Ανταπόκριση από την παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Παπαδημητρόπουλου, που κυκλοφορεί υπό τον τίτλο "Εκεί Που Προσγειώθηκε Το Κοράκι "

                                                               του Σταμάτη Μαμούτου 

Την περασμένη Δευτέρα παρουσιάστηκε στον χώρο «Επήρεια-Πολιτισμός» το βιβλίο του καλού μου φίλου Γιάννη Παπαδημητρόπουλου, το οποίο φέρει τον τίτλο Εκεί Που Προσγειώθηκε Το Κοράκι. Το εν λόγω βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Το Δόντι και είναι μια συλλογή από άρθρα και δοκίμια, που αφορούν το πως θα μπορούσαν να συνδεθούν με την τουριστική ανάπτυξη διάφορες θεματικές της λογοτεχνίας του φανταστικού. Πρόκειται για ένα έργο στο οποίο ο Γιάννης Παπαδημητρόπουλος χρησιμοποιεί την άρτια επιστημονική του μεθοδολογία, προκειμένου να καταλήξει στην πρόκριση συγκεκριμένων τρόπων σύνδεσης της λογοτεχνίας του φανταστικού -αλλά και εν γένει των ελληνικών μυθολογικών και λαογραφικών παραδόσεων- με την ψυχαγωγία μεγάλων κοινωνικών στρωμάτων και με το πεδίο του τουρισμού. 


Ομιλητές της εκδήλωσης ήταν η Λήδα Τσενέ (επικοινωνιολόγος Ph.D, καθηγήτρια του Ανοικτού Παν/μίου και μέλος της επιτροπής διοργάνωσης του φεστιβάλ ComicDom) και ο Όμηρος Τσάπαλος (σύμβουλος Στρατηγικής και Επικοινωνίας). Αποσπάσματα από το βιβλίο διάβασε η Ίλια Βασιλοπούλου (συνεργάτιδα της εταιρίας Διεθνείς Σχέσεις Πολιτισμού) ενώ συντονιστής ήταν ο δημοσιογράφος Κώστας Χρήστου.


Το πρώτο θετικό στοιχείο της εκδήλωσης που οφείλω να καταγράψω ήταν ο πολύς κόσμος που την παρακολούθησε. Μάλιστα, η προσέλευση ήταν τόσο μεγάλη ώστε όσοι προσήλθαμε με χρονική καθυστέρηση αναγκαστήκαμε να την παρακολουθήσουμε όρθιοι. Ασφαλώς, ανάμεσα στους παρευρισκόμενους, βρίσκονταν γνωστοί Αθηναίοι συγγραφείς, αρθρογράφοι και αναγνώστες της κοινότητας του ελληνικού φανταστικού.

Ωστόσο, το σημαντικότερο μέρος της εκδήλωσης ήταν αυτό των ομιλιών. Η συγκεκριμένη ήταν μια από τις λίγες εκδηλώσεις που έχω παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια, που οι ομιλητές ήταν καταρτισμένοι πάνω στις θεματικές τις οποίες ανέπτυξαν και τα όσα ειπώθηκαν μπορούν πράγματι να αποτελούσουν αφορμές για την ανάπτυξη περαιτέρω προβληματισμών.


Μια από τις προτάσεις που περιλαμβάνει το βιβλίο του Γιάννη Παπαδημητρόπουλου, και η οποία συζητήθηκε, είναι η δημιουργία ενός θεματικού πάρκου (αντίστοιχου με εκείνου της γαλλικής Disneyland), που να βασίζεται στην ελληνική μυθολογία. Βάσει των όσων είπαν οι ομιλητές, πριν από λίγα χρόνια, κάποιοι επιχειρηματίες που ζουν στο εξωτερικό είχαν καταθέσει αυτή την πρόταση, η οποία δεν προχώρησε λόγω εμποδίων που όρθωσε η γραφειοκρατία του ελλαδικού κράτους. Επίσης, όπως μας ενημέρωσε ο ένας ομιλητής, η παραγωγή της τηλεοπτικής σειράς του Game of Thrones είχε ζητήσει να γυρίσει κάποιες σκηνές στην Ελλάδα, πριν καταλήξει στην Κροατία, αλλά και πάλι οι αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες αγνόησαν το αίτημα. Βάσει κάποιων υπολογισμών, το οικονομικό ποσό που θα εισέρεε στην χώρα, αν είχαν προχωρήσει αυτές και κάποιες ακόμη σχετικές συνεργασίες, θα αντιστοιχούσε σε εκείνο δυο μνημονίων.

