Ο Σκαραβαίος (The Beetle): Ένα μυθιστόρημα μυστηρίου και τρόμου του Richard Marsh

                                                             του Παύλου Γκάσταρη

O «Σκαραβαίος» (The Beetle), δημοσιεύθηκε αρχικά το 1897 και θεωρείται το πιο αντιπροσωπευτικό έργο του Βικτωριανού μυθιστοριογράφου Richard Marsh (1857-1915). Κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά με το διάσημο γοτθικό μυθιστόρημα «Dracula» του Ιρλανδού συγγραφέα Bram Stoker (1847-1912).Φημολογείται ότι οι Marsh και Stoker στοιχημάτισαν μεταξύ τους για το ποιος θα γράψει το καλύτερο μυθιστόρημα τρόμου. Αν η φημολογία είναι αληθινή, τότε σίγουρα νικητής (και με διαφορά) αναδείχθηκε ο Μαρς. Ο «Σκαραβαίος» ξεπέρασε κατά πολύ σε πωλήσεις το «Δράκουλα», σημειώνοντας τεράστια επιτυχία στο βρετανικό αναγνωστικό κοινό. Ακόμη και οι κριτικές που έλαβε ήταν περισσότερο θετικές από εκείνες του «Dracula».

«Ένα μυθιστόρημα γεμάτο μυστήριο και εκπλήξεις», «συναρπαστικό», «ανατρεπτικό και ευφυές», «μια ιστορία καλογραμμένη, με ξεκάθαρη και ευρηματική αφήγηση, που κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα» είναι κάποια χαρακτηριστικά σχόλια κριτικών και αναγνωστών της εποχής.
Ο «Σκαραβαίος» δημοσιεύτηκε σε 15 συνέχειες στην εφημερίδα Answers τον Μάρτιο του 1897 και τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς κυκλοφόρησε η πρώτη έκδοση του βιβλίου που εξαντλήθηκε σε χρόνο ρεκόρ. Πολύ σύντομα ακολούθησαν πολλές επανεκδόσεις μέχρι το 1930. Το 1919 έγινε ταινία και το 1928 παρουσιάστηκε σε θεατρική διασκευή στο θέατρο Στραντ του Λονδίνου.


Βρισκόμαστε σε μια περίοδο κατά την οποία αρχίζει να αναπτύσσεται το λογοτεχνικό είδος mystery - detective story, αλλά οι σχέσεις του με το gothic είναι ακόμη ισχυρές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα ύστερα βικτωριανά μυθιστορήματα μυστηρίου (όπως ο Σκαραβαίος) ήταν «υβρίδια» γοτθικού τρόμου και αστυνομικής μυθοπλασίας.

Στο επίκεντρο του μυθιστορήματος βρίσκεται ο Πωλ Λέσινγκχαμ, ένας ανερχόμενος πολιτικός του Αγγλικού Κοινοβουλίου. Ο Λέσινγκχαμ ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία και είναι ερωτευμένος με μια νέα, όμορφη και δυναμική κοπέλα, την Μάρτζορι Λίντον, την οποία πρόκειται να νυμφευτεί. Όταν ο Λέσινγκχαμ, σε νεαρή ηλικία, βρίσκονταν στην Αίγυπτο, διατηρούσε επαφές με μια μυστηριώδη και τρομακτική αίρεση που ήταν αφιερωμένη στη λατρεία της Ίσιδας και του Σκαραβαίου[1]. Ένα μυστηριώδες και αποκρουστικό πλάσμα με υπερφυσικές δυνάμεις, που σχετίζεται με το παρελθόν του Λέσινγκχαμ, φτάνει στο Λονδίνο από τα βάθη της Αιγύπτου και απειλεί να καταστρέψει τη ζωή του.

Το μυθιστόρημα είναι μια εξαίρετη σύνθεση αφηγήσεων από τέσσερα πρόσωπα.Ο πρώτος αφηγητής είναι ο Ρόμπερτ Χολτ, ένας άνεργος και άστεγος άντρας ο οποίος προσπαθεί απεγνωσμένα να βρει καταφύγιο για να περάσει την κρύα νύχτα. Για κακή του τύχη θα βρεθεί στην κατοικία ενός αποκρουστικού ανθρώπινου πλάσματος, μιας πολυμορφικής οντότητας με υπερφυσικές δυνάμεις.  Το φρικαλέο πλάσμα, αφού υπνωτίσει[2]  τον άτυχο νέο, τον αναγκάζει να εισέλθει στην οικία του Πωλ Λέσινγκχαμ για να κλέψει τις ερωτικές επιστολές που αντάλλασε ο Πωλ με την αρραβωνιαστικιά του Μάρτζορι Λίντον.

