του Σταμάτη Μαμούτου
Πριν έναν περίπου μήνα, όταν έγραψα μια ανταπόκριση από το Pop Culture Festival, είχε μεταφερθεί στα σχόλια του ιστολογίου μας μια συζήτηση που εξελισσόταν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τους διαδικτυακούς τόπους των αναγνωστών της ελληνικής λογοτεχνίας του φανταστικού. Υπήρχαν αρκετοί που θεωρούσαν ότι τα φεστιβάλ της μαζικής κουλτούρας, τα οποία πραγματοποιούνται στην Αθήνα κι εστιάζουν την λογοτεχνία του φανταστικού, στα comics κλπ, είναι πολλά, με αποτέλεσμα να χάνεται το ενδιαφέρον. Εγώ είχα διαφωνήσει. Φεστιβάλ και εκθέσεις είναι. Δεν είναι καλλιτεχνικές δημιουργίες για να βαραίνει τόσο το ενδεχόμενο του κορεσμού. Ούτε, ασφαλώς, περιμένουμε από αυτές τις εκδηλώσεις να αποπνεύσουν την ρομαντική πνευματικότητα της παραδοσιακής λογοτεχνίας του φανταστικού- δεν τις διοργανώνει η λέσχη μας. Ωστόσο, όσο πιο πολλές είναι οι εκθέσεις τόσο περισσότερες πιθανότητες υπάρχουν να δούμε κάτι ενδιαφέρον ή να γνωρίσουμε νέους δημιουργούς, κοινότητες κλπ. Αυτό είναι αδιαμφισβήτητο. Συνεπώς, υπό αυτή την οπτική, θεωρώ ότι είναι μάλλον καλό να γίνονται συχνά τέτοια φεστιβάλ.
Κάνοντας αυτή την κουβέντα με τον Χρήστο Νάστο της λέσχης στο τηλέφωνο, διασκέδασα την διαφωνία του με μια είδηση. Έχοντας μιλήσει με έναν εκ των τακτικών εκθετών λίγες μέρες πριν, γνώριζα ότι στα μέσα Μαρτίου θα γινόταν κι άλλη σχετική εκδήλωση. Όταν, λοιπόν, άκουσα τον Χρήστο να μου λέει ότι είχε αρχίσει να τον προβληματίζει το φαινόμενο των τακτικά επαναλαμβανόμενων φεστιβάλ με το ίδιο περιεχόμενο, του απάντησα πειρακτικά ότι θα έπρεπε να προετοιμαστεί για ένα ακόμη που θα πραγματοποιούνταν σύντομα. Το χρονικό διάστημα πέρασε και το Hobby Festival ήταν γεγονός.
Το Hobby Festival έλαβε χώρα κατά το τριήμερο 14-16 Μαρτίου, στο παλιό αμαξοστάσιο στο Γκάζι. Το περιεχόμενό του ήταν μερικώς διαφορετικό από τις προηγούμενες πρόσφατες εκδηλώσεις. Το κεντρικό του θέμα ήταν τα χόμπι. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι εκθέτες ήταν τριών κατηγοριών. Στην πρώτη συναντήσαμε τους εκθέτες που βλέπουμε συνήθως στα άλλα φεστιβάλ. Σχεδιαστές και εικονογράφους, δημιουργούς κοσμημάτων με fantasy αισθητική, συλλόγους επιτραπέζιων παιχνιδιών, αθλητές συλλόγων μεσαιωνικής (και όχι μόνο) σπαθασκίας, πωλητές παλιών επιτραπέζιων, τηλεκατευθυνόμενων και ηλεκτρονικών παιχνιδιών, εκθέτες καμπινών με arcades της δεκαετίας του ’80 και του ‘90.
Σε αυτή την κατηγορία εκθετών συνάντησα, όπως αναμενόταν, αρκετούς φίλους. Δημήτρης Πετροβίτσης (τραγουδιστής του συγκροτήματος Διόνυσος) με το κατάστημα πώλησης vintage ειδών My Baby Yoda.
Παιδιά που συμμετέχουν στο Μεσαιωνικό Φεστιβάλ Ανδραβίδας, τα οποία πραγματοποιούσαν επίδειξη μεσαιωνικής και νεότερης σπαθασκίας.
Συνάντησα ακόμη εκθέτες με πρωτότυπες ιδέες, όπως ταχυδακτυλουργούς, ακροβάτες τσίρκο και κυρίως τον Γιώργο Αγγελόπουλο που πωλούσε λειτουργικά, συναρμολογούμενα, ξύλινα παιχνίδια. Από ξύλινα φλίπερ που παίζονται κανονικότατα μέχρι αντίγραφα του τυφεκίου Tompson 45 του 1922, με την χαρακτηριστική στρογγυλή γεμιστήρα, τα οποία εκτοξεύουν λάστιχα κατά ριπάς.
Πολύ ενδιαφέρουσα και η παρουσία του Γιάννη Πανόπουλου που, σαν μεσαιωνικός ξυλουργός, κατασκεύαζε επί τόπου ξύλινα προϊόντα στον τόρνο.
