Ουσιαστικές προτάσεις και λόγοι κενοί περιεχομένων


Μια μόλις μέρα μετά την ανάρτηση του προηγούμενου άρθρου στο ιστολόγιο της Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ., που ολοκληρωνόταν με την πρόταση της λέσχης μας για το πως πρέπει να οργανωθεί ο χώρος όσων εκφράζουμε την ιδεολογία του αντιδιαφωτιστικού ρομαντικού εθνικισμού, ενημερώθηκα ότι κάποιος πολιτικός κλαρινογαμπρός, που αυτή την εποχή υιοθετεί την ιδεολογία του ακροδεξιού τραμπισμού, επανέφερε στο προσκήνιο ένα άρθρο του καθηγητή Χρίστου Γούδη, το οποίο γράφτηκε δεκαπέντε και πλέον χρόνια πριν. Το εν λόγω άρθρο περιλαμβάνει προτάσεις του καθηγητή για την οργάνωση ενός εθνικιστικού πλέγματος διανόησης. Η ανάρτηση του συγκεκριμένου άρθρου μου κίνησε το ενδιαφέρον ώστε να επιχειρήσω κάτι που έχουν συνηθίσει να διαβάζουν οι αναγνώστες μας. Δηλαδή την ανάλυση του λόγου ορισμένων αρθρογράφων που προβάλλονται ως διανοητές του χώρου, προκειμένου να διαπιστωθεί αν ο λόγος αυτός περιλαμβάνει νοήματα και ουσιαστικές προτάσεις ή αν αποτελεί ένα φραστικό κέλυφος άνευ ουσιαστικού περιεχομένου. 

Σε γενικές γραμμές το θέμα του άρθρου του καθηγητή παραμένει επίκαιρο. Ο κύριος Γούδης αναφέρει ότι η ιστορική τροπή για τα ευρωπαϊκά δρώμενα έχει μια νομοτελειακά διττή προοπτική. Ή την απορρόφηση και την διάλυση των ευρωπαϊκών εθνών στον πολυεθνικό χυλό της Ε.Ε, υπό την κηδεμονία της γερμανικής οικονομικο-πολιτικής ελίτ. Ή την ανακοπή αυτής της πορείας, η οποία όμως δεν θα σημάνει την επιστροφή στο παλιό μοντέλο του έθνους κράτους αλλά θα προκαλέσει μια χαοτική και απρόβλεπτη νέα συνθήκη. Ανάλογα διττή είναι, σύμφωνα με τον καθηγητή, και η προοπτική του ελληνικού έθνους. Κατά τον αρθρογράφο το ελληνικό έθνος ή θα ακολουθήσει τον δρόμο της διάλυσης, μέσω της απορρόφησής του στον πολιτισμικό χυλό της Ε.Ε., ή θα πρέπει να αντισταθεί θωρακίζοντας την εθνική του ταυτότητα.  


Προφανώς ο καθηγητής δείχνει να προτιμά την δεύτερη προοπτική. Πράγμα που ασφαλώς είναι σύμφωνο με τις δικές μας ιδέες. Αλλά το ενδιαφέρον της υπόθεσης αρχίζει όταν καταθέτει τις προτάσεις του για το πώς θα μπορούσε να γίνει εφικτή η ανάδειξη της αληθινής ελληνικής ταυτότητας ως κεντρικού εργαλείου άμυνας στους κινδύνους που εγκυμονεί η παγκοσμιοποίηση των καιρών μας. Ας δούμε, λοιπόν, τις προτάσεις του.

Α) Ο κύριος Γούδης γράφει ότι μια πρώτη προϋπόθεση για την ανάδυση στην επιφάνεια της κοινωνικής μας ζωής μιας ισχυρής εθνικής ταυτότητας είναι η διασφάλιση της ποιότητας γνώσης στα Ανώτατα Πνευματικά μας Ιδρύματα με την εξ υπαρχής δόμηση των μεταπτυχιακών σπουδών και την ανοικτή προκήρυξη για την κατάληψη των μεταπτυχιακών καθηγητικών θέσεων από τους ικανότερους και νεώτερης γενιάς επιστήμονες. Δεν θα διαφωνήσει κανείς ότι στόχος είναι η διασφάλιση ποιοτικών σπουδών στα ανώτατα πνευματικά ιδρύματα, οι οποίες θα προσφέρουν αληθινή γνώση. Περίπου το ίδιο θα έλεγα ότι ισχύει και για την πρόταση να προκρίνονται στα προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών οι καλύτεροι νέοι επιστήμονες. Ποιος διαφωνεί σε αυτές τις προτάσεις; Ακόμη και εκείνους που βαρύνονται περισσότερο με συγκεκριμένες ευθύνες για τις χρόνιες παθογένειες της εκπαίδευσης αν ρωτήσουμε, θα μας απαντήσουν ότι συμφωνούν με αυτές τις προτάσεις. Γιατί, πολύ απλά, είναι γενικόλογες και αφήνουν μεγάλα περιθώρια ερμηνειών.


Ας δούμε όμως λίγο πιο αναλυτικά το περιεχόμενό τους. Σε ποιον απευθύνεται το αίτημα του καθηγητή; Ποιος είναι, δηλαδή, εκείνος που μπορεί να παρέμβει ουσιαστικά ώστε «να διασφαλιστεί η ποιοτική γνώση στα ανώτατα ιδρύματα, να γίνουν οι σωστές επιλογές μεταπτυχιακών φοιτητών και καθηγητών;» Προφανώς το αυτοδιοίκητο του πανεπιστημίου δίνει μια ευκαιρία στο φοιτητικό κίνημα και τους συλλόγους να έχουν έναν λόγο στην όλη διευθέτηση. Αλλά ας είμαστε ειλικρινείς. Ο λόγος αυτός είναι μικρής δυναμικής. Γιατί οι φοιτητικοί σύλλογοι, μολονότι διαθέτουν την ικανότητα να προκαλούν θόρυβο που κάποιες φορές γίνεται επικίνδυνος για την εκάστοτε κυβέρνηση, δεν διαθέτουν την δύναμη να κλονίσουν την ισχύ των ακαδημαϊκών που το ίδιο το αυτοδιοίκητο παρέχει. Και, κυρίως, η υπαρκτή δομή των πραγμάτων δεν επιτρέπει στους φοιτητές να παρέμβουν αποτελεσματικά σε αυτό το ζήτημα. Πως είναι δυνατόν οι φοιτητές, οι κρινόμενοι δηλαδή, να έχουν ουσιαστικό λόγο στο πως θα κριθούν οι καλύτεροι ανάμεσά τους ή για το ποιοι θα γίνουν καθηγητές;

Συνεπώς καθίσταται σαφές ότι αυτοί που έχουν την δυνατότητα να κάνουν ουσιαστικές παρεμβάσεις στο περιεχόμενο των σπουδών και στις επιλογές των κατάλληλων φοιτητών για μεταπτυχιακές σπουδές είναι οι ακαδημαϊκοί. Είναι σε κάποιο βαθμό, ασφαλώς, και το Υπουργείο Παιδείας, ως διαμορφωτής του γενικού πλαισίου λειτουργίας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.  Ερωτώ λοιπόν από την μεριά μου. Σε ποιους απευθύνεται το πρώτο αίτημα του κυρίου Γούδη που, αν γίνει πράξη, υποθετικά θα μας βοηθήσει να αναδείξουμε την εθνική μας ταυτότητα; Στους συστημικούς πολιτικούς και στους ακαδημαϊκούς, είναι η απάντηση. Εικάζω ότι δεν χρειάζεται να είναι κανείς μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας ώστε να γνωρίζει πως οι πολιτικοί και οι ακαδημαϊκοί (σίγουρα όχι όλοι αλλά σαφώς ένας συντριπτικά μεγάλος αριθμός) είναι οργανικά μέρη του συστήματος εξουσίας που επιδιώκει τα ακριβώς αντίθετα απ’ όσους επιθυμούμε την υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας ως όπλου ενάντια στην προοπτική της παγκοσμιοποίησης.. Κοντολογίς, η πρόταση του κυρίου Γούδη είναι άνευ ουσιαστικού περιεχομένου.

