεσή του διαδραματίζεται στην προνεωτερική Ρώμη κατά την διάρκεια του καρναβαλιού, όπου τσαρλατάνοι, εύθυμοι μασκαράδες, αληθινοί και ψεύτικοι πρίγκιπες, μάγοι και γελωτοποιοί επιστρατεύονται από τον συγγραφέα προκειμένου να συνθέσει μια έξοχη νουβέλα υπερβατικού ρομαντισμού.
Αυτή η αύρα ρομαντισμού πιστεύω ότι διαπερνά τον κάθε πραγματικό Έλληνα Ευρωπαίο (και όχι τον αμερικανόδουλο, ελληναρά της European Union) όταν έρχεται σε επαφή με τις εικόνες, τις περιγραφές και τις ιστορικές αναφορές του βενετσιάνικου καρναβαλιού, καθώς επίσης και άλλων αποκριάτικων εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται σε ιταλικές πόλεις.
Η αίσθηση αυτή γίνεται ακόμη πιο έντονη για όποιον έχει διαβάσει το διήγημα που ο Μαμούτος «προπαγανδίζει» με ζήλο ως ιδανικό ανάγνωσμα για αυτή την εποχή, το οποίο δεν είναι άλλο από το «Πριγκίπισσα Μπραμπίλα» του Ε.Τ.Α Χόφμαν[1]. Πρόκειται για ένα από τα κορυφαία έργα του Γερμανού ρομαντικού, που θεωρείται ο πατέρας του «υποβλητικού τρόμου», του «μαγικού ρεαλισμού» και άλλων λογοτεχνικών ρευμάτων του Φανταστικού. Η υπόθεσή του διαδραματίζεται στην προνεωτερική Ρώμη κατά την διάρκεια του καρναβαλιού, όπου τσαρλατάνοι, εύθυμοι μασκαράδες, αληθινοί και ψεύτικοι πρίγκιπες, μάγοι και γελωτοποιοί επιστρατεύονται από τον συγγραφέα προκειμένου να συνθέσει μια έξοχη νουβέλα υπερβατικού ρομαντισμού.
Ωστόσο, εκτός από την λογοτεχνική του αξία το κείμενο μας βοηθά να καταλάβουμε το πώς γινόταν αντιληπτό το καρναβάλι σε προνεωτερικές εποχές. Επρόκειτο για έναν ζωντανό Μύθο, για έναν συλλογικό ενθουσιασμό που νοηματοδοτούσε την ζωή των ανθρώπων. Με τον ίδιο τρόπο βιωνόταν το καρναβάλι και στην μη νεωτερικοποιημένη Ελλάδα των παππούδων, ενδεχομένως και των γονιών μας σε κάποιες περιπτώσεις. Οι μαρτυρίες των παλαιότερων για τις αποκριάτικες εκδηλώσεις αποκαλύπτουν μια αίσθηση ζωής, που στην σημερινή εποχή έχει χαθεί.
Βεβαίως, υπάρχουν ακόμη ζωντανές παραδόσεις σε πολλές ελληνικές επαρχίες. Εκτιμώ, όμως, ότι, αποκομμένες καθώς είναι από τον κεντρικό ρυθμό της ζωής, μοιάζουν περισσότερο με τυπικά τελετουργικά μνήμης (που σε κάποιες περιπτώσεις αγγίζουν τα όρια του «φολκλόρ»), παρά με ουσιαστικές εκδηλώσεις ζωτικότητας και βουλητικής έντασης. Στο αστικό κέντρο των Αθηνών, οι αποκριές έχουν συνδεθεί με τα δρώμενα που λαμβάνουν χώρα στην συνοικία της Πλάκας.