Στην δεύτερη κατηγορία συναντήσαμε εκθέτες που πωλούσαν ή παρουσίαζαν εδέσματα, μάλλινα και πλεκτά στολίδια, αρωματικά κεριά και άλλα συναφή.
Η τρίτη κατηγορία εκθετών είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Απαρτιζόταν από συλλόγους πολεμικών τεχνών, μαχητικών αθλημάτων, ναυαγοσωστών κλπ. Υπήρχαν ορειβατικοί σύλλογοι, σύλλογοι ρυθμικής γυμναστικής, ένας σύλλογος παραδοσιακού Jujutsu, ένας σύλλογος Kenpo Karate κι ένας σύλλογος Muay Thai με πολλά μέλη, ο οποίος έκανε ωραία προπόνηση στο διαμορφωμένο εντός του αμαξοστασίου ρινγκ.[1]
Μια γωνία του αμαξοστασίου είχε διαμορφωθεί σαν φάτνη και φιλοξενούσε ένα ήσυχο πόνι. Την φροντίδα του είχαν αναλάβει μέλη ενός ιππικού συλλόγου. Όταν είδα το μικρό άλογο να αντιμετωπίζεται σαν λούτρινο κουκλάκι από το κοινό που ερχόταν σε επαφή με τον ιππικό σύλλογο και την τσίκνα από τις καντίνες να ταξιδεύει με τον αέρα προς την φάτνη του, ο νους μου πήγε σε «γνωστό άγνωστο» τακτικό αναγνώστη του ιστολογίου μας, με διαφημισμένη έφεση στην ιππική και διαπιστωμένη τάση (αποστολή ίσως;) προς την στρέβλωση των πολιτικών μας ιδεών. Ήμουν βέβαιος ότι ένας απόγονος αριστοκρατικής φατρίας της βυθισμένης Λεμουρίας δεν θα συναινούσε σε τέτοιες αντιλήψεις περί ιππικής.
Δεν πρόλαβα να σχηματίσω αυτή την σκέψη στο νου και μια δεύτερη εικόνα ήρθε να την συνοδεύσει. Λίγα μέτρα πιο κάτω ένας σύλλογος τοξοβολίας έκανε επίδειξη και καλούσε τους θεατές να δοκιμάσουν μερικές βολές με το τόξο, σε έναν χώρο του αμαξοστασίου που είχε διαμορφωθεί έτσι ώστε να μοιάζει με τοξοσκοπευτήριο. Αν το τσικνισμένο πόνι ενδεχομένως προκαλούσε την οξεία αντίδραση, ήμουν πεπεισμένος για τα συναισθήματα υπεροψίας που θα γεννούσε η θέα των casual αθλητικών του συγγενών στον υποθαλάσσιο λεμούριο λογισμό ενός υπερφυσικού όντος ικανού να τοξεύει ταυτοχρόνως με δεκαπέντε πλοκάμια.
Δίπλα από τον χώρο τόξευσης υπήρχε άλλο διαμορφωμένο σκοπευτήριο στο οποίο οι θεατές μπορούσαν να δοκιμάσουν airsoft τυφέκια, ερχόμενοι σε επαφή με τους αντίστοιχους συλλόγους.
Στο τέρμα του αμαξοστασίου είχε στηθεί μια μουσική σκηνή στην οποία εναλλάσονταν μουσικοί και χορευτές. Από rock συγκροτήματα μέχρι χορευτικούς συλλόγους παραδοσιακής μουσικής. Γύρω από την σκηνή απλώνονταν καντίνες και περίπτερα ζαχαροπλαστείων. Κατά τα τρία βράδια που διήρκεσε το φεστιβάλ εμφανίστηκαν ζωντανά μπάντες όπως εκείνη του Δημήτρη Κοργιαλά, οι Διόνυσος και άλλοι πολλοί.
Επισκέφθηκα το φεστιβάλ την Κυριακή. Απ’ ότι μου είπαν φίλοι εκθέτες, σε γενικές γραμμές, πήγε καλά. Είχε μεγάλη προσέλευση επισκεπτών. Ασφαλώς, σε αυτό βοήθησε η σωστή επιλογή των διοργανωτών να αφήσουν ελεύθερη και δωρεάν την είσοδο.
Το ίδιο θετική ήταν και η δική μου εντύπωση. Αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι μεγάλοι χώροι που διαμόρφωσαν οι αθλητικοί σύλλογοι (ρινγκ, σκοπευτήρια, φάτνη κλπ) για τις ανάγκες των επιδείξεών τους, ανάγκασαν τους υπόλοιπους εκθέτες να στριμωχτούν σε στενούς διαδρόμους και τους επισκέπτες να μην έχουμε αρκετά περιθώρια ώστε να δούμε τα εκθέματα με την απαραίτητη άνεση, όλα τα άλλα μου φάνηκαν αρκετά καλά. Υπήρχαν πρωτότυπες ιδέες. Έγινε εφικτή μια επέκταση του ενδιαφέροντος σε επιμέρους πεδία της μαζικής κουλτούρας, πέρα από τα συνηθισμένα της λογοτεχνίας του φανταστικού, των comics κλπ. Οι τιμές των προϊόντων στις καντίνες δεν ήταν υψηλές.
