παρουσίαση βιβλίου από τον Σταμάτη Μαμούτο
Ένα από τα γνωρίσματα της ρομαντικής σκέψης, στην αντιπαράθεσή της με τον υλιστικό ορθολογισμό του Διαφωτισμού, ήταν και η υπεράσπιση των προκαταλήψεων. Για τους φιλελεύθερους διαφωτιστές του 17ου και του 18ου αιώνα, οι προκαταλήψεις θεωρούνταν πνευματικές αγκυλώσεις σε ξεπερασμένους τρόπους σκέψης του παρελθόντος. Αντίθετα, για τους παραδοσιοκράτες ρομαντικούς οι προκαταλήψεις θα έπρεπε να εξεταστούν με πιο προσεκτικό τρόπο, ως συνοψισμένα συμπεράσματα μιας λαϊκής και παραδοσιακής σοφίας. Η αντιπαράθεση των ρομαντικών με τους φιλελεύθερους διαφωτιστές πάνω στο θέμα των προκαταλήψεων, εκδηλώθηκε ξεκάθαρα στο πεδίο του πολιτικού στοχασμού από τον 18ο αιώνα. Και, ασφαλώς, συνεχίζεται από τους επιγόνους τους μέχρι και σήμερα.
Ένας εκ των σημαντικότερων θεωρητικών του πολιτικού Ρομαντισμού, ο Έντμουντ Μπερκ, χτυπώντας τον ατομικιστικά ορθολογιστικό πυρήνα της αντίληψης των φιλελεύθερων διαφωτιστών, υποστήριξε στο μνημειώδες έργο του Reflections On The French Revolution οf 1789ότι «η προκατάληψη παρέχει το πρότυπο απόφασης και δράσης, ανατρέχοντας στην κεκτημένη εμπειρία του παρελθόντος. Μας δίνει κατεύθυνση και προσανατολισμό την ίδια στιγμή που ο αφηρημένος στοχασμός θα μας εγκλώβιζε σε μια απροσδιόριστη κατάσταση και θα μας κατηύθυνε σε λάθος απόφαση […] Η προκατάληψη είναι αυτή που δεσμεύει τους ανθρώπους όχι μόνο νοητικά, αλλά και συναισθηματικά, και κατά προέκταση θα λέγαμε ότι καθιστά την κοινή λογική ταυτόσημη με το κοινό αίσθημα[1]».
Ωστόσο, καθώς ο Ρομαντισμός υπήρξε μια πολυσχιδής κοσμοαντίληψη, η ανάλυση της σημασίας των προκαταλήψεων δεν περιορίστηκε στο πεδίο της πολιτικής θεωρίας. Πολύ ενδιαφέροντα θέματα, που σχετίστηκαν με την ρομαντική αντίληψη σχετικά με τις προκαταλήψεις, παρουσιάστηκαν και στο πλαίσιο του λογοτεχνικού Ρομαντισμού, Ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά κείμενα του 19ου αιώνα που διαλέγεται με αυτό το θέμα είναι το Jettatura του Θεόφιλου Γκωτιέ. Το συγκεκριμένο βιβλίο είχε κυκλοφορήσει αρχικά στα ελληνικά το 1919 από τις εκδόσεις του Πέτρου Στωικού, με τον τίτλο Το Κακό Μάτι.
Επρόκειτο για μια μνημειώδη δουλειά που είχε ξεχαστεί, μέχρι που οι εκδόσεις του βιβλιοπωλείου Λαβύρινθος (το οποίο βρίσκεται στην οδό Ιπποκράτους 108, στο κέντρο των Αθηνών) την ανακάλυψαν και αποφάσισαν να την επανακυκλοφορήσουν πριν λίγους μήνες, κάνοντας μια απαραίτητη προσαρμογή σε μια πιο σύγχρονη ορθογραφία, αλλά διατηρώντας κατά τα άλλα την εξαιρετική μετάφραση του Στωικού απαράλλαχτη.
Το Jettatura είναι μια νουβέλα ρομαντικού, υπερφυσικού τρόμου. Η υπόθεση του έργου μας μεταφέρει στη Νάπολη του 19ου αιώνα. Εκεί όπου ένας νεαρός Γάλλος, καλής καταγωγής, καταφθάνει για θερινές διακοπές συνοδεύοντας την Αγγλίδα αρραβωνιαστικιά του και τον θείο της. Οι τρεις βορειοευρωπαίοι είναι καλλιεργημένοι και υιοθετούν την ορθολογική αντίληψη του επιστημονικού Διαφωτισμού. Ωστόσο, οι Ναπολιτάνοι ζουν μακριά από το επίκεντρο του Διαφωτισμού και διατηρούν πολλές από τις παραδοσιακές τους δοξασίες.
