του Σταμάτη Μαμούτου
Όταν κυκλοφόρησε, πριν λίγες μέρες, το τελευταίο βιβλίο των εκδόσεών μας (υπό τον τίτλο Κάρολος Μπωντλαίρ- Sun Knight- Σταμάτης Μαμούτος, Η Ηθική του Παιχνιδιού ενάντια στον κόσμο της νεωτερικότητας) φίλοι που διάβασαν τα συμπεριλαμβανόμενα σε αυτό διηγήματά μου, με ρώτησαν αν με ενέπνευσε η ταινία Jumanji. Η απορία ήταν εύλογη γιατί στο επίκεντρο των τεσσάρων διηγημάτων υφίσταται η ιδέα της μετάβασης σε νοερές διαστάσεις, όπου οι κόσμοι των παιχνιδιών αποκτούν ζωή. Ωστόσο, η απάντηση μου ήταν αρνητική. Όχι, δεν έχω δει καν την συγκεκριμένη σειρά ταινιών.
Ασφαλώς, γνωρίζω την κεντρική ιδέα της ταινίας και μου αρέσει. Αλλά δεν με ενέπνευσε αυτή (ιδίως εφόσον δεν την έχω δει!). Με ενέπνευσε η ρομαντική μου φαντασία. Αν πρέπει αναγκαστικά να αναφέρω μια επιρροή και να αναγνωρίσω σε κάποιον τα πρωτεία αυτής της ιδέας, δεν θα μπορούσα να καταλήξω σε κανέναν άλλο παρά στον Ε.Τ.Α. Χόφμαν. Στον σπουδαίο Γερμανό ρομαντικό λογοτέχνη, που χάρισε στην παγκόσμια λογοτεχνική κληρονομιά αξεπέραστης αξίας κείμενα. Ο Χόφμαν ήταν ο πρώτος που θυμάμαι να γράφει φανταστική λογοτεχνία στην οποία παιχνίδια ζωντανεύουν και λογοτεχνικοί ήρωες εισέρχονται στους μυθικούς τους κόσμους.
Υποθέτω ότι αρκετοί Έλληνες της εποχής μας έχουν ακουστά ότι ο «Καρυοθραύστης» είναι μια παιδική αφήγηση, η οποία, για κάποιο λόγο, έρχεται στο προσκήνιο τα Χριστούγεννα. Ενδεχομένως να είναι περισσότεροι εκείνοι που γνωρίζουν τον Καρυοθραύστη ως παράσταση κλασικού μπαλέτου του Τσαϊκόφσκι. Αμφιβάλλω, όμως, αν υπάρχουν πολλοί που γνωρίζουν ότι ο Τσαϊκόφσκι μετέφερε στο μπαλέτο του την νουβέλα Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των Ποντικών, την οποία έγραψε ο ρομαντικός λογοτέχνης Ε.Τ.Α. Χόφμαν το 1816. Ο Καρυοθραύστης και ο βασιλιάς των Ποντικών είναι ένα λογοτεχνικό κείμενο στο οποίο τα παιχνίδια, με πρώτο όλων τον πρωταγωνιστή Καρυοθραύστη, ζουν σε έναν ονειρώδη παράλληλο κόσμο που μόνο τα ευαίσθητα, αγαθά και χαρισματικά παιδιά μπορούν να προσεγγίσουν.
Δυστυχώς, η ιστορική περίοδος που διανύουμε είναι δέσμια της επιδερμικής προχειρότητας. Για κάποιον λόγο οι αναζητήσεις –ακόμη και ανθρώπων που εκδηλώνουν ενδιαφέρον για τις τέχνες- σταματούν σε σημεία που είναι συμβατά με τις τρέχουσες τάσεις της μόδας και με τον φευγαλέο συρμό του παρόντος. Συναντώ παιδιά που μου λένε ότι τους αρέσουν οι νουβέλες του Λάβκραφτ. Τους ρωτώ τι άλλο διαβάζουν και μου αραδιάζουν έναν σωρό, μεταγενέστερους του Λάβκραφτ, μέτριους Αμερικανούς γραφιάδες της φανταστικής λογοτεχνίας του τρόμου. Αλλά αγνοούν τον Ε.Τ.Α. Χόφμαν. Τον λογοτέχνη, δηλαδή, που μπορούσε να γράψει λογοτεχνία υποβλητικού τρόμου στο ύφος που υιοθέτησε ο Λάβκραφτ έναν αιώνα πριν τον Λάβκραφτ.