Β) Περίπου το ίδιο συμπέρασμα εξάγεται έπειτα από την εξέταση της δεύτερης πρότασης του καθηγητή. Ας δούμε τι γράφει. Η στροφή στην βασική έρευνα, στην οποία διαπρέπει διεθνώς η πρωτότυπη σκέψη των Ελλήνων, σε αντιδιαστολή με τους μαϊμουδισμούς περί κοινωνικά χρήσιμης εφαρμοσμένης δραστηριότητας, η οποία στην πράξη καταλήγει σε σπάταλες επιχορηγήσεις για την πρωτιά της «ανακάλυψης της ομπρέλας για δεύτερη φορά. Άλλο ένα «πρέπει» που δεν συνοδεύεται από το απαραίτητο «πως». Ποιοι είναι αυτοί που ρυθμίζουν τον προσανατολισμό της επιστημονικής έρευνας; Τα λαϊκά στρώματα της κοινωνίας; Οι εθνικιστές; Μήπως τουλάχιστον οι σχηματισμοί των μικρών κομμάτων της αντιπολίτευσης; Προφανώς όχι. Η επιστημονική έρευνα προσανατολίζεται από τις ιδέες των ερευνητών (υποψήφιων διδακτόρων, μεταπτυχιακών φοιτητών), από την βούληση των ακαδημαϊκών, από τις απαιτήσεις της επικαιρότητας και, ασφαλώς, από τις επιλογές των κυβερνώντων. Αν καταλαβαίνω σωστά ο κύριος Γούδης προτείνει στους συντελεστές ενός εκπαιδευτικού συστήματος που τον τελικό του προσανατολισμό δίνουν φορείς της εξουσίας, να κάνουν τις πολιτικές τομές που θα θέσουν την εξουσία τους υπό αμφισβήτηση. Αν μη τι άλλο, αυτό που διαπιστώνω είναι ότι η συγκεκριμένη πρόταση περιλαμβάνει μια εγγενή αντίφαση.

Γ) Η τρίτη πρόταση του κυρίου Γούδη είναι η εξής. Η ίδρυση ενός διεθνούς κύρους πανεπιστημίου με βαλκανική και μεσογειακή διεισδυτικότητα, θεμελιωμένου σε ένα ευέλικτο θεσμικό πλαίσιο που θα επιτρέπει συνεχείς ολιγόμηνες μετακλίσεις διαπρεπών Ελλήνων καθηγητών του εξωτερικού, με συνακόλουθη φοιτητική ροή δύο κατευθύνσεων και εκτεταμένη ακαδημαϊκή κινητικότητα. Για να είμαι ειλικρινής δεν αντιλαμβάνομαι πως θα μπορούσε να βοηθήσει κάτι τέτοιο στην σφυρηλάτηση μιας ισχυρής εθνικής ταυτότητας. Αν έγραφε ότι αυτό το πανεπιστήμιο θα μπορούσε να αποτελέσει ένα εργαλείο μιας πολιτιστικής στρατηγικής επέκτασης της ελληνικής επιρροής στις γύρω περιοχές, θα το καταλάβαινα. Όμως η ενίσχυση, και πολύ περισσότερο η ανάδειξη, μιας εθνικής ταυτότητας θέλει περισσότερη οργάνωση στα πλαίσια μιας πρότασης όπως αυτής του κυρίου Γούδη.


Ωστόσο το κύριο πρόβλημα είναι εκείνο που ανιχνεύθηκε και στις προηγούμενες προτάσεις. Ποιος μπορεί να οργανώσει ένα τέτοιο πανεπιστήμιο; Προς το παρόν μόνο οι κυβερνήσεις. Αν κάποια στιγμή περάσει και η γραμμή της Δεξιάς, που υπονομεύει το δημόσιο πανεπιστήμιο, θα μπορούν να ιδρύσουν ένα ακαδημαϊκό ίδρυμα και δυο ακόμη πόλοι. Οι ισχυροί μεγαλοαστοί επιχειρηματίες και η εκκλησία. Πιστεύει στα αλήθεια κανείς ότι στην Ελλάδα της εποχής μας υπάρχει έστω και μισή πιθανότητα να βρεθεί, ανάμεσα σε όλους αυτούς, κάποιος που θα θελήσει να διακινδυνεύσει το κοινωνικό του status για να κάνει κάτι που θα τον φέρει σε ρήξη με την κυρίαρχη ιδεολογία και την ελίτ των φιλελευθέρων «εκσυγχρονιστών ευρωπαϊστών», που ελέγχουν την πολιτισμική μας ζωή υπό τον μανδύα διαφόρων κυβερνήσεων; Ας είμαστε σοβαροί.

Δ) Ας περάσουμε τώρα στα «ωραία». Η τέταρτη πρόταση του καθηγητή είναι η παρακάτω. Η εισαγωγή στις πανεπιστημιακές σχολές της διδασκαλίας των πρωτότυπων κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, των σχετικών με τις επι μέρους ειδικότητές τους (κειμένων στα οποία βασίσθηκε η θεμελίωση και η ορολογία των επιστημών και της φιλοσοφίας στη Ευρώπη και τα οποία πάντα μνημονεύονται εγκωμιαστικά στην διεθνή βιβλιογραφία). Πρώτα απ’ όλα, μου φαίνεται σχεδόν χιουμοριστικά αντιφατικό να διαβάζω μια πρόταση που θα μπορούσε να παραθέσει ένας φαύλος γραφιάς τύπου «πατριάρχη», από τον άνθρωπο που υπήρξε επικεφαλής ενός ιδρύματος για την μελέτη της σκέψης του Ίωνα Δραγούμη.


Η εμμονή με την φιλολογική χρήση των αρχαίων κειμένων αποτελεί το μεγαλύτερο καρκίνωμα της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από την εποχή που ο Δραγούμης έγραφε βιβλία όπως το Μαρτύρων και ηρώων αίμα[1] και Σαμοθράκη[2]. Η ελληνική σχολική εκπαίδευση είναι κυριολεκτικά δέσμια της αιώνιας μαφίας των φιλολόγων. Είμαστε η χώρα της οποίας οι μαθητές λυκείου γνωρίζουν τα λιγότερα για την αρχαία ελληνική γραμματεία από όλες τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές. Γιατί ενώ οι υπόλοιποι Ευρωπαίοι διαβάζουν την αρχαία γραμματεία μεταφρασμένη, ερευνώντας το φιλοσοφικό, το αισθητικό και το λογοτεχνικό της περιεχόμενο, οι Έλληνες μαθητές αναγκάζονται να υποστούν ένα συνεχές βάσανο μιας φορμαλιστικής εμμονής στην προδιαγεγραμμένα αποτυχημένη απόπειρα να μάθουν την γραμματική και το συντακτικό γλωσσικών εκδοχών που ομιλούνταν πριν χιλιάδες έτη.

Βιώνουμε έναν αδιανόητο παραλογισμό για τον οποίο κανείς δεν μιλά. Οι φιλόλογοι, προκειμένου να κρατήσουν την εκπαίδευση δέσμια των καθαρά υλικών τους συμφερόντων, βασίστηκαν στο σύμπλεγμα της σχέσης μας με τους αρχαίους που προσπάθησε να δημιουργήσει τον 19ο αιώνα ο Φαλμεράγιερ. Έκτοτε η εκμάθηση της γλώσσας των αρχαίων μας προγόνων έγινε θέμα υψίστης σημασίας στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Οι φιλόλογοι κυριαρχούν ολοκληρωτικά στις ανθρωπιστικές σπουδές, αντλώντας την νομιμοποίηση για αυτή τους την κυριαρχία από το σύμπλεγμα της σχέσης μας με τους αρχαίους προγόνους. Συνέπεια αυτής της κυριαρχίας είναι να παραδίδουν επί δεκαετίες εκτός από τα φιλολογικά σχολικά μαθήματα και τα μαθήματα που θα έπρεπε να διδάσκουν οι απόφοιτοι τμημάτων ιστορίας, φιλοσοφίας και πολιτικής επιστήμης. Και, προφανώς, τα αντιμετωπίζουν  ως «δευτερεύοντα».