Μετά τα όσα αναφέρθηκαν, διαπίστωσα ότι στο κοινό δημιουργήθηκε μια δικαιολογημένη τάση κατάκρισης της αρτηριοσκληρωτικής γραφειοκρατίας του ελλαδικού δημοσίου. Επίσης, υπήρξαν και κάποιοι σαφείς υπαινιγμοί για την κρατικιστική νοοτροπία της Αριστεράς, η οποία, μέσω της ιδεολογικής της κυριαρχίας  σε όλη την μεταπολιτευτική περίοδο, εμπόδισε -και εμποδίζει- την προοπτική μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων. Σαφώς, όλα τα παραπάνω έχουν βάση. Ωστόσο, εγώ θέλω να προβάλω μια ένσταση. Και το κάνω αυτό έχοντας προσωπική εμπειρία αντιμετώπισης δυσκολιών στην διοργάνωση εκδηλώσεων, που απαιτούσαν την υποστήριξη ή την έγκριση κρατικών φορέων.


Καταρχάς, εκτιμώ ότι αρκετές από τις διαπιστώσεις για την λειτουργία του ελλαδικού κράτους και για τις ιδεολογικές στοχεύσεις της Αριστεράς είναι βάσιμες και με βρίσκουν σύμφωνο. Θέλω, όμως, να προειδοποιήσω ότι το πέρασμα σε μια κυριαρχία του ιδιωτικού τομέα (και μάλιστα στο πεδίο του πολιτισμού) είναι κάτι που φρονώ ότι θα οδηγήσει σε εξίσου αρνητικό αποτέλεσμα αλλά από διαφορετικό δρόμο. Μπορεί η κρατική γραφειοκρατία να ψαλιδίζει το ενεργό πολιτιστικό δυναμικό της χώρας μας, παρεμποδίζοντας κάποιες ιδιωτικές πρωτοβουλίες απ’ το να γίνουν πράξη. Αλλά από την άλλη, παρατηρώντας τις διεθνείς εξελίξεις, διαπιστώνω ότι στις χώρες που υφίσταται κυριαρχία του ιδιωτικού κεφαλαίου και της Δεξιάς ιδεολογικής γραμμής, το ενεργό πολιτιστικό δυναμικό αποψιλώνεται και πάλι. Σε αυτές τις περιπτώσεις το αρνητικό αποτέλεσμα δεν προκύπτει λόγω της παρεμπόδισης πρωτοβουλιών μα λόγω της έλλειψης αισθητικής, που συνεπάγεται η λογική της κουλτούρας του αγοραίου φιλελευθερισμού.

Επιπλέον, είμαι εξαιρετικά δύσπιστος προς το επιχείρημα που θέλει τον ελεύθερο ανταγωνισμό να συνεπάγεται και τη βελτίωση των υπηρεσιών. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας, και μάλιστα στις προεκτάσεις της που αφορούν το πεδίο του πολιτισμού, που καθιστούν αυτή μου την επιφύλαξη όλο και πιο ισχυρή. Το χαρακτηριστικότερο εξ αυτών εκτιμώ ότι είναι εκείνο των ιδιωτικών τηλεοπτικών καναλιών. Όσοι έχουν καλή μνήμη, αλλά κι εκείνοι που διαθέτουν λίγη υπομονή προκειμένου να αναζητήσουν και να δουν στο διαδίκτυο παλαιότερες εκπομπές της δημόσιας τηλεόρασης, θα μπορέσουν, συγκρίνοντάς τις με εκείνες της ιδιωτικής, να αντιληφθούν τις διαφορές. Στο πλαίσιο της δημόσιας τηλεόρασης μια δυνητικά καλή διοίκηση, που θα αντιλαμβανόταν και θα σεβόταν τη σημασία του δημοσίου καθήκοντός της, θα είχε να αντιμετωπίσει τον λεβιάθαν της κομματοκρατίας που υποβιβάζει το δημόσιο μέσο σε χώρο βολέματος ημετέρων και σε όργανο κυβερνητικής έκφρασης. Ωστόσο, από την άλλη, σε έναν «λάκκο» όπως αυτό της ιδιωτικής ελληνικής τηλεόρασης, είναι αναμφίβολο πως η οποιαδήποτε ποιοτική πρωτοβουλία προορίζεται να πνιγεί από τους εναγκαλισμούς μιας Λερναίας Ύδρας πολλαπλών κι επικαλυπτόμενων συμφερόντων και κερδοσκοπικών δεσμεύσεων.  

