Ο ζωγράφος Sir Francis Bernard Dicksee

                                                               του Flammentrupp

Συναισθανόμενος, από έφηβος, μια ιδιαίτερη έλξη για την χρονική περίοδο που ξεκινά από την αρχαία εποχή των μύθων και απλώνεται ως την ιπποσύνη και τα τραγούδια των βάρδων του μεσαίωνα, έψαχνα πάντοτε τους ζωγράφους που αντλώντας έμπνευση από εκείνες τις θρυλικές εποχές, αποτύπωναν στον καμβά με μαεστρία τις εικόνες που αναδύονταν στο μυαλό μου όταν  ιστιοδρομούσα στις θάλασσες της φαντασίας, αλλά και της ιστορίας, με πλήρωμα αποτελούμενο από ηρωικούς άνδρες και πανέμορφες γυναίκες.

Πρόσφατα, σε μια ακόμη περιήγηση μου στο ιστολόγιο του καλού μας φίλου Ιππότη του Ήλιου, διάβασα ξανά την ανάρτηση με τίτλο «Two Crowns» που εμπνέεται από τον αντίστοιχο πίνακα του Άγγλου ζωγράφου Frank Dicksee. Σε μία απάντηση του στα σχόλια, ο Ιππότης αναφέρει : «Δυστυχώς, λόγω της σαπίλας της άρχουσας τάξης των τεχνών, πολλά μεγάλα έργα παραμένουν άγνωστα σε φιλότεχνους που θα μπορούσαν να τα εκτιμήσουν». Αν και το κείμενο γράφτηκε το 2011, δεν έχει αλλάξει κάτι στις Τέχνες κι έτσι μου ήρθε η ιδέα μιας μικρής παρουσίασης του εν λόγω καλλιτέχνη. 

Η ζωή του

Ο Francis Bernard Dicksee, όπως ήταν το πλήρες όνομα του, γεννήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 1853 στο Λονδίνο ως γιος του ζωγράφου Thomas Dicksee, ενώ και ο θείος του John Robert Dicksee υπηρέτησε την ίδια τέχνη. Από την παιδική ηλικία ο πατέρας του τον δίδαξε τα μυστικά του φωτός και της σκιάς και το 1870 εισήχθη στην Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών όπου, εκτός των τακτικών καθηγητών, είχε την τύχη να διδαχθεί και από επισκέπτες λέκτορες όπως ο Frederick Leighton και ο John Everett Millais, οι οποίοι άνηκαν στην ρομαντική αδελφότητα των Προραφαηλιτών. Υπήρξε ένας εκ των κορυφαίων φοιτητών κερδίζοντας πολλές διακρίσεις και βραβεία. Στα κατοπινά χρόνια, πρόσφερε στη Σχολή ως μέλος του συμβουλίου από το 1891 και ως πρόεδρος από το 1924.  


Για την προσφορά του στις τέχνες χρίστηκε Ιππότης το 1925, ενώ το 1927 ο βασιλιάς George V τον έκανε μέλος στο Royal Victorian Order.

Παρά το ότι τα χρονικά της εποχής τον αναφέρουν ως ψηλό, όμορφο, με αριστοκρατική φυσιογνωμία και ευχάριστο χαρακτήρα, παρέμεινε εργένης προτιμώντας να διοχετεύσει όλη την ενέργεια του στην υπηρεσία της ζωγραφικής, αντί να τη διασπάσει ανάμεσα σε αυτήν και τη δημιουργία οικογένειας.

Παρέμεινε δραστήριος τόσο στην τέχνη όσο και στα ζητήματα που αφορούσαν την Ακαδημία ως το τέλος της ζωής του, που ήρθε στις 17 Οκτωβρίου 1928.

Το έργο του

Η καριέρα του ξεκίνησε με εικονογράφηση βιβλίων αλλά και τη δημιουργία βιτρό. Στην πορεία, οραματίστηκε σκηνές από τη μυθολογία, την ιστορία και τη λογοτεχνία ενώ παράλληλα φιλοτέχνησε και πολλά πορτραίτα γυναικών της εποχής του, με τέτοια επιτυχία μάλιστα που, όχι μόνο του επέτρεψε να έχει οικονομική άνεση, αλλά να θεωρείται μεγάλη τύχη για μία κυρία να έχει το πορτραίτο της ζωγραφισμένο από αυτόν.  