Το ίδιο και στην μουσική. Μιλώ με νέους ακροατές του heavy metal και καταλαβαίνω ότι για αυτούς η μουσική ιστορία ξεκινά κάπου στα 1988-89. Αγνοούν, ενίοτε και απαξιώνουν, το progressive hard rock της δεκαετίας του ’70 (κάποτε ακόμη και το αυθεντικό κλασικό heavy metal). Για να μην έρθω στους πολιτικούς μου συνομιλητές. Αυτή είναι μια ακόμη πιο δυσάρεστη ιστορία. Για τους περισσότερους τα πάντα ξεκινούν την δεκαετία του ’30 και τελειώνουν στην δικτατορία των συνταγματαρχών. Τα προηγούμενα αγνοούνται ή και παραλείπονται.
Τι μας χρειάζονται άραγε ο Φίχτε, ο Μύλλερ, ο Καρλάιλ και ο Ράσκιν όταν έχουμε τον Τραμπ, τον Hollywood Χίτλερ και τους Απριλιανούς; Κατά τον ίδιο τρόπο, τι μας χρειάζονται οι Rainbow, οι Uriah Heep και οι Kansas, όταν έχουμε τους Rotting Christ; Συνακόλουθα, τι αξία έχει η λογοτεχνία του Χόφμαν και των ρομαντικών όταν έχουμε τον εκάστοτε woke fantasy youtuber συγγραφέα; Ο σεβασμός στην ιδέα της συνέχειας και της επιρροής των παραδόσεων που διαθέταμε παλαιότερα οι χεβυμεταλάδες και οι αναγνώστες της λογοτεχνίας του φανταστικού έχει χαθεί.
Νομίζω ότι είναι πλέον άσκοπο να προσπαθήσει κανείς να εξηγήσει τα ανεξήγητα στις νεότερες γενιές ή σε ανθρώπους που σκέπτονται όπως επιτάσσει ο συρμός της εποχής. Τα κείμενα και οι παραινέσεις μου απευθύνονται στην ίδια την ιστορία. Κάπου, κάπως, σε κάποιον χρόνο, θα βρει τον τρόπο να δικαιώσει τους ρομαντικούς. Είμαι σίγουρος για αυτό.
Ο Χόφμαν υπήρξε ένας εκ των κορυφαίων λογοτεχνών του Ρομαντισμού. Όποιος τον διαβάσει θα έρθει σε επαφή με έναν λογοτέχνη που η πένα του εμπεριείχε τα αρχέτυπα του Λάβκραφτ, της Ρόουλινγκ και πολλών ακόμη σημείων της νεότερης λογοτεχνίας του φανταστικού.
Ο «καρυοθραύστης του Χόφμαν είναι ένα υπέροχο παραμύθι. Κυκλοφορεί αυτή την εποχή από τις εκδόσεις Περισπωμένη, σε μετάφραση της Σοφίας Αυγερινού και περιλαμβάνοντας την ιστορική εικονογράφηση του αρ νουβώ καλλιτέχνη Artus Scheiner. Η τυπογραφική δουλειά του Σωτήρη Φασούλα είναι εκπληκτική. Η συγκεκριμένη έκδοση είναι ένα κομψοτέχνημα και αξίζει την προσοχή μας.
Η υπόθεση του έργου είναι η εξής. Την παραμονή των Χριστουγέννων ενός έτους των αρχών του 19ου αιώνα, ο Φριτς και η Μαρί, τα παιδιά του ιατρικού συμβούλου της Νυρεμβέργης, περιμένουν στο αρχοντικό τους τον νονό τους, δικαστικό σύμβουλο Ντρόσελμαϊερ. Ο Ντρόσελμαϊερ είναι ένας ηλικιωμένος άντρας με αλλόκοτη εξωτερική εμφάνιση που αρέσκεται να κατασκευάζει μηχανισμούς, παιχνίδια και ρολόγια.