Όντας μέλος της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ, έχω βρεθεί πάρα πολλές φορές στην κεντρική αυτή συνοικία που αποτελεί «έδρα» και «στέκι» της Λέσχης μας. Οι ιστορίες που έχω ακούσει από τους κατοίκους και όσους εργάζονται στην περιοχή για τις αποκριάτικες εκδηλώσεις οι οποίες λάμβαναν χώρα στην ιστορική αυτή συνοικία δεν μπορούν παρά να με γεμίζουν νοσταλγία. Νοσταλγία για ένα ρομαντικό μέλλον, εφόσον το παρελθόν ζει μοναχά μέσα από τις αφηγήσεις των παλαιότερων.
Όντας μέλος της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ, έχω βρεθεί πάρα πολλές φορές στην κεντρική αυτή συνοικία που αποτελεί «έδρα» και «στέκι» της Λέσχης μας. Οι ιστορίες που έχω ακούσει από τους κατοίκους και όσους εργάζονται στην περιοχή για τις αποκριάτικες εκδηλώσεις οι οποίες λάμβαναν χώρα στην ιστορική αυτή συνοικία δεν μπορούν παρά να με γεμίζουν νοσταλγία. Νοσταλγία για ένα ρομαντικό μέλλον, εφόσον το παρελθόν ζει μοναχά μέσα από τις αφηγήσεις των παλαιότερων.
Βρισκόμενη στη ρίζα του ιερού βράχου η Πλάκα διατηρεί ακόμη και σήμερα κάτι από την αύρα των αρχαίων καιρών. Στις αποκριάτικες εκδηλώσεις που λάμβαναν χώρα εκεί, αισθητικές της προ-τραγικής αρχαιότητας αναμιγνύονταν με τρόπους της νεότερης αστικής ηθογραφίας. Στα πλακιώτικα καπηλειά, κατά την διάρκεια της αποκριάς, ο θεός Πάνας με τους ακόλουθούς του συναντούσαν τον μπαρμπα-Γιάννη με τα κανάτια και τους ρομαντικούς ξενύχτηδες.
Η πραγματικότητα αυτή, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των κατοίκων, άρχισε να αλλάζει δραματικά κατά την δεκαετία του ’70. Δεν χρειάστηκαν παρά λίγα χρόνια μέχρι να σβήσει το παραδοσιακό πνεύμα και να αρχίσει να ξεφτίζει η πλακιώτικη αποκριάτικη ατμόσφαιρα.
Σήμερα η Πλάκα αποτελεί μια ήσυχη γειτονιά στην οποία ζουν αρκετά από τα καθάρματα του ελληνικού επιχειρηματικού και mediaκου κόσμου. Τα καπηλειά, οι μπουάτ και τα ταβερνεία, έχοντας χάσει, στον μεγαλύτερο βαθμό, την ταυτότητά τους ζουν από τον θερινό τουρισμό. Ωστόσο, η τραυματισμένη θανάσιμα από την μεταπολιτευτική αλητεία πόλη των Αθηνών, κατά το τελευταίο σαββατοκύριακο της αποκριάς, προσπάθησε να μαζέψει όσες δυνάμεις τις είχαν απομείνει για να τιμήσει το έθιμο.
Η Πλάκα γέμισε κόσμο μετά από πολύ καιρό. Μπορεί τα περισσότερα καταστήματα να είχαν κατεβάσει τα ρολά τους λόγω της κρίσης και να άπλωναν ένα σκιερό πεδίο παγωνιάς στα πλακόστρωτα σοκάκια, μπορεί στα πρόσωπα του κόσμου να διαγραφόταν η κατήφεια της εποχής, μπορεί η ουσία του εθίμου να έχει αντικατασταθεί από την μόδα, μπορεί ο Ρίτσαρντ – το πιο ιστορικό «καμάκι» της Πλάκας - με τα φωσφορίζοντα τραγίσια κέρατα και τα φορεμένα πάνω από το παντελόνι σκανδαλιστικά, υπερμεγέθη, πλαστικά γεννητικά όργανα να έχει απολυθεί αφήνοντας την οδό Μνησικλέους ελεύθερη για τον γυναικείο πληθυσμό, εντούτοις οι Αθηναίοι ήταν εκεί, οι πιτσιρικάδες με τα πλαστικά ρόπαλα έδωσαν τις μάχες τους, οι δρόμοι γέμισαν κομφετί.