Σύντομα, το παρουσιαστικό του Γάλλου επισκέπτη προκαλεί ανησυχία στον τοπικό ιταλικό πληθυσμό. Ο νεαρός διαθέτει χαρακτηριστικά προσώπου, τα οποία η τοπική παράδοση έχει συνδέσει με τους ανθρώπους που «έχουν το κακό μάτι». Η ναπολιτάνικη παράδοση θέλει τους ανθρώπους που έχουν γεννηθεί με το «κακό μάτι», να προξενούν άθελά τους καταστροφές σε οτιδήποτε κοιτάξουν επίμονα. Μια σειρά ατυχών γεγονότων, καθώς και η σοβαρή ασθένεια της αρραβωνιαστικιάς του, καθιστούν τον Γάλλο επισκέπτη ανεπιθύμητο στην περιοχή και τον εντάσσουν σταδιακά σε έναν ψυχικό εφιάλτη.
Ο Γκωτιέ περιγράφει με την εξαίσια πένα του την σπονδυλωτή ψυχολογική μετάβαση του νεαρού Γάλλου, από την αρχική ειρωνεία με την οποία αντιμετώπισε αυτές τις κατηγορίες στην δραματική συνειδητοποίηση ότι είναι ανίκανος να αντιπαρέλθει την επιρροή των τοπικών προκαταλήψεων. Σταδιακά, ο πρωταγωνιστής του έργου αρχίζει να ψάχνει το νόημα της παράδοσης του «κακού ματιού». Μετά από την ανακάλυψη ενός σχετικού συγγράμματος σε ένα παλιό βιβλιοπωλείο, αρχίζει να αμφιταλαντεύεται για την αλήθεια που μπορεί να εμπεριέχει αυτή η τοπική προκατάληψη. Σε κανένα σημείο δεν πείθεται εξολοκλήρου. Ωστόσο, η αμφιταλάντευση είναι ότι χειρότερο μπορεί να του συμβεί, γιατί τον κρατά σε μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στον εφιάλτη και την λύτρωση. Και ο Γκωτιέ γνώριζε καλά πώς να μετατρέπει σε υψηλού επιπέδου λογοτεχνία τρόμου, αυτή την συναισθηματική ρευστότητα.
Τελικά, η επιδείνωση της υγείας της αρραβωνιαστικιάς του και η αντιμετώπιση που του επιφυλάσσουν οι ντόπιοι με φυλαχτά και κατάρες μόλις τον αντικρύσουν, οδηγούν το νεαρό στην σταδιακή ψυχολογική κατάρρευση. «Μπορεί κανείς να πιστεύει ή να αρνιέται το παν: από μια άποψη το όνειρο είναι αληθινό όσο και η πραγματικότητα»[2], σημειώνει ο Γκωτιέ. Ο πρωταγωνιστής του έργου νιώθει να ασφυκτιά ενώ και τα οικεία του πρόσωπα τον αντιμετωπίζουν με καχυποψία. Μέχρι και οι ακαδημαϊκά καλλιεργημένοι πλούσιοι Ναπολιτάνοι δεν έχουν αμφιβολία για την ισχύ των προκαταλήψεων.
Σε ένα απόσπασμα που θυμίζει πολύ την παραδοσιοκρατική κριτική που άσκησε ο Έντμουντ Μπερκ στον φιλελεύθερο, ατομικιστικό ορθολογισμό, ο Γκωτιέ βάζει στο στόμα ενός Ιταλού αριστοκράτη τα εξής λόγια: «Όταν χιλιάδες άνθρωποι διαμέσου χιλιάδων ετών συμμερίζονται μία άποψη, θα πει προφανώς πως η τόσο γενικά αποδεκτή αυτή άποψη στηρίζεται πάνω σε επαληθευμένα γεγονότα, πάνω σε μία μεγάλη σειρά παρατηρήσεων που τα πράγματα δεν μπόρεσαν να διαψεύσουν…δύσκολα μπορώ να πιστέψω, όσο κολακευτική κι αν είναι η γνώμη που πιθανόν να έχω για τον εαυτό μου τον ίδιο, πως τόσοι άνθρωποι, που οι περισσότεροί τους μάλιστα ήταν διάσημοι, μορφωμένοι, σοφοί, έσφαλαν ασυγχώρητα και πως μόνο εγώ δε σφάλλω…»[3] .
