«Το Παιδί στα Χριστούγεννα», «Τα Κάλαντα στην Αθήνα» και «Ελληνικά Χριστούγεννα»

    του Δημήτριου Λουκάτου

                                                      Το Παιδί στα Χριστούγεννα
[..]Υπάρχουν όμως και λαογραφικά σοβαρά στοιχεία, που δείχνουν την ελληνική λαϊκή αντίληψη για μια ανθρώπινη παιδικότητα του Χριστού και για τις συγκινητικές φυσικές ώρες της γέννησής του.  Στις λαϊκές θρησκευτικές παραδόσεις μας, τις άσχετες από τη διδασκαλία της Εκκλησίας, αλλά στηριγμένες αναμφισβήτητα σε θρησκευτική πίστη, η Παναγία έζησε τις ωδίνες του τοκετού σαν οποιαδήποτε μητέρα, και υπέφερε πολύ απ’ αυτές [..]

Και στα κάλαντα που ψάλλουν τα παιδιά την ημέρα των Φώτων (γιορτή που ήταν κάποτε ενωμένη με τα Χριστούγεννα) λένε για την Παναγία ότι παραστέκεται στη βάφτιση του παιδιού της, σαν να ήταν μωρό, και κρατά στα χέρια της λαμπάδα και τα σπάργανά του: «Σπάργανα βαστάει, κερί κρατεί- και τον Αϊ-Γιάννη παρακαλεί».

Έχουμε, λοιπόν, σοβαρά παραδοσιακά στηρίγματα για να δεχτούμε και εμείς, χωρίς δυσφορία και αντίρρηση, το παγκόσμιο ρεύμα της χριστουγεννιάτικης πρώτης γιορτής των παιδιών. Ας τους αγοράσουμε από την μέρα αυτή τα παιχνίδια τους, για να τα χαρούν όλες τις μέρες που θ’ ακολουθήσουν. Ας τους στήσουμε κι εμείς ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο, με άστρα και με φάτνη, που δεν πειράζει αν δεν είναι έλατο  (οποιαδήποτε ελληνική πρασινάδα –μυρτιά, σκίνος, δάφνη, ελιά, κουμαριά –είναι μέσα στην παράδοση του εθίμου). [..]


Ο «Άγιος Βασίλης» ας διατηρήσει τον αρχικό ρόλο του για τον χρηματικό  μποναμά (στα παιδιά και στους μεγάλους) κι ας συνεχίσει να δίνει στους μεγάλους τις πρωτοχρονιάτικες ψυχαγωγίες του μαζί με τα συγκινητικά δοκιμάσματα της Τύχης.  Τα Χριστούγεννα όμως, που είναι η γιορτή της αγνότητας και της ειρήνης, ας δοθούν περισσότερο στα παιδιά, αφού έτσι κι αλλιώς εκείνα πρώτα μας τα αναγγέλλουν, βγαίνοντας από το πρωί της παραμονής στους ελληνικούς δρόμους και στις γειτονιές ψάλλοντας με την τρυφερή φωνή τους τα κάλαντα.

                                                       Τα κάλαντα στην Αθήνα
[..]Εκείνη η χαρούμενη εξόρμηση των παιδιών της παραμονές των Μεγάλων Γιορτών, όταν βγαίνουν στους δρόμους από το χάραμα χτυπώντας τα σιδερικά και τα τούμπανα, τρέχουν στα σπίτια μας, ανεβαίνουν τις σκάλες και μπαίνουν στις αυλές και στις καμάρες με κάποιο δικαίωμα αναφαίρετο, εθιμικό, είναι μια παρουσία ζωής χιλιάδων ετών, που έχει δώσει στους καινούργιους αυτούς ανθρώπινους βλαστούς το προνόμιο να εύχονται σ’ εμάς, τους παλαιότερους, τον Καινούργιο Χρόνο.

[..] Ας μας «τα πουν», λοιπόν, κι ας τραγουδήσουν τα παιδιά, στα σπίτια και στα μαγαζιά μας, τα παλιά λόγια των κειμένων, που είναι σαν τροπάρια, με μαγικό το λόγο της Γιορτής.