Ο ωρολογοποιός είναι ένας λογοτεχνικός χαρακτήρας που υιοθέτησαν συχνά οι ρομαντικοί ως φορέα μεταφυσικών δυνάμεων. Χόφμαν, Ιούλιος Βερν (Ο Μαστρο-Ζαχαρίας) και άλλοι ρομαντικοί εστίασαν στον «τεχνίτη της εσωτερικότητας», στον «άρχοντα του χρόνου» προκειμένου να εξυφάνουν τις υποθέσεις των γοτθικών τους μυθιστοριών.
Ο νονός καταφτάνει και φέρνει δώρα στα παιδιά. Η μικρή Μαρί παίζει μέχρι τα μεσάνυχτα όταν όλοι οι υπόλοιποι έχουν αποσυρθεί για ύπνο. Και τότε συμβαίνει κάτι απίθανο! Ο Ντρόσελμαϊερ παίρνει την θέση της κουκουβάγιας στο ρολόι του τοίχου και τα παιχνίδια ξυπνούν, αποκτώντας ζωή. Αρχηγός τους είναι ο άσχημος αλλά πολύ συμπαθητικός Καρυοθραύστης. Τα παιχνίδια σχηματίζουν μια στρατιά που μπαίνει στην μάχη εναντίον του επτακέφαλου βασιλιά των ποντικών με τις ορδές των ακολούθων του. Τα ποντίκια νικούν και πριν ολοκληρώσουν τον θρίαμβό τους η Μαρί εκτοξεύει το παπούτσι της εναντίον τους και γλιστράει πάνω στην γυάλινη βιτρίνα των παιχνιδιών της. Τραυματίζεται και λιποθυμά.
Όταν συνέρχεται διαπιστώνει ότι όλοι θεωρούν πως αυτά που τους διηγείται ότι έζησε πριν τραυματιστεί ήταν ένα κακό όνειρο. Όμως ο Ντρόσελμαϊερ απαντά αινιγματικά και κάθε βράδυ αρχίζει να διηγείται τις συνέχειες ενός παραμυθιού που μοιάζει να αποτελεί την ιστορία του κόσμου που ζωντάνεψε μπροστά στα μάτια της Μαρί. Οι αφηγήσεις του νονού περιλαμβάνουν απαντήσεις στα ερωτήματα της Μαρί αναφορικά με τον κόσμο των παιχνιδιών. Ωστόσο μόνο αυτή δείχνει να συνδέει τα νοήματα των λόγων του Ντρόσελμαϊερ ενώ οι υπόλοιποι της οικογένειας απλώς διασκεδάζουν, θεωρώντας ότι αυτό που ακούνε είναι μια μη αληθινή παραμυθία του νονού.
Ο Χόφμαν θολώνει επιτηδευμένα τα όρια ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, όπως κάνει στα περισσότερα μη γοτθικά διηγήματα φαντασίας που έγραψε. Η Μαρί μπαίνει ξανά στον κόσμο των παιχνιδιών όταν ο Καρυοθραύστης νικάει τον βασιλιά των ποντικών και δίνει τέλος σε μια σύρραξη που είχε ξεκινήσει από την γενιά των προγόνων τους. Ο Καρυοθραύστης δείχνει άσχημος γιατί μια μαγεία του έχει πάρει την ανθρώπινη εμφάνιση. Για να λυθούν τα μάγια πρέπει η αγαπημένη του πριγκίπισσα να τον αγκαλιάσει με όλη την δύναμη της αγάπης της. Μέχρι να συμβεί αυτό, ο Καρυοθραύστης φιλοξενεί την Μαρί στον μαγικό κόσμο των παιχνιδιών, εντός του οποίου ο Χόφμαν απελευθερώνει την επαλαύνουσα φαντασία του και την ασύγκριτη λογοτεχνική του ποιότητα, προσφέροντας στον αναγνώστη εξαιρετικές περιγραφές φανταστικών τοπίων, οι οποίες έχουν αφήσει ανεξίτηλες επιρροές σε συγγραφείς όπως ο Ρόουλινγκ και ο Dahl.