Στην χώρα που γέννησε την φιλοσοφία η διδαχή της θεωρείται πάρεργο του εκάστοτε τενεκέ που γνωρίζει συντακτικό και γραμματική. Μόνο που μια νεκρή για παραπάνω από μια χιλιετία γλωσσική εκδοχή δεν γίνεται να αναστηθεί. Οι παππούδες μου ολοκλήρωσαν τις σχολικές τους σπουδές με κύριο μάθημα τα αρχαία. Οι γονείς μου επίσης. Εγώ το ίδιο. Γενεές επί γενεών αποφοίτησαν από το γυμνάσιο και το λύκειο αφιερώνοντας ατελείωτες ώρες καταναγκαστικού διαβάσματος επειδή τα αρχαία αποτελούν κύριο μάθημα. Μόνο που όσοι και αν τα διάβασαν τελικά δεν τα έμαθε (και ασφαλώς δεν τα μίλησε) κανένας. Την ίδια ώρα που οι Έλληνες μαθητές δαπάνησαν αδιανόητη ενέργεια προκειμένου να καταπιαστούν με το συντακτικό και την γραμματική μιας νεκρής γλωσσικής εκδοχής, οι υπόλοιποι λαοί καρπώθηκαν την ουσία της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.


Σαν να μην έφτανε αυτό ο κύριος Γούδης προτείνει να απλωθεί αυτή η άγονη τυπολατρία και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Πιστεύοντας, μάλιστα, ότι αυτό θα συμβάλει στην ανάδειξη της εθνικής μας ταυτότητας. Ασφαλώς διαφωνώ. Η αρχαία ελληνική γλώσσα με τις τοπικές και χρονικές της εκδοχές είναι ένα μουσείο. Αγαπώ τα μουσεία. Τα επισκέπτομαι συχνά. Το ίδιο και τις παλαιότερες εκδοχές της γλώσσας μας. Είναι πολύτιμες για τους συγγραφείς. Είναι χρήσιμες για τους μεταφραστές. Είναι χρήσιμες και για τους αναγνώστες της λογοτεχνίας. Αλλά μόνο γι αυτούς. Για τους επιστήμονες και για τους μαθητές είναι πιο γόνιμη η γνώση της ουσίας της αρχαίας και της μεσαιωνικής γραμματείας. Όχι το συντακτικό και η γραμματική τους. Όπως, επίσης, είναι αναγκαία συνθήκη η αγάπη για την νεώτερη εκδοχή της γλώσσας μας που είναι εξίσου ελληνικότατη με τις παλαιότερες.

Ε) Πέμπτη πρόταση του καθηγητή είναι η ίδρυση και διάδοση σχολικών βιβλιοθηκών με την πλήρη σειρά των κειμένων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, των πατέρων της εκκλησίας, και των βυζαντινών διανοητών των υπέρμαχων της αναγέννησης του ελληνικού πνεύματος (με κορυφαίο τον Πλήθωνα Γεμιστό), προς δημιουργία έστω και οπτικής μόνον – λόγω της ογκώδους παρουσίας τους – ατμόσφαιρας συνείδησης της συνέχειας της πολιτισμικής μας κληρονομιάς. Προφανώς και θα συμφωνήσουμε όλοι. Αλλά θα επαναλάβουμε ότι αρμόδιοι και πρακτικά ικανοί να οργανώσουν ένα τέτοιο εγχείρημα είναι και πάλι οι θεσμικοί φορείς και οι κοινωνικοί δρώντες που συνιστούν την εξουσιαστική ελίτ του τόπου. Είναι δυνατόν να περιμένει κανείς από αυτούς να ανταποκριθούν σε ένα τέτοιο αίτημα;


Φρονώ, πάντως, ότι η επαφή με την γραμματειακή μακραίωνη συνέχεια του έθνους μπορεί να επιτευχθεί ακόμη και μέσα από βιβλία συνοπτικής διανοητικής ιστορίας, που θα ενσωματώνουν αυτή την ιστορική διαδρομή με παραπομπές στις πρωτογενείς πηγές. Το θέμα όμως της εθνικής συνείδησης και ταυτότητας είναι πιο βαθύ και υπερβαίνει την φιλολογική γνώση. Η εθνική συνείδηση αποτελεί μια εσωτερικευμένη πραγματικότητα που είναι εύκολο να αποκτήσει κάθε Έλληνας. Το δύσκολο είναι να αντιπαραθέσει αυτή την εθνική συνείδηση με τις προκλήσεις της διεθνιστικά φιλελεύθερης εποχής μας. Το θέμα είναι ο κάθε συνειδητοποιημένος Έλληνας να θέσει το έθνος, ως αξία, απέναντι στον δυτικό Διαφωτισμό και στις έννοιες που ο Διαφωτισμός επέβαλε ως θεμέλια της νεώτερης κοινωνίας. Όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα ως συνθήκη της μεταμοντέρνας παγκοσμιοποίησης είναι συνέπεια της ιδεολογικής κυριαρχίας του Διαφωτισμού.

Οι περισότεροι συμπολίτες μας αποδέχονται την εθνική μας ταυτότητα και, μάλιστα, ορισμένοι εξ αυτών μιλούν με υπερηφάνεια για την καταγωγή τους και την ιστορία του έθνους μας. Ωστόσο, όταν διαπιστώνουν ότι οι προϋποθέσεις προκειμένου να συνεχίσει να υφίσταται η εθνική μας ταυτότητα είναι αντικρουόμενες με τον τρόπο οργάνωσης της ζωής που επιβάλει η κυρίαρχη πολιτική ιδεολογία των καιρών μας, κάνουν πίσω. Αποδέχονται ότι αυτή είναι μια, τρόπον τινά, νομοτελειακή τροπή των πραγμάτων, απαντούν με δικαιολογίες του τύπου «έτσι είναι τα πράγματα σήμερα τι να κάνουμε;» και υποχωρούν. Στην περίπτωση που διαθέτουν και λίγο από το χυδαίο θράσος προσωπικοτήτων όπως οι Πλεύρης, Γεωργιάδης και Βορίδης μπορεί να αναπτύξουν και κάποιο ψευδο-αφήγημα ότι δήθεν υπάρχει η στρατηγική της υπεράσπισης εθνοκεντρικών προοπτικών μέσα από τις τάξεις του διεθνιστικού συστήματος εξουσίας. 


Η πραγματικότητα λοιπόν είναι η εξής. Εθνική συνείδηση υπάρχει στο μεγαλύτερο μέρος των Ελλήνων της εποχής μας. Διάθεση να την υπερασπιστούν ενάντια στον κυρίαρχο διεθνιστικό φιλελευθερισμό δεν υπάρχει.  Άρα εκείνο που θα πρέπει να απασχολήσει τους εθνοκεντρικά σκεπτόμενους ανθρώπους των καιρών μας είναι η καλλιέργεια μιας επαναστατικής εθνικιστικής πολιτικής κουλτούρας και ιδεολογίας. Όχι η φιλολογική υπενθύμιση της, ήδη αποδεκτής από το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, εθνικής μας συνέχειας.

Υπάρχουν και άλλες προτάσεις του κυρίου Γούδη. Οι περισσότερες είναι στο ίδιο ύφος. Δεν έχει νόημα να αναλύσω περισσότερες. Εκείνο που έχει σημασία είναι να συνοψίσω κάποια συμπεράσματα.

Πρώτα και κύρια: Η υπεράσπιση της εθνικής μας ταυτότητας, όχι απλά ως προσωπικό γνώρισμα της συνείδησης του καθενός αλλά ως συλλογικό ιδεολογικό γνώρισμα απέναντι στην φιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, είναι μια από τις πιο επαναστατικές πράξεις των ημερών μας. Συνεπώς δεν μπορεί να επιτευχθεί με υποδείξεις, παρακλήσεις και χάδια προς το αστικό, οικονομικό και πολιτικό, κατεστημένο, στο οποίο εδράζεται το διεθνιστικό σύστημα εξουσίας.

Δεύτερον: Εφόσον υιοθετούμε μια επαναστατική ιδέα μπορούμε να την εκφράσουμε μόνο με επαναστατική σκέψη και δράση. Η υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας με φιλολογικές πομφόλυγες έδειξε τα όριά της σε περιπτώσεις όπως εκείνες των Πλεύρηδων, του Γεωργιάδη και του Βορίδη.