Ελπίζοντας, ενδεχομένως μάταια αλλά με αμείωτη ένταση, σε μια ρομαντική επανάσταση κατά του κόσμου της Νεωτερικότητας, κρατώ τις εικόνες της σαββατιάτικης Πλάκας στο νου μου και εύχομαι καλή συνέχεια και χρόνια πολλά σε όλους τους Έλληνες ρομαντικούς.
Η Πλάκα γέμισε κόσμο μετά από πολύ καιρό. Μπορεί τα περισσότερα καταστήματα να είχαν κατεβάσει τα ρολά τους λόγω της κρίσης και να άπλωναν ένα σκιερό πεδίο παγωνιάς στα πλακόστρωτα σοκάκια, μπορεί στα πρόσωπα του κόσμου να διαγραφόταν η κατήφεια της εποχής, μπορεί η ουσία του εθίμου να έχει αντικατασταθεί από την μόδα, μπορεί ο Ρίτσαρντ – το πιο ιστορικό «καμάκι» της Πλάκας - με τα φωσφορίζοντα τραγίσια κέρατα και τα φορεμένα πάνω από το παντελόνι σκανδαλιστικά, υπερμεγέθη, πλαστικά γεννητικά όργανα να έχει απολυθεί αφήνοντας την οδό Μνησικλέους ελεύθερη για τον γυναικείο πληθυσμό, εντούτοις οι Αθηναίοι ήταν εκεί, οι πιτσιρικάδες με τα πλαστικά ρόπαλα έδωσαν τις μάχες τους, οι δρόμοι γέμισαν κομφετί.
Ελπίζοντας, ενδεχομένως μάταια αλλά με αμείωτη ένταση, σε μια ρομαντική επανάσταση κατά του κόσμου της Νεωτερικότητας, κρατώ τις εικόνες της σαββατιάτικης Πλάκας στο νου μου και εύχομαι καλή συνέχεια και χρόνια πολλά σε όλους τους Έλληνες ρομαντικούς.
Ίωνας Αλβέριχος, μέλος Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ.
Σημειώσεις:
[1] Ε.Τ.Α Χόφμαν, «Πριγκίπισσα Μπραμπίλα», μετάφραση Ιάκωβος Κοπερτί, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1998.
[1] Ε.Τ.Α Χόφμαν, «Πριγκίπισσα Μπραμπίλα», μετάφραση Ιάκωβος Κοπερτί, εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1998.
- Σχόλια σε αυτή την ανάρτηση :
Ο/Η Σταμάτης Μαμούτος είπε...
Δυνατή επιστροφή.
Δυνατή επιστροφή.
Ο/Η Δημήτρης Αργασταράς είπε...