Ο  δεύτερος αφηγητής είναι ο Σίντνεϊ Άθερτον, ένας εύπορος επιστήμονας και εφευρέτης, ιδιοφυής, ιδιόρρυθμος, ασταθής και παρορμητικός Ο Άθερτον ενσαρκώνει το στερεότυπο του «τρελού επιστήμονα» (που θα συναντήσουμε και σε άλλα μυθιστορήματα του Μαρς). Διατηρεί ένα εργαστήριο στην τεράστια οικία του, όπου πειραματίζεται με θανατηφόρα χημικά αέρια και τον ηλεκτρισμό. Δεν θα διστάσει να θυσιάσει μια γάτα μόνο και μόνο για να κάνει επίδειξη σε έναν φίλο του για τη δραστικότητα ενός χημικού αερίου που είχε κατασκευάσει και το οποίο μπορεί να εξολοθρεύσει  ολόκληρους πληθυσμούς.

Η τρίτη αφήγηση συνεχίζεται από την Μάρτζορι Λίντον, μια απελευθερωμένη νεαρή γυναίκα της υψηλής λονδρέζικης κοινωνίας που είναι ερωτευμένη με τον ανερχόμενο πολιτικό Πωλ Λέσινγκχαμ, τον οποίο πρόκειται να παντρευτεί παρά τις αντιδράσεις του συντηρητικού πατέρα της. Η Μάρτζορι αποτελεί το μήλον της έριδος μεταξύ των Λέσινγκχαμ και Άθερτον.


Ο τελευταίος αφηγητής είναι ο νεαρός ιδιωτικός ντετέκτιβ  Ωγκάστους Τσάμπνελ, φίλος του Άθερτον, στον οποίον θα προστρέξει για βοήθεια ο Λέσινγκχαμ. Ο Τσάμπνελ καλείται να διαλευκάνει τα μυστηριώδη και τρομακτικά γεγονότα που αφορούν στη φρικαλέα οντότητα από την Αίγυπτο, η οποία απειλεί τη ζωή της Μάρτζορι.

Στο μυθιστόρημα ο αναγνώστης θα εντοπίσει πολυάριθμα θέματα του fin de siecle, όπως οι πολιτικές αντιπαραθέσεις, οι κοινωνικές ανισότητες, η ανεργία, η επιστημονική και τεχνολογική «επανάσταση», η «Νέα Γυναίκα», κ.λπ. Tο μυθιστόρημα, που χαρακτηρίζεται από μια πιστή αναπαράσταση εποχής και χαρακτήρων, παραμένει μια πλούσια μαρτυρία μιας θεμελιώδους ιστορικής -λογοτεχνικής περιόδου για την εξέλιξη του γοτθικού μυθιστορήματος και της crime fiction, τα οποία, αν και διαφορετικά λογοτεχνικά είδη, δεν υπήρξαν αρχικά πολύ απομακρυσμένα το ένα από το άλλο.

O Richard Marsh (ψευδώνυμο του Richard Bernard Heldmann) γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1857 στο Λονδίνο. Ξεκίνησε την συγγραφική καριέρα του το 1880 στην εφημερίδα Union Jack, στην οποία υπήρξε εκδότης. Δημοσίευσε περισσότερα από 80 έργα μυστηρίου και εγκλήματος, τρόμου, περιπέτειας, επιστημονικής φαντασίας, αισθηματικά, χιουμοριστικά κ.λπ., πολλά από τα οποία υπήρξαν ιδιαίτερα δημοφιλή.
Εκτός από τον «Σκαραβαίο» άλλα σημαντικά μυθιστορήματα του Marsh είναι: The Devil's Diamond (Το διαμάντι του Διαβόλου, 1893), The Mystery of Philip Bennion’s Death (To μυστήριο του θανάτου του Φίλιπ Μπένιον, 1897), The House of Mystery (Το σπίτι του μυστηρίου, 1898), The Datchet Diamonds (Τα διαμάντια του Ντάτσετ, 1898), The Goddess: A Demon (Η Θεά: ένας Δαίμονας, 1900), The Magnetic Girl (Το μαγνητικό κορίτσι, 1903), A Duel (Μια μονομαχία, 1905).

Ανάμεσα στους μυθιστορηματικούς ήρωες του Marsh είναι η Μις Judith Lee και ο Sam Briggs.H Judith Lee, μια νεαρή δασκάλα κωφών μαθητών που έχει την ικανότητα να διαβάζει τα χείλη, εμπλέκεται ως ντετέκτιβ σε διάφορες περιπέτειες μυστηρίου και εγκλήματος (Judith Lee: Some Pages from her Life, 1912, The Adventures of Judith Lee, 1916).


Οι ξέφρενες περιπέτειες του Sam Briggs (αρχικά ως υπάλληλος και ακολούθως ως στρατιώτης κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου) δημοσιεύτηκαν στο λογοτεχνικό περιοδικό The Strand Magazine στις αρχές του 20ου αιώνα (Sam Briggs: His Book, 1912, Sam Briggs, V.C, 1916). 

Το μυθιστόρημα «Ο Σκαραβαίος» κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις ΑΜΜΩΝ ΕΚΔΟΤΙΚΗ τον Δεκέμβριο του 2019 σε μετάφραση του Διονύσιου Ψιλόπουλου και επιμέλεια του Ηλία Βαβούρα.