Τρίτον: Η επαναστατική εθνικιστική σκέψη έχει καταβολές μόνον ρομαντικές. Ο Ρομαντισμός αποτέλεσε το κίνημα που η αντιδιαφωτιστική πτυχή της πολιτικής του σκέψης γέννησε, κατά τον 18ο αιώνα, την ιδεολογία του εθνικισμού. Από τον 18ο αιώνα στον 19ο,  και από εκεί στον 20ο και τον μεσοπόλεμο, καθώς και από τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια μέχρι σήμερα, οι αρχές της εθνικιστικής ιδεολογίας που διαμορφώθηκαν από τους ρομαντικούς διανοητές, κατά τον 18ο και τον 19ο αιώνα, αποτέλεσαν το πιστεύω των πολλών και διαφορετικών (άλλων πολύ γνωστών και άλλων όχι και τόσο) εθνικιστικών πολιτικών κινημάτων. Κατά συνέπεια το ρομαντικό υπόβαθρο της ιδεολογίας κάθε κινήματος ή συλλογικότητας αποτελεί την προϋπόθεση ώστε να γίνει αποδεκτή ως εθνικιστική. Αλλά και την πρώτη πράξη μιας αντιπαράθεσης με τις κυρίαρχες νεωτερικές ιδεολογίες που θα έχει προοπτικές σοβαρότητας.

Τέταρτον: Η πολιτική αντιπαράθεση έχει πολλές εκδοχές. Οι παραδοσιακές εκδοχές της κομματικής ή της συνδικαλιστικής οργάνωσης είναι θεμιτές. Είναι, όμως, και ασφυκτικά ελεγχόμενες από την εξουσία. Οι νομικές δικλείδες εξαναγκάζουν τους κομματικούς οργανισμούς να υιοθετούν καταστατικά και εσωτερικές λειτουργίες που περιλαμβάνουν επιβεβλημένα στοιχεία φιλελευθερισμού τα οποία έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές του εθνικισμού. Και, κυρίως, οι οικονομικές απαιτήσεις για την δημιουργία τέτοιων οργανισμών είναι τεράστιες. Μια πρόσφατη μελέτη συναδέλφων έδειξε ότι προκειμένου να ιδρυθεί ένα μικρό κόμμα, με μια μόνο τοπική οργάνωση στο κέντρο των Αθηνών, λίγους μόλις μήνες πριν τις εκλογές, απαιτείται ένα ποσό της τάξεως των 100.000 ευρώ (ελαφρώς μικρότερο είναι το ποσό που υπολογίζεται ότι χρειάζεται για ένα κόμμα των ευρωεκλογών). Αντιλαμβάνεται κανείς τι ποσά χρειάζονται για κόμματα με διαρκή δραστηριότητα και με κανονική οργανωτική δομή σε ολόκληρη την χώρα.

Είναι προφανές ότι το σύστημα εξουσίας έχει φροντίσει να καταστήσει την κομματική οργάνωση δέσμια των επιχειρηματικών συμφερόντων και των τραπεζικών δανεισμών. Αν θέλουν ορισμένοι να ιδρύσουν ένα κόμμα θα πρέπει να βρουν τρόπους να συγκεντρώσουν χρήματα που δεν θα προέρχονται από χορηγίες επιχειρηματιών ή από δάνεια τραπεζών. Γιατί διαφορετικά το κόμμα τους θα είναι εξαρτημένο από την αστική οικονομική ελίτ. Είναι εφικτό, όμως, να συγκεντρωθούν τέτοια οικονομικά ποσά; Προφανώς όχι. 


Κατά συνέπεια ένας άμεσος τρόπος προκειμένου να συμμετάσχουν οι εθνικιστές στην πολιτική διαπάλη των καιρών μας είναι αυτός που περιέγραψε ο Αλαίν ντε Μπενουά. Δηλαδή η αυτονομία. Η δημιουργία κοινωνικών ζωνών που θα βρίσκονται μακριά από τα κέντρα της εξουσίας, στις οποίες (κοινωνικές ζώνες) θα απλωθούν δίκτυα ομαδώσεων, παρεών και συλλογικοτήτων που θα υποστηρίζουν την αληθινή εθνικιστική ιδεολογία και θα αποβάλλουν κάθε μορφή ακροδεξιάς παρεκτροπής (τραμπικής, συνωμοσιολογικής, «νεοεθνικιστικής», ψευδοχιτλερικής κλπ). Σε αυτά ακριβώς τα περιβάλλοντα οφείλουν να αναπτυχθούν σχέσεις αλληλεγγύης αλλά και να κατατεθούν οι πολιτικές προτάσεις της ανατροπής του εξουσιαστικού φιλελευθερισμού. Αυτόνομα, ζωντανά, σαν συζητήσεις παρέας, χωρίς εγκλωβισμούς σε θεσμικές νόρμες. Ασφαλώς οι προτάσεις αυτές θα έχουν τύχη μόνο αν αποτελέσουν πολιτικές εκδοχές μιας συνολικής ρομαντικής κοσμοθεώρησης, η οποία θα προϋποθέτει την αισθητική, πολιτική και ηθική εναντίωση στις ιδέες του φιλελεύθερου Διαφωτισμού. Καθώς, επίσης, και αν συνοδεύονται από παράλληλες διανοητικές εκφράσεις, όπως μουσικές εκδηλώσεις, λογοτεχνικές ή καλλιτεχνικές δημιουργίες κλπ. Αν αυτές οι αυτόνομες κοινωνικές ζώνες αποκτήσουν πολιτική κινητικότητα δεν θα αργήσει να δημιουργηθεί μια πρώτη μορφή μαζικού κινήματος. Το έχουμε να δει να συμβαίνει αυτό παλαιότερα, στο πολιτικό πεδίο των σοσιαλιστικών και αναρχικών ιδεών. Είναι μονόδρομος να αποκτήσει πολιτική ύπαρξη και στην από εδώ μεριά. Είναι σχεδόν κωμικό να πιστεύουμε ότι, υπό τις παρούσες συνθήκες, πρέπει να αποτελεί στόχο των εθνικιστών η εξουσία ή η ανάδυση κομματικών σχηματισμών στο επίκεντρο ενός πολιτικού συστήματος όπως αυτό της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αν δεν έχουν θεμελιωθεί προηγουμένως οι βάσεις μιας αληθινής ιδεολογίας και ενός κοινωνικού κινήματος. Κυρίως, όμως, είναι καιρός να καταλάβουν οι υπόπτων προελεύσεων ακροδεξιοί ματσαράγκες και προβοκάτορες, που τσαλαπατάνε στα ρηχά νερά του χώρου εδώ και λίγα χρόνια με διάφορα ψευδο-ιδεολογικά προσωπεία ότι τα ψέματα τελείωσαν. Και ο νοών νοείτω.



[1] Στο συγκεκριμένο αυτοβιογραφικό βιβλίο ο Δραγούμης περιγράφει πως οι μαθητές ενός δημοτικού σχολείου γνώριζαν να γράφουν την ορθογραφία λέξεων, των οποίων αγνοούσαν την σημασία. Αυτό ίσως βοηθήσει να αντιληφθούν οι ακροδεξιοί σαρδανάπαλοι που πληρώνονται από συστημικά κέντρα για να ευτελίζουν την εθνικιστική ιδεολογία, τι εννοούμε στην Φ.ΛΕ.ΦΑ.ΛΟ. όταν μιλάμε εναντίον του φορμαλισμού στην εκπαίδευση και να μην απορούν όταν βλέπουν αυτή την λέξη στις αφίσες μας. Το απόσπασμα για τους μαθητές της εποχής υπάρχει στο Άπαντα Ίωνος Δραγούμη, Μαρτύρων και ηρώων αίμα, Νέα Θέσις, Αθήνα 1992, σελ.115-117.

[2] «Εγώ όμως χάρηκα, που ήταν τέτοιος ο δάσκαλος στο Λάκωμα, και είπα με το νου μου πως πάλε καλλίτερα αυτός, που είναι άξιος να μαθαίνη τα παιδιά μονάχα να συλλαβίζουν, παρά εκείνοι, που πασαλειμένοι συνταχτικό και άγια γραφή, φορτώνουν σχολαστικά τα παιδιά με βάρη ξένα […]». Στο Ίων Δραγούμης, Η Σαμοθράκη, Πελεκάνος, Αθήνα 2009, σελ. 63.