Όσον αφορά, τώρα, τις κακές νοοτροπίες που χαρακτηρίζουν πρακτικές του δημόσιου βίου της χώρας μας, φρονώ πως πρόκειται για κάτι που υπερβαίνει την κρατικιστική κουλτούρα. Μπορώ να θυμηθώ ορισμένες περιπτώσεις εκδηλώσεων της fantasy pop culture με ιδιωτικό υπόβαθρο, που κατάφεραν να πραγματοποιηθούν στην Ελλάδα ξεπερνώντας τα διάφορα εμπόδια. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχουν καταγραφεί διαφόρων ειδών παθογένειες. Για παράδειγμα, υπάρχουν φεστιβάλ comics και φανταστικής λογοτεχνίας, που οι διοργανωτές τους απορρίπτουν εκθέτες (κάποιοι εκ των οποίων έχουν μεγάλη ιστορία στον χώρο), για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν. Επίσης, πολυθεματικά φεστιβάλ του φανταστικού, που πραγματοποιούνται σε μεγάλα στάδια με πολλές χιλιάδες επισκέπτες -και προς τιμή των διοργανωτών δεν απορρίπτουν κανέναν εκθέτη-, μπορεί στο οικονομικό σκέλος να είναι πετυχημένα και να μεγαλώνουν την αγορά των προϊόντων του φανταστικού, εντούτοις στο καθαρά πολιτιστικό πεδίο δεν προσφέρουν τίποτε παραπάνω από μια αναπαραγωγή τωνmediaκών προτύπων της εποχής μας. 

 Στο θέμα της ανικανότητας να καταστούν εκμεταλλεύσιμες επιπλέον πολιτιστικές δυνατότητες της χώρας μας λόγω της ύπαρξης πολιτικών σκοπιμοτήτων, εγώ θα πρότεινα να διευρυνθεί το πεδίο της έρευνας πέρα από τον ιδεολογικό παράγοντα και στον γεωπολιτικό. Όπως πολύ σωστά επισήμανε ο ένας ομιλητής, τα χρήματα που θα εισέρεαν στην χώρα, αν κάποιες ιδέες είχαν υλοποιηθεί, θα ήταν περίπου τα ίδια με εκείνα δυο μνημονίων. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, αν οι γεωπολιτικοί παίχτες που έχουν κάθε συμφέρον να παραμείνουν τα μνημόνια στην Ελλάδα, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους σκοπούς, θα επέτρεπαν στην χώρα μας να αποκτήσει μια τόσο μεγάλη πηγή εσόδων.

Προκειμένου να μην κατηγορηθώ ως εκφραστής θεωριών συνωμοσίας, θέλω να θυμίσω ότι, μέχρι πριν λίγα χρόνια, όλες οι έρευνες που αναφέρονταν στην ύπαρξη ενεργειακών κοιτασμάτων στους ελληνικούς θαλάσσιους χώρους είτε δεν λαμβάνονταν υπόψη είτε διακωμωδούνταν. Όταν, όμως, οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί επέτρεψαν σε κάποιες ισχυρές χώρες να δουν σοβαρά την εν λόγω περίπτωση, ξαφνικά οι παλαιότερες έρευνες δικαιώθηκαν. Ασφαλώς, αυτό δεν συνέβη γιατί έτσι αποφάσισε το αδύναμο ελλαδικό κράτος αλλά γιατί οι ισχυροί γεωπολιτικοί «εταίροι» του, του επέτρεψαν να το κάνει. Φρονώ, λοιπόν, πως οποιαδήποτε πρωτοβουλία μπορεί να αλλάξει τους, ακριβείς μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, γεωπολιτικούς σχεδιασμούς της περιοχής -προσδίδοντας δυναμική στην ελληνική κοινωνία και ευκολίες στο ελλαδικό κράτος, οι οποίες δεν προβλέπονται από τους γεωπολιτικούς μας επιστάτες- θα συναντά πάντοτε εμπόδια, που φαινομενικά θα ορθώνει το ελλαδικό κράτος αλλά που θα έχουν σχεδιάσει άλλοι.