[1] Θα πρέπει να σημειωθεί ότι καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα στη Βρετανία ήταν σε άνθηση ο πνευματισμός και ο αποκρυφισμός. Παράλληλα, από τις Ινδίες και την Αίγυπτο έρχεται να προστεθεί η παραδοσιακή γνώση της ανατολής (Ινδουιστικές Διδασκαλίες, Γιόγκα, Ταντρισμός, Αιγυπτιακή μαγεία, λατρεία της Ίσιδος κ.λπ.) που σε πολλά σημεία ταυτίζονταν με τις αποκρυφιστικές δοξασίες της Δύσης. Να επισημάνουμε, επίσης, ότι στη Βρετανία κατά τον 19ο αιώνα ιδρύθηκαν εκατοντάδες εταιρείες και οργανώσεις αποκρυφισμού, εσωτερισμού, θεοσοφίας, παραψυχολογίας, πνευματισμού, υπνωτισμού κ.λπ. Μία από αυτές ήταν το «Ερμητικό Τάγμα της Χρυσής Αυγής» (Hermetic Brotherhood of the Golden Dawn) με ιδρυτή τον Γουένγουορθ Λιτλ (1867). Πολλές από τις πρακτικές μαγείας και θεουργίας του τάγματος βασίζονταν στο αιγυπτιακό τελετουργικό της λατρείας της Ίσιδας. Μέλη  του τάγματος υπήρξαν πολλοί φημισμένοι συγγραφείς, καλλιτέχνες, ποιητές, επιστήμονες κ.λπ. Μεταξύ αυτών ο νομπελίστας ποιητής William Butler Yates (1865-1939) καθώς και σπουδαίοι συγγραφείς του φανταστικού όπως οι Arthur Machen (1863-1947) (για ένα σύντομο διάστημα αλλά αποχώρησε), Bram Stoker (1847-1912), Algernon Blackwood (1869-1951), Gustav Meyrink (1868-1932), Sax Rohmer (1883-1959), Sir Arthur Conan Doyle (1859-1930).Ο σκαραβαίος στην αρχαία Αιγυπτιακή θρησκεία, συμβόλιζε τον θεό Ήλιο – Ρα. Οι Αιγύπτιοι τοποθετούσαν φυλακτά σκαραβαίων στους νεκρούς, ενώ μερικές φορές πάνω στην περιοχή της καρδιάς μιας μούμιας. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι Αιγύπτιοι πολεμιστές φορούσαν φυλακτά σκαραβαίων για να τους δίνουν δύναμη στη μάχη. Οι γυναίκες τα φορούσαν γιατί πίστευαν ότι τους χάριζαν γονιμότητα.

[2] Οι υπνωτιστικές ικανότητες του πλάσματος, το οποίο έχει τη δυνατότητα να υπνωτίζει οποιονδήποτε επιθυμεί, παραπέμπουν  στη βαρύτητα που έδιναν εκείνη την εποχή τόσο οι επιστήμονες όσο και οι απλοί άνθρωποι στον Υπνωτισμό, τόσο ως μέσο ψυχοθεραπείας όσο και ως μέσο ελέγχου του νου και της συνείδησης. Ο υπνωτισμός χρησιμοποιείτο εδώ και χιλιάδες χρόνια στα μαντεία της αρχαίας Ελλάδας, στην αρχαία Αίγυπτο, την Ινδία, την Βαβυλωνία, στους Σουμέριους και σε όλους σχεδόν τους αρχαίους πολιτισμούς. Μέθοδοι υποβολής μέσω ύπνωσης χρησιμοποιούνταν από ιερείς, μάγους - ιατρούς και σαμάνους. Πρόδρομος της σύγχρονης πρακτικής του υπνωτισμού ήταν ο Γερμανός γιατρός Φραντς Άντον Μέσμερ (Franz Friedrich Anton Mesmer, 1734 -1815). Ο Μέσμερ χρησιμοποίησε τον όρο «ζωικός μαγνητισμός» για να περιγράψει το λεπτό μαγνητικό ρευστό που περνάει μέσα απ’ όλα τα άψυχα και έμψυχα δημιουργήματα του Σύμπαντος.Η συστηματική μελέτη του υπνωτισμού ξεκίνησε στα μέσα του 19ου αιώνα από τον Βρετανό γιατρό και φυσικό φιλόσοφο James Braid (1795-1860), ο οποίος είχε παρατηρήσει σε ασθενείς του μια μυοχαλαρωτική κατάσταση κατά την οποία “τα νεύρα κοιμούνται”. Αυτό το φαινόμενο το ονόμασε “νευρο-υπνωτισμό”. Μετά τον θάνατο του Braid, η τεχνική του υπνωτισμού άρχισε να μελετάται από πολλούς γιατρούς και επιστήμονες στην Ευρώπη. Ο πλέον γνωστός ήταν ο Γάλλος νευροψυχίατρος Jean-Martin Charcot (1825-1893), ο οποίος χρησιμοποίησε τον υπνωτισμό για να θεραπεύσει περιπτώσεις υστερίας. Ο Αυστριακός ψυχίατρος και πατέρας της Ψυχανάλυσης, Sigmund Freud (1856-1939) αρχικά υιοθέτησε τις μεθόδους του Charcot και ενσωμάτωσε τον υπνωτισμό στην δική του θεραπευτική προσέγγιση.