Για τους ύστατους εναπομείναντες υπερασπιστές της αέναης παιδικότητας, η νουβέλα του Χόφμαν θα αποτελεί, για πολλά ακόμη χρόνια, ένα διαχρονικό χριστουγεννιάτικο ανάγνωσμα. Αν δεν το έχετε διαβάσει, απολαύστε το στην υπέροχη κυκλοφορία των εκδόσεων Περισπωμένη ή και σε άλλες πιο συμβατικές εκδόσεις.
Σχόλια:
Όσο για γκαρσονια, εστιατορες, αλτ δεξιούς , λεμουριους κλπ ευχόμαστε να τους πάρει ο Krampus για να ξεβρωμισει ο τόπος!
C.Φ.
Τρία εδάφια θα παραθέσω εδώ μόνο για την τεράστια επιρροή του Γερμανού στη μεγάλη Ρωσική Λογοτεχνία των δύο τελευταίων αιώνων.
1) O Lunacharsky για την επιρροή του Χόφμαν στον Γκόγκολ (αναφορά και στον Καρυοθραύστη):
"Unlike other romantics, Hoffmann was a satirist. He saw the reality surrounding him with unusual keenness, and in this sense he was one of the first and sharpest realists. The smallest details of everyday life, funny features in the people around him with extraordinary honesty were noticed by him. In this sense, his works are a whole mountain of delightfully sketched caricatures of reality. But he was not limited to them. Often he created nightmares similar to Gogol's Portrait. Gogol is a student of Hoffmann and is extremely dependent on Hoffmann in many works, for example in Portrait and The Nose. In them, just like Hoffmann, he frightens with a nightmare and contrasts it to a positive beginning. Hoffmann's dream was free, graceful, attractive, cheerful to infinity. Reading his fairy tales, you understand that Hoffmann is, in essence, a kind, clear person, because he could tell a child such things as The Nutcracker or The Royal Bride – these pearls of human fantasy."
2) Ο Lukacs για την επιρροή του Γκόγκολ στον Ντοστογιέφσκι:
"He is especially fond of everything eccentric, everything pathological. He is especially fond of Hoffmann, precisely because in the fantastic stories of the mad romantic he finds rich food for the excitement of his nerves. He feels intoxicated by these stories: he cherishes the wild dream of becoming like Hoffmann's heroes. "I have a project - to become crazy," he wrote to his brother, "if you have read all of Hoffmann, then you probably remember the character of Alban. It is terrible to see a person who has the incomprehensible in his power." Dostoevsky is delighted with the eccentric heroes, maniacs depicted by Hoffmann. A romantic in the main direction of his creative work, locked in the world of subjective phenomena, obeying exclusively the imperative of an excited fantasy, Dostoevsky nevertheless declared himself a realist in the techniques that he used in depicting the field of creativity that he demarcated. Constant observation of the spiritual world, constant inner experience, developed in him an experienced, truthful researcher of this world, led him to a realistic analysis of the "dark" corners of the soul. Thus, in the first period of his literary activity, the brilliant writer stood at a crossroads, on the border of romanticism and realism. In this case, too, he shared the fate of his main teacher, the semi-romantic and semi-realist Hoffmann."
3) Ο Ζντάνοφ για την επιρροή του Χόφμαν στους Ακμεϊστές της δεκαετίας του 1910:
"Osip Mandelstam, a prominent Acmeist, wrote this, not long before the revolution, on the social, political and literary ideals of this little group: "The Acmeists share their love of organism and organisation with the physiologically perfect Middle Ages. The Middle Ages, with their own peculiar way of estimating a man’s relative weight, felt and recognised it in every individual irrespective of merit. Yes, Europe once passed through a labyrinth of filigree-fine culture, when abstract being, personal existence, wholly unadorned, was valued as an outstanding achievement. A noble mixture of rationality and mysticism, and a perception of the world as a living equilibrium, make us feel a kinship with this age and prompt us to draw strength from the works that appeared on Romance soil about the year 1200." These statements of Mandelstam’s contain the Acmeists’ hopes and ideals. ‘Back to the Middle Ages’. Incidentally, the Acmeists and the Serapion Brothers are of the same descent. Their common ancestor was Hoffmann."