Το 1877 ήρθε η πρώτη μεγάλη επιτυχία. Ο Frank ήταν μέλος μιας ομάδας σκιτσογράφων η οποία έκανε συναντήσεις σε τακτά χρονικά διαστήματα, με τα μέλη να παρουσιάζουν έργα τους πάνω σε ένα συμφωνημένο θέμα. Σε μία από αυτές το θέμα ήταν η μουσική όπου ο ζωγράφος παρουσίασε την αρχική του ιδέα. Αργότερα αυτή εξελίχθηκε σε ελαιογραφία με τον τίτλο «Harmony», παρουσιάστηκε στην έκθεση της Ακαδημίας και αποτελεί ένα από γνωστότερα έργα του. Απεικονίζει μια κοπέλα να παίζει ένα είδος εκκλησιαστικού οργάνου ευρισκόμενη σε μια κατάσταση ονειροπόλησης, με ένα νεαρό άνδρα καθισμένο δίπλα της να την κοιτάζει στα μάτια με αγάπη. Το σκηνικό συμπληρώνεται από έπιπλα μεσαιωνικού τύπου σαν αυτά που σχεδίαζαν γνωστά ονόματα της εποχής όπως ο αρχιτέκτονας William Burges και ο γνωστός στους κύκλους μας William Morris ο οποίος εκτός από συγγραφέας υπήρξε και σχεδιαστής υφασμάτων. Επιπλέον, υπάρχει στη σκηνή και ένα παράθυρο με βιτρό προ-ραφαηλίτικης επιρροής. Ψηφίστηκε ως ο Πίνακας της Χρονιάς.


Το 1900 παρουσιάστηκε το έργο «The Two Crowns». Σε αυτό απεικονίζεται ένας Άγγλος βασιλιάς να επιστρέφει θριαμβευτής στον τόπο του πάνω σε λευκό άτι. Φοράει χρυσή πανοπλία και στέμμα, ενώ γύρω του βρίσκονται νεαρές γυναίκες που τον ραίνουν με άνθη. Το βλέμμα του εστιάζει σε έναν Εσταυρωμένο στην δεξιά πλευρά του καμβά, ζωγραφισμένο με πολύ σκοτεινά χρώματα που φέρει το αγκάθινο στεφάνι κι ένα κομμάτι ύφασμα στη μέση. Η διαφορά των δύο ανδρών είναι μια υπενθύμιση της ματαιότητας που διακρίνει το ασίγαστο πάθος για πλούτη κι εξουσία. Δείτε και το άρθρο του Sun Knight στον σύνδεσμο https://sunwarflag.blogspot.com/2011/04/


Μεγάλο ενδιαφέρον για εμάς παρουσιάζει η άποψη του γνωστού ακαδημαϊκού πάνω στη βικτοριανή τέχνη Joseph A. Kestner από το πανεπιστήμιο της Tulsa. Και οι δύο παραπάνω πίνακες κρίνονται με φεμινιστικά (!) κριτήρια. Για τον πρώτο αναφέρει : «Η στάση περισυλλογής του νέου άνδρα υποδεικνύει την εξουσία, η οποία φαίνεται και από τη χρυσή ταινία στο δάχτυλο του αριστερού χεριού. Είναι ο φορέας επιβολής του μυθεύματος της οικιακής ζωής που περιόριζε τις γυναίκες», ενώ για το δεύτερο γράφει : «[ο Dicksee πιστεύει] στην Άρια δύναμη, την ηρωική κατάκτηση και την αρσενική κυριαρχία». (Joseph A Kestner, 'The Male Gaze in the Art of Frank Dicksee', Annals of Scholarship, vol.7, no.2, 1990). Κι όλα αυτά πριν τριάντα χρόνια. Φανταστείτε τι θα γραφόταν σήμερα από έναν φεμινιστή ή μια φεμινίστρια …

