του Ορφέα Ανδρέου
Στεκόμαστε μπροστά σε μια νέα, δύσκολη αποστολή αλλά γεμάτη υποσχέσεις για λάφυρα και συγκινήσεις. Το αν θα πετύχουμε να την εκπληρώσουμε είναι στο δικό μας χέρι.
Σύμφωνα με έναν αρχαίο χάρτη που ευρέθη κρυμμένος στους πρόποδες ενός μυστηριώδους Ιερού Βουνού, υπάρχει ένας θησαυρός στον αρχαίο οικισμό Κοντίβιο. Ο μύθος λέει ότι αυτός ο θησαυρός άνηκε στο Θεό Ποταμό, ένα Θεό γεμάτο καλοσύνη και αγάπη, έναν πραγματικό δημιουργό της ζωής στην περιοχή όπου έρεε. Όλοι οι άνθρωποι τον λάτρευαν και τον αγαπούσαν, προσφέροντας συνεχώς θυσίες στο όνομά του μέσω του ναού που του είχαν αφιερώσει και είχαν χτίσει μέσα σε μια σπηλιά. Η περιοχή έσφυζε από ζωή για εκατοντάδες χρόνια. Αφθονία, γιορτές και πλούτη ήτανε μόνο λίγα απ' τα θετικά στοιχεία εκείνη της εποχής.
Μια νύχτα, όμως, με κόκκινη πανσέληνο, όπου όλοι ήταν έτοιμοι για τη μεγάλη γιορτή προς τιμήν του Ποταμού και της Σελήνης, ο θησαυρός αυτού του καλοσυνάτου Θεού εκλάπη από μια αρχαία άγνωστη φυλή. Η αλαζονεία των ανθρώπων τους τύφλωσε και αδυνατούσαν να καταλάβουν το κακό που θα έφερναν με πράξεις σαν κι εκείνη. Όταν ο Ποταμός είδε ότι ο θησαυρός έλειπε από τη θέση του, άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι οι άνθρωποί του τον πρόδωσαν κι αυτό ήταν κάτι το οποίο δεν μπορούσε να αφήσει ατιμώρητο. Από εκείνη, λοιπόν, την ημέρα ο Θεός έριξε κατάρα σε όλους τους ανθρώπους.
Η γη του από πηγή ζωής άρχισε να γίνεται βάλτος γεμάτος αρρώστια και πόνο. Όλες οι ανθρώπινες φυλές πέθαιναν η μία πίσω από την άλλη. Κανείς τους δε μπορούσε να ανατρέψει αυτήν την κατάρα. Όσες θυσίες κι αν έκαναν, όσες προσευχές κι αν του απεύθυναν, τίποτα δεν μπορούσε να συγκινήσει το Θεό, ο οποίος τους κοιτούσε όλους, έναν προς έναν, γεμάτος οργή και θυμό. Τα ζώα και τα φυτά δηλητηριασμένα κι αυτά, σιγά σιγά όδευαν προς την εξαφάνιση.
Και μετά αρρωστημένες και σκοτεινές οντότητες άρχιζαν να καταλαμβάνουν την δηλητηριασμένη γη. Η «αυγή» για αυτά τα πλάσματα ήταν πλέον γεγονός, στις πλάτες ενός Θεού, ο οποίος δυστυχώς είχε τυφλωθεί κι εκείνος πλέον από την οργή του.
Οι άνθρωποι όμως, ακόμα και μέσα σε αυτήν την σκοτεινή εποχή δεν το έβαλαν κάτω. Μια φυλή κατάφερε να κρυφτεί μέσα στο Ιερό βουνό και να προστατευτεί από την κατάρα. Όσο βρίσκονταν υπό τη σκέπη του Βουνού οι άνθρωποί της ήταν προστατευμένοι. Αν, όμως, κάποιος έβγαινε έξω από αυτό, τότε ήταν καταδικασμένος.
Η φυλή αυτή κατάφερε να σχεδιάσει έναν χάρτη με το σημείο όπου ήταν κρυμμένος ο θησαυρός ώστε να τον επιστρέψουν στον προκάτοχό του. Το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν μπορούσε κανείς να πλησιάσει εκεί λόγω της κατάρας. Πολλοί γενναίοι μαχητές προσπάθησαν να βγουν έξω από το Βουνό με τη βοήθεια φίλτρων από τους καλύτερους μάγους που είχαν. Μάταια όμως. Όλοι τους χάθηκαν επάνω στην προσπάθειά τους. Είτε από θανατηφόρες αρρώστιες, είτε βρήκαν μπροστά τους στρατιές των όντων που κυριαρχούσαν στην περιοχή τα οποία τους εκτελούσαν εν ψυχρώ, δίχως συμβιβασμούς, κάνοντάς το να φαίνεται σαν κυνήγι θηραμάτων.
Απελπισμένοι πλέον από τις συνεχείς αποτυχίες τους σκέφτηκαν ότι η αποστολή αυτή πρέπει να δοθεί σε μια ανθρωπότητα την οποία η κατάρα δε θα μπορούσε να επηρεάσει. Έτσι κι έκαναν. Ο αρχηγός τους διέταξε τους Μάγους να δημιουργήσουν ένα χάρτη ο οποίος είναι ανθεκτικός στις κακοκαιρίες ώστε να αντέξει σε βάθος χρόνου. Αφού τον έφτιαξαν λοιπόν, τον άφησαν έξω από την πύλη του Ιερού Βουνού με την προϋπόθεση ότι θα βρεθεί στο μέλλον για να λυθεί αυτή η κατάρα που τόσο τους είχε καταστρέψει. Έπειτα κλείδωσαν την πύλη για πάντα...