Σαφώς. Αλλά ήταν οι σχολές του κλασικού σοσιαλισμού. Οι ρομαντικοί μπορεί να κατέθεσαν στον δημόσιο διάλογο ιδέες που υιοθέτησαν οι σοσιαλιστές όμως καθαρή σοσιαλιστική θεωρία, μέχρι το 1830, εγώ τουλάχιστον δεν θυμάμαι να είχαν. Είχαν αρχίσει να διαμορφώνουν την οικονομική πρόταση του κορπορατιστικού ολοκληρωτισμού από την μια (με τον Φίχτε να παίζει και σε μοτίβα αυτάρκειας) και του συντηρητικού παρεμβατισμού από την άλλη. Αν εξαιρέσουμε τους Λουδίτες, που κι αυτοί δεν είχαν αναλυτική θεωρία και το κέντρο βάρος της δράσης τους ήταν κινηματική, ήταν περισσότερο των ρομαντικών του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα γνώρισμα η χρήση του όρου σοσιαλισμός δίπλα στους συντηρητισμός και εθνικισμός. Συνεπώς, η περίπτωση του μαρξισμού είχε παίξει τον ρόλο της στην διάδοση του όρου.
"Η ιστορική ιδιομορφία του φασισμού είναι πως αυτός υπήρξε γέννημα καθαρά σοσιαλιστικών σχηματισμών, (εξ ου θα έλεγα και η μίξη μεταξύ νεωτερικών και ρομαντικών απόψεων) που μέσω αναθεώρησης του Μαρξ οδηγήθηκαν σε ένα μονοπάτι σύζευξης με τους Ιταλούς εθνικιστές (όπως εξάλλου είχε γίνει και στην Γαλλία με τον κύκλο Προυντόν)."
Νομίζω δεν ήταν τόσο ευθύγραμμη η διαδρομή. Καταρχάς στην Γαλλία δεν υπήρξε οργανωμένο σοβαρό και μαζικό φασιστικό κίνημα σε συγκρίσιμο βαθμό με την Ιταλία. Μπορεί στο διανοητικό πεδίο να πήγαν καλά οι Γάλλοι αλλά κίνημα δεν είχαν. Άργησαν να αποκτήσουν. Και πάντα, το φασιστικό τους κομμάτι ήταν ανάμικτο με τους συντηρητικούς εθνικιστές.
Στην Ιταλία, από την άλλη, εστιάζεις μόνο στην περίπτωση Μουσολίνι και ξεχνάς τον Ντανούτσιο. Αν μπει ο Ντανούτσιο στην ανάλυση χάνεται η μονοπωλιακή σχέση των κλασικών σοσιαλιστών με τον πρώιμο φασισμό και φανερώνεται περισσότερο το ρομαντικό υπόβαθρο. Επίσης, μόλις ο Μουσολίνι αυτονομήθηκε και οργάνωσε τους πρώτους συνδέσμου, σε λίγότερο από δύο χρόνια το φασιστικό κίνημα πλημμύρισε από συντηρητικούς και φιλομοναρχικούς υποστηρικτές. Σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να το ελέγξει ο Μουσολίνι (ποτέ δεν το έλεγξε πλήρως στην πραγματικότητα) και να ξεσπάσει ο άτυπος εμφύλιος ανάμεσα σε φασίστες και κομμουνιστές στα τέλη της δεκαετίας του 1910. Άρα, η υποτιθέμενη κρυπτογιακωβίνικη προέλευση του φασισμού είναι ένα αφήγημα που μπάζει. Επίσης, ο φασισμός ήταν ένα κίνημα που πρώτα απέκτησε μαζική υπόσταση και μετά έγινε απόπειρα να καλουπωθεί μια ιδεολογία του. Συνεπώς, δεν το αναλύουμε προσπαθώντας να βρούμε απόλυτες αντιστοιχίσεις στα γραπτά του Τζεντίλε και στην πολιτική φασιστική πρακτική. Δεν υπήρξε ποτέ τέτοια ισχυρή αντιστοίχιση. Γιατί πολύ απλά, όπως γράφω στην διατριβή μου, ο φασισμός δεν ήταν ιδεολογία. Ήταν ένα κίνημα που δανείστηκε τις θεμελιώδεις αρχές της (μόνης υπαρκτής) ιδεολογίας του αντιδιαφωτιστικού πολιτικού Ρομαντισμού. Το ίδιο και ο εθνικοσοσιαλισμός.