Σχόλια:

Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

ο θάνατος του εμποράκου είναι αυτό το άρθρο
μη σταματάς να δίνεις πόνο στα τσιράκια της δεξιάς

Παρασκευή, 03 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Μήπως ταιριάζει καλύτερα "Ο έμπορος της Βενετίας";

Παρασκευή, 03 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ο/Η Ανώνυμος είπε...

αχ Αλέκο στο είχα πει θα έρθει η ώρα που θα σε κρεμάσουν επικοινωνιακά πάντα με την γραβάτα που φόραγες στον Βέρτη με πονηρό Μανιάτη έμπλεξες και νόμιζες θα πας στα άστρα αλλά αστεράκια έβγαλες μετά το άρθρο εδώ

Παρασκευή, 03 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

Όντως τον πέτυχαν στον Βέρτη τον εμποράκο;

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Ρε παιδιά αυτό είναι το θέμα; Ή ότι, προκειμένου να μπει στον διάλογο της επικαιρότητας του χώρου, ανέσυρε ένα κείμενο που γράφτηκε πριν είκοσι χρόνια, από έναν άνθρωπο που εκείνα τα χρόνια έκανε την πρώτη ξεκάθαρη επαφή με τον πολιτικό μας χώρο αποσυνδεομενος από τα δίκτυα της Νέας Δημοκρατίας και γράφοντας προτάσεις, υπό τη μορφή γενικόλογης έκθεσης λυκείου, που είχαν καθαρά αστικό υπόβαθρο; Πράγμα που δείχνει ότι ένας τύπος που παριστάνει τον εκδότη είναι ανίκανος να αντιληφθεί τα βασικά ερωτήματα του πολιτικού προβληματισμού που αφορούν τον εθνικισμό.

Κάποτε τουλάχιστον όλοι αυτοί είχαν το θάρρος να εμφανίζονται με τη μορφή του "εθνοσωτήρα" πολιτικάντη. Τώρα τι τους έπιασε και θέλουν να κάνουν τους διανοητές; Αυτό πρέπει να μας απασχολεί. Ο Βέρτης και τα υπόλοιπα είναι συνέπειες αναμενόμενες.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
 Ο/Η Ανώνυμος είπε...
Τρομερό αυτό που είπατε για τα αρχαία ελληνικά. Ήρθε η ώρα να μιλήσουμε στον χώρο και για το ζήτημα της εκπαίδευσης. Εδώ και χρόνια η ακροδεξιά (και ειδικά ο γνωστός εσχατογερος που αποκαλείται "Πατριάρχης") μας βομβαρδίζει με την ανάγκη αναβίωσης της αρχαίας γλώσσας και το πόσο απαραίτητη είναι η εμμονική εκμάθηση της από τους μαθητές. Λες και αν μάθουμε να γράφουμε πολυτονικό θα αποκτήσουμε ξανά την αρχαία αίγλη μας. Όπως έλεγε και ο τιτάνας Δραγούμης δεν ήταν η γλώσσα που οδήγησε τους Έλληνες στο μεγαλείο της κλασσικής περιόδου, αλλά το μυαλό τους, η πνευματική τους ικανότητα. Ο ελληνικός λαός αν ξαναβρεί την ζωτικότητα του θα μεγαλουργήσει με την τωρινή του γλώσσα. Κατά την άποψη μου το μάθημα των αρχαίων πρέπει να προσαρμοστεί. Όπως σωστά είπατε η αρχαία ελληνική γραμματεία να διδάσκεται μεταφρασμένη χωρίς να προσκολλούμαστε στον τύπο και στο γράμμα αλλά στο πνεύμα και το βαθύτερο νόημα του κειμένου. Επιπλέον αντί για συντακτικό και γραμματική πρέπει οι μαθητές, ιδίως της δευτεροβάθμιας, να μαθαίνουν λέξεις αρχαίας προέλευσης οι οποίες χρησιμοποιούνται μέχρι σήμερα, να παρατηρούν και να βρίσκουν τα ομόρριζα, τα παράγωγα κτλ κοινώς να μπορούν να αντιληφθούν την συνέχεια της ελληνικής γλώσσας ανά τους αιώνες.

Δεν είναι όμως μόνο τα αρχαία. Όπως είπα στην αρχή πρέπει ο χώρος να μιλήσει ανοιχτά για το ζήτημα της εκπαίδευσης για το οποίο μέχρι σήμερα υιοθετεί την φιλελεύθερη ρητορική περί "αριστείας". Είμαι της άποψης ότι πρέπει να καταργηθεί η υποχρεωτικοτητα της εκπαίδευσης που έχει γεννήσει το φιλελεύθερο μικροαστικό και αστικό πνεύμα που διακατέχει τον ελληνικό λαό. Θέλουμε τα παιδιά μας να γίνουν γιατροί, δικηγόροι, πετυχημένοι δούλοι ενός συστήματος. Τους θέλουμε με διπλώματα και πτυχία, να κάνουν μια τέλεια μεγαλοαστική ζωή. Αποτέλεσμα η δημιουργία καριερίστων και καριερίστων. Το έθνος εγκαταλείπεται πλήρως, σκοπός δεν είναι η απόκτηση οικογένειας αλλά μια πετυχημένη επαγγελματική πορεία. Η ύπαιθρος ερημώνει χάριν του φιλελεύθερου υλισμού. Οι "μορφωμένοι" και οι "μορφωμένες" αποκόπτουν κάθε σχέση με την παράδοση και γίνονται προοδευτικοί θετικιστές. Η "αμόρφωτη" γιαγιά του χωριού προσέφερε πολύ περισσότερα κάνοντας 5 παιδιά από την κάθε "μορφωμένη" φεμινίστρια γυναικολόγο με πτυχία. Οι "αμόρφωτοι" αγρότες πρόσφεραν πολύ περισσότερα καλλιεργώντας την γης του και διατηρώντας ανέπαφο τον συνεκτικό ιστό κάθε κοινωνίας που είναι η κοινότητα από τους "μορφωμένους" αστούς των καιρών μας που εργάζονται στις μεγαλοκαπιταλιστικές εταιρείες και μιλούν για "ανθρώπινα δικαιώματα" και ανάγκη εκσυγχρονισμού. Φυσικά για να γίνουν όλα αυτά χρειάζεται γενική αλλαγή νοοτροπίας του ελληνικού λαού που θα πάρει χρόνια. Χρειάζεται ολικό τσάκισμα του φιδιού του αστισμού.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

Η εξειδικευμένη εκπαίδευση ήταν απότοκο της βιομηχανικής επανάστασης και του Διαφωτισμού. Το καπιταλιστικό σύστημα χρειαζόταν δούλους προκειμένου να διαιωνιστεί. Έτσι επικράτησε ένας κολλεκτιβισμός της γνώσης που ακύρωσε κάθε έννοια ιεραρχίας που υπήρχε στον αρχαία κόσμο και τις αρχαίες παραδόσεις. Ο οποιοσδήποτε μπορούσε να γίνει φορέας της γνώσης ανεξαρτήτως υποβάθρου, χαρακτήρα και ποιότητας. Η γνώση επιπλέον εκφυλίστηκε και μετατράπηκε σε ένα απλό άθροισμα αιτιοκρατικών φαινομένων, έναν ατέρμονο θετικισμό και μια υλιστική θεώρηση της ζωής. Στους ασιατικούς λαούς η γνώση ήταν συνυφασμένη με τον εσωτερισμό. Παράδειγμα το Ζεν όπου η Σοφία ήταν μια βιωματική διαδικασία που δεν αποκτούταν μέσω της επιστημονικομαθηματικής παρατήρησης τους κόσμου αλλά μέσω της εσωτερικής ενατένισης και της πνευματικής ενδοσκόπησης. Έτσι και στον πλατωνισμό η γνώση έχει μεταφυσικό υπόβαθρο αφού συνοδεύεται με μια πνευματική διαδικασία ανακάλυψης της φυσικής ιεραρχίας και του συμπαντικού νόμου. Η αρχέγονη παράδοση λοιπόν δεν στεκόταν τόσο στο τι είναι αλλά στο τι εμπεριέχει. Η γνώση δεν ήταν μια υλιστική ερμηνεία αλλά μια εμπειρική διαδικασία αναγνώρισης της ιερότητας στο κάθε κάτι διαμέσου της πνευματικής ιεράρχησης του εαυτού μας. Η Σοφία δεν είναι επίκτητη. Είναι βιολογικό στοιχείο. Ενυπάρχει μέσα σε οποιονδήποτε έχει κληρονομική προδιάθεση προς αυτήν. Πάνω από όλα δεν μπορούν να την μεταχειρίζονται όλοι. Χρειάζεται η επαναφορά της αριστοκρατικότητας. Μιας αριστοκρατικότητας η οποία δεν θα βασίζεται στο Χρήμα και στον πλούτο - μετέχοντες της γνώσης δεν θα είναι όσοι απλώς μπορούν να πληρώσουν για να την έχουν - αλλά μιας αριστοκρατικότητας η οποία θα βασίζεται στην πνευματικότητα και στην βιολογική κληρονομική προδιάθεση που θα έχει ο καθένας προς την γνώση. Έτσι σχηματίζεται μια μέλλουσα ελίτ όπως προσπάθησαν να κάνουν στην Γερμανία με τα SS και στην Ιταλία με την Σχολή Φασιστικού Μυστικισμού.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Συμφωνούμε στο πνεύμα του σχολιασμού σου, φίλε. Η μόνη διευκρίνιση που θα παραθέσουμε είναι η παρακάτω.