Και βέβαια, αν συνέχιζα να ερευνώ τα εμπόδια που συναντά κάθε προσπάθεια η οποία αφορά το πολιτιστικό πεδίο του «Φανταστικoύ» δεν θα σταματούσα εδώ. Όπως πολύ σωστά ανέφεραν οι ομιλητές, για πολλά χρόνια, η λογοτεχνία του φανταστικού εθεωρείτο από το «πνευματικό» στερέωμα της Ελλάδας ως ένας παιδικός και παραλογοτεχνικός κλάδος. Εγώ θα συμπληρώσω υπενθυμίζοντας δυο ακόμη παθογένειες. Πρώτον, οι αναφορές στην μυθολογία μας αντιμετωπίζονταν για πολλά χρόνια με σκεπτικισμό από τους θεμελιωμένους στον ελλαδικό πνευματικό κόσμο θρησκευτικούς κύκλους. Και, δεύτερον, αντίστροφα, οι λαογραφικές αναφορές στον πλούσιο πολιτιστικά ελληνικό μεσαίωνα και στα νεότερα χρόνια, προσέκρουαν στο τείχος του κατεστημένου των αρχαιοπρεπών κλασικιστών. Κοντολογίς, το πεδίο του «Φανταστικού», κονιορτοποιήθηκε για πολλά χρόνια στις συμπληγάδες νοοτροπιών που ανάγονταν στον αντι-ρομαντισμό του μεταπολεμικού ελλαδικού πολιτιστικού κατεστημένου.


Προσωπικά, λοιπόν, εκτιμώ ότι βάσει των όσων έχω αναφέρει μπορούν να εξαχθούν κάποια βασικά συμπεράσματα. Πρώτα απ’ όλα είναι γεγονός ότι η οξειδωμένη γραφειοκρατία του ελλαδικού κράτους αποτελεί σαφώς ανασταλτικό παράγοντα για την πραγματοποίηση πρωτοβουλιών στο πεδίο του πολιτισμού, οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν σημαντικά τουριστικά οφέλη. Ασφαλώς, αυτή η κρατική συμπεριφορά έχει να κάνει και με την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, που έλαβε χώρα κατά την εποχή της μεταπολίτευσης. Δεν θα πρέπει, όμως, να μένουμε αποκλειστικά στις ευθύνες της Αριστεράς. Εξάλλου, το ελλαδικό κράτος παρουσίαζε τις ίδιες παθογένειες και πολύ παλαιότερα, σε εποχές που δεν υπήρχε καμιά αριστερή ιδεολογική ηγεμονία. Σε εποχές που υπήρχε, όμως, η ίδια γεωπολιτική επιτήρηση της χώρας μας και μάλιστα από χώρες οι οποίες υπερασπίζονταν (και υπερασπίζονται) τον Δεξιό φιλελευθερισμό, κι όχι κάποιο σοσιαλιστικό ιδεολογικό σχήμα. Επίσης, οι παθογένειες αυτές δεν είχαν να κάνουν μόνο με τον τρόπο λειτουργίας του κράτους αλλά ξεπηδούσαν στο κοινωνικό γίγνεσθαι και συνδέονταν με εγκαθιδρυμένες «πνευματικές» ελίτ αλλά και διάχυτες αντιλήψεις.