Από την άλλη αν μελετηθεί ο Παρέτο θα μας στείλει στην αγκαλιά του Χίτλερ, όπως και να έχει. Επίσης, επηρέασε τον φασισμό -ή μάλλον την όλη ατμόσφαιρα στην οποία γεννήθηκε ο φασισμός- στο θέμα της χαρισματικής ηγεσίας. Όχι στην οικονομία, στο κράτος ή στην κοινωνική οργανικότητα.
Μην ταυτίζεις τον Διαφωτισμό με την Γαλλική Επανάσταση. Η Γαλλική Επανάσταση ήταν παιδί του Διαφωτισμού αλλά ο Διαφωτισμός ήταν κάτι πολύ πιο πλατύ. Οι ρομαντικοί που ήταν θετικοί προς την Γαλλική Επανάσταση ήταν διαφόρων ιδεολογικών προελεύσεων. Οι ελευθεριακοί ρομαντικοί ήταν υπέρ για τους ευνόητους λόγους (αν και πολλοί από αυτούς μόλις είδαν τι πράγματι ήταν η Γαλ. Επανάσταση ξενέρωσαν την ζωή τους και την αποκήρυξαν). Υπήρξαν όμως και αντιδιαφωτιστές ρομαντικοί που την είδαν θετικά ως τιμωρία ενός εκφυλισμένου απολυταρχικού πρωτοφιλελεύθερου συστήματος και ως άνοιγμα ενός νέου ιστορικού κύκλου, όπως ο πλέον αντιδραστικός των Βρετανών ρομαντικών αντιδραστικών και αγαπημένος του Χίλτερ Καρλάιλ. ναι, ξέρω ότι έκανε κάποιες μικρές υποχωρήσεις προς την αστική τάξη κάποια στιγμή αλλά αυτή η υποψία "συμβιβαστικού μοντερνισμού" του δεν είχε σχέση με την αποτίμηση της Γαλλικής Επανάστασης. Αυτή την αποτιμούσε θετικά ήδη στις αντιδραστικότερες περιόδους της σκέψης του.
Τέλος ο μακιαβελικός ηγέτης δεν δρα ανήθικα. Έχει ξεκάθαρη πατριωτική ηθική. Κάνει κυνικές επιλογές αλλά ποτέ προς όφελος αποκλειστικά του ατομικού εγώ. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα αλλά για την πατρίδα.
Κατά τα άλλα, όπως ο σοσιαλισμός έτσι και ο εθνικισμός χρειάζεται πολλή συζήτηση. Μπορεί να υπάρξει και σε μη ολοκληρωτικά πλαίσια. Ευδοκιμεί και σε συντηρητικά παρεμβατικά και δημοκρατικά. Ολόκληρος ο νεοφασισμός (νεοφασισμός επαναλαμβάνω, όχι νεοεθνικισμός, alt right και παπαριές) ακριβώς αυτό ήταν. ποιοι νεοφασιστικό κόμμα είχε στις προγραμματικές του αρχές την κατάλυση της δημοκρατίας και την εγκαθίδρυση ολοκληρωτισμού, πολιτικού ή οικονομικού; Κανένα.
Προσοχή σε όλα τα παραπάνω αν είσαι σε αυτούς που θα κυκλοφορήσουν το περιοδικό για τον Ρομαντισμό.