Όπως έγραψε ο Σταμάτης σε προηγούμενο άρθρο είναι άλλο πράγμα η παραδοσιοκρατία και άλλο η παράδοση. Κοντολογίς η επιστροφή σε μια προνεωτερική ή έστω παραδοσιακά κοινοτική διαχείριση της παιδείας είναι αδύνατο. Ακόμη και σε συνθήκες πλήρους αποκέντρωσης, όπως αυτές που υιοθετούν οι εθνοαναρχικοί. Ο λόγος είναι προφανής. Η τεχνολογική ανάπτυξη και η δυνατότητα διάχυσης που την συνοδεύει. Αν ζεις σε επαρχία φανταζόμαστε ότι θα αντιλαμβάνεσαι πόσο βαθιά έχουν αλλοιώσει με μεταμοντέρνα φιλελεύθερες ιδέες την κουλτούρα της επαρχιακής κοινότητας τα ΜΜΕ και οι μηχανισμοί της εκπαίδευσης. Αλλά ακόμα και αν αποτινάξουμε κάποτε αυτή την επιρροή θα εκκρεμεί αναπάντητο το ερώτημα πώς διαχειριζόμαστε την τεχνολογική ανάπτυξη και την δημόσια εκπαίδευση σε μια μαζική (ακόμη και αν είναι εθνικά ακέραιη από την πολυεθνική επέλαση της παγκοσμιοποίησης) κοινωνία. Η αγροτική και η αστική κοινωνία θα πρέπει να διαχειριστούν την τεχνολογία και να επιλέξουν έναν τύπο δημόσιας εκπαίδευσης. Εκεί πρέπει να δούμε τι απάντηση μπορούμε να προκρίνουμε απέναντι στην γνωστή φιλελεύθερη τεχνοκρατική ισοπεδοτική τυποποίηση της αστικής λογικής.

Ένα καλό παράδειγμα είναι η συντηρητική επανάσταση στη Γερμανία του μεσοπολέμου. Τι έκανε η συντηρητική επανάσταση; Βρήκε μέσω της πολιτικής της φιλοσοφίας έναν τρόπο ώστε να υποταχθεί η τεχνολογική πρόοδος στην παλιά ιδεολογία του γερμανικού ρομαντικού εθνικισμού. Απέσπασε την τεχνολογική σκέψη και μέθοδο από το όλο πλαίσιο της φιλελεύθερης και προοδευτικής νεωτερικότητας και την προσάρμοσε στην παραδοσιοκρατική ιδεολογία του γερμανικού ρομαντισμού. Αυτό το διανοητικό επίτευγμα προσδιόρισε και την πολιτική πρόταση για μια δημόσια εκπαίδευση από τα εθνικιστικά κόμματα της εποχής. Δεν επιδίωξε κανένα την επιστροφή σε μια προνεωτερική εκπαίδευση αγροτικού αριανισμού. Αντιλαμβανόμαστε το γιατί.

Κάτι ανάλογο πρέπει να γίνει και σήμερα. Αυτός είναι ο ρόλος της διανόησης. Να βρει ένα σχήμα που θα υποτάσσει την διανοητική πραγματικότητα σε μια παραδοσιοκρατική ιδεολογία. Η οποία θα κρατά το πνεύμα και την ουσία της παράδοσης ζωντανό στις τρέχουσες συνθήκες.


Προφανώς και είναι έτσι. Αλλά προκύπτει και το ερώτημα πως μπορεί να οργανωθεί η δημόσια εκπαίδευση σε μια μαζική κοινωνία. Η σχέση μιας πνευματικής ελίτ με την Σοφία είναι κάτι που προκύπτει από την όλη συζήτηση, ως προέκταση. Αλλά και στην μαζική εκπαίδευση πρέπει να έχουμε μια αντιπρόταση στην ισοπεδοτική φιλελεύθερη τεχνοκρατία.

Η λύση είναι αυτή που αναφέραμε στο προηγούμενο σχόλιο. Για παράδειγμα στην ιατρική η εξειδίκευση των χειρουργών σε επιμέρους συγκεκριμένες ασθένειες είναι πολύτιμη. Αλλά, ακόμα και στο παρακμιακό σήμερα, στα σοβαρά εκπαιδευτικά ιδρύματα της Γερμανίας έχουν αντιληφθεί ότι δεν μπορείς να είσαι σπουδαίος χειρουργός αν δεν γνωρίζεις καλά γενική ιατρική-παθολογία. Γιατί η εξειδίκευση που έχει αποκοπεί από την γενική γνώση οδήγησε σε αποτελέσματα όπως αυτά που λέει χαριτολογώντας η λαϊκή σοφία: "η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απεβίωσε". Γιατί ο χειρουργός μπορεί να έκανε άριστα την δουλειά του όσον αφορά το χειρουργικό σκέλος, αλλά για λόγους που είχαν να κάνουν με την αναισθησία ή με την καρδιά ή με οτιδήποτε άλλο να χάθηκε μια ανθρώπινη ζωή. Προφανώς, για να αποφευχθεί κάτι τέτοιο, ο χειρουργός που είναι υπεύθυνος της όλης διαδικασίας θα πρέπει να γνωρίζει πως να αντιμετωπίσει και αυτά τα ενδεχόμενα. Έτσι, με πρώτα τα γερμανικά, άρχισαν και τα υπόλοιπα πανεπιστήμια να αντιλαμβάνονται ότι η πλούσια γενική ιατρική γνώση είναι απαραίτητη προϋπόθεση για όσοι θέλουν να εξειδικεύουν σε επιμέρους ειδικότητες.

Κάτι τέτοιο πρέπει να προτείνουμε και εμείς ως εθνικιστική πολιτική στο θέμα της δημόσιας μαζικής εκπαίδευσης. Την πρωταρχική έμφαση στην γενική μορφωτική καλλιέργεια των παιδιών (μέρος της οποίας θα είναι και ο εθνοκεντρικος προσανατολισμός), την πρόκριση κυρίως καλλιτεχνικών, φιλοσοφικών, λογοτεχνικών και αθλητικών μαθημάτων για την πρωτοβάθμια και την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και την αργή εισαγωγή στην εξειδίκευση, η οποία ούτω ή άλλως είναι δουλειά των πανεπιστημίων.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
 Ο/Η Ανώνυμος είπε...