Για να επιστρέψω στο κύριο ζητούμενο της συζήτησης, από την μεριά μου, ελπίζω ότι κάποια στιγμή θα καταστεί σαφές πως ανάμεσα στον οξειδωμένο γραφειοκρατικό κρατισμό (ο οποίος μαστίζεται από τις λογικές των πολιτιστικών επιχορηγήσεων στους ημέτερους της κάθε κυβέρνησης), και στην ιδιωτική πρωτοβουλία του μεγάλου κεφαλαίου (που μόνο αγοραίες αντιλήψεις προσφέρει στο πολιτιστικό γίγνεσθαι), μπορεί να υπάρξει ένας τρίτος δρόμος. Όπως, ασφαλώς, μπορεί να αναδυθεί ένας τρίτος πολιτικός δρόμος πέρα από το δίπολο της Αριστεράς και της Δεξιάς. Ο άτεγκτος κρατισμός πνίγει τις πρωτοβουλίες αλλά και το ιδιωτικό κεφάλαιο δεν μπορεί να φέρει καμιά εγγύηση για ζητήματα ηθικής και αισθητικής αρτιότητας.

Εκτίμησή μου είναι ότι αρκετές πολιτιστικές δραστηριότητες χρειάζονται την ώθηση μιας συλλογικής δυναμικής για να έρθουν στο προσκήνιο. Και, βέβαια, το συλλογικό μπορεί να σημαίνει ότι είναι δημόσιο, ότι αφορά τον «δήμο» δηλαδή, χωρίς να είναι κρατικό. Η Φοιτητική Λέσχη Φανταστικής Λογοτεχνίας αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αν τέτοιες προσπάθειες γίνει εφικτό να συνδεθούν με ευρύτερες συλλογικές δομές που δεν έχουν κρατικό χαρακτήρα, θα μπορούμε να ελπίζουμε στην ανάπτυξη μιας δυναμικής, ευνοϊκής για ανάταση του εν Ελλάδι, σχετιζόμενου με το «Φανταστικό», πολιτισμού. Αν μου ζητούσε κανείς να γίνω πιο συγκεκριμένος, θα του απαντούσα να κάνει λίγη υπομονή και να παρακολουθήσει τις επόμενες κινήσεις της λέσχης μας. Εφόσον ευοδωθούν, θα αντιληφθεί τι ακριβώς εννοώ. 


Συμπερασματικά, επιστρέφοντας στην εκδήλωση για την παρουσίαση του βιβλίου που φέρει τον τίτλο Εκεί Που Προσγειώθηκε Το Κοράκι, το οποίο έχει γραφτεί από το Γιάννη Παπαδημητρόπουλο, θα αποφανθώ ότι αποτέλεσε μια από τις πλέον ουσιαστικές και επιτυχημένες που έχω παρακολουθήσει τα τελευταία χρόνια. Αν μη τι άλλο, αυτά που ειπώθηκαν τροφοδότησαν τις σκέψεις ενός ευρύτερου προβληματισμού. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να γίνονται οι παρουσιάσεις. ¨Ένας λόγος ο οποίος,  δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια δείχνει να έχει ξεχαστεί, χαμένος στον κυκεώνα των ανούσιων «δημοσιοσχεσίτικων» πρακτικών, που έχουν απλωθεί στο γίγνεσθαι του εκδοτικού στερεώματος. Η συγκεκριμένη εκδήλωση, λοιπόν, ήταν το ακριβώς αντίθετό τους. Με σωστό συντονισμό, με ομιλητές που γνώριζαν πολύ καλά το θέμα της ομιλίας τους και με έναν συγγραφέα ευγενέστατο, γεμάτο ιδέες και πρόθυμο να συζητήσει το κάθε ερώτημα που έθεσαν οι ακροατές.

Διαβάστε το βιβλίο το Γιάννη. Το προτείνω ανεπιφύλακτα. Απ’ όσα έχω προαναφέρει, φρονώ ότι μπορεί κανείς να αντιληφθεί το γιατί.

Εικόνες 2,3,4,5:από την εκδήλωση στον χώρο Επήρεια-Πολιτισμός στο Παγκράτι. 
Εικόνα 6: Στο παλιό studio του rockmachine.gr, με τον Γιάννη Παπαδημητρόπουλο καλεσμένο σε παλαιότερη εκπομπή μου.