Στο τέλος, μετά από έντονη ψυχολογική πάλη, έπειτα από συζητήσεις, περιπέτειες στους δρόμους της Νάπολης και μονομαχίες με αντιπάλους μέχρι θανάτου, ο Γάλλος αποδέχεται την ισχύ των προκαταλήψεων. Σε εκείνο το σημείο είναι προφανής η συσχέτισή του με το βυρωνικό πρότυπο του καταραμένου ήρωα. Αλλά και η επιρροή των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών είναι εμφανής, όταν ο Γάλλος αποφασίζει να καθαρθεί με τον πιο επώδυνο τρόπο από την κατάρα του «κακού ματιού», που κουβαλά εκ γενετής άθελά του. Η μοίρα έχει τα δικά της σχέδια και η θυσία, όσο μεγάλη κι αν είναι, πολλές φορές δεν αρκεί.
Ασφαλώς, εκτός από την ενδιαφέρουσα υπόθεση, ο Γκωτιέ αξίζει να διαβαστεί και για το ύφος του. Πρόκειται για το στυλ γραψίματος με τις γλαφυρές περιγραφές τοπίων και φυσικών μοτίβων, που υιοθέτησαν αργότερα όλοι οι συγγραφείς φανταστικής λογοτεχνίας κατά τον 20οαιώνα. Όπως είχα πει και στην ραδιοφωνική εκπομπή που παρουσίαζα παλαιότερα, θέλοντας να κάνω μια άτυπη αντιστοίχιση, θεωρώ ότι σε όσους αρέσουν συγγραφείς υπερφυσικού τρόμου όπως ο Λάβκραφτ και ο Μάχεν, αν δεν έχουν διαβάσει ρομαντικούς λογοτέχνες όπως ο Χόφμαν και ο Γκωτιέ, είναι σα να ακούνε νεώτερο heavy metal χωρίς να γνωρίζουν τους Black Sabbath, τους Uriah Heep και τους Rainbow. Στα συν του βιβλίου και η υπέροχη εικονογράφηση ορισμένων σελίδων από τον F. Courboin.
Ο Ρομαντισμός υπήρξε το κίνημα που προκάλεσε έναν πολιτισμικό σεισμό στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Και, μολονότι, η «πολιτική ορθότητα» της εποχής μας επιχειρεί συχνά να σκιάσει τη σημασία της πολιτικής του θεωρίας, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί τη σημασία του Ρομαντισμού για το παγκόσμιο λογοτεχνικό στερέωμα. Η δυναμική του Ρομαντισμού υπήρξε κοσμογονική για την ευρωπαϊκή ιστορία. Και περιγραφές όπως η παρακάτω του Γκωτιέ, φαίνεται πως είναι εμβαπτισμένες σε αυτή την κοσμογονία.
«Τα μαύρα σύννεφα, σαν τείχη της κόλασης, ράγιζαν και άφηναν ανάμεσα από τις σχισμές τους να φαίνεται το φλογισμένο καμίνι των αστραπών. Θειάφινες λάμψεις, αποτυφλωτικές φώτιζαν το άπειρο [..] Οι αραγμένες βάρκες χτυπούσαν η μία την άλλη, αναδίνοντας πένθιμους κρότους, και τα τεντωμένα σκοινιά έτριζαν θρηνητικά. Σε λίγο ξέσπασε κι η βροχή και τα υδάτινα νήματά της σφύριζαν σαν βέλη. Θα ‘λεγε κανείς πώς το χάος ήθελε να πάρει πίσω την πλάση και ν’ ανακατέψει εκ νέου τα στοιχεία[4]».
Διαβάστε το Jettatura του Θεόφιλου Γκωτιέ και απολαύστε μια ατμοσφαιρική περιήγηση στο σκοτεινό βασίλειο της ρομαντικής φανταστικής λογοτεχνίας.
[1]Σωτήρης Βανδώρος, Εισαγωγή στις Πολιτικές Ιδεολογίες, Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα, kallipos.gr, ΣΕΑΒ, 2015, σελ. 58.
[2] Θεόφιλου Γκωτιέ, Jettatura, μετφρ. Πέτρος Στωικός, Λαβύρινθος, Αθήνα, 2018, σελ.92.
[3] Θεόφιλου Γκωτιέ, Jettatura, μετφρ. Πέτρος Στωικός, Λαβύρινθος, Αθήνα, 2018, σελ.70-71.
[4] Θεόφιλου Γκωτιέ, Jettatura, μετφρ. Πέτρος Στωικός, Λαβύρινθος, Αθήνα, 2018, σελ.165-166.