᾿Επιτέλους κάποιος βγῆκε νὰ πεῖ τὸ προφανὲς γιὰ τὴ γλώσσα στὰ σχολεία. Τί νὰ τὴν κάνουν τὰ παιδιὰ τὴν Εὐκτική, τὴν Β κλίση ἤ τὴν ἐξαίρεση στὰ τάδε ῥήματα, άν δὲν μποροῦν νὰ κατανοήσουν ὄχι λίγους στίχους τῆς ᾿Οδύσσειας, ἀλλὰ οὔτε κἄν τὸ "Πάτερ ἡμῶν" πού λένε κάθε πρωΐ! Εἶναι καιρὸς νὰ γίνει μία συζήτηση γιὰ τὸ ἐκπαιδευτικὸ σύστημα συνολικά. Δὲν ἀντιλέγω ὅτι εἶναι ἐνδιαφέρουσες (ἄν καὶ συχνὰ κωμικές) οἱ συζητήσεις γιὰ τὸ τὶ εἶπε και τί ἔκανε ὁ Δραγούμης, ὁ Μεταξᾶς, ὁ Αὐστριακός, ὁ Παπαδόπουλος κι ὁ Στράσσερ, ἀλλὰ ὑπάρχουν καὶ πολὺ πιὸ ἐπίκαιρα θέματα πού ἀπασχολοῦν τὴν πλειονότητα τοῦ πληθυσμοῦ.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
 Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Φίλε σχολιαστή ας βοηθήσετε και οι αναγνώστες σε αυτή την προσπάθεια. Κάντε προτάσεις αρθρογραφίας μέσα από τα σχόλια. Γράψτε κι εσείς κάτι αν θέλετε. Αν είναι ενδιαφέρον θα το δημοσιεύσουμε. Για να ανοίγουν οι συζητήσεις που πρέπει, στον βαθμό πάντα που μπορούμε να το κάνουμε ως χώρος με περιορισμένη ακόμη κοινωνική δυναμική.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 Ο Σπύρος είπε...

μπράβο σταματη αλλα που να ακουστουν αυτά από τους γελοίους

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
ΑνώνυμοςΗ Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας είπε...

Εμείς τα λέμε κι από εκεί και πέρα όσοι ζωντανοί ας ακούσουν και ας ανταποκριθούν.

Σάββατο, 04 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

Αυτό το οπαδικό κόλλημα με την απόλυτο αφορισμό του Διαφωτισμού (λες και είναι ένα ενιαίο πράγμα) και την απόλυτη εξύψωση του Ρομαντισμού (λες και είναι ένα ενιαίο πράγμα) τριακόσια χρόνια μετά την εμφάνιση των κινημάτων αυτών δεν το καταλαβαίνω φίλοι της ΦΛΕΦΑΛΟ. Είναι τόσο κακοί πια οι Διαφωτιστές οι οποίοι προέτασσαν όχι κάποιοι χριστιανικό σχήμα αλλά τη λυκούργεια Σπάρτη (μαζί με τη πρωτορωμαϊκή res publica)ως τον απόλυτο οδοδείκτη για την αναδιοργάνωση του βίου των ευρωπαϊκών εθνών και ως το μόνο τρόπο για την επαναφορά της πολιτικής Αρετής; Είναι τόσο πολύ προτιμότεροι επί του σημαντικού αυτού θέματος οι κορυφαίοι ρομαντικοί αντιδιαφωτιστές, ιερατικού υποβάθρου, όπως οι Hamann και Herder που απαντούσαν στους Διαφωτιστές ότι ο Μωυσής είναι ανώτερος από το Λυκούργο κι ότι πρότυπο δεν μπορεί να είναι η ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα αλλά ο αρχαίος Ισραήλ "διότι απο εκεί είναι η σωτηρία";

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο Banshee είπε...

Καταρχάς αγαπητέ ο Ρομαντισμός είχε διαφορετικές τάσεις στην πολιτική του σκέψη. Ο Χαμαν μπορεί να ήταν αντιδιαφωτιστής αλλά δεν είχε σχέση με την θεωρία του εθνικισμού. Ο Χέρντερ ήταν μαθητής του αλλά ανέπτυξε και αρκετές διαφωνίες (σε βαθμό που ο Χάμαν να αποκηρύξει σχεδόν τον μαθητή του).

Για τον Χέρντερ τι να πούμε; Είναι ο πρώτος που επινόησε τον όρο εθνικισμός. Είναι ο φιλόσοφος που δημιούργησε την εθνικιστική θεωρία. Όλοι οι υπόλοιποι εθνικιστές από τον Χέρντερ και μετά, (εθνικοσοσιαλιστές, συντηρητικοί, φασίστες, νεοφασιστες, προφασίστες, εθνοαναρχικοί, εθνικομπολσεβικοι), είτε το γνωρίζουμε είτε όχι, τις βασικές θέσεις του Χέρντερ αναπαράγουμε. Άρα το ερώτημα σου θα πρέπει να αφορά όχι μόνο τη ΦΛΕΦΑΛΟ αλλά όλα τα κινήματα της ιστορίας του πολιτικού μας χώρου.

Στο περιεχόμενο της ερώτησης που θέτεις μπορώ να σου πω ότι στον Χέρντερ δεν υπάρχει πουθενά αυτό που γράφεις. Τουναντίον υμνεί τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Ούτε εμφανίζεται δογματικός με την θρησκεία, μολονότι ήταν πάστορας. Θαύμαζε τον ρωσικό πολιτισμό, που δεν ήταν προτεσταντικός και παρακολουθούσε την εκκλησιαστική λειτουργία στους ορθοδόξους ρωσικούς ναούς. Θαύμαζε επίσης και το κλέος των αρχαίων ευρωπαϊκών παγανιστικών πολιτισμών. Εξέφραζε την βασική ρομαντική θέση της ενότητας της ευρωπαϊκής ιστορίας. Αν θες σου παραθέτω τα σχετικά αποσπάσματα από μελέτες της σκέψης του. Υποστήριζε την ενότητα της αρχαίας, μεσαιωνικής και νεώτερης ευρωπαϊκής συνείδησης, θεωρώντας ότι ο Διαφωτισμός ήταν η τομή που έσπαγε αυτή τη συνέχεια οριστικά (η αρχή είχε γίνει σε προηγούμενες ιστορικές φάσεις, μεταρρύθμιση κλπ).

Ο Διαφωτισμός από την άλλη δεν υπήρξε επουδενί παγανιστικος. Ήταν αντικληρικαλιστικός σαφώς. Ήταν ντειστικος σίγουρα. Παγανιστικός όμως δεν ήταν. Ούτε ο Χομπς, ούτε ο Λοκ, ούτε ο Ρουσό, ούτε ο Ντιντερό, ούτε ι ντΑλαμπερ, ούτε ο Κοραής (ο Μοντεσκιέ μάλιστα ήταν και άνθρωπος της εκκλησίας). Κανείς θεωρητικός του Διαφωτισμού δεν ήταν παγανιστής. Ο Ροβεσπιέρος και οι Γάλλοι επαναστάτες ήταν απλά αντι-χριστιανοί, όχι παγανιστές.

Η μόνη σχέση του Διαφωτισμού με την αρχαιότητα ήταν μια κλασικιστική φιλολογική προπαγάνδα που ήθελε τους διαφωτιστές να είναι κληρονόμοι της αρχαίας δημοκρατίας και του αρχαίου ορθολογισμού. Όμως ο μεταφυσικός ορθολογισμός του αρχαίου ιδεαλισμού δεν είχε καμία σχέση με τον υλιστικό ορθολογισμό του Διαφωτισμού. Ούτε η αρχαία δημοκρατία με την νεωτερική.

Ο Διαφωτισμός είναι η θεωρητική μήτρα του φιλελεύθερου αστικού "εθνικού" κράτους και ο Ρομαντισμός η μήτρα όλων των εκδοχών που πήρε η ιδεολογία του παραδοσιοκρατικου εθνικισμού.