Με το καλό, λοιπόν, να δούμε και του χρόνου (ή νωρίτερα) την συνέχεια του Hobby Festival.
[1] Η αλήθεια είναι ότι ζήλεψα τα παιδιά και επανέλαβα ψιθυριστά τις συνηθισμένες, κατά τα τελευταία έξι έτη, κατάρες που εξαπολύω προς τους εν Ελλάδι γιατρούς. Πριν τόσα περίπου χρόνια οι φωστήρες του ελλαδικού ιατρικού κόσμου χρειάστηκαν, προκειμένου να μου βρουν μια αυτοάνοση πάθηση, πολλούς μήνες κατά τους οποίους ήμουν κλινήρης. Το χρονικό διάστημα ήταν αρκετό ώστε, μολονότι η πάθηση βρέθηκε, να μου αφήσει μερικά κουσούρια που δεν μου επιτρέπουν να γυμναστώ και προδιαγράφουν άλλα θέματα υγείας που προκάλεσε η καθυστέρηση εντοπισμού του αρχικού νοσήματος.
Σχόλια:
EPIC METAL
"Διάχυτη είναι η εντύπωση στην Ελλάδα πως ο όρος epic metal ως ξεχωριστό ιδίωμα της metal μουσικής, αναφέρεται για πρώτη φορά από το Χάρη Πράσουλα, αρχισυντάκτη εκείνη την εποχή, στο ελληνικό Metal Hammer. Ο ίδιος υποστηρίζει αυτή την εκδοχή των γεγονότων 2(Βλ. κείμενα του ιδίου, στο προσωπικό του blog (sunwarflag.blogspot.com). Τα κείμενα φέρουν τους τίτλους, «Το Προσκλητήριο», με ημερομηνία 07/11/2008 και «Η Αθάνατη Φλόγα (του Επικού Heavy Metal)», με ημερομηνία 06/07/2019. Εκεί υποστηρίζει πως στο τεύχος Ιουλίου-Αυγούστου 1986, του ελληνικού Metal Hammer, έκανε το ‘’λεκτικό ονοματισμό’’ του είδους. Βλ. επίσης δήλωση του ιδίου, σε battlehymns.gr/epicmetal.), ενώ η ελληνική μπάντα Εξόριστοι, ισχυρίζεται πως είναι η πρώτη μπάντα παγκοσμίως που αυτοπροσδιορίστηκε ως epic metal 3(Βλ. τις πληροφορίες από την σελίδα της μπάντας στο Facebook). Η φράση epic metal, προκειμένου να περιγράψει κάποιο ιδίωμα της metal μουσικής, όπως θα δούμε παρακάτω, δεν αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Χάρη Πρασούλα 4(Ακόμη και στο ελληνικό Metal Hammer είχε υπάρξει κείμενο (1985) με αναφορά στον όρο, πριν από την δημοσίευση του πρώτου κειμένου του Πρασούλα.), ούτε οι Εξόριστοι είναι η πρώτη μπάντα που υιοθετεί τον όρο για να περιγράψει τη μουσική της. Γεγονός όμως είναι πως ειδικά στην Ελλάδα ο όρος χρησιμοποιήθηκε ευρέως και αυτό σίγουρα οφείλεται στον Πρασούλα και κατ’ επέκταση στο ελληνικό Metal Hammer 5 (Βλ. π.χ. τις πλείστες αναφορές στον όρο epic metal, στο ελληνικό fanzine Metal Execution, του 1989, με ειδική μάλιστα στήλη για αυτό το είδος.)
https://www.metalzone.gr/articles/heavy-metal-subgenres-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B4%CE%B5%CE%BA%CE%B1%CE%B5%CF%84%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%E2%80%9880-%E2%80%93-%CE%BF%CF%81%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B5%CF%83-%CE%BD%CE%BF%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CF%84%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-0
METAL FORCES 7 1984
Prophet demo review “they are both sort of epic gothic metal”
και
METAL MADNESS 1 (1984) Jag Panzer interview ‘’the new songs are much more intense. For example our fast style of songs are much faster, while our epic type material is much more epic. We believe that a good metal band should be able to play all styles of Metal – Power, Gothic, Epic Metal, etc’’
Ενώ για τους Manilla Road η παλιότερη αναφορά που βρήκα, ήταν το πόστερ της Black Dragon Records, για την κυκλοφορία του Open The Gates (άρα 1985), οπού τους αποκαλεί epic heavy metal και παραθέτω ως φωτογραφία μέσα στο άρθρο. Αν υπάρχει όντως τέτοια συνέντευξη των Manilla μετά την κυκλοφορία του Invasion (άρα κάπου 1980-81), στην μελλοντική έντυπη έκδοση του άρθρου, θα προβώ σε αναθεώρηση. Ευχαριστώ.
Αλέξανδρος Ζώρης
Αλέξανδρος Ζώρης