«Το πλήθος είχε δίκιο, γιατί η πομπή που ανηφόριζε αργά δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί παρά ως η πιο παράξενη μασκαράτα που είχαν δει ποτέ. Πάνω σε δώδεκα μικρούς χιονάτους μονόκερους με χρυσές οπλές κάθονταν κουκουλωμένα με ατλαζένια ντόμινο πλάσματα που έπαιζαν όμορφα ασημένιες φλογέρες ή χτυπούσαν κύμβαλα και μικρά ταμπούρλα… Πίσω από αυτούς, δύο τεράστιοι στρουθοκάμηλοι έσερναν, στερεωμένη πάνω σε τροχούς, μια αστραφτερή χρυσή τουλίπα όπου καθόταν ένα γέρικο ανθρωπάκι με μακριά λευκή γενειάδα… Με κάτι τεράστια γυαλιά στην μύτη, διάβαζε πολύ προσεχτικά ένα τεράστιο βιβλίο που είχε ανοιγμένο μπροστά του. Τον ακολουθούσαν δώδεκα καλοντυμένοι αράπηδες…»
«Το πλήθος είχε δίκιο, γιατί η πομπή που ανηφόριζε αργά δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί παρά ως η πιο παράξενη μασκαράτα που είχαν δει ποτέ. Πάνω σε δώδεκα μικρούς χιονάτους μονόκερους με χρυσές οπλές κάθονταν κουκουλωμένα με ατλαζένια ντόμινο πλάσματα που έπαιζαν όμορφα ασημένιες φλογέρες ή χτυπούσαν κύμβαλα και μικρά ταμπούρλα… Πίσω από αυτούς, δύο τεράστιοι στρουθοκάμηλοι έσερναν, στερεωμένη πάνω σε τροχούς, μια αστραφτερή χρυσή τουλίπα όπου καθόταν ένα γέρικο ανθρωπάκι με μακριά λευκή γενειάδα… Με κάτι τεράστια γυαλιά στην μύτη, διάβαζε πολύ προσεχτικά ένα τεράστιο βιβλίο που είχε ανοιγμένο μπροστά του. Τον ακολουθούσαν δώδεκα καλοντυμένοι αράπηδες…»
- Ε.Τ.Α. Χόφμαν, ’’Πριγκίπισσα Μπραμπίλα’’
Είθε οι αποκριές και η μασκαράτα να παραμείνουν ζωντανές καταλαμβάνοντας τον χώρο που τους ανήκει, ως χαρούμενο παιχνίδι και απελευθερωτική γιορτή, και όχι ως μόνιμο χαρακτηριστικό της καθημερινότητάς μας.
Ο/Η Χάρης είπε...
Μπορεί οι αποκριές να πέρασαν, αλλά το στέκι στην Πλάκα παραμένει εδώ και χρόνια!
Μπορεί οι αποκριές να πέρασαν, αλλά το στέκι στην Πλάκα παραμένει εδώ και χρόνια!
Αργασταρά, αυτό το απόσπασμα με τους αράπηδες στο τέλος μου ακούγεται κάπως.. χα, χα! Ξέρω κι εγώ κάποια ανέκδοτα με αυτούς
Τετάρτη, 29 Φεβρουάριος, 2012
Τετάρτη, 29 Φεβρουάριος, 2012
Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Ωραίο κείμενο ! Η Πλάκα είναι η πιο όμορφη γειτονιά της Αθήνας, αν και δυστυχώς δεν έχω βρεθεί εκεί κατά τη διάρκεια των Αποκριών. Και έλεος πια με το βραζιλιάνικο τσοντοκαρναβάλι !
Ωραίο κείμενο ! Η Πλάκα είναι η πιο όμορφη γειτονιά της Αθήνας, αν και δυστυχώς δεν έχω βρεθεί εκεί κατά τη διάρκεια των Αποκριών. Και έλεος πια με το βραζιλιάνικο τσοντοκαρναβάλι !
Χαιρετισμούς !
Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Χαίρε Ίωνα, δεν έχω την παραμικρή εμπειρία για τις Απόκριες στην Πλάκα, όμως εδώ στα μέρη μου θυμάμαι πολύ ξύλο στους δρόμους τα 2 Σ/Κ πριν την Κ.Δευτέρα.
Χαίρε Ίωνα, δεν έχω την παραμικρή εμπειρία για τις Απόκριες στην Πλάκα, όμως εδώ στα μέρη μου θυμάμαι πολύ ξύλο στους δρόμους τα 2 Σ/Κ πριν την Κ.Δευτέρα.
Θυμάμαι όμως πριν 3 χρόνια - τέτοια εποχή - που κατέβηκα σε κλαμπ της πόλης ντυμένος Ναϊτης και είχαν ψαρώσει όλοι... ;)
GUARDIAN LORD
Πέμπτη, 01 Μάρτιος, 2012
Πέμπτη, 01 Μάρτιος, 2012