Μια ακόμη ελαιογραφία που συνδέεται με τον Ρομαντισμό έχει τον τίτλο «La belle dame sans merci» και παρουσιάστηκε το 1901. Οι ζωγράφοι (και όχι μόνο) του 19ου αιώνα έδειξαν μια ιδιαίτερη προτίμηση στην Ιπποσύνη συχνά συνδυασμένη με τo πρόσωπο μιας femme fatale (μοιραίας γυναίκας). Ο ζωγράφος εδώ εμπνέεται από ένα από τα γνωστότερα ποιήματα της αγγλικής λογοτεχνίας με αυτόν τον τίτλο, γραμμένο το 1819 από τον Ρομαντικό John Keats. Σε αυτό ένας ιππότης συναντά μια μοιραία γυναίκα που αφού τον σαγηνεύει με την ομορφιά και το τραγούδι της τον οδηγεί στην τρέλα με τα μάγια της. Παρά τον «σκοτεινό» χαρακτήρα του ποιήματος, ο Dicksee χρησιμοποιεί έντονα χρώματα έχοντας στο φόντο την καταπράσινη ύπαιθρο, ενώ εν συνόλω η σκηνή είναι καθαρά ερωτική δίχως να παραπέμπει στο ατυχές τέλος της συνάντησης. Θα πρότεινα στον αναγνώστη να αναζητήσει άλλο ένα υπέροχο κείμενο του SunKnight σχετικό με το ποίημα στον σύνδεσμο https://sunwarflag.blogspot.com/2007/12/initiation-2.html αλλά και τον ομότιτλο πίνακα ενός άλλου μεγάλου του Ρομαντισμού, του John William Waterhouse.


Πίσω στο 1885, παρουσιάστηκε στην Ακαδημία ο πίνακας με τίτλο «Chivalry». Το έργο βασίζεται στην βασική ιδέα του Ιπποτισμού που είναι η προστασία των αδυνάτων απέναντι στους ισχυρούς και αδίστακτους της κάθε εποχής. Μέσα σε ένα δάσος βρίσκεται μια νέα κοπέλα δεμένη σε ένα δέντρο. Πίσω της, ένας ευγενής ιππότης θηκαρώνει το ξίφος με το οποίο έχει μόλις νικήσει έναν άλλο ιππότη, πεσμένο στο έδαφος, αφήνοντας να εννοηθεί πως αυτός προσπάθησε να κάνει κακό στη γυναίκα. Κάποιοι κριτικοί έχουν αποφανθεί πως ο ζωγράφος εμπνεύστηκε από τον πίνακα του προραφαηλίτη John Everett Millais με τίτλο «The Knight Errant». Στον συγκεκριμένο, ο ιππότης λύνει τα δεσμά μιας κοπέλας δεμένης σε δέντρο αλλά γυμνής, αφήνοντας να εννοηθεί πως η απεχθής πράξη του βιασμού έχει ήδη λάβει χώρα. Αντίθετα, ο Frank Dicksee προτιμά να δείξει στο κοινό την αισιόδοξη πλευρά. Το κακό αποτράπηκε, πριν προλάβει να σημαδέψει σωματικά και ψυχικά το θύμα.


Το 1889, εμπνευσμένος από τον βρετανικό μύθο του βασιλιά Αρθούρου, θα παρουσιάσει το έργο «The Passing of Arthur». Αυτή τη φορά θα χρησιμοποιήσει την τέχνη της χαρακτικής και όχι της ζωγραφικής.


To 1892, θα παρουσιαστεί ο πίνακας «The Redemption of Tannhäuser». Εδώ, ο ζωγράφος θα εμπνευστεί από την όπερα του Ρίχαρντ Βάγκνερ «Tannhäuser» και θα οραματιστεί την εξιλέωση του πρωταγωνιστή. Τον ζωγράφισε με νερομπογιές αντί για ελαιοχρώματα.