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

«Πάρα πολλοί διανοούμενοι του Διαφωτισμού διατηρούσαν έντονα αρνητικές θέσεις για τους Εβραίους και τον Ιουδαϊσμό. Περιέγραφαν μια εικόνα για τους Εβραίους της Βίβλου που δεν είναι καθόλου κολακευτική, κατηγορώντας τους για ζοφερότητα, δυσανεκτικότητα, ανηθικότητα και μίσος προς τους άλλους λαούς… Αντιθέτως, στο έργο του "Το Πνεύμα της Εβραϊκής Ποίησης" (1782) ο Ηerder υπερασπίζεται την εβραϊκή γλώσσα ενάντια στην διαφωτιστική κατηγορία της χοντροκοπιάς. Την θεωρει αρχαϊκή, αισθαντική και ενεργητική σαν τη γλώσσα του Ομήρου. Ενάντια στις κατηγορίες ότι οι Εβραίοι ήταν στενόμυαλοι, ξενοφοβικοί και συχνά ανήθικοι, ο Herder μετρίασε τα παραπτώματά τους και υπερασπιζόταν την ανθρωπιά τους. Ιδιαιτέρως εγκωμιάζει τον Μωυσή ως έναν σοφό νομοθέτη που υπερέχει του Λυκούργου της Σπάρτης: "Η νομοθεσία του Μωυσή είναι το αρχαιότερο μοντέλο, τουλάχιστον καταγεγραμμένο, για το πώς η υγιεινή, η ηθική, η πολιτική τάξη και η λατρεία του Θεού συνιστούν ένα ενιαίο σύνολο.»
«The 'Jewish Question' in German Literature, 1749-1939», Ritchie Robertson

"Ο Βολταίρος επιτίθεται στην οξύνοια του Μωυσή και ως ηγέτη και ως νομοθέτη. Η δολοφονία χαρακτήρα που κάνει ο Βολταίρος στον Μωυσή είναι ένα από τα πολλά παραδείγματα των περιβόητων αντι-βιβλικών τάσεων του. Αρνιόταν τη χρονολόγηση της Βίβλου και υποστήριζε ότι η Τορά του Μωυσή ήταν άγνωστη στους Προφήτες και στους συγγραφείς των ιστορικών έργων της Βίβλου."

Voltaire's Old Testament Criticism, Bertram Eugene Schwarzbach

Δηλαδή κι εδώ να πούμε ότι σώνει και καλά έχει δίκιο ο Herder επειδή είναι "καλός ρομαντικός" κι όχι ο Βολταίρος επειδή είναι "κακός διαφωτιστής";

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

Δεν σου έφτασε η ξεφτίλα στον ΜΚ ε; Είπες να συνεχίσεις και εδώ τον διασυρμό;

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο Banshee είπε...

Πάμε να δούμε τι γράφει ο ιστορικός του φασισμού Zeev Sternhell για τον Χέρντερ.

" Για τον Χέρντερ η Ελλάς είναι μοναδικό δημιούργημα του ανθρώπινου γένους. Όποιος προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει τη σοφία των Ελλήνων οικουμενικά κάνει κάτι χωρίς νόημα. Η ελληνική σοφία ήταν σοφία των Ελλήνων και κανενός άλλου (...) Ανάμεσα στη δημοκρατία των Αθηνών και στην αριστοκρατική δομή της Σπάρτης δείχνει να εστιάζει στην δεύτερη (...) Δεν ενδιαφέρεται για τις λαϊκές συνελεύσεις, τους εκλεγμένους άρχοντες, τον Περικλή, τον Θουκυδίδη. Η Ελλάς για αυτόν είναι η νεότητα των εθνικών πολιτισμών, των κοινοτήτων που καλλιεργούν την ιδιαιτερότητα τους. Αυτή την τέλεια ελληνική κοινότητα θα αντικαταστήσει το ρωμαϊκό πολυεθνικό τέρας. Η Ρώμη είναι υπεύθυνη για την αρχή της καταστροφής των εθνικών χαρακτήρων. Αυτή την οικουμενιστικη παρακμή αντικατέστησε ο υπέροχος γερμανικός μεσαίωνας. Οι Γερμανοί περιφρόνησαν τις επιστήμες και τον πλούτο που είχε καταστρέψει την ανθρωπότητα και στην θέση τους έφεραν το νορδικο κοινό, τα ισχυρά και άγρια ήθη. Οι νόμοι τους απεπνεαν το ανδροπρεπες θάρρος, την αίσθηση της τιμής. Ο μεσαίωνας ήταν μια εποχή βαρβαρότητας. Η βαρβαρότητα αυτή είχε υγιή ζωτικότητα και δημιουργικό αναβρασμό. Οδήγησε σε ηθική και πνευματική ανανέωση. Τα αρνητικά του μεσαίωνα ήταν η ευρωπαϊκή εξάπλωση σε ξένα έθνη, η αποικιοκρατία των σταυροφοριών".

Zeev Sternhell, Ο αντιδιαφωτισμος, μετάφραση Α. Καρακατσουλη, εκδόσεις Πόλις, 2009.

Νομίζω ότι το απόσπασμα αυτό βοηθά να καταλάβουμε πόσο αυθεντικοί εθνικιστές ήταν οι Στράσερ και πόσο δεξιός ιμπεριαλιστης ο Χίτλερ.

Δευτέρα, 06 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο Banshee είπε...

Ας δούμε ένα ακόμη απόσπασμα από τον Sternhell.

"Ο Χέρντερ επικρίνει το καθεστώς του Φρειδερίκου Β επειδή δεν είναι αρκετά εθνικό. Εμφανίζεται ως εκπρόσωπος ενός άτεγκτου γερμανισμού ενάντια σε μια κοσμοπολίτικη εξουσία, η οποία υποστηρίζει πολύ πιο προωθημένες ιδέες σε θέματα θρησκείας και κουλτούρας (...) Κατηγορεί την πεφωτισμένη δεσποτεία ως ορθολογική που αντιμετωπίζει τους ανθρώπους σαν άψυχα γρανάζια (...) δείχνει να θαυμάζει μια πολιτειακή μορφή αριστοκρατικής δημοκρατίας. Ωστόσο η δημοκρατία που υποστηρίζει έχει προνεωτερικα γνωρίσματα (...) Μιλά για συμμετοχή του λαού στις δημόσιες υποθέσεις αλλά ο λαός για αυτόν είναι το έθνος ως συλλογικό σώμα και όχι οι μεμονωμένοι πολίτες. Δείχνει να έχει υπόψη του μια μορφή εκσυγχρονισμένου κορπορατισμου με συντεχνίες"

Zeev Sternhell, Ο αντιδιαφωτισμος, μετάφραση Α. Καρακατσουλη, εκδόσεις Πόλις, 2009.

Δευτέρα, 06 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο Banshee είπε...

Πάμε και για ένα τρίτο απόσπασμα.

"Το ιδανικό του Χέρντερ είναι μια οργανική κοινότητα. Το αντίθετο αυτού είναι ο νεότερος πολιτισμός της εποχής του, ένας πολιτισμός ορθολογικός, μηχανικός σε έναν κόσμο δίχως Θεό, σε μια ελαστική κοινωνία, σε μια ορθολογική ατομικιστική φιλοσοφία. Ο Χέρντερ εξυμνεί τους αρχαίους Γερμανούς και τον μεσαίωνα, τους τρόπους και τα ήθη των ηρωικών εποχών και ξεκινά την προσπάθεια καταπολέμησης του οικουμενισμού, του κοσμοπολιτισμου, του ορθολογισμού, του ωφελιμισμού, των φυσικών δικαιωμάτων ολόκληρης της πνευματικής υποδομής που εδράζονται ο φιλελευθερισμός και η δημοκρατία. Με τον Χέρντερ και τον Μπερκ ο πόλεμος κατά του Διαφωτισμού θα αποκτά τις διαστάσεις που θα διατηρήσει σε όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα και στο πρώτο μισό του 20ου"

Από το ίδιο βιβλίο του Sternhell.

Δευτέρα, 06 Δεκεμβρίου, 2021

 
 Ο/Η Ανώνυμος είπε...

ιντερνετικά μιλώντας χτες η εκπομπή του μκ ήταν νύχτα των μεγάλων μαχαιριών από την ανάποδη για ακροδεξιό κλαρινογαμπρό πατριάρχη συστημικά εστιατόρια και

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021

 
Ανώνυμος Ο/Η Ανώνυμος είπε...

Το ότι ο νεοεθνικιστής εκδότης φτάνει να αναπαράγει άρθρο σχεδόν εικοσαετίας με προτάσεις εντελώς χλιαρές, ανάλατες, και άσχετες με κάθε είδους ριζοσπαστική εθνικιστική πολιτική δείχνει και την γύμνια του, τόσο ως προσώπου, όσο και ως πολιτικού χώρου.

Κυριακή, 05 Δεκεμβρίου, 2021