                                                        Ελληνικά Χριστούγεννα
[…] Η συζήτηση δεν γίνεται για ν’ ανακόψουμε το μεγάλο ρεύμα του διεθνούς χριστουγεννιάτικου γιορτασμού, ρεύμα ευχάριστο, που συνθέτει ολόκληρο το Δωδεκαήμερο, και που το κάνει πια ασταμάτητο η ομαδική μίμηση και η εμπορική προβολή. Ενδιαφέρει όμως να σκεφτόμαστε με εθνική παρακολούθηση τι πρέπει να κρατηθεί από τα δικά μας, μέσα στα έθιμα αυτά, και τι είναι υπερβολικά ξένο, ώστε να του αντιστεκόμαστε με αξιοπρέπεια. Στην πλατύτερη εθιμική βάση τους τα «Ελληνικά Χριστούγεννα» βαστάνε γερά. Ο κίνδυνος όμως έρχεται από την εμπορική πρωτοβουλία, που έχει αμεσότερη επίδραση στο κοινό.

Ας πάρουμε μερικά παραδείγματα: Εμείς γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα ύστερ’ από μια ελαφρά σαρακοστή (μιλούμε για την παράδοση) και πάμε στην εκκλησία το χάραγμα της γιορτής, με τις καμπάνες του όρθρου. Πώς δικαιολογείται, λοιπόν, το ξενικό «ρεβεγιόν» της παραμονής, που τόσο διαφημίζουν οι κατά τα άλλα «θεοσεβούμενοι» επιχειρηματίες; Και τι θα εμπόδιζε να μεταφέραμε το νυχτερινό γλέντι στην ίδια τη βραδιά της γιορτής, όπως γινόταν στα σπίτια παλαιότερα;

[…] Ας έρθουμε στο «δέντρο». Άρεσε η φαντασμαγορία του και, καθώς γινόταν οικονομικά προσιτό, επικράτησε. Ωραία η πρασινάδα στο χειμωνιάτικο σπίτι και μάλιστα όταν τη διακοσμούμε με χρώματα και φώτα! Αλλά γιατί να μην ποικίλλουμε θαρρετά και με τις ελληνικές πρασινάδες, που με παραδοσιακό ένστικτο προσφέρουν στην αγορά οι χωρικοί μας; Μυρτιά στολισμένη με πορτοκάλι, τι συμβολικότερο, αντίκρισμα της επιθυμητής βλάστησης στην Ελλάδα; […]


Σκέφτομαι τις φάτνες, που με απομίμηση των καθολικών αναγλύφων μοιράζουν στα παιδιά οι χαρτοπώλες μας. Παντού η δυτική παράδοση με τους Μάγους-βασιλείς και τον Αιθίοπα. Πουθενά δεν είδαμε πρωτοβουλίες βυζαντινής αναπαράστασης (αν και έχουμε χαρτοτεχνικές δυνατότητες) μια Γέννηση π.χ εμπνευσμένη από το Δαφνί ή από τον Βαρλαάμ των Μετεώρων.


Οι έμποροι βγάζουν στους τοίχους και στις βιτρίνες τους νάνους του ευρωπαϊκού δάσους, που τα παιδιά μας τους βλέπουν περισσότερο σαν παραμύθι, παρά σαν Χριστούγεννα. Τους καλικάντζαρους όμως θα τους καταλάβαιναν αμέσως, όπως θα χαίρονταν και σκηνές από τα παιδικά κάλαντα, που δεν τα βλέπουμε πουθενά σε διάκοσμο, ούτε καν με τον παραδοσιακό πίνακα του Λύτρα[…]


Το αίτημα της παραδοσιακής προσοχής στις γιορτές και στις εκδηλώσεις μας είναι εθνικό μαζί και ψυχολογικό. Εθνικό, γιατί δένει την ιστορική μας συνέχεια και στηρίζει την αυτοτέλεια με τα μέσα της ηθικής και καλλιτεχνικής κληρονομιάς. Ψυχολογικό, γιατί ζεσταίνει την αυτοπεποίθηση και την εθνική αγάπη, συγκρατεί τον ίδιο το λαό στα πατροπαράδοτα και στέλνει μηνύματα στους ξενιτεμένους του έθνους, ότι εδώ στη γενέτειρά τους περιμένει πάντα η πατρική ανάμνηση, εξελιγμένη ίσως στις μορφές της, αλλά πιστή στην αρχική σύνθεση, στο ιδιότυπο ελληνικό πνεύμα, στο κλίμα, στην παράδοση και στους θεσμούς.





Ο Δημήτριος Σ. Λουκάτος (1908-2003) ήταν καθηγητής Λαογραφίας και πρόεδρος της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρίας. Τα άρθρα από τα οποία επιλέξαμε τα παραπάνω αποσπάσματα είχαν δημοσιευθεί κατά την δεκαετία του ’60. Ωστόσο, μισόν αιώνα, περίπου, μετά, τα αιτήματά τους διατηρούνται επίκαιρα.