Έναν χρόνο μετά, το 1893, θα παρουσιαστεί ο πίνακας «The Funeral of a Viking». Εδώ ο καλλιτέχνης θα αποδώσει το όραμα του με βάση τα στοιχεία της Σκανδιναβικής μυθολογίας και ιστορίας. Το νεκρό σώμα ενός πολεμιστή Βίκινγκ έχει τοποθετηθεί σε ένα πλοιάριο που θα το μεταφέρει στην ανοικτή θάλασσα, ενώ η νεκρική πυρά θα επιστρέψει στη μητέρα Γη τη στάχτη του υλικού σώματος, απελευθερώνοντας το πνεύμα. Σχεδόν έναν αιώνα μετά, το 1990, οι Bathory θα χρησιμοποιήσουν τον πίνακα ως εξώφυλλο του δίσκου «Hammerheart» θέτοντας τις βάσεις για το ιδίωμα που ονομάστηκε Viking Metal, ενώ οι αγαπημένοι Manowar το 2002 στο τραγούδι «Swords in the Wind» θα αποδώσουν με μουσική και στίχους την ιδέα του πίνακα: «…  Place my body on a ship And burn it in the sea / Let my spirit rise Valkyries, carry me / Take me to Valhalla Where my brothers wait for me / Fire burning to the sky My spirit will never die …»


Ένας εξαιρετικός πίνακας που αντλεί το θέμα του από την λογοτεχνία, και συγκεκριμένα από το πασίγνωστο έργο του William Shakespeare «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», παρουσιάστηκε στο κοινό το 1884. Ο τίτλος του δεν είναι άλλος από τον τίτλο του λογοτεχνικού έργου και αποδίδει την σκηνή της συνάντησης του ζεύγους στο μπαλκόνι. Θεωρείται ως ένα από τα κορυφαία έργα παρουσίασης του Έρωτα ανάμεσα σε δύο ανθρώπους.

Τέλος, συμβουλεύω τον αναγνώστη να αναζητήσει τα πορτραίτα γυναικών του Dicksee. Δειγματοληπτικά βάζω τον πίνακα «Portrait of Camille Sutton Palmer».


Επίλογος

Ο Francis Bernard Dicksee παρέμεινε ως το τέλος της ζωής του πιστός στην τέχνη της κλασικής ζωγραφικής όπως αυτή εξελίχθηκε στις ρομαντικές φόρμες του 19ο αιώνα. Μια ζωγραφική που θέλησε να εκφράσει τα συναισθήματα ή να οπτικοποιήσει τα οράματα μύθων παλαιότερων εποχών, μέσα από μια ξεκάθαρη, λεπτομερή εικόνα δημιουργημένη με επιδεξιότητα και σκληρή δουλειά. Με τον ερχομό του 20ου αιώνα και την ανάπτυξη κινημάτων με εντελώς διαφορετική οπτική, όπως o κυβισμός, η αφηρημένη τέχνη, ο σουρεαλισμός, κλπ, ο παλαιός κόσμος, μέρος του οποίου ήταν ο Dicksee, απομονώθηκε ή και λοιδορήθηκε.   


Σε έναν από τους επικήδειους λόγους που δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες της εποχής μετά τον θάνατο του, διαβάζουμε :

«Μετά την εκλογή του ως προέδρου της Ακαδημίας, ο Dicksee σε διάφορες ομιλίες κατήγγειλε τις νοσηρές και ανθυγιεινές τάσεις στη σύγχρονη τέχνη, τις οποίες τις απέδιδε τόσο σε μια αντίδραση ενάντια στην απλή ομορφιά, όσο και στην αίρεση που λέει πως η σκληρή εργασία δεν είναι απαραίτητη για την παραγωγή οποιουδήποτε πράγματος με διαχρονική αξία. Λιγότερο από ένα μήνα πριν, στα εγκαίνια της Έκθεσης Guildford, αποδοκίμασε αυτό που καλεί λατρεία της ασχήμιας, και τόνισε πως η τέχνη πρέπει να διαφυλαχθεί με δύο τρόπους, με τη γνώση και την ειλικρίνεια…» (Sir Frank Dicksee PRA. Obituary in the Times Thursday October 18th 1928).

Σχεδόν έναν αιώνα μετά, τα λόγια του παραμένουν αληθινά. Η ασχήμια επιβάλλεται παγκοσμίως μέσω της μεταμοντέρνας εξουσίας. Με την χώρα μας να διεκδικεί τα πρωτεία αυτής της παρακμής;


(φωτογραφία από την πρόσφατη επίσκεψη του..πρωθυπουργού στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.. Η αυταρέσκεια